Με την ταραχώδη σχέση της Βίβιαν Λι και του Λόρενς Ολίβιε καταπιάνεται το βιβλίο «Truly, Madly» του συγγραφέα Στίβεν Γκάλογουεϊ, παρακολουθώντας με συμπόνια τον αγώνα που έδινε η Βίβιαν Λι με τα προβλήματα ψυχικής υγείας.
Ο Γκάλογουεϊ, ο οποίος έχει υπάρξει συντάκτης του «The Hollywood Reporter», παρεμβάλλει σε αυτή την ιστορία που έχει ειπωθεί πολλές φορές σχόλια από σύγχρονους ειδικούς της ψυχικής υγείας, όπως η Κέι Ρέντφιλντ Τζέιμισον, οι οποίοι εξετάζουν την ψυχική κατάσταση της Βίβιαν Λι με συμπόνια, αντί για κουτσομπολίστικη διάθεση, προσπαθώντας να ερμηνεύσουν ορισμένες πλευρές της συμπεριφοράς της που μέχρι πρόσφατα ίσως τις αποδίδαμε στο λεγόμενο «πάθος».
Η εντυπωσιακά όμορφη Βίβιαν Λι, κόρη στρατιωτικών, γεννήθηκε ως Βίβιαν Μέρι Χάρτλεϊ στην Ινδία, όπου έζησε μέχρι τα έξι της χρόνια. Όταν οι γονείς της επέστρεψαν στην Αγγλία, φοίτησε σε σχολή καλογραιών. Διέκοψε τη φοίτησή της όταν ο πατέρας της την πήρε μαζί του στην Ευρώπη, όπου πέρασε από διάφορα σχολεία, καθώς η οικογένειά της μετακινούνταν συνεχώς. Το 1931, όταν η οικογένεια επέστρεψε οριστικά στο Λονδίνο, ανακοίνωσε στους γονείς της ότι ήθελε να γίνει ηθοποιός και ο πατέρας της την έγραψε στη Βασιλική Ακαδημία Δραματικής Τέχνης.
Η Βίβιαν Λι κατάφερε να μη σταθεί η ομορφιά της εμπόδιο στο να αναγνωρίσουν το ταλέντο της. Όπως έλεγε ο σκηνοθέτης Τζορτζ Κιούκορ, «οι ωραίες γυναίκες σπάνια θεωρούνται καλές ηθοποιοί, καθώς δεν απαιτείται από εκείνες κάτι τέτοιο». Η φιλόδοξη και όμορφη και κάπως δύστροπη Βρετανίδα προσπαθούσε να ξεπερνά τον εαυτό της σε κάθε της εμφάνιση.
Την ίδια χρονιά γνώρισε και παντρεύτηκε τον δικηγόρο Χέρμπερτ Λι Χόλμαν και από το μεσαίο όνομά του πήρε το επώνυμό της. Απέκτησαν μια κόρη, αλλά ο Χόλμαν δεν ενέκρινε τις καλλιτεχνικές της ενασχολήσεις και την ανάγκασε να διακόψει τις σπουδές της. Όπως γράφει ο Γκάλογουεϊ, η Λι έβρισκε τον γάμο «απλώς έναν ακόμη ρόλο σε ένα ατελείωτο έργο και τη μητρότητα μια παράσταση επαναλαμβανόμενη, χωρίς το όφελος της καλής γραφής».
Ο Λόρενς Ολίβιε ήταν έξι χρόνια μεγαλύτερός της, είχε γεννηθεί στο Ντόρκινγκ του Λονδίνου και σπούδασε στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης. Όταν γνωρίστηκαν με τη Λι ήταν παντρεμένος με την Τζιλ Έσμοντ, με την οποία απέκτησε ένα γιο, τον Τάρκιν. Οι δυο οικογένειες είχαν φιλικές σχέσεις και συναντιόντουσαν σε πάρτι, γεύματα και διακοπές.
Όταν αποκαλύφθηκε η σχέση τους, ξέσπασε σκάνδαλο. Η Βίβιαν Λι είχε ήδη παίξει τη Σκάρλετ Ο'Χάρα στο «Όσα παίρνει ο άνεμος» και ο Ολίβιε τον Χίθκλιφ στα «Ανεμοδαρμένα Ύψη»· και οι δυο ήταν στην πρώτη γραμμή της δημοσιότητας και η πίεση που τους ασκούσαν τα μέσα ήταν εξοντωτική.
Η Βίβιαν Λι κατάφερε να μη σταθεί η ομορφιά της εμπόδιο στο να αναγνωρίσουν το ταλέντο της. Όπως έλεγε ο σκηνοθέτης Τζορτζ Κιούκορ, «οι ωραίες γυναίκες σπάνια θεωρούνται καλές ηθοποιοί, καθώς δεν απαιτείται από εκείνες κάτι τέτοιο». Η φιλόδοξη και όμορφη και κάπως δύστροπη Βρετανίδα προσπαθούσε να ξεπερνά τον εαυτό της σε κάθε της εμφάνιση.
Ο Ολίβιε, χρόνια αργότερα, ανέφερε ένα περιστατικό που υποδήλωνε την ψυχική της υγεία και την κατάσταση στην οποία βρισκόταν: όταν είχαν συναντηθεί θεατρικά το 1937, με εκείνον Άμλετ και τη Λι Οφηλία στο Όλντ Βικ, τη νύχτα της πρεμιέρας, λίγο πριν βγει στη σκηνή, άρχισε να του φωνάζει χωρίς προφανή λόγο κι έπειτα έμεινε σιωπηλή κοιτάζοντας αόριστα τον χώρο, ενώ την επομένη είχε ξεχάσει εντελώς το περιστατικό. Ήταν η πρώτη φορά που ο Ολίβιε γινόταν μάρτυρας τέτοιας συμπεριφοράς από μέρους της.
Ο Γκάλογουεϊ προσπαθεί μέσα από την αλληλογραφία της να ανιχνεύσει τον χαρακτήρα της, που σημαδεύεται από βίαια περιστατικά με ακραία συμπεριφορά. Μπορεί να διαπιστώσει κανείς εύκολα την πίεση υπό την οποία βρίσκονταν και οι δύο, με επίκεντρο την ερωτική τους σχέση. Όταν συνεργάστηκαν στο Μπρόντγουεϊ, όπου ανέβασαν το «Ρωμαίος και Ιουλιέτα», ο Τύπος ασχολήθηκε με την σχέση τους, αλλά και με το γεγονός ότι βρίσκονταν μακριά από την Ευρώπη ενώ είχε ξεσπάσει ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος. Η παράσταση απέτυχε και οι κριτικές έγραφαν τόσο για την κακή σκηνοθεσία του Ολίβιε όσο και για την άρθρωση της Λι. Σε αυτή την παράσταση είχαν επενδύσει όλες τις οικονομίες τους και σχεδόν καταστράφηκαν. Επέστρεψαν στην Αγγλία το 1941.
Επιβαρυντική για την ψυχική κατάσταση της Βίβιαν Λι ήταν και η περιοδεία στη Βόρεια Αφρική, όπου εμψύχωνε τα στρατεύματα των συμμάχων. Σύντομα αρρώστησε. Την ταλαιπωρούσαν ένας επίμονος βήχας και πυρετός, και την επόμενη χρονιά της διέγνωσαν φυματίωση του αριστερού πνεύμονα. Έμεινε αρκετές εβδομάδες στο νοσοκομείο και όταν ανέρρωσε άρχισε να γυρίζει το «Καίσαρ και Κλεοπάτρα». Ήταν έγκυος και απέβαλε λόγω κόπωσης. Μετά την αποβολή έπεσε σε βαθιά κατάθλιψη, ενώ είχε διαρκώς εκρήξεις που προκαλούνταν από τη διπολική διαταραχή.
Πέθανε μόλις στα 54 χρόνια της, καθώς η φυματίωση υποτροπίασε. Την ίδια περίοδο, ο Ολίβιε, με τον οποίο είχαν χωρίσει, υποβαλλόταν σε θεραπεία για καρκίνο του προστάτη. Η Λι έφυγε από τη ζωή ταλαιπωρημένη από τον κλονισμένο ψυχισμό της, που την οδήγησε συχνά σε ψυχιατρικές κλινικές.
Το ζήτημα της ψυχικής της ασθένειας ήταν ταμπού, αλλά ο Ολίβιε αποκάλυψε στην αυτοβιογραφία του τα χρόνια και τελικά καθόλου αδικαιολόγητα προβλήματα στη σχέση τους, γράφοντας: «Κατά τη διάρκεια της περιόδου που ήταν αιχμάλωτη στα δίχτυα εκείνου του πανούργου τέρατος, της μανιοκατάθλιψης, κατάφερε να διατηρήσει την εξυπνάδα της, μια χρήσιμη ικανότητα που τη βοηθούσε να αποκρύψει την πραγματική ψυχική της κατάσταση σχεδόν από όλους, εκτός από μένα...».
Το ζευγάρι με την καταδικασμένη και ταλαιπωρημένη από ασθένειες και πάθη αγάπη διατηρεί ακόμα μια λάμψη και η βιογραφία αυτή έρχεται να θυμίσει μια εποχή που τα αστέρια του θεάματος έμοιαζαν να είναι το κέντρο του σύμπαντος.