"Ήταν καλά βράδυ σαν έφταξε ο Κ. Το χωριό ήταν θαμμένο στο χιόνι. Ο λόφος με τον Πύργο δε φαινόταν, ομίχλη και σκοτάδι τον τύλιγαν, ούτε καν ένα αχνό φως μαρτυρούσε πως εκεί βρισκόταν ο μεγάλος Πύργος. Ο Κ. στάθηκε πολλήν ώρα στο ξύλινο γιοφύρι που 'φερνε από τη δημοσιά στο χωριό, κι ανάβλεπε στο απατηλό κενό..."
«Δεν σας αρέσει ο Πύργος;» ρώτησε ο δάσκαλος γρήγορα. «Πώς;» ξαναρώτησε ο Κ. λίγο αιφνιδιασμένος και επανέλαβε αμέσως την ερώτηση με ηπιότερο τόνο: «Αν μου αρέσει ο Πύργος; Γιατί νομίζετε ότι δεν μου αρέσει;» «Σε κανένα ξένο δεν αρέσει» είπε ο δάσκαλος.
Πράγματι στον Κ. δεν άρεσε ο Πύργος. Ξαφνικά ο Κ. θυμήθηκε το χωριό του. Μπορούσε να σταθεί πολύ καλά απέναντι σ¨ αυτόν τον δήθεν Πύργο κι έκανε όλη αυτή την πορεία για να τον δει, τότε ήταν κρίμα για τον κόπο[… ] Kι άρχισε να συγκρίνει το καμπαναριό του χωριού του με τον πυργίσκο πού έβλεπε εκεί πάνω. Το καμπαναριό χωρίς δισταγμό λόγχιζε τον αέρα με έναν υψηλότερο σκοπό από ότι τα χαμηλά σπίτια [… ] ο πύργος κατέληγε σε κάτι σαν σοφίτα με πολεμίστρες ακανόνιστες σπασμένες [… ]Νόμιζες πως ήταν κάποιος ψυχοπαθής πού τον είχαν κλειδωμένο στο πιο ψηλό δωμάτιο του σπιτιού είχε σπάσει τη στέγη και είχε ανυψωθεί, για να βλέπει από εκεί τον κόσμο.
Όταν πέθανε ο Κάφκα , στις εφημερίδες της Πράγας δημοσιεύτηκαν νεκρολογίες, ανάμεσα στις οποίες η πιο εύγλωττη και διεισδυτική γράφτηκε από την Μιλένα Γιέσενσκα:
"Προχθές, πέθανε στο σανατόριο Κήρλινγκ στο Κλοστερνόυμπουργκ, κοντά στη Βιέννη, ο Φραντς Κάφκα, ένας γερμανός συγγραφέας που ζούσε στην Πράγα. Ελάχιστοι άνθρωποι τον γνώριζαν εδώ στην Πράγα, γιατί ήταν ένας μονήρης, ένας σοφός άνθρωπος τρομαγμένος από τον κόσμο – υπέφερε καιρό τώρα από μια πνευμονική πάθηση, και παρ’ όλο που φρόντιζε να τη γιατρέψει, την έτρεφε ωστόσο συνειδητά και την ενθάρρυνε με τη σκέψη του. «Όταν η ψυχή και η καρδιά δεν αντέχουνε πια το φορτίο, παίρνουν οι πνεύμονες το μισό πάνω τους, για να είναι τουλάχιστον το φορτίο κάπως ίσα μοιρασμένο» έγραψε κάποτε σε μια επιστολή και έτσι ήταν και η αρρώστια του. Του έδωσε μια σχεδόν απίστευτη ευαισθησία και μια τρομαχτικά ασυμβίβαστη διανοητική εκλέπτυνση – αυτός όμως, ο άνθρωπος, είχε φορτώσει ολόκληρο τον διανοητικό του φόβο για τη ζωή στις πλάτες της αρρώστιας του. ήταν δειλός, περιδεής, πράος και καλός, αλλά τα βιβλία που έγραψε ήταν σκληρά και επώδυνα. Έβλεπε τον κόσμο γεμάτο αόρατους δαίμονες που τσακίζουν και αφανίζουν τον απροστάτευτο άνθρωπο. Ήταν περίσσια διορατικός, περίσσια σοφός για να είναι ικανός να ζήσει, περίσσια αδύναμος για να αγωνιστεί, αδύναμος όπως είναι οι ευγενείς, ωραίοι άνθρωποι που δεν είναι ικανοί να αγωνιστούν ενάντια στο φόβο τους για την έλλειψη κατανόησης, καλοσύνης, για το πνευματικό ψεύδος, αφού έχουν εκ των προτέρων επίγνωση της ανημποριάς τους και ηττημένοι ντροπιάζουν τον νικητή. Γνώριζε τους ανθρώπους όπως μόνο ένας άνθρωπος με οξύ κριτήριο μπορεί να τους γνωρίζει, ένας άνθρωπος που ζει μονάχος και σχεδόν προφητικά μπορεί να διαβάσει τον άλλον από μια και μόνο λάμψη του ματιού. Γνώριζε τον κόσμο με ασυνήθιστο και βαθύ τρόπο, ο ίδιος ήταν ένας ασυνήθιστος και βαθύς κόσμος. Έγραψε τα σημαντικότερα βιβλία της νέας γερμανικής λογοτεχνίας – η πάλη της σημερινής γενιάς ολόκληρου του κόσμου βρίσκεται σ’ αυτά, αν και χωρίς μεροληπτικό λόγο. Είναι αληθινά, γυμνά και επώδυνα, έτσι ώστε ακόμη κι εκεί που εκφράζονται συμβολικά, είναι σχεδόν νατουραλιστικά. Είναι γεμάτα από τη στεγνή χλεύη και την ευαίσθητη ματιά ενός ανθρώπου που είδε τον κόσμο με τέτοια ενάργεια, ώστε δεν μπόρεσε να το αντέξει και έπρεπε να πεθάνει γιατί ήταν απρόθυμος να κάνει υποχωρήσεις και να αναζητήσει σωτηρία, όπως κάνουν οι άλλοι, στις διάφορες, έστω και ευγενείς πλάνες της λογικής ή του ασυνειδήτου.
Ο Δρ Φραντς Κάφκα έγραψε το απόσπασμα Ο θερμαστής… πρώτο κεφάλαιο ενός θαυμάσιου, αδημοσίευτου ακόμα μυθιστορήματος, την Κρίση, την σύγκρουση δύο γενεών, την Μεταμόρφωση, το βιβλίο με την μεγαλύτερη δύναμη στην σύγχρονη γερμανική λογοτεχνία, την Σωφρονιστική αποικία και τα σκίτσα Παρατήρηση και Ένας αγροτικός γιατρός. Το τελευταίο μυθιστόρημα, Ενώπιον του Δικαστηρίου είναι χρόνια τώρα ολοκληρωμένο στα χειρόγραφα, έτοιμο προς δημοσίευση. Είναι ένα από τα βιβλία εκείνα που, αν τα διαβάσει κανείς ως το τέλος, του αφήνουν την εντύπωση ότι κλείνουν μέσα του έναν τόσο ολοτελή κόσμο, ώστε κάθε περαιτέρω σχόλιο περιττεύει. Όλα τα βιβλία του εικονίζουν την φρίκη της μυστηριώδους ακατανοησίας, της ανυπαίτιας ενοχής μεταξύ των ανθρώπων. Ήταν ένας καλλιτέχνης και άνθρωπος τόσο λεπταίσθητης συνείδησης, ώστε άκουγε κι εκεί που οι άλλοι, κουφοί, βαυκαλίζονταν ότι ήταν ασφαλείς."
(Απόσπασμα από το «ΚΑΦΚΑ», του Nicholas Murray, μετάφραση Ξενοφών Κομνηνός – Αλέξανδρος Κυπριώτης, εκδόσεις Ίνδικτος)
σχόλια