Η ENTAΣΗ ΣΤΙΣ ελληνοτουρκικές σχέσεις έφερε στο προσκήνιο, εκτός από τα προβλήματα μεταξύ των δύο χωρών, και μια σειρά από ειδικούς στα ελληνοτουρκικά θέματα, οι οποίοι λένε με κάθε ευκαιρία και τις απόψεις τους.
Όταν τους ακούω, έχω συχνά την εντύπωση ότι οι γνώσεις τους για την Τουρκία περιορίζονται αποκλειστικά στο παρόν, χωρίς να παίρνουν υπόψη τους τη δημιουργία και την εξέλιξη του τουρκικού κράτους και πόσο η εξέλιξη αυτή επηρέασε τις πολιτικές θέσεις και την πορεία της σημερινής Τουρκίας.
Η μελέτη του Τούρκου πολιτικού επιστήμονα Τζενγκίζ Ακτάρ Το τουρκικό άχθος, που κυκλοφόρησε πρόσφατα στην Ελλάδα από τις εκδόσεις Επίμετρο, σε μια εξαιρετική μετάφραση της Τίνας Πλυτά, προσφέρει μια τεκμηριωμένη ανάλυση για την εξέλιξη της Τουρκίας από την Οθωμανική Αυτοκρατορία ως σήμερα. Το Τουρκικό Άχθος κυκλοφόρησε στα γαλλικά, έχει μεταφραστεί, εκτός από τα ελληνικά, και στα γερμανικά, ενώ μεταφράζεται ήδη στα αγγλικά, στα ιταλικά και στα αρμένικα.
Η μελέτη επικεντρώνεται στη δημιουργία της Τουρκικής Δημοκρατίας ως μετεξέλιξη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και καταλήγει στη σημερινή Τουρκία και την επικράτηση του πολιτικού Ισλάμ.
Το καθεστώς εκμεταλλεύτηκε το αποτυχημένο πραξικόπημα του 2016, το οποίο, κατά τον Τζενγκίζ Ακτάρ, σκόπιμα δεν διαλευκάνθηκε από το Κοινοβούλιο, γιατί του χρησίμευε ως πρόσχημα για εκκαθαρίσεις αντιφρονούντων σε πρωτοφανή έκταση, οι οποίες κατάληξαν σε ένα «κυνήγι μαγισσών» με μοναδικό στόχο τη διατήρηση της τρομοκρατίας και της απολυταρχικής εξουσίας του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν.
Αφετηρία αυτής της πορείας είναι, σύμφωνα με τον Τζενγκίζ Ακτάρ, η στροφή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας προς τη Δύση. Σε αντίθεση με αυτό που πιστεύουν οι Ευρωπαίοι, αλλά και εμείς οι Έλληνες, η στροφή προς τη Δύση δεν εγκαινιάστηκε από τον Κεμάλ Ατατούρκ αλλά είχε ξεκινήσει ήδη από τα τέλη του δέκατου όγδοου αιώνα, με τις μεταρρυθμίσεις του Σουλτάνου Σελίμ Γ’, και κορυφώθηκε στη διάρκεια του δέκατου ένατου αιώνα.
Αιχμή του δόρατος των μεταρρυθμίσεων ήταν η δημόσια διοίκηση. Πέραν αυτής, όμως, οι μεταρρυθμίσεις ήταν ο κινητήριος μοχλός για θεμελιώδεις αλλαγές στη θρησκεία, και στην παιδεία.
Όπως γράφει ο Τζενγκίζ Ακτάρ: «Οι εκδυτικοποιημένες οθωμανικές ελίτ απορρίπτουν πλέον συνολικά το Ισλάμ, το οποίο θεωρούν ως την πηγή των κακών που εξασθενίζουν την Αυτοκρατορία».
Η μεγάλη ανατροπή, ωστόσο, έγινε στην παιδεία ήδη από τα μέσα του δέκατου ένατου αιώνα. Οι μεγάλοι κερδισμένοι των μεταρρυθμίσεων ήταν οι μη μουσουλμάνοι υπήκοοι της Αυτοκρατορίας, που έζησαν έναν χρυσό αιώνα. Οι μουσουλμάνοι ήταν αποκλεισμένοι από αυτόν τον χρυσό αιώνα, συχνά με τη θέλησή τους.
Σχετικά με την Τουρκική Δημοκρατία, ο Τζενγκίζ Ακτάρ επαναλαμβάνει μια πάγια θέση του: η Τουρκική Δημοκρατία γεννήθηκε ανάπηρη, γιατί η ιδρυτική πράξη της υπήρξε το μεγάλο έγκλημα της γενοκτονίας των Αρμενίων, αλλά και των Ποντίων και των Ασσυρίων, που ακολούθησαν. «Η γενοκτονία, που αποκλήθηκε εκείνη την εποχή από τους Αρμένιους “η Μεγάλη Καταστροφή”, δεν ήταν μόνο δική τους καταστροφή, αλλά καταστροφή ολόκληρης της χώρας», γράφει και προσθέτει παρακάτω: «Το κοινό της Τουρκίας στη μεγάλη πλειοψηφία του φέρει τις ουλές των γενοκτονιών, των πογκρόμ και των λεηλασιών που σημειώθηκαν πριν από εκατό χρόνια. (…) Αυτό το έθνος, που έχει οικοδομηθεί πάνω σε όλα αυτά τα ανθρώπινα λείψανα, έχει αναγκαστικά εξαιρετικά εύθραυστα θεμέλια».
Ο Ακτάρ αποδίδει, όμως, ευθύνες και στους Ευρωπαίους, κυρίως στον Πρόεδρο της Γαλλίας, Σαρκοζί, που απέρριψαν την ένταξη της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Αυτό θα ήταν το τελευταίο βήμα στην ολοκλήρωση της πορείας προς τη Δύση, αλλά έμεινε μετέωρο.
Η αναμονή της Τουρκίας στο κατώφλι της Ευρώπης με κλειστή την είσοδο ωφέλησε πολύ τον Ερντογάν. Από το 2013 επανέφερε το πολιτικό Ισλάμ, που είχε αποπεμφθεί από τις αρχές του δέκατου ένατου αιώνα από τον πυρήνα της κρατικής εξουσίας, αλλά αποκλειστικά ως σουνίτικο Ισλάμ.
Το καθεστώς εκμεταλλεύτηκε το αποτυχημένο πραξικόπημα του 2016, το οποίο, κατά τον Τζενγκίζ Ακτάρ, σκόπιμα δεν διαλευκάνθηκε από το Κοινοβούλιο, γιατί του χρησίμευε ως πρόσχημα για εκκαθαρίσεις αντιφρονούντων σε πρωτοφανή έκταση, οι οποίες κατάληξαν σε ένα «κυνήγι μαγισσών» με μοναδικό στόχο τη διατήρηση της τρομοκρατίας και της απολυταρχικής εξουσίας του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν.
Σε ένα άλλο άρθρο του υποστηρίζει πως όλες οι γενοκτονίες ξεπλύθηκαν με την ατιμωρησία και το γεγονός αυτό είχε ως αποτέλεσμα να καταστήσει την ατιμωρησία συστατικό του τουρκικού κράτους και των φορέων του. Οι διωγμοί και οι εκκαθαρίσεις δεν είναι παρά το πέπλο που καλύπτει την ατιμωρησία.
Ωστόσο, αυτή η απολυταρχική εξουσία, πέρα από τις εντάσεις που δημιουργεί στην ανατολική Μεσόγειο, βρίσκεται αντιμέτωπη τελευταία στην εξωτερική πολιτική με μια σειρά από αδιέξοδα, των οποίων η επίλυση είναι κάθε άλλο παρά εύκολη για το καθεστώς, και δυσχεραίνεται ακόμα περισσότερο από την καταρρέουσα οικονομία της χώρας.
Η ίδια εξέλιξη αρχίζει να διαφαίνεται και στο εσωτερικό. Οι χιλιάδες κρατούμενοι στις φυλακές, στρατιωτικοί, δημοσιογράφοι, καθηγητές και επιχειρηματίες, δεν απέτρεψαν τη νέα γενιά φοιτητών του Πανεπιστημίου του Βοσπόρου να οργανώσει, συχνά μαζί με τους καθηγητές του πανεπιστημίου, μια σειρά από εκδηλώσεις διαμαρτυρίας, όταν ο Ερντογάν διόρισε τον δικό του πρύτανη. Το ίδιο συνέβη και με τις διαμαρτυρίες των γυναικών, όταν ο Ερντογάν απέσυρε την Τουρκία από τη Συνθήκη της Κωνσταντινούπολης για τα δικαιώματα των γυναικών.
Όσοι πιστέψαμε ότι οι διαμαρτυρίες στο πάρκο Γκεζί, στην Κωνσταντινούπολη, το 2013, ήταν απλώς ένα μεμονωμένο γεγονός, αναρωτιόμαστε σήμερα μήπως ήταν τελικά ένας προάγγελος. Προάγγελος μιας οπισθοδρόμησης που ξεκίνησε από το 2013 και κορυφώθηκε με πρόσχημα το πραξικόπημα του 2016, αλλά και προάγγελος ενός κινήματος αντίστασης, που μόλις διακρίνουμε τα πρώτα του σκιρτήματα.
Θα συνιστούσα σε όλους που ενδιαφέρονται και ασχολούνται με την Τουρκία να διαβάσουν τη μελέτη του Τζενγκίζ Ακτάρ. Θα τους βοηθήσει να καταλάβουν πολύ καλύτερα αυτό που συμβαίνει στη σημερινή Τουρκία, όπως επίσης τις καταβολές και τα αίτια της επιθετικής πολιτικής που εφαρμόζει.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.