Σαν σκρολάρισμα σε αναρτήσεις: Το νέο, βραβευμένο βιβλίο της Patricia Lockwood

Σαν σκρολάρισμα σε αναρτήσεις: Το νέο, βραβευμένο βιβλίο της Patricia Lockwood Facebook Twitter
H Patricia Lockwood ξεκίνησε τη λογοτεχνική της καριέρα δημοσιεύοντας στο ίντερνετ ποιήματα της, στα οποία ο Χριστός έκανε σεξ με γοργόνες.
0

ΦΑΝΤΑΣΤΕΙΤΕ ΑΥΤΟ: υποφέρουμε όλοι μαζί από μια διαδικτυακή δηλητηρίαση, μια παράδοξη και meta κατάσταση όπου βιώνουμε τη ζωή μέσα από ένα ασταμάτητο καρουζέλ οθονών. «Το διαδίκτυο είναι μια κόλαση», λένε οι περισσότεροι χρήστες, αλλά τα νέα δεν είναι όλα άσχημα, τα social media είναι ταυτόχρονα διασκεδαστικά ή ακόμη και χρήσιμα. 

H Patricia Lockwood ξεκίνησε τη λογοτεχνική της καριέρα δημοσιεύοντας στο ίντερνετ ποιήματά της, στα οποία ο Χριστός έκανε σεξ με γοργόνες και retweets σε δημοσιεύσεις του λογοτεχνικού περιοδικού “The Paris Review”, ρωτώντας «τελικά το Παρίσι λέει τίποτα;», ή μέσα από τον εξαιρετικά δημοφιλή λογαριασμό της στο Τwitter όπου ανέβαζε κωμικά πoστ στα σύνορα ποίησης, αυτοβιογραφίας και περφόρμανς.

Η μεταφράστρια του βιβλίου, Μυρσίνη Γκανά, εξηγεί: «Η Lockwood ζει όντως αυτή την ψηφιακή ζωή, δεν προσποιείται, ούτε την εξετάζει ως κάποιο "φαινόμενο". Κατά συνέπεια, χάρη στο ταλέντο της και στη θητεία της στην ποίηση, καταφέρνει να καταγράψει με ακρίβεια τι ακριβώς σημαίνει να ζεις ψηφιακά. Γράφει με πραγματικούς όρους διαδικτύου, αλλά και με μεγάλη τόλμη, δεν φοβάται καθόλου να τραβήξει τα πράγματα στα άκρα. Κάποιοι ίσως να νιώσουν άβολα διαβάζοντάς την, αλλά πιστεύω οι περισσότεροι θα νιώσουν αναγνώριση και ταύτιση». 

Κανένας από τους δύο κόσμους δεν είναι εντελώς αποκομμένος από τον άλλο. Είτε μας αρέσει είτε όχι, πραγματική και ψηφιακή ζωή δεν μπορούν πια να χωριστούν με μια ξεκάθαρη γραμμή.

Το βιβλίο της «Κανείς δεν μιλά για αυτό» κέρδισε το βραβείο Dylan Thomas, βρέθηκε στη βραχεία λίστα για το βραβείο Booker και συμπεριλήφθηκε στη λίστα με τα δέκα καλύτερα βιβλία του 2021, σύμφωνα με τους New York Times.

Αποκαλώντας τον διαδικτυακό μας κόσμο «πύλη», μας επιτρέπει να κάνουμε μερικά βήματα πίσω, βγάζοντας το κεφάλι μας από το βαθύ πηγάδι των thirst traps και του gaslighting, και να δούμε αυτή την υβριδική ζωή μας με μια καθαρότερη ματιά.

Όπως αφηγείται η ίδια, «ζούμε σε έναν κόσμο όπου οι άνθρωποι έφτιαξαν τους πρώτους λογαριασμούς τους στα κοινωνικά δίκτυα για να βλέπουν φωτογραφίες του ανιψιού τους, και πέντε χρόνια αργότερα έφτασαν να πιστεύουν ότι η γη είναι επίπεδη». 

γκανα
Μυρσίνη Γκανά

Το βιβλίο, όπως σχολιάζει η Μυρσίνη Γκανα, χωρίζεται σε δύο πολύ διακριτά μέρη. «Στο πρώτο του μέρος η συγγραφέας ζει αρκετά ανέμελα την ψηφιακή μετα-ζωή της, με όλο το χάος και τον σουρεαλισμό που αυτό συνεπάγεται. Και ξαφνικά, τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η έγκυος αδελφή της (ένα έμβρυο με αναπτυξιακές ανωμαλίες που θα γεννηθεί και θα ζήσει μια σύντομη ζωή), τη βγάζουν βίαια από αυτή τη φούσκα. Κανένας από τους δύο κόσμους δεν είναι εντελώς αποκομμένος από τον άλλο. Είτε μας αρέσει είτε όχι, πραγματική και ψηφιακή ζωή δεν μπορούν πια να χωριστούν με μια ξεκάθαρη γραμμή. Κι ενώ στο πρώτο μέρος οι σύντομες παράγραφοι της Lockwood διαβάζονται σαν σκρολάρισμα σε αναρτήσεις, στο δεύτερο αποτυπώνουν πολύ πετυχημένα τον κατακερματισμό που βιώνει κανείς στις αναμονές ιατρικών νέων, στην αγωνία για τη ζωή ενός αγαπημένου πλάσματος, στο χτίσιμο της αγάπης».

Διαβάστε ένα απόσπασμα:

Η λέξη τοξικός είχε λάβει το χρίσμα και τώρα δεν μπορούσε να γίνει και πάλι μια κανονική λέξη. Ήταν σαν ένα άτομο που έχει γίνει διάσημο. Δεν μπορούσε ποτέ ξανά να βγει κανονικά για φαγητό, δε θα έτρωγε ποτέ μια σαλάτα καθισμένο έξω χωρίς πλήρη επίγνωση του τι ήταν. Τοξικό. Εργασία. Δημόσια Συζήτηση. Κανονικοποίηση.

«Μην το κανονικοποιείτε!!!!» φωνάζαμε ο ένας στον άλλο. Όμως το μόνο που κανονικοποιούσαμε ήταν η χρήση της λέξης κανονικοποιώ, που ακουγόταν σαν κάποιο όπλο ακτίνων που χρησιμοποιούσε ένας τύπος που λεγόταν Κανών για να κάνει και όλους τους άλλους γύρω του Κανόνες.

.  .  .

Κανείς δεν μιλά για αυτό
ΚΑΝΤΕ ΚΛΙΚ ΕΔΩ ΓΙΑ ΠΡΟΠΑΡΑΓΓΕΛΙΑ: Το βιβλίο «Κανείς δεν μιλά για αυτό» της Patricia Lockwood, κυκλοφορεί στις 19/10 από τις εκδόσεις Ψυχογιός.

Όταν έκανε την εμφάνισή του το gif με τον λευκό τύπο που κοιτάζει έκπληκτος, το βλέμμα της ταξίδεψε πάνω του από τα αριστερά στα δεξιά λες και ήταν εκατό χιλιάδες λέξεις. Οι λεπτές κλωστές που συνδέουν τα μάτια των ανθρώπων και το στόμα των ανθρώπων την κινούσαν ταυτόχρονα με την έκφραση που έβλεπε: ανεβοκατέβαζε τα φρύδια, έκανε το κεφάλι της πίσω και ανοιγόκλεινε τα βλέφαρα μαζί με το gif. Μερικές φορές έκανε ακόμα και έναν ήχο που αντιστοιχούσε με την κίνηση, ένα πνιχτό επιφώνημα, ή κραυγή, που ακολουθούσε την πορεία του δράματος. Δεν επρόκειτο πλέον για το αμήχανο εφηβικό ερώτημα του αν βλέπουν όλοι οι άνθρωποι το ίδιο πράσινο. Ήταν το ζήτημα του ποιο σιγανό ασχημάτιστο Τι θα κάνεις με τη Λίντα, Βαγγέλη; ακουγόταν μέσα σου όταν ο λευκός άντρας εμφανιζόταν στην πύλη και σου ζητούσε να τον βοηθήσεις στο δίχως τέλος έργο του, μόνο μία φορά ακόμα, σε παρακαλώ, ήσουν ο μόνος άνθρωπος που μπορούσε να τον βοηθήσει να φέρει στη ζωή αυτό το Αριστούργημα Οικουμενικού Συναισθήματος.

.  .  .

Κατάρρευση νοήματος! Αυτό ήταν κάτι που ακουγόταν πολύ κακό, έτσι δεν είναι; Και επίσης σαν αυτό που συνέβαινε στις μέλισσες;

.  .  .

Κάποιοι άνθρωποι γεννιούνταν με το ίντερνετ μέσα τους και υπέφεραν πολύ εξαιτίας αυτού. Ο Τομ Γιορκ ήταν ένας απ’ αυτούς, σκέφτηκε εκείνη, και κουλουριάστηκε στην πολυθρόνα της για να δει το ντοκιμαντέρ για τους Radiohead, Meeting People is Easy. Η κινηματογράφηση είναι μια ταχύτατη θολούρα από δρόμους και γερμένα μπουκάλια και αγνώστους, ανθρώπους που σπάνε σαν ακτίνες μέσα από το πρίσμα αεροδρομίων, πεταχτές τούφες μαλλιών κολλημένες σε παράθυρα ταξί, διαδρόμους σαν ανθρώπινες ποντικοπαγίδες, διαφημίσεις εκεί που θα έπρεπε να υπάρχει τέχνη, εκτυφλωτικές πλωτές οδούς, ένα βαθύ κίτρινο φως στον ντράμερ. Βρέχει, βρέχει τα πάντα. Θραύσματα του σάουντρακ ακούγονται ανάμεσα σε μια φούγκα ερωτήσεων από συνέντευξη, οι ίδιες, που επαναλαμβάνονται ξανά και ξανά: μουσική για να κόβεις τις φλέβες σου; Κάθε πλάνο λέει ότι τα κυκλώματα που μας διαπερνούν πηγαίνουν παντού, είναι οδυνηρά. Τότε όμως κάτι γίνεται.

Ο Τομ Γιορκ στρέφει το μικρόφωνο προς ένα πλήθος που τραγουδά το ρεφρέν του «Creep» με ένα συντονισμένο άτεχνο μουγκρητό, χωρίς να χάνει ούτε μία λέξη. Ανασηκώνει τους ώμους. Η κλίση του καρπού του μοιάζει να λέει, κοίτα τους ηλίθιους, και ίσως να είμαι ηλίθιος κι εγώ. Τότε χαμογελάει, με το ένα μάγουλο να φουσκώνει σαν μήλο μέσα στην γκρίζα ομίχλη, και είναι ένα πραγματικό χαμόγελο που προσπαθεί να προσποιηθεί ότι δεν είναι. Αρχίζει να τραγουδάει τις τελευταίες νότες, στην αρχή σχεδόν σαν παρωδία, μετά όμως, κάπου στα μισά, η φωνή του ξεφεύγει από κάποια πίκρα που την περιορίζει και ανοίγει τραγουδώντας πραγματικά, δυνατή και τρομερή σαν κρίνος που ανθίζει, και δημιουργεί το τραγούδι ξανά, και είναι και πάλι δικό του. Κατατροπώνει ακόμα και αυτούς που φωνάζουν το όνομά του, στα όρια της παρενόχλησης, προσπαθώντας να τον κλέψουν από τον εαυτό του, Τομ, Τομ, Τομ. Το δέρμα του έχει εξαφανιστεί, είναι απολύτως προστατευμένος, έχει αποκτήσει το μέγεθος του γηπέδου και είναι τόσο μόνος όσο και όταν ανακάλυψε για πρώτη φορά ότι υπήρχε μέσα του εκείνος ο ήχος. Στέκεται, σφίγγοντας το μικρόφωνο σαν να ήταν ο λαιμός οποιουδήποτε πράγματος τον είχε πονέσει, τα άκαμπτα συστήματα μέσα του έχουν ανατιναχτεί, τίποτα παραπάνω από ένα αγόρι, που φοράει το μοναδικό είδος μπλούζας που μπορούσε κανείς να βρει τότε.

«Δεν έχω νιώσει ποτέ μου έτσι», λέει αργότερα σε μια συνέντευξη, το πρόσωπό του πλυμένο και πίσω στον συνηθισμένο του ροδαλό πόνο, σχετικά με τη θέα αυτού του πλήθους χιλιάδων αγνώστων σε έναν λόφο με τους αναμμένους αναπτήρες τους να τρεμοπαίζουν. «Δεν ήταν ανθρώπινο συναίσθημα».

.  .  .

Ο Γιουναμπόμπερ είχε δίκιο για όλα! Εντάξει…όχι για όλα. Τα σχετικά με τις βόμβες ήταν λάθος. Σ’ αυτά που έλεγε για τη Βιομηχανική Επανάσταση όμως, είχε πέσει διάνα.

.  .  .

Ένας δημοσιογράφος είχε ρωτήσει κάποτε τον Γιουναμπόμπερ αν φοβόταν μήπως χάσει το μυαλό του στη φυλακή. «Όχι, αυτό που με ανησυχεί είναι ότι μπορεί κατά μία έννοια να προσαρμοστώ στο περιβάλλον και να φτάσω να νιώθω άνετα εδώ και να μην το απεχθάνομαι πλέον. Και φοβάμαι πως όσο περνάνε τα χρόνια μπορεί να ξεχάσω, μπορεί να αρχίσω να χάνω τις μνήμες μου από τα βουνά και τα δάση και αυτό είναι που με ανησυχεί στ’ αλήθεια, το ότι μπορεί να χάσω αυτές τις μνήμες, και να χάσω αυτή την αίσθηση της επαφής με την άγρια φύση γενικώς».

. . .

Κάποτε είχε διασχίσει περπατώντας το πάρκο Ουάσινγκτον Σκουέαρ μαζί με μια γυναίκα που γνώριζε από την πύλη, με μακριά σγουρά κοκκινωπά μαλλιά που πλαισίωναν ένα φλαμανδικό μέτωπο. Η γυναίκα τής έδειξε έναν άντρα που έπαιζε σκάκι∙ είπε ότι πάντα έψαχνε να τον δει όταν περπατούσε πηγαίνοντας στη δουλειά, αλλά είχε χαθεί πρόσφατα για μερικές εβδομάδες, και ένιωθε τεράστια ανακούφιση που τον ξανάβλεπε, να μετακινεί με βεβαιότητα τους ιππότες του, να μεταφέρει το ξηρό θρόισμα του φθινοπώρου στα φύλλα της εφημερίδας του. «Ίσως να υπάρχουν σε αυτή τη ζωή άνθρωποι που μας έχει ανατεθεί να τους προσέχουμε», συμφώνησαν και παρηγορήθηκαν, αλλά μήνες αργότερα έμαθε πως η γυναίκα από την πύλη είχε εξαφανιστεί, κανείς δεν της έλεγε πώς, πού, γιατί – ή μέσα από ποιο πράσινο αληθινό πάρκο θα μπορούσε να περνάει για να την προσέχει μέρα με τη μέρα.

Βιβλίο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

«Πολυτεχνείο - Ένα παραμύθι που δεν λέει παραμύθια»

Βιβλίο / Το Πολυτεχνείο έγινε κόμικ: Μια νέα έκδοση για μια μονίμως επίκαιρη εξέγερση

Παραμονές της φετινής επετείου της εξέγερσης του Πολυτεχνείου, οι εκδόσεις Red ‘n’ Noir κυκλοφόρησαν ένα έξοχο κόμικ αφιερωμένο σε αυτή, που το υπογράφουν ο συγγραφέας Γιώργος Κτενάς και ο σκιτσογράφος John Antono.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Γιατί δεν θα ξεχάσουμε ποτέ τον Μάλκολμ Λόουρι και το «Κάτω από το ηφαίστειο»

Βιβλίο / Το μεγαλόπνοο «Κάτω από το ηφαίστειο» του Μάλκολμ Λόουρι, μια προφητεία για την αποσύνθεση του κόσμου

Οι αναλογίες μεταξύ του μυθιστορηματικού βίου του Βρετανού συγγραφέα και του κορυφαίου έργου του είναι παραπάνω από δραματικές, όπως και αυτές μεταξύ της υπαρξιακής πτώσης του και του σημερινού, αδιέξοδου κόσμου.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Ψέμα μέχρι αποδείξεως του εναντίου

Βιβλίο / Ψέμα μέχρι αποδείξεως του εναντίου

Στο νέο του βιβλίο, «Ψέματα που μας έμαθαν για αλήθειες», το οποίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Διόπτρα, ο Νικόλας Σμυρνάκης καταρρίπτει 23 μύθους που μας καταπιέζουν, βοηθώντας μας να ζήσουμε ουσιαστικότερα.
ΜΑΡΙΑ ΔΡΟΥΚΟΠΟΥΛΟΥ
Βασίλης Σωτηρόπουλος: «Έχουν γίνει μεγάλα βήματα στη νομοθεσία για τα ΛΟΑΤΚΙ+ δικαιώματα, υπάρχουν όμως ακόμα σημαντικά κενά»

Βιβλίο / Βασίλης Σωτηρόπουλος: «Έχουν γίνει μεγάλα βήματα στη νομοθεσία για τα ΛΟΑΤΚΙ+ δικαιώματα, υπάρχουν όμως ακόμα σημαντικά κενά»

Μια διαφωτιστική συζήτηση με τον γνωστό δικηγόρο παρ’ Αρείω Πάγω και συγγραφέα με αφορμή την έκδοση του βιβλίου του ΛΟΑΤΚΙ + Δικαιώματα & Ελευθερίες (εκδ. Σάκκουλα), ένα μνημειώδες όσο και πολύτιμο βοήθημα για κάθε ενδιαφερόμενο άτομο.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Βασιλική Πέτσα: «Αυτό που μας πάει μπροστά δεν είναι η πρόοδος αλλά η αγάπη»

Βιβλίο / Η Βασιλική Πέτσα έγραψε ένα μεστό μυθιστόρημα με αφορμή μια ποδοσφαιρική τραγωδία

Η ακαδημαϊκός άφησε για λίγο το βλέμμα του κριτή και υιοθέτησε αυτό του συγγραφέα, καταλήγοντας να γράψει μια ιστορία για το συλλογικό τραύμα που έρχεται να προστεθεί στις ατομικές τραγωδίες και για τη σημασία της φιλικής αγάπης.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Μιχάλης Γκανάς: Ο ποιητής της συλλογικής μας μνήμης

Απώλειες / Μιχάλης Γκανάς (1944-2024): Ο ποιητής της συλλογικής μας μνήμης

«Ό,τι με βασανίζει κατά βάθος είναι η οριστική απώλεια ανθρώπων, τόπων και τρόπων και το ανέφικτο της επιστροφής». Ο σημαντικός Έλληνας ποιητής έφυγε σήμερα από τη ζωή σε ηλικία 80 ετών.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
«Queer»: Το μυθιστόρημα της στέρησης που πόνεσε τον Μπάροουζ

Βιβλίο / «Queer»: Το μυθιστόρημα της στέρησης που πόνεσε τον Μπάροουζ

Μια αναδρομή στην έξοχη, προκλητική όσο και «προφητική» νουβέλα του Ουίλιαμ Μπάροουζ στην οποία βασίστηκε η πολυαναμενόμενη ταινία του Λούκα Γκουαντανίνο που βγαίνει σύντομα στις κινηματογραφικές αίθουσες.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Βιογραφίες: Aπό τον Γκαρσία Μάρκες στην Άγκελα Μέρκελ

Βιβλίο / Πώς οι βιογραφίες, ένα όχι και τόσο δημοφιλές είδος στη χώρα μας, κατάφεραν να κερδίσουν έδαφος

Η απόλυτη επικράτηση των βιογραφιών στη φετινή εκδοτική σοδειά φαίνεται από την πληθώρα των τίτλων και το εύρος των αφηγήσεων που κινούνται μεταξύ του autofiction και των βιωματικών «ιστορημάτων».
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ