Πρωταγωνιστεί η πόλη. Περιπλανιέσαι σαν flâneur στις σελίδες, χώνεσαι σε σοκάκια, χάνεσαι σε λεωφόρους, χύνεσαι στο πλήθος, με μάτια ορθάνοιχτα διασχίζεις τα κανάλια, φτάνεις στην αποβάθρα Γκαγκάριν, βλέπεις τον ποταμό Νέβα, εκεί όπου απλώνεται ανάμεσα στην πλατεία Αλεξαντρόφσκαγια και τη Μιλιόναγια, ενώ στην όχθη μια σειρά φανάρια ρίχνουν πύρινα δάκρυα στα νερά του που κυματίζουν αθόρυβα και φεγγίζουν, δίνοντας στην καταχνιά μια ωχρή λάμψη. Πιο ψηλά, κάποια θολά περιγράμματα απλώνουν πένθιμα στον ουρανό κουρελιασμένα χέρια. Είσαι στην Πετρούπολη. Και η Πετρούπολη, ω αναγνώστη, είναι ο πρωταγωνιστής ενός από τα τέσσερα κορυφαία πεζογραφικά έργα του 20ού αιώνα, σύμφωνα με τον μάγο των λέξεων, τον Βλαντίμιρ Ναμπόκοφ, του μυθιστορήματος ακριβώς με τον τίτλο Πετρούπολη του Αντρέι Μπέλυ (1880-1934). Με θαυμαστή ποιητικότητα περιγράφει ο Μπέλυ την πόλη, με λεπτομέρειες όπου ανταλλάσσουν θερμές χειραψίες μια μεθυστική ποιητικότητα και μια μαθηματική/αρχιτεκτονική ακρίβεια. Διόλου τυχαίο ότι ο Ναμπόκοφ, στην περίφημη τετράδα, περιλαμβάνει και τον Οδυσσέα του Τζέιμς Τζόις, όπου επίσης πρωταγωνιστεί μια πόλη, το Δουβλίνο, καθώς και το πρώτο μισό του παραμυθένιου Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο του Προυστ, όπου δεσπόζει το Παρίσι. Στην Πετρούπολη, όπως σε κάθε σημαντικό έργο σχεδόν του μοντερνισμού, η πλοκή είναι στοιχειώδης (το σχέδιο δολοφονίας με βόμβα ενός ανώτατου κρατικού λειτουργού) και η γραφή είναι μεγαλειώδης (πολυφωνικός ιστός, σύστημα λογοτεχνικών αναφορών, χρήση της συναισθησίας, παρελκυστικά τεχνάσματα, ιδιάζουσα μουσική οργάνωση του κειμένου).
Το έτος 1905. Ο Αντρέι Μπέλυ αποτίνει αλλεπάλληλους φόρους τιμής, πότε κρυφούς και πότε κατάφωρους, στους λατρεμένους Γκόγκολ και Πούσκιν, υπερβαίνοντάς τους, ανοίγοντας δρόμους, παλεύοντας τελεσφόρα να πει το ανείπωτο και να εκφράσει το ανέκφραστο, όπως όλοι οι ρηξικέλευθοι μοντερνιστές. Διαβάζεις την Πετρούπολη και διαρκώς ακούς τη μουσική των λέξεων, βλέπεις εικόνες δρόμων, κτισμάτων, χώρων, ενδυμάτων, ενώ παράλληλα εμπλέκεσαι σε πολιτικές ίντριγκες, συμμετέχεις σχεδόν σαν αυτόπτης και αυτήκοος μάρτυρας σε κοσμοϊστορικά γεγονότα. Βρισκόμαστε στο έτος 1905 και στην Πετρούπολη επικρατεί αναβρασμός. Το όραμα της επανάστασης δεν αχνοφαίνεται μόνο, είναι χειροπιαστό, λάμπει, συναρπάζει ψυχές, κινητοποιεί σώματα. Επίκεινται ανατροπές, something is in the air. Σκοτεινοί συνωμότες, άδολοι ιδεαλιστές, πράκτορες της διαβόητης Οχράνα, αξιωματούχοι του κράτους, μοιραίες γυναίκες κι ένας γιος που τείνει να γίνει πατροκτόνος κατακλύζουν τις εφτακόσιες και βάλε σελίδες της Πετρούπολης. «Μην άκουσες κι εσύ τούτο το τραγούδι του Οκτωβρίου του 1905; Τέτοιο τραγούδι δεν υπήρχε παλιότερα· τέτοιο τραγούδι δεν θα υπάρξει ποτέ πια» γράφει ο Μπέλυ. Όλα παίζονται σε τέτοιες μεταιχμιακές εποχές. Στην άλλη έκδοση και μετάφραση, γιατί έχουμε δύο ταυτοχρόνως, διαβάζουμε την πολύσημη αυτή φράση έτσι: «Έχεις ακούσει μήπως κι εσύ αυτό το οκτωβριανό τραγούδι του χίλια εννιακόσια πέντε; Το τραγούδι αυτό δεν είχε ποτέ ξανακουστεί· αυτό το τραγούδι δεν θα ξανακουστεί: ποτέ».
Δύο εκδοχές. Ναι, λοιπόν, δύο Πετρουπόλεις, από δύο νεαρούς δυναμικούς εκδοτικούς οίκους, από δύο λαμπρές μεταφράστριες. Η πολυτονική έκδοση της Κίχλης, με μετάφραση της έμπειρης Σταυρούλας Αργυροπούλου (μας έχει προσφέρει στα ελληνικά έργα του Ντοστογιέφσκι και του Τολστόι, του Αντρέγιεφ και του Τσέχοφ, του Κουτσί και του Ώστερ), με περιεκτικότατο επίμετρο της Αλεξάνδρας Ιωαννίδου, με αξιέπαινες διορθώσεις αρχικά της αείμνηστης Άννας Περιστέρη και, εν συνεχεία, του Νίκου Αναστασόπουλου και της Χριστίνας Τούτουνα, μια ανεπίληπτη έκδοση που επιμελήθηκε η Γιώτα Κριτσέλη. Και η μονοτονική έκδοση του οίκου Αντίποδες, με μετάφραση της έμπειρης Ελένης Μπακοπούλου (μας έχει προσφέρει στα ελληνικά έργα του Ντοστογιέφσκι και του Τολστόι, του Σαλάμοφ και του Τουργκένιεφ, του Μπουλγκάκοφ και του Μπογκντάνοφ), με περιεκτικότατο επίμετρο του Τζ. Ντ. Έλσγουορθ, με αξιέπαινες διορθώσεις του Στρατή Μπουρνάζου, μια έκδοση που επιμελήθηκαν ο Κωστής Σπαθαράκης, η Στέλλα Ζουμπουλάκη και ο Παναγιώτης Γαβριήλογλου. Τυχερός ο Έλληνας αναγνώστης! Η Πετρούπολη είναι κλασικό λογοτεχνικό επίτευγμα και οι δυνατές δόσεις χιούμορ καθιστούν την ανάγνωση απολαυστική περιπέτεια. Η διπλή παρουσία ενός τέτοιου έργου πλουτίζει το ελληνικό βιβλιοφιλικό σύμπαν και ήδη στα social media συζητείται ευρέως και με πάθος. Δεν τίθεται ζήτημα διλήμματος σχετικά με το ποια εκδοχή να προτιμήσουμε. Και τη μία και την άλλη συστήνω ενθέρμως. Έτσι ώστε η απόλαυση να είναι διπλή, και το παιχνίδι των αντιπαραβολών να είναι συναρπαστικό.