Μια διαφωτιστική συζήτηση για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις τον 19ο αιώνα

Λεωνίδας Μοίρας: «Οι Οθωμανοί διανοούμενοι θαύμαζαν την αρχαία Ελλάδα, αλλά δεν θεωρούσαν κληρονόμους της τους σύγχρονους Έλληνες» Facebook Twitter
Η Μεγάλη Ιδέα του Ελευθέριου Βενιζέλου ήταν το αποκορύφωμα του ελληνικού μεγαλοϊδεατισμού, ο οποίος ανιχνεύεται ήδη στις απαρχές της ίδρυσης του νεοελληνικού κράτους.
0



Η ΜΕΓΑΛΗ ΙΔΕΑ υπήρξε ένα αλυτρωτικό κίνημα με πολλούς θιασώτες εντός και εκτός των τότε συνόρων, που αποτέλεσε τον κύριο άξονα της εξωτερικής πολιτικής του νεοελληνικού κράτους από την ίδρυσή του μέχρι τη Μικρασιατική Καταστροφή. Πολλά βιβλία και μελέτες έχουν γραφτεί σχετικά, ελάχιστα όμως γνωρίζουμε για το πώς αντέδρασαν στο ιδεολόγημα αυτό οι Οθωμανοί, πέρα από τη στρατιωτική αντιπαράθεση. 

Διότι αν για τους Έλληνες η Μεγάλη Ιδέα συνδεόταν με την απελευθέρωση και την ενσωμάτωση εδαφών που πίστευαν ότι αυτοδίκαια τους ανήκαν, στο πλαίσιο μιας αδιάλειπτης, τρισχιλιετούς ιστορικής παρουσίας, άσχετα αν σε κάποιες από τις διεκδικούμενες περιοχές οι ελληνόφωνοι/ελληνορθόδοξοι πληθυσμοί μειοψηφούσαν, για τους Οθωμανούς ήταν ένας υπερφίαλος, ανιστόρητος επεκτατισμός, που και το «κακό παράδειγμα» έδινε σε άλλες υποτελείς εθνότητες και την ίδια την υπόσταση της  αυτοκρατορίας απειλούσε, καθώς είχε επιπλέον την ανοχή ή και την ενθάρρυνση των μεγάλων δυνάμεων της εποχής, όπως συχνά διαμαρτύρονταν. Γι’ αυτό και στο ιδεολογικό πεδίο προσπάθησαν καταρχάς να «απαντήσουν» με τη διαμόρφωση μιας ενιαίας οθωμανικής εθνικής συνείδησης και ταυτότητας, ένα εγχείρημα που για μια σειρά από λόγους δεν ενθουσίασε εν τέλει ούτε τους μουσουλμάνους υπηκόους της Υψηλής Πύλης, με την Κρητική Επανάσταση του 1866 να αποτελεί μία από τις σοβαρότερες δοκιμασίες του. 

Μία από τις κύριες εργασίες των εθνικιστών ιστορικών υπό την επίδραση του ρομαντισμού ήταν να εντοπίσουν ή, ορθότερα, να εφεύρουν την ιστορική καταγωγή των εθνοτήτων και να προσδιορίσουν τη θέση τους σε σχέση με τις άλλες εθνότητες. Στο πλαίσιο της προσπάθειας αυτής κατασκεύασαν και ανέπτυξαν εθνικούς μύθους γενεαλογικής καταγωγής, ηρωικής εποχής, εγκατάστασης και μετανάστευσης, παρακμής και αναγέννησης.

Αυτά και άλλα ενδιαφέροντα, όπως είναι οι αναφορές στο κίνημα των Νεότουρκων και στις στενές σχέσεις ρομαντισμού - εθνικισμού, μαθαίνουμε από το πόνημα του διδάκτορα Οθωμανικής Ιστορίας Λεωνίδα Μοίρα με τίτλο «Η Μεγάλη Ιδέα από την πλευρά των Οθωμανών, 1839-1869», το οποίο έρχεται να προστεθεί στο παλαιότερο, επίσης δικό του, «Η Ελληνική Επανάσταση μέσα από τα μάτια των Οθωμανών» (εκδ. Τόπος 2020), προσεγγίσεις που σίγουρα βοηθούν να αποκτήσει κανείς μια σφαιρικότερη αντίληψη των γεγονότων. Βασισμένο σε ελληνικά και οθωμανικά αρχεία, εστιάζει στην πρώτη τριακονταετία κατά την οποία αρχίσει να «χτίζεται» μεθοδικά το εν λόγω ιδεολόγημα, ενώ την ίδια περίοδο η Υψηλή Πύλη προσπαθεί να αναδιοργανωθεί δρομολογώντας μια σειρά από εκσυγχρονιστικές μεταρρυθμίσεις (Τανζιμάτ). Περισσότερα στη συνέντευξη που ακολουθεί: 

— Πότε ξεκινά η Υψηλή Πύλη να λαμβάνει υπόψη τη Μεγάλη Ιδέα και ποιες είναι οι πρώτες της αντιδράσεις;
Η πολιτική και πνευματική ελίτ του ελληνικού κράτους εκλάμβανε τα στενά σύνορα του «σπιθαμιαίου βασιλείου» ως την κύρια αιτία για αρκετές παθογένειες και κακοδαιμονίες. Την ίδια περίοδο, η αντιμετώπιση των άμεσων αναγκών του βασιλείου συνδέθηκε με την επαναδιαπραγμάτευση των συνόρων και την εδαφική επέκταση. Ήδη από το ξέσπασμα της Δεύτερης Αιγυπτιακής Κρίσης (1839-1841) οι υπέρμαχοι του ελληνικού αλυτρωτισμού επιχείρησαν να ενθαρρύνουν εξεγέρσεις που ξέσπασαν σε διάφορες περιοχές της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. 

MOYSOYROS
Ο πρώτος Οθωμανός πρεσβευτής στην Αθήνα, ο ελληνορθόδοξος Κωνσταντίνος Μουσούρος, έφτασε στην ελληνική πρωτεύουσα στις 4 Αυγούστου 1840 και άρχισε να ενημερώνει καθημερινά τους προϊσταμένους του στην Πύλη σχετικά με τα τεκταινόμενα στο ελληνικό κράτος. 

Παρότι τη δεκαετία του 1830 δεν υπήρχαν διπλωματικές σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών, οι αξιωματούχοι της Πύλης και ο σουλτάνος ήταν ενήμεροι για τις αλυτρωτικές φιλοδοξίες των Ελλήνων, χάρη στις αναφορές επαρχιακών διοικητών των όμορων με την Ελλάδα περιοχών, στις πληροφορίες που λάμβαναν από τους διπλωματικούς αντιπροσώπους των Μεγάλων Δυνάμεων και από ένα εκτεταμένο δίκτυο κατασκόπων. Πληρέστερη εικόνα απέκτησαν μετά την έναρξη των διπλωματικών σχέσεων. Ο πρώτος Οθωμανός πρεσβευτής στην Αθήνα, ο ελληνορθόδοξος Κωνσταντίνος Μουσούρος, έφτασε στην ελληνική πρωτεύουσα στις 4 Αυγούστου 1840 και άρχισε να ενημερώνει καθημερινά τους προϊσταμένους του στην Πύλη σχετικά με τα τεκταινόμενα στο ελληνικό κράτος. 

Η διάχυση του ελληνικού εθνικισμού στους χριστιανούς υπηκόους του σουλτάνου υπονόμευε τη συνοχή της αυτοκρατορίας. Οι Οθωμανοί, προκειμένου να αποτρέψουν τη διάχυσή του, υιοθέτησαν αρκετά μέτρα που αφορούσαν στην ασφάλεια των συνόρων. Εισήγαγαν επίσης μεταρρυθμίσεις που στόχευαν στην εξάλειψη των αδικιών και των φαινομένων κακοδιοίκησης, στην πάταξη της διαφθοράς και στη γενικότερη αναδιάρθρωση του θεσμικού πλαισίου, ώστε να επαναπροσδιοριστούν οι σχέσεις της εξουσίας με τους μη μουσουλμάνους υπηκόους και να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις για την επίτευξη της ισότητας μεταξύ των υπηκόων διαφόρων θρησκειών. Με αυτόν τον τρόπο τέθηκαν οι βάσεις για την οικοδόμηση μιας οθωμανικής ταυτότητας. 

— Γιατί όμως εν τέλει απέτυχε αυτό το εγχείρημα;
Αρχικά πρέπει να αποσαφηνίσουμε ότι οι προσπάθειες συγκρότησης οθωμανικής ταυτότητας και οθωμανικού «έθνους» δεν έφεραν τα ίδια σημαινόμενα με τη διαδικασία διαμόρφωσης υπηκόων/πολιτών στα έθνη-κράτη. Οι Οθωμανοί δεν ενδιαφέρθηκαν –ούτε μπορούσαν, άλλωστε– να προωθήσουν την πολιτισμική ομοιογένεια και τη συγκρότηση μιας «φαντασιακής πολιτικής κοινότητας». Τα χαρακτηριστικά του οθωμανισμού μπορούν να συνοψιστούν στην εξασφάλιση της ισότητας όλων των υπηκόων ανεξαρτήτως θρησκείας, στην προώθηση της αφοσίωσής τους στο πρόσωπο του σουλτάνου, στην ομογενοποίηση της κατακερματισμένης οθωμανικής κοινωνίας μέσα από τη διαδικασία της εκκοσμίκευσης και στην υποστήριξη των εμπνευσμένων από τη Δύση μεταρρυθμίσεων από την πλευρά όλων των εθνοθρησκευτικών εθνοτήτων. 

Γιατί απέτυχαν; Καταρχάς οι ιδέες του έθνους και του εθνικισμού συνέχιζαν να διαδίδονται με γοργούς ρυθμούς μεταξύ των ορθόδοξων πληθυσμών της αυτοκρατορίας – πλέον, καμία μορφή αυτονομίας δεν πληρούσε τους όρους της εθνικής αυτοδιάθεσης, εκτός από την πλήρη κρατική ανεξαρτησία. Οι Οθωμανοί δεν μπορούσαν να αντιμετωπίσουν ιδεολογικά αυτές τις εξελίξεις, ούτε διέθεταν ένα εκπαιδευτικό σύστημα προσανατολισμένο στην κατεύθυνση της κατασκευής της οθωμανικής ταυτότητας. Επιπλέον, ο οθωμανισμός αντλούσε περιορισμένη υποστήριξη από τις ελίτ των εθνοθρησκευτικών ομάδων και η ιδεολογία αυτή περιοριζόταν στην πρωτεύουσα και στα μεγάλα αστικά κέντρα. Τέλος, οι συχνές εξεγέρσεις των χωρικών, λόγω της οικονομικής εξαθλίωσης, και τα σκληρά αντίποινα του οθωμανικού στρατού ενίσχυαν το αίσθημα της εχθρότητας προς το κράτος.  

Λεωνίδας Μοίρας: «Οι Οθωμανοί διανοούμενοι θαύμαζαν την αρχαία Ελλάδα αλλά δεν θεωρούσαν κληρονόμους της τους σύγχρονους Έλληνες» Facebook Twitter
Στα μέσα του 19ου αιώνα η αποκατάσταση του Βυζαντίου στην ελληνική ιστορία νομιμοποιούσε τις αξιώσεις του ελληνικού κράτους περί ανασύστασης της χριστιανικής ανατολικής αυτοκρατορίας. Η Ελλάδα εμφανιζόταν ως νόμιμος κληρονόμος της, αντίθετα με τους Οθωμανούς, που παρουσιάζονταν ως «κατακτητές» και «σφετεριστές» του θρόνου της Κωνσταντινούπολης. 

— Πώς αντιμετώπιζαν οι Οθωμανοί το νεοελληνικό ιδεολόγημα περί αδιάλειπτης τρισχιλιετούς ιστορίας του ελληνικού έθνους; 
H «συνεισφορά» της αρχαιότητας στο ξέσπασμα της Ελληνικής Επανάστασης και στη σφυρηλάτηση της εθνικής συνείδησης των Ελλήνων είναι πλέον γνωστή μέσα από τις μελέτες αρκετών ιστορικών. Στο αφήγημα της συνέχειας του ελληνικού έθνους από την αρχαιότητα ως τη «σύγχρονη» εποχή, η περίοδος της οθωμανικής κυριαρχίας παρουσιαζόταν ως ένα πολύχρονο και βίαιο «ιντερμέδιο». Στα μέσα του 19ου αιώνα η αποκατάσταση του Βυζαντίου στην ελληνική ιστορία νομιμοποιούσε τις αξιώσεις του ελληνικού κράτους περί ανασύστασης της χριστιανικής ανατολικής αυτοκρατορίας. Η Ελλάδα εμφανιζόταν ως νόμιμος κληρονόμος της, αντίθετα με τους Οθωμανούς, που παρουσιάζονταν ως «κατακτητές» και «σφετεριστές» του θρόνου της Κωνσταντινούπολης. 

Οι Οθωμανοί γνώριζαν αυτή την ιδεολογικοποιημένη χρήση της Ιστορίας και την αντιμετώπιζαν με σκεπτικισμό. Τις ανησυχίες τους ενίσχυε η παρατήρηση ότι οι δεσμοί φιλίας μεταξύ των Ελλήνων και των Ευρωπαίων είχαν σφυρηλατηθεί μέσω του θαυμασμού των τελευταίων προς την αρχαία Ελλάδα, γεγονός που θα μπορούσε να προκαλέσει την ενεργή ανάμειξη των δυτικών κρατών υπέρ της Ελλάδας σε περίπτωση κρίσης. Γι’ αυτό οι Οθωμανοί διανοούμενοι επιχειρούσαν να αποδομήσουν τη θεωρία της συνέχειας, υποστηρίζοντας ότι το αρχαίο ελληνικό έθνος είχε σβηστεί 2.000 χρόνια πριν και ότι οι κάτοικοι του Βασιλείου της Ελλάδας δεν είχαν καμιά σχέση με τους αρχαίους Έλληνες. Αμφισβήτηση της καταγωγής σήμαινε συγχρόνως και αμφισβήτηση του λόγου ύπαρξης του ελληνικού κράτους και, πολύ περισσότερο, των ελληνικών αξιώσεων στα οθωμανικά εδάφη. Αξίζει να σημειωθεί ότι οι Οθωμανοί διανοούμενοι θαύμαζαν την αρχαία Ελλάδα και τους φιλοσόφους της, ενώ στην κλασική οθωμανική περίοδο αρκετοί σουλτάνοι θεωρούσαν τους εαυτούς τους διαδόχους του Μεγάλου Αλεξάνδρου. 

μοιρας
Λεωνίδας Μοίρας

— Ισχύει ότι το Τανζιμάτ, εκτός από μια απόπειρα εκσυγχρονισμού της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, θεσπίστηκε και ως «ανάχωμα» στις αλυτρωτικές επιδιώξεις των Ελλήνων και άλλων χριστιανικών λαών; Πόσο προχώρησαν οι μεταρρυθμίσεις;
Η κατεξοχήν περίοδος του Τανζιμάτ (1839-1876) χαρακτηρίζεται από μια σειρά μεταρρυθμίσεων που προωθήθηκαν από ανώτερους και ανώτατους κρατικούς αξιωματούχους και στόχευαν στον μετασχηματισμό των παραδοσιακών δομών και θεσμών της αυτοκρατορίας. Την περίοδο αυτή σημειώθηκαν πολλές αλλαγές στον κεντρικό γραφειοκρατικό μηχανισμό, στην επαρχιακή διοίκηση, στο φορολογικό και δικαστικό σύστημα και στον στρατό. Στην εκπαίδευση η κυρίαρχη τάση ήταν η εκκοσμίκευση, ενώ καταγράφηκαν επίσης αρκετές πολιτισμικές αλλαγές. Στόχος των μεταρρυθμίσεων ήταν η διάσωση του κράτους και, φυσικά, η ανάσχεση της διάδοσης των εθνικισμών μεταξύ των χριστιανικών πληθυσμών της αυτοκρατορίας. 

Οι μεταρρυθμίσεις ήταν μόνο εν μέρει επιτυχημένες, γεγονός που οφειλόταν σε αρκετούς παράγοντες. Καταρχάς υπήρχε «λειψανδρία» όσον αφορά στο εξειδικευμένο προσωπικό που θα μπορούσε να υλοποιήσει τις αποφάσεις της κεντρικής διοίκησης. Επίσης, οι μεταρρυθμίσεις δεν είχαν βασιστεί στη λαϊκή βούληση. Επιβλήθηκαν από γραφειοκράτες και κρατικούς αξιωματούχους και γι’ αυτόν τον λόγο δεν γνώρισαν ευρεία λαϊκή υποστήριξη. Δεν εμπόδισαν, επιπλέον, τη διάδοση του αποσχιστικού εθνικισμού μεταξύ των χριστιανών της αυτοκρατορίας, ενώ και αρκετοί μουσουλμάνοι αντιδρούσαν, επειδή εκλάμβαναν τις απόπειρες εκσυγχρονισμού και την πολιτική του οθωμανισμού ως παραίτηση από την προνομιακή θέση που κατείχαν στην κοινωνική πυραμίδα της αυτοκρατορίας. Τέλος, η οικονομική δυσπραγία αποτέλεσε έναν ακόμα ανασταλτικό παράγοντα. 

— Ποιες είναι οι αιτίες για την παρακμή της αυτοκρατορίας σύμφωνα με τους Οθωμανούς λόγιους και τι αντιπρότειναν; Πώς έβλεπαν τον Διαφωτισμό και τη νεωτερικότητα;
Η αντίληψη ότι η Οθωμανική Αυτοκρατορία, έπειτα από μια περίοδο συνεχούς ακμής, έφτασε στο απόγειο της δύναμής της στα τέλη του 16ου αι. και στη συνέχεια άρχισε να παρακμάζει έως την οριστική κατάρρευσή της είχε καθιερωθεί μέσα από το έργο του εμβληματικού Τούρκου ιστορικού Χαλίλ Ιναλτζίκ. H εικόνα αυτή προερχόταν σε μεγάλο βαθμό από τους Οθωμανούς διανοούμενους του 17ου αιώνα, οι οποίοι εξέφραζαν την απογοήτευσή τους τόσο για την αυξανόμενη κοινωνική και οικονομική αστάθεια όσο και για τις αλλαγές στην κρατική οργάνωση. Ωστόσο, οι συγγραφείς αυτοί υπερασπίζονταν τα δικά τους πολιτικά συμφέροντα. Για παράδειγμα, ασκούσαν κριτική στην κοινωνική κινητικότητα, επειδή επιθυμούσαν να διασφαλίσουν τη δική τους θέση στον γραφειοκρατικό μηχανισμό. Σήμερα, η σύγχρονη έρευνα δεν αποδέχεται τη θεωρία της παρακμής και αντιμετωπίζει την ύστερη οθωμανική εποχή ως περίοδο κρίσης και μετασχηματισμού των αυτοκρατορικών δομών. 

Οι ιδέες του Διαφωτισμού και της Γαλλικής Επανάστασης ήταν γνωστές στους Οθωμανούς από τα τέλη του 18ου αιώνα. Ορισμένες από αυτές, όπως εκείνη του έθνους, έγιναν αντιληπτές ως απειλή επειδή υπονόμευαν την ακεραιότητα του οθωμανικού κράτους. Μάλιστα η Ελληνική Επανάσταση λειτούργησε ως ένας από τους σημαντικότερους αγωγούς μεταφοράς των ιδεών αυτών στην αυτοκρατορική επικράτεια. Από την άλλη, αρκετοί υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι της Πύλης εμπνεύστηκαν από τις ιδέες της Γαλλικής Επανάστασης και τις ενσωμάτωσαν στο μεταρρυθμιστικό τους έργο, αφού πρώτα τις επεξεργάστηκαν ώστε να είναι συμβατές με την πολιτειακή δομή του οθωμανικού κράτους. 

Λεωνίδας Μοίρας: «Οι Οθωμανοί διανοούμενοι θαύμαζαν την αρχαία Ελλάδα αλλά δεν θεωρούσαν κληρονόμους της τους σύγχρονους Έλληνες» Facebook Twitter
Ο Μουσταφά Ρεσίτ Πασά υπήρξε από τους σημαντικότερους Οθωμανούς αξιωματούχους που προώθησαν τον εκσυγχρονισμό και τις μεταρρυθμίσεις.

— Γιατί οι Νεότουρκοι, παρότι ξεκίνησαν ως εκσυγχρονιστές, διακηρύσσοντας την ισότιμη συνύπαρξη λαών και πολιτισμών, γρήγορα κατέληξαν να γίνουν οι περισσότεροι ακραίοι εθνικιστές;
Καταρχάς, οι Νεότουρκοι δεν αποτελούσαν μια ομοιογενή ομάδα και πολλοί πρέσβευαν διαφορετικές ιδεολογίες. Παρά το γεγονός ότι αγωνίζονταν για την αποκατάσταση του Συντάγματος και την ανασύσταση του κοινοβουλίου, σε καμία περίπτωση δεν μπορούμε να τους χαρακτηρίσουμε «δημοκράτες». Οι Νεότουρκοι είχαν δεχτεί αρκετές επιρροές από τους συντηρητικούς Γάλλους εθνικιστές. Μεγάλη επίδραση ασκούσε το έργο του Γάλλου γιατρού και συγγραφέα Γκιστάβ Λε Μπον, ο οποίος ανέπτυξε τις θεωρίες των εθνικών χαρακτηριστικών, έκανε λόγο για τη φυλετική και την ανδρική ανωτερότητα, για τη συμπεριφορά της αγέλης και την ψυχολογία των μαζών. Τα πορίσματα των ερευνών του ήταν αντίθετα με τις επικρατούσες θεωρίες περί ισότητας, ειρήνης και αδελφότητας. Κανένας Νεότουρκος δεν αισθάνθηκε έλξη για τις σοσιαλιστικές ιδέες, ενώ αρκετοί επηρεάστηκαν και από τον γερμανικό υλισμό. Οι ριζοσπαστικοί εκπρόσωποι της τελευταίας ομάδας χαρακτήριζαν τον έρωτα ως «ασθένεια» και εκλάμβαναν την εκδήλωση των συναισθημάτων ως «αδυναμία». Υπό αυτές τις συνθήκες, δύσκολα μπορούσαν να αναπτύξουν συναισθηματικούς δεσμούς με τους μη μουσουλμάνους.  

Αμπντουλ Μεχιντ
Ο μεταρρυθμιστής Σουλτάνος Αμπντούλ Μετζίτ

— Παρ’ όλα αυτά, η υιοθέτηση Συντάγματος και Βουλής ως το μοναδικό σώμα νομιμοποίησης της πολιτικής εξουσίας, καθώς και η ειρηνική συνύπαρξη των εθνοθρησκευτικών κοινοτήτων, θεωρήθηκε η καταλληλότερη λύση για την αποτροπή της κατάρρευσης της αυτοκρατορίας. 
Οι πολιτικές κρίσεις στη Βαλκανική Χερσόνησο την περίοδο που ακολούθησε την Επανάσταση των Νεότουρκων (1908), όπως η απόφαση των Κρητικών να κηρύξουν ένωση με την Ελλάδα, αλλά και η απροθυμία των χριστιανών της αυτοκρατορίας να υπερασπιστούν την οθωμανική πατρίδα κατά τη διάρκεια των Βαλκανικών Πολέμων, αποτέλεσαν τη ληξιαρχική πράξη θανάτου του οθωμανισμού. 

— Θα μπορούσαμε να πούμε ότι το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα αλλά και στις αρχές του 20ού η χώρα που κατεξοχήν και για μεγάλο διάστημα «προκαλούσε» ποικιλότροπα τη γειτονική της ήταν η Ελλάδα και όχι η Οθωμανική Αυτοκρατορία;
Τα πρώτα σύνορα του ελληνικού κράτους, όπως αυτά χαράχτηκαν βάσει των αποφάσεων της Συνθήκης της Κωνσταντινούπολης (1832), δεν ανταποκρίνονταν παρά στο ελάχιστο των ελληνικών διεκδικήσεων. Μολονότι οι κύριες πολεμικές επιχειρήσεις κατά τη διάρκεια της Επανάστασης πραγματοποιήθηκαν στις περιοχές που τελικά παραχωρήθηκαν στο Βασίλειο της Ελλάδας, το μεγαλύτερο μέρος των ορθόδοξων χριστιανικών πληθυσμών εξακολουθούσε να ζει στην οθωμανική επικράτεια. Οι Έλληνες, ή τουλάχιστον οι πληθυσμοί που θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν Έλληνες, χωρίζονταν σε «ελεύθερους» και «αλύτρωτους». Ένας από τους στόχους της Μεγάλης Ιδέας ήταν η γεωγραφική διεύρυνση του βασιλείου μέσω της ενσωμάτωσης περιοχών με πυκνή παρουσία ελληνορθόδοξων πληθυσμών. Αυτό εύλογα ερχόταν σε πλήρη αντίθεση με τα οθωμανικά συμφέροντα. Με βάση την εθνική αντίληψη της ιστορίας, κάθε πλευρά πιστεύει ότι έχει δίκιο και η άλλη άδικο. Αυτό συμβαίνει δίχως να υποπτευόμαστε ότι και η άλλη πλευρά κάνει ακριβώς το ίδιο. Πριν, λοιπόν, αναζητήσουμε «ενόχους» και «αθώους», ας αναστοχαστούμε το παρελθόν και ας το προσεγγίσουμε συγκριτικά. 

Λεωνίδας Μοίρας: «Οι Οθωμανοί διανοούμενοι θαύμαζαν την αρχαία Ελλάδα αλλά δεν θεωρούσαν κληρονόμους της τους σύγχρονους Έλληνες» Facebook Twitter
Αντάρτες της Κρητικής Επανάστασης του 1866.

— Γιατί χαρακτηρίζετε την Κρητική Επανάσταση του 1866-69 ως ιδεολογικό εργαστήριο των Οθωμανών;
H επανάσταση αυτή αποτέλεσε μια από τις σημαντικότερες προκλήσεις που δέχτηκε η πολιτική του οθωμανισμού. Κατά τη διάρκεια των συγκρούσεων οι ανθρώπινες απώλειες ήταν τεράστιες, η οικονομική παραγωγή κατέρρευσε και ο κοινωνικός ιστός διαρρήχθηκε. Ο μεγάλος βεζίρης Μεχμέτ Εμίν Αλή Πασάς, μετά από περιοδεία που πραγματοποίησε στο νησί, υποστήριζε σε υπόμνημά του προς τον σουλτάνο ότι η μόνη λύση για την αποκατάσταση της τάξης ήταν η πραγματοποίηση μεταρρυθμίσεων. Οι προτάσεις του μεγάλου βεζίρη έγιναν αποδεκτές από τον σουλτάνο Αμπντούλ Αζίζ και οδήγησαν στην έκδοση του Οργανικού Νόμου της Κρήτης τον Ιανουάριο του 1868, ο οποίος αποτελούνταν από 14 σημεία και καθόριζε τη συμμετοχή των χριστιανών στη διοίκηση του νησιού. Συμπεριλάμβανε επίσης οικονομικές, εκπαιδευτικές και πολιτισμικές διατάξεις, οι οποίες αποτελούσαν την ουσία του οθωμανισμού. 

COVER
KANTE ΚΛΙΚ ΕΔΩ ΓΙΑ ΝΑ ΤΟ ΑΓΟΡΑΣΕΤΕ: Λεωνίδας Μοίρας, Η Μεγάλη Ιδέα από την πλευρά των Οθωμανών 1839-1869, εκδόσεις Τόπος

— Διαβάζοντας κανείς τις κρίσεις Οθωμανών αξιωματούχων για τους Αλβανούς και άλλες εθνότητες, συναντά στερεότυπα που θα μπορούσαν να είχαν γραφτεί ακόμα και σήμερα. Επρόκειτο άραγε για ακόμα παλιότερες και κατά κάποιον τρόπο παγιωμένες προκαταλήψεις; 
Η εικόνα των Αλβανών στην οθωμανική κοινωνία δεν ήταν μονοδιάστατη, αλλά διέτρεχε ένα ευρύτερο φάσμα, από εκείνη των «άγριων», «αμαθών» και «ανυπότακτων» ατόμων έως εκείνη των γενναίων και ατρόμητων πολεμιστών. Ταυτόχρονα οι πολλαπλές εικόνες των Αλβανών στα μάτια της οθωμανικής διοίκησης μεταμορφώνονταν ανάλογα με τις εξελίξεις και τις πολιτικές συγκυρίες. Ας μην ξεχνάμε, άλλωστε, ότι αρκετοί διανοούμενοι και ανώτατοι αξιωματούχοι του οθωμανικού κράτους ήταν αλβανικής καταγωγής. Η γεωγραφική, θρησκευτική και φυλετική διαίρεση των Αλβανών σε συνδυασμό με την αδυναμία επιβολής κεντρικού ελέγχου συνέδραμαν αναμφισβήτητα στην υιοθέτηση των αρνητικών στερεοτύπων. Γενικά μιλώντας, τα στερεότυπα αποτελούν αυθαίρετες a priori γενικεύσεις, οι οποίες εστιάζουν σε ορισμένα χαρακτηριστικά που διαχωρίζουν μια κοινωνική ή εθνοθρησκευτική ομάδα από άλλες. 

— «Ο οθωμανισμός στερούνταν ένα σημαντικό στοιχείο με σπουδαίο ρόλο στην ανάπτυξη μηχανισμών ενσωμάτωσης που παρατηρούνταν στα έθνη-κράτη, τον ρομαντισμό», γράφετε. Ευνόησε πράγματι ο ρομαντισμός την ανάπτυξη των εθνικιστικών ιδεολογιών;  
Ο ρομαντισμός εμφανίστηκε στην Αγγλία και στη Γερμανία στα τέλη του 18ου αιώνα και στη συνέχεια ξεχύθηκε σαν ένα μεγάλο ποτάμι σε όλη την Ευρώπη. Ξεκίνησε ως καλλιτεχνικό ρεύμα που έδινε έμφαση στην ελεύθερη έκφραση του συναισθήματος, της ατομικότητας και της φαντασίας ενάντια στην τάξη και στην πειθαρχία που εξέφραζε ο ορθός λόγος. Εξέφραζε νοσταλγία για τον ιστορικό ήρωα, τον οποίο αποθέωνε ως σύμβολο θυσίας και αυταπάρνησης. Αναζητούσε, επιπλέον, το ξεχωριστό πνεύμα κάθε λαού, που σφράγιζε την Ιστορία και την καθημερινότητά του. Με τον ρομαντισμό αποθεώθηκε ο ατομικός ή συλλογικός ηρωισμός και ο αγώνας του ανθρώπου ενάντια σε κάθε προσπάθεια καταπίεσης. Κυριάρχησε η νοσταλγία για το παρελθόν και δόθηκε έμφαση στην ιστορία αρχαίων πολιτισμών, στη θρησκεία, στους θρύλους, στη δημοτική ποίηση και στους μύθους περί εθνικής καταγωγής. 

Μια από τις κύριες εργασίες των εθνικιστών ιστορικών υπό την επίδραση του ρομαντισμού ήταν να εντοπίσουν ή, ορθότερα, να εφεύρουν την ιστορική καταγωγή των εθνοτήτων και να προσδιορίσουν τη θέση τους σε σχέση με τις άλλες εθνότητες. Στο πλαίσιο της προσπάθειας αυτής κατασκεύασαν και ανέπτυξαν εθνικούς μύθους γενεαλογικής καταγωγής, ηρωικής εποχής, εγκατάστασης και μετανάστευσης, παρακμής και αναγέννησης. Οι μύθοι αυτοί αποτέλεσαν μοτίβα πάνω στα οποία συγκροτήθηκαν εθνικές ταυτότητες και οριοθετήθηκε ο «εθνικός χώρος».

ΑΓΟΡΑΣΤΕ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΕΔΩ

Βιβλίο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

«Έλληνες και Τούρκοι πρέπει να ξαναγράψουν τα βιβλία της Ιστορίας χωρίς μύθους»

Εμινέ Γεσίμ Μπεντλέκ / «Έλληνες και Τούρκοι πρέπει να ξαναγράψουν τα βιβλία της Ιστορίας χωρίς μύθους»

Η πρώην επίκουρη καθηγήτρια Αγγλικής Γλώσσας και Φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο Bingöl της Τουρκίας μιλά στη LiFO για τις σχέσεις Ελλάδας – Τουρκίας με αφορμή την κυκλοφορία του βιβλίου της «Η ανταλλαγή πληθυσμών του 1923 - Τραύμα και φαντασιακές κοινότητες σε Ελλάδα και Τουρκία».
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Το 1821 από την οθωμανική σκοπιά: Mια διαφωτιστική συζήτηση

Αρχαιολογία & Ιστορία / Το 1821 από την οθωμανική σκοπιά: Mια διαφωτιστική συζήτηση

Οι «Οθωμανικές αφηγήσεις για την Ελληνική Επανάσταση» των Σοφίας Λαΐου και Μαρίνου Σαρηγιάννη φωτίζουν μια άγνωστη στο ευρύ κοινό πλευρά των γεγονότων. Μιλήσαμε μαζί τους.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ο Γκάρι Ιντιάνα δεν μένει πια εδώ 

Απώλειες / Γκάρι Ιντιάνα (1950-2024): Ένας queer ήρωας του νεοϋορκέζικου underground

Συγγραφέας, ηθοποιός, πολυτάλαντος καλλιτέχνης, κριτικός τέχνης, ονομαστός και συχνά καυστικός ακόμα και με προσωπικούς του φίλους, o Γκάρι Ιντιάνα πέθανε τον περασμένο μήνα από καρκίνο σε ηλικία 74 ετών.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Τζούλια Τσιακίρη

Οι Αθηναίοι / Τζούλια Τσιακίρη: «Οι ταβερνιάρηδες είναι ευεργέτες του γένους»

Με διαλείμματα στο Παρίσι και τη Νέα Υόρκη, έχει περάσει όλη της τη ζωή στο κέντρο της Αθήνας - το ξέρει σαν την παλάμη της. Έχει συνομιλήσει και συνεργαστεί με την αθηναϊκη ιντελεγκέντσια, είναι άλλωστε κομμάτι της. Εδώ και 60 χρόνια, με τη χειροποίητη, λεπτολόγα δουλειά της στον χώρο του βιβλίου και με τις εκδόσεις «Το Ροδακιό» ήξερε ότι δεν πάει για τα πολλά. Αλλά δεν μετανιώνει για τίποτα απ’ όσα της επιφύλαξε η μοίρα «εις τον ρουν της τρικυμιώδους ζωής της».
ΖΩΗ ΠΑΡΑΣΙΔΗ
«H woke ατζέντα του Μεσοπολέμου», μια έκδοση-ντοκουμέντο

Βιβλίο / Woke ατζέντα είχαμε ήδη από τον Μεσοπόλεμο

Μέσα από τις «12 queer ιστορίες που απασχόλησαν τις αθηναϊκές εφημερίδες πριν από έναν αιώνα», όπως αναφέρει ο υπότιτλος του εν λόγω βιβλίου που έχει τη μορφή ημερολογιακής ατζέντας, αποκαλύπτεται ένας ολόκληρος κόσμος βαμμένος στα χρώματα ενός πρώιμου ουράνιου τόξου.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Αθηναϊκές πολυκατοικίες: Η πιο ζωντανή ιστορία της πρωτεύουσας

Βιβλίο / Αθηναϊκές πολυκατοικίες: Η πιο ζωντανή ιστορία της πρωτεύουσας

Μια νέα ερευνητική έκδοση του Ιδρύματος Ωνάση, ευχάριστη και ζωντανή, αφηγείται την ιστορία της πολυκατοικίας αλλά και της πόλης μας με τις μεγάλες και τις μικρότερες αλλαγές της, μέσα από 37 ιστορίες.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Χυδαιότητα, ένα ελάττωμα της νεωτερικότητας

Βιβλίο / Χυδαιότητα, ένα ελάττωμα της εποχής μας

Το δοκίμιο «Νεωτερικότητα και χυδαιότητα» του Γάλλου συγγραφέα Μπερτράν Μπιφόν εξετάζει το φαινόμενο της εξάπλωσης της χυδαιότητας στην εποχή της νεωτερικότητας και διερευνά τη φύση, τα αίτια και το αντίδοτό της.
ΕΙΡΗΝΗ ΓΙΑΝΝΑΚΗ
«Μαθαίνεις να υπάρχεις μέσα στο γράψιμο και αυτό είναι επικίνδυνο»

Βιβλίο / «Μαθαίνεις να υπάρχεις μέσα στο γράψιμο και αυτό είναι επικίνδυνο»

Μια κουβέντα με τη Δανάη Σιώζιου, μία από τις πιο σημαντικές ποιήτριες της νέας γενιάς, που την έχουν καθορίσει ιστορίες δυσκολιών και φτώχειας και της οποίας το έργο έχει μεταφραστεί σε πάνω από 20 γλώσσες.
M. HULOT
«Τα περισσότερα περιστατικά αστυνομικής βίας εκδηλώνονται σε βάρος ειρηνικών διαδηλωτών»  

Βιβλίο / «Τα περισσότερα περιστατικά αστυνομικής βίας εκδηλώνονται σε βάρος ειρηνικών διαδηλωτών»  

Μια επίκαιρη συζήτηση με την εγκληματολόγο Αναστασία Τσουκαλά για ένα πρόβλημα που θεωρεί «πρωτίστως αξιακό», με αφορμή την κυκλοφορία του τελευταίου της βιβλίου της το οποίο αφιερώνει «στα θύματα, που μάταια αναζήτησαν δικαιοσύνη».
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
ΕΠΕΞ Η διαμάχη ανάμεσα στην Τζόαν Ντίντιον και την Ιβ Μπάμπιτζ συνεχίζεται και μετά θάνατον σε μια «διπλή» βιογραφία

Βιβλίο / Τζόαν Ντίντιον vs. Iβ Μπάμπιτζ: Μια διαμάχη που συνεχίζεται και μετά θάνατον

Η Ντίντιον και η Μπάμπιτζ πέθαναν με διαφορά έξι ημερών τον Δεκέμβριο του 2021: «Θέλω να πιστεύω ότι η Τζόαν Ντίντιον έζησε μια επιπλέον εβδομάδα από κακία», είχε γράψει τότε μια δημοσιογράφος σε ένα tweet που έγινε viral.
THE LIFO TEAM