Ουμπέρτο Έκο: Η λιακάδα ενός υπέροχου μυαλού

Ουμπέρτο Έκο: Η λιακάδα ενός υπέροχου μυαλού Facebook Twitter
Σε τελική ανάλυση, δεν ήταν παρά ένας παιχνιδιάρης σχολαστικός που πίστευε στη θυελλώδη και γοητευτική αρμονία που εξύμνησε ο Αριστοτέλης-γιατί τι άλλο υπήρχε στη ζωή πέρα από το παιχνίδι;
0

Στις καθάριες, αγαπημένες του Ουμπέρτο Έκο, θάλασσες του Νότου έτυχε να ναυαγήσει το καλοκαίρι του 1643 το πλοίο του πρωταγωνιστή του Ρομπέρτο. Μοναδικός ναυαγός, περιηγητής και νοσταλγός-ένας άλλος Οδυσσέας του 17ου αιώνα-ο ήρωας από το «Νησί της Προηγούμενης μέρας» μένει να θαυμάζει τα παράξενα φυτά και τους ανοιχτούς ουρανούς, τα  αστέρια και τα κοράλλια στα οποία μάτια πασχίζει να αντιστοιχήσει το όνομα και τους χρωματισμούς τους. Πρόκειται για μαγικές περιγραφές του μοναχικού πρωταγωνιστή που αποκαλύπτουν πως, αν κάτι αγάπησε ο Έκο περισσότερο και από τον εαυτό του, είναι η εξαντλητική αναζήτηση της λεπτομέρειας. Θα μπορούσε για καιρό αυτός ο εραστής οποιασδήποτε λίστας να περιπλέκει, άλλοτε αμυδρά και άλλοτε έντονα, ασυνάρτητα και ασυνδύαστα σημεία και νούμερα χαρίζοντας ταυτόχρονα στην πραγματική ζωή σκιές από τα πιο ανομολόγητα όνειρα. Το μυαλό του, αυτό που θα λάτρευε σίγουρα ο Μπόρχες αφού είχε κληθεί να καταγράψει στην πράξη το άλεφ του, ήταν γεμάτο από ανεξάντλητους κώδικες κυριευμένο από τη γνώριμη σχολαστική ακρίβεια κι από συλλογισμούς για το ιδανικό κι απόλυτο έργο. Ήταν μονίμως σε κατάσταση εγρήγορσης, έτοιμος σαν ένας υπολογιστής που δεν έκλεινε ποτέ, να εξηγήσει οποιοδήποτε παράξενο συνδυασμό και αδιευκρίνιστο φιλοσοφικό ορισμό έχοντας βαθιά ωστόσο επίγνωση ότι όλα τα άλλα ήταν ένα μαγευτικό όνειρο σαν την ιριδίζουσα απόχρωση ενός κοραλλιού ή την όμορφη εικόνα μιας κοπέλας από τα φτηνά βίπερ που διάβαζε μικρός. Γι αυτό και ποτέ δεν επέτρεψε τις διακρίσεις: σχεδόν προβοκατόρικα τοποθετούσε τον Πικάσο κοντά στα λαϊκά αναγνώσματα και άφηνε ελεύθερο τον Σούπερμαν να πετάξει πάνω από τα πανέμορφα σοκάκια της Φλωρεντίας.

Ήταν μονίμως σε κατάσταση εγρήγορσης, έτοιμος σαν ένας υπολογιστής που δεν έκλεινε ποτέ, να εξηγήσει οποιοδήποτε παράξενο συνδυασμό και αδιευκρίνιστο φιλοσοφικό ορισμό έχοντας βαθιά ωστόσο επίγνωση ότι όλα τα άλλα ήταν ένα μαγευτικό όνειρο σαν την ιριδίζουσα απόχρωση ενός κοραλλιού ή την όμορφη εικόνα μιας κοπέλας από τα φτηνά βίπερ που διάβαζε μικρός.

Ίσως κι αυτό να είχε να κάνει από τη βαθιά επιρροή του από το Μεσαίωνα όπου οι πιο περίοπτες μαθηματικές προβλέψεις εντοπισμένες με σαφήνεια στα αριστοτελικά κείμενα να μην παραγνώριζαν τις λαϊκές αφηγήσεις. Αυτή η πεποίθηση ενσαρκώθηκε απόλυτα στο «Όνομα του Ρόδου», ένα βιβλίο που αγαπήθηκε από ένα ευρύ φάσμα κοινού τη δεκαετία του 80 και αναδείχτηκε το απόλυτο μπεστ στελερ ποτισμένο στις αγαπημένες στον Έκο θεωρίες συνωμοσίας και φιλοσοφικο-μαθηματικές αναζητήσεις. Όχι τυχαία ο αδελφός Γουλιέλμος της Μπάσκερβιλ, που είναι και το κεντρικό πρόσωπο στο έργο, δεν είναι άλλος από τον Γουιλιέλμο Όκαμ όπως και πολλά φανταστικά πρόσωπα περιπλέκονται με πραγματικά όπως ο ιεροξεταστής Μπερνάρντο Γκι και ο μοναχός Ουμπερτίνο της Καζάλε με τον Θωμά τον Ακινάτη, ο οποίος άλλωστε ενέπνευσε και το θέμα της διδακτορικής διατριβής του Ουμπέρτο Έκο.

Η συμπόρευση φανταστικών ηρώων με πραγματικά γεγονότα αλλά και ιστορικά πρόσωπα είναι μια μέθοδος που υιοθέτησε σχεδόν παιχνιδιάρικα αλλά και με πλήρη επίγνωση στα επόμενα μυθιστορήματά του γνωρίζοντας πως, αν κάτι διαχωρίζει τις φανταστικές ιστορίες από την πραγματικότητα, είναι η δική μας δυνατότητα ερμηνείας. Αγαπούσε τον Μεσαίωνα, τις επιστημονικές του ανακαλύψεις, τη φιλοσοφική δεινότητα των αρχών του και την άγρια ομορφιά του -ή την ασχήμια του θαυμάζοντας, σε εκείνο το λεύκωμα που είχε επιμεληθεί «Η ιστορία της Ασχήμιας»- τα διάφορα εσταντανέ από το Ταξίδι του Αγίου Μπρένταν μέχρι το Όραμα του Τιούνταλ και από τη Σατανική Βαβυλώνα του Τζακομίνο ντε λα Βερόνα μέχρι το βιβλιο των τριών γραφών του Μπονβεζίν ντε λα Ρίβα. Αυτός είναι και ο λόγος που  δεν κατάφερε ποτέ να ασπαστεί την απόδοση του βιβλίου του «Το Όνομα του Ρόδου» στον κινηματογράφο από τον Ζαν-Ζακ Ανό. Αιτία ήταν και πάλι η φιλοσοφική, σχεδόν φετιχιστική και άκρως γοητευτική εμμονή στη λεπτομέρεια: «Όταν έγραφα το Όνομα του ρόδου, που διαδραματίζεται σε ένα μεσαιωνικό αβαείο, περιέγραφα νυχτερινές σκηνές, σκηνές σε εσωτερικούς χώρους και σκηνές σε εξωτερικούς χώρους. Δεν προδιέγραφα έναν γενικό χρωματικό τόνο για ολόκληρη την ιστορία, αλλά, όταν ο σκηνοθέτης μου ζήτησε τη γνώμη μου για αυτό το θέμα, του είπα ότι ο Μεσαίωνας αναπαρίστατο, κυρίως στις μικρογραφίες του, με χρώματα έντονα και ζωηρά, ή μάλλον με ελάχιστες αποχρώσεις, όπου κυριαρχούσαν το φως και η διαύγεια. Δεν μπορώ να θυμηθώ αν γράφοντας σκεφτόμουν αυτά τα χρώματα και ομολογώ ότι ο αναγνώστης μπορούσε να χρωματίσει ορισμένες σκηνές κατά τα γούστα του- ο κάθε αναγνώστης θα ανέπλαθε με τη φαντασία του το δικό του μεσαιωνικό περιβάλλον. Όταν είδα την ταινία, η πρώτη μου αντίδραση ήταν ότι ο Μεσαίωνας εκείνος θύμιζε Caravaggio και επομένως 17ο αιώνα, με ελάχιστες ανακλάσεις θερμού φωτός πάνω σε σκούρο φόντο. Μέσα μου έκλαψα για αυτή την αισθητή παρεξήγηση της intentio operis. Μόνον αργότερα, όταν το καλοσκέφτηκα κατάλαβα ότι ο σκηνοθέτης συμπεριφέρθηκε σύμφωνα με τη φύση». (από τις Εμπειρίες μετάφρασης, μτφ. Έφη Καλλιφατίδη).  

Ουμπέρτο Έκο: Η λιακάδα ενός υπέροχου μυαλού Facebook Twitter
Φωτογραφία: Chris Buck

 

Αυτός ακριβώς ήταν ο Ουμπέρτο Έκο: ένας ακαταπόνητος εραστής της λίστας, του διαρκούς continuum της γνώσης που δεν έβρισκε στεγανά και όρια σε κανένα πεδίο συνταιριάζοντας ιδανικά τα pulp αναγνώσματα της εφηβικής του μνήμης με τις υψηλές προσδοκίες των κλασικών έργων. Σημασία πάντα είχε η προσωπική πρόσληψη του θεατή ή αναγνώστη και η απόδοση της κάθε ιστορίας είτε αυτή αφορμόταν από τα παιδικά του χρόνια, είτε από τις εμμονές που πότισαν τις δοξασίες των καιρών-κόντρα πάντα στην επιβολή των εικόνων που τροφοδοτεί η τηλεόραση. Διαπρύσιος εχθρός της έτοιμης τηλεοπτικής εικόνας ο πανεπιστημιακός και μυθιστοριογράφος Έκο προασπίστηκε τις σκόρπιες εικόνες μιας μνήμης πιο προσωπικής, όπως φάνηκε και στη «Μυστηριώδη φλόγα της Βασίλισσας Λοάνα» όπου αποκαλύπτει την στενή του σύνδεση με τα κόμικ. Λάτρευε τον Φαντομά, τα λαϊκά αναγνώσματα, τα feuilleton, ακόμα τα αποκυήματα της παραφιλολογίας.  Άλλωστε για τον ίδιο οι προραφαηλίτες, για παράδειγμα, μπορούσαν να συνυπάρχουν με διάσημες πορνοστάρ, όπως και «η τρέλα των σουρεαλιστών με την ποιητική μανία του Πλάτωνα, μαζί με τη βαθιά διαίσθηση των αρχών» όπως τόνιζε στο «Από το Δέντρο στο Λαβύρινθο» (και πάλι σε μετάφραση Έφης Καλλιφατίδη). Τον θυμάμαι, προσωπικά, να κάνει διάφορους αστεϊσμούς με αποσπάσματα από την Ιλιάδα-την οποία θυμόταν φυσικά απέξω-κατά την ιστορική αγόρευση του στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, τέτοιες μέρες πριν έντεκα ακριβώς χρόνια με εμάς τους φοιτητές της Φιλοσοφικής να μένουμε άλαλοι από τη συγκίνηση και εκείνον να αφήνει αχαλίνωτο το προβοκατόρικο ιταλικό του χιούμορ. Η ιλαροτραγωδία, όπως άλλωστε επέμενε «γεννιέται ακριβώς τη στιγμή που οι προσδοκίες δεν επαληθεύονται-και από εκεί αρχίζει κανείς να βλέπει πράγματα που δεν θα μπορούσε να περιμένει, μεταξύ των οποίων και έναν απατεώνα που γίνεται άγιος». Για τον Έκο η ταύτιση ήταν αυτή ήταν αιτούμενο αφού ο μπράβος γινόταν άγιος βάσει μιας σειράς από κώδικες που οφείλει κανείς να ξεδιαλύνει αν θέλεις να λέγεται αναγνώστης φιλόσοφος ή καλλιτέχνης. Τα πάντα στη ζωή πάλλονταν από αριθμούς και από ιδέες σε μια ατελείωτη λίστα-«a rose is a rose is a rose» μέσα από σαγηνευτικούς και τρομερούς λαβυρίνθους, ταυτολογικές αναλύσεις, συναρτήσεις, κώδικες και αναγραμματισμούς καθώς μονίμως ο ίδιος αναζητούσε εκείνο «το αρχετυπικό βασίλειο των Μητέρων», όπως το αποκαλούσε, από το οποίο «τρεφόταν η αντικειμενική πραγματικότητα και η ίδια η πνευματική δραστηριότητα». Σε τελική ανάλυση, δεν  ήταν παρά ένας παιχνιδιάρης σχολαστικός που πίστευε στη θυελλώδη και γοητευτική αρμονία που εξύμνησε ο Αριστοτέλης-γιατί τι άλλο υπήρχε στη ζωή περά από το παιχνίδι; Αν και εκτός από τους συλλογισμούς επέμενε πως υπάρχουν «οι ίδιες οι πηγές της δημιουργικότητας και της αγάπης που κρύβονται μες στην αρχέγονη φωτεινή νύχτα της μύχιας ζωτικότητας της ψυχής»- καθ’ υπαγόρευση του αγαπημένου του Θωμά Ακινάτη. «Οι σχολαστικοί δεν νοιάζονταν να προσεγγίσουν κάποια θεωρία γύρω από την υποσυνείδητη ζωή της ψυχής (και ας σημειώσουμε την παραδοχή αυτή) αλλά οι δοξασίες τους προϋπέθεταν την ύπαρξη της». Δεν πήρε ποτέ το βραβείο Νόμπελ. Ασπάστηκε από νωρίς ταυτόχρονα την ευζωία και την αιωνιότητα.

ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΑΥΤΟ ΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ ΓΙΑ ΠΡΩΤΗ ΦΟΡΑ ΣΤΙΣ 20.2.2016

Βιβλίο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Βιογραφίες: Aπό τον Γκαρσία Μάρκες στην Άγκελα Μέρκελ

Βιβλίο / Πώς οι βιογραφίες, ένα όχι και τόσο δημοφιλές είδος στη χώρα μας, κατάφεραν να κερδίσουν έδαφος

Η απόλυτη επικράτηση των βιογραφιών στη φετινή εκδοτική σοδειά φαίνεται από την πληθώρα των τίτλων και το εύρος των αφηγήσεων που κινούνται μεταξύ του autofiction και των βιωματικών «ιστορημάτων».
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
ΕΠΕΞ Λευτέρης Αναγνώστου, ένας μεταφραστής

Λοξή Ματιά / Λευτέρης Αναγνώστου (1941-2024): Ένας ορατός και συγχρόνως αόρατος πνευματικός μεσολαβητής

Ο Λευτέρης Αναγνώστου, που έτυχε να πεθάνει την ίδια μέρα με τον Θανάση Βαλτινό, ήταν μεταφραστής δύσκολων και σημαντικών κειμένων από τη γερμανική και αυστριακή παράδοση.
ΝΙΚΟΛΑΣ ΣΕΒΑΣΤΑΚΗΣ
Κυκλοφόρησε η πιο διεξοδική μελέτη της δεκαετίας 1910-1920, μια τρίτομη επανεκτίμηση της «μεγαλοϊδεατικής» πολιτικής του Βενιζέλου

Βιβλίο / Κυκλοφόρησε η πιο διεξοδική μελέτη της δεκαετίας 1910-1920, μια τρίτομη επανεκτίμηση της «μεγαλοϊδεατικής» πολιτικής του Βενιζέλου

Ο Ιωάννης Στεφανίδης, καθηγητής Διπλωματικής Ιστορίας στη Νομική του ΑΠΘ και επιμελητής του τρίτομου έργου του ιστορικού Νίκου Πετσάλη-Διομήδη, εξηγεί γιατί πρόκειται για ένα κορυφαίο σύγγραμμα για την εποχή που καθόρισε την πορεία του έθνους.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Μανώλης Ανδριωτάκης: «Δεν φοβάμαι τις μηχανές, τους ανθρώπους φοβάμαι»

Βιβλίο / Μανώλης Ανδριωτάκης: «Δεν φοβάμαι τις μηχανές, τους ανθρώπους φοβάμαι»

Με αφορμή το τελευταίο του μυθιστόρημα «Ο θάνατος του συγγραφέα» ο δημοσιογράφος μιλά για την τεχνητή νοημοσύνη, την εικονική πραγματικότητα και την υπαρξιακή διάσταση της τεχνολογίας.
ΕΙΡΗΝΗ ΓΙΑΝΝΑΚΗ
Άλαν Χόλινγκερστ: «Η γραμμή της ομορφιάς»

Το πίσω ράφι / Η γραμμή της ομορφιάς: Η κορυφαία «γκέι λογοτεχνία» του Άλαν Χόλινγκχερστ

Ο Χόλινγκχερστ τοποθέτησε το βραβευμένο με Booker μυθιστόρημά του στα θατσερικά '80s και κατάφερε μια ολοζώντανη και μαεστρική ανασύσταση μιας αδίστακτης δεκαετίας.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Η συγγραφέας που έδωσε στον Στάινμπεκ το υλικό για «Τα σταφύλια της οργής» καταδικάζοντας το δικό της βιβλίο στην αφάνεια

Βιβλίο / Η συγγραφέας που έδωσε στον Στάινμπεκ το υλικό για «Τα σταφύλια της οργής» καταδικάζοντας το δικό της βιβλίο στην αφάνεια

Η Σανόρα Μπαρμπ είχε περάσει πολύ καιρό στους καταυλισμούς των προσφύγων από την Οκλαχόμα που είχαν πληγεί από την Μεγάλη Ύφεση και την ξηρασία, προκειμένου να γράψει το μυθιστόρημά της. Έκανε όμως το λάθος να δείξει την έρευνά της στον διάσημο συγγραφέα, ο οποίος την πρόλαβε.
THE LIFO TEAM
Μαρξ - Βάγκνερ - Νίτσε: Oι σπουδαιότερες μορφές του 19ου αιώνα

Βιβλίο / Μαρξ - Βάγκνερ - Νίτσε: Oι παρεξηγημένοι του 19ου αιώνα

Το βιβλίο του Γερμανού θεωρητικού και πανεπιστημιακού Χέρφριντ Μίνκλερ αναλαμβάνει να επαναπροσδιορίσει το έργο τους, που άλλαξε τα δεδομένα του αστικού κόσμου από τον 19ο αιώνα μέχρι σήμερα.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Νίκος Ψιλάκης: Mια ζωή αφιερωμένη στην καταγραφή της κρητικής παράδοσης και κουζίνας

Βιβλίο / Νίκος Ψιλάκης: Mια ζωή αφιερωμένη στην καταγραφή της κρητικής παράδοσης και κουζίνας

Ο Νίκος Ψιλάκης ερευνά και μελετά την κρητική παράδοση εδώ και τέσσερις δεκαετίες. Τα βιβλία του είναι μνημειώδεις εκδόσεις για το φαγητό, τις λαϊκές τελετουργίες και τα μοναστήρια της Κρήτης που διασώζουν και προωθούν τον ελληνικό πολιτισμό.
M. HULOT
«Δυστυχώς ήταν νυμφομανής»: Ανασκευάζοντας τα στερεότυπα για τις γυναίκες της αρχαίας Ρώμης

Βιβλίο / «Δυστυχώς ήταν νυμφομανής»: Ανασκευάζοντας τα στερεότυπα για τις γυναίκες της αρχαίας Ρώμης

Ένα νέο βιβλίο επιχειρεί να καταρρίψει τους μισογυνιστικούς μύθους για τις αυτοκρατορικές γυναίκες της Ρώμης, οι οποίες απεικονίζονται μονίμως ως στρίγγλες, ραδιούργες σκύλες ή λάγνες λύκαινες.
THE LIFO TEAM
Γιώργος Συμπάρδης: «Ήθελα οι ήρωές μου να εξαφανίζονται, όπως οι άνθρωποι στη ζωή μας»

Βιβλίο / Γιώργος Συμπάρδης: «Ήθελα οι ήρωές μου να εξαφανίζονται, όπως οι άνθρωποι στη ζωή μας»

Σε όλα τα έργα του πρωταγωνιστούν οι γυναίκες και μια υπόγεια Αθήνα, ενώ ο ίδιος δεν κρίνει τους ήρωές του παρά το αφήνει σε εμάς: Μια κουβέντα με τον χαμηλόφωνο συγγραφέα του «Άχρηστου Δημήτρη» και της «Πλατείας Κλαυθμώνος».
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ