Το όνομα και η προσωπικότητα του Φώτη Κόντογλου, ενός από τους σημαντικότερους Έλληνες καλλιτέχνες του 20ού αιώνα, δεν είναι γνωστά μόνο στους ιστορικούς και τους εραστές της τέχνης. Το επώνυμο Κόντογλου ακούγεται οικείο ακόμα και στους απλούς καθημερινούς ανθρώπους που είχαν την τύχη να θαυμάσουν ένα ή περισσότερα έργα σε μουσεία, σε κάποια πινακοθήκη ή σε έναν από τους αναρίθμητους ναούς που είχε διακοσμήσει.
Μιλώντας με τον ιστοριοδίφη και συλλέκτη Χρήστο Φ. Μαργαρίτη για την έκδοση του Μουσείου Μπενάκη Μια ζωγραφική «Βίβλος» αποκαλύπτεται. Σχέδια και σκαριφήματα του Φώτη Κόντογλου σε λεύκωμα ιδιωτικής συλλογής, που εντάσσεται στο πλαίσιο των εκδηλώσεων για τη συμπλήρωση των 55 χρόνων από τον θάνατο του Φώτη Κόντογλου, μαθαίνουμε για την ιστορία και τη μελέτη ενός μεγάλου αριθμού σκαριφημάτων και σχεδίων του καλλιτέχνη, τοποθετημένων από τον ίδιο σε λεύκωμα ερυθρού χρώματος, το οποίο κατόπιν δώρισε στον μαθητή και συνεργάτη του αγιογράφο Πέτρο Βαμπούλη.
Στο λεύκωμα που κυκλοφορεί από το Μουσείο Μπενάκη υπάρχουν τα αναλυτικά λήμματα για τα εβδομήντα αδημοσίευτα μέχρι σήμερα έργα, ενώ στις 127 σελίδες του τόμου περιλαμβάνονται τα σκαριφήματα και τα σχέδια του Φώτη Κόντογλου.
Ο Κόντογλου εκτός από εξαιρετικός ζωγράφος απεδείχθη και δεινός λογοτέχνης, πολυγραφότατος και με έντονο προσωπικό ύφος. Μάλιστα σε πολλές περιπτώσεις συνδύασε την εικόνα με τον λόγο. «Ο συγγραφέας οδήγησε τον ζωγράφο, ο ζωγράφος εμπνεύστηκε και καθοδηγήθηκε από τον συγγραφέα» γράφει η Ειρήνη Οράτη.
Το πρώτο βιβλίο που συνέγραψε ήταν ο Pedro Cazas, που εκδόθηκε με έξοδα του πεζογράφου και φίλου του Στρατή Δούκα το 1920, στο Αϊβαλί. Τα σχόλια από δύο σημαντικούς ανθρώπους του πνεύματος, τον Νίκο Καζαντζάκη και τον Στρατή Μυριβήλη, ήταν ιδιαίτερα κολακευτικά.
Στην πορεία συνεργάστηκε με μεγάλους εκδοτικούς οίκους της εποχής ως συγγραφέας και εικονογράφος, όπως στο «Εγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν Ελευθερουδάκη» όπου γράφει λήμματα και τα εμπλουτίζει με σχέδια, καθώς και με τον εκδότη Χρυσόστομο Γανιάρη.
Το 1934 δημιούργησε τον εντυπωσιακό «Αστρολάβο», ένα ιστορημένο κοσμικό χειρόγραφο με έγχρωμη εικονογράφηση. Από το 1942 επιδίδεται σε μια ακατάπαυστη συγγραφή μέχρι και το 1945 περίπου, οπότε δραστηριοποιείται έντονα ως αγιογράφος. Από το 1947 το συγγραφικό του έργο σχετίζεται σχεδόν αποκλειστικά με τη θρησκεία και το 1960 εκδίδεται από τις εκδόσεις Αστήρ το βραβευμένο από την Ακαδημία Αθηνών έργο του «Έκφρασις της ορθοδόξου εικονογραφίας», ένας δίτομος εικονογραφικός οδηγός ανάλογος με την «Ερμηνεία της ζωγραφικής τέχνης» του αγιορείτη μοναχού του 18ου αιώνα Διονυσίου του εκ Φουρνά.
Το όνομα του Φώτη Κόντογλου το άκουγε ο Χρήστος Μαργαρίτης από μικρός, στο σπίτι τους, όντας ανιψιός του Αιμίλιου Βελιμέζη, του σπουδαίου συλλέκτη μεταβυζαντινών εικόνων. Όταν περιήλθε στα χέρια της οικογένειας η συλλογή του, μετά τον θάνατό του, με προτροπή του Άγγελου Δεληβορριά μελετήθηκε και προχώρησαν στο πρότζεκτ του εντοπισμού των έργων, της μελέτης και της συντήρησης.
Ως νεαρός γαλουχήθηκε με το όνομα και την προσωπικότητα του Κόντογλου, που δεν προλάβει να γνωρίσει ή να μπει στο βάθος των πνεύματός του. Όταν ήταν εκ των υπευθύνων για την ανάδειξη έργων της συλλογής Βελιμέζη, με επιστημονικό ενδιαφέρον προσπάθησε να έρθει σε επαφή με το έργο αγιογράφων του 20ού αιώνα. Μπήκε σε αυτή την περιπέτεια και στη γνωριμία με τους πρωτομάστορες και βοηθούς, μαθητές του Φώτη Κόντογλου, τους Γιώργο Χοχλιδάκη, Ράλλη Κοψίδη και Πέτρο Βαμπούλη, τους οποίους γνώρισε από κοντά και είχαν πολλές γόνιμες συζητήσεις.
«Ανακαλύψαμε στα αρχεία που κρατούσαν, με μεγάλο σεβασμό, έργα του Φώτη Κόντογλου. Τι έργα; Διαφόρων κατηγοριών και κυρίως σχέδια» λέει ο κ. Μαργαρίτης. «Ο κυρ-Φώτης, όπως τον αποκαλούσαν οι στενοί συνεργάτες του, είχε συνδεθεί με όλους τους βοηθούς του με σχέσεις προσωπικές, τους πάντρευε, βάφτιζε τα παιδιά τους. Στον Βαμπούλη είχε χαρίσει ένα κόκκινο λεύκωμα που το είχε "οργανώσει" και φτιάξει με τα χέρια του».
Το λεύκωμα αυτό, τη «Βίβλο», όπως το χαρακτήριζε ο Βαμπούλης, το χάρισε σε φίλους της συλλογής Βελιμέζη, τα οποία μελέτησε ένα-ένα ο Μιχάλης Ασφενταγάκης. Στο λεύκωμα που κυκλοφορεί από το Μουσείο Μπενάκη υπάρχουν τα αναλυτικά λήμματα για τα εβδομήντα αδημοσίευτα μέχρι σήμερα έργα, ενώ στις 127 σελίδες του τόμου περιλαμβάνονται τα σκαριφήματα και τα σχέδια του Φώτη Κόντογλου ταξινομημένα σε τέσσερις ομάδες: α) τις μεμονωμένες μορφές, β) τις ολοκληρωμένες παραστάσεις με περιεχόμενο κυρίως θρησκευτικό, γ) τα σκαριφήματα και σχέδια που αποτελούν μέρος ευρύτερων συνθέσεων και δ) τις απεικονίσεις που προορίζονταν μόνο για εικονογραφημένα.
Στις τελευταίες σελίδες αυτού του λευκώματος ο Φώτης Κόντογλου είχε βάλει το πρώτο του χειρόγραφο για τον «Αστρολάβο». «Τον Κόντογλου τον ιντρίγκαραν πολύ ο Βερν, οι περιπέτειες, τα παλιά ταξιδιωτικά και το φανταστικό ήταν μια διαρκής πηγή έμπνευσής του» αποκαλύπτει ο κ. Μαργαρίτης.
«Είχε αρχίσει να φτιάχνει ένα αφήγημα, ένα μυθιστόρημα ταξιδιωτικό, στις αρχές της δεκαετίας του '30 και στο λεύκωμα υπάρχουν όλα τα χειρόγραφα και τα προσχέδια. Ήθελε λοιπόν να το εκδώσει, το ετοίμασε σελίδα-σελίδα, έγχρωμο, και το παρουσίασε σε κάποιον εκδότη αλλά ήταν μια πολύ ακριβή έκδοση και με τις μεθόδους του 1935, θα ήταν ένα δύσκολο εγχείρημα με απλησίαστη τιμή. Τελικά, κατέληξε σε συνεργασία με τον Τσαρούχη, να το εκδώσουν σε ασπρόμαυρο, και κυκλοφόρησε το 1935.
Είναι ένα σπάνιο κομμάτι και ένα από τα εξαιρετικά έργα του κυρ-Φώτη, που έργα του βρίσκονται σε πολλές εκκλησίες της Αθήνας και είναι ένα κομμάτι της αστικής ιστορίας της πόλης, και μας δείχνει μια άλλη πτυχή της πολύπλευρης δραστηριότητάς του και έναν τρόπο να προσεγγίσουμε με διαφορετικό τρόπο το έργο του».