Σάρα Ουόλτερς: Ξαγρυπνώντας

Σάρα Ουόλτερς: Ξαγρυπνώντας Facebook Twitter
0

Είναι γνωστό ότι τα στρατηγικά σχέδια του Χίτλερ τόσο για την κατάληψη της Βρετανίας όσο και για την κατάληψη της Ρωσίας έπαιζαν πάνω στο ζήτημα της προτεραιότητας: θα επιχειρούσε την κατάληψη της Ρωσίας αφού πρώτα θα ισοπέδωνε τη Βρετανία ή μήπως θα προηγούνταν η Ρωσία για να ακολουθήσει η Βρετανία; Προηγήθηκαν, όπως ξέρουμε, οι βομβαρδισμοί του Λονδίνου, ωστόσο ουδέποτε ο Χίτλερ θεώρησε τον αγγλικό λαό θανάσιμο αντίπαλο, για τον απλούστατο λόγο ότι οι Εγγλέζοι κρατούσαν από τα γερμανικά φύλα, ήταν δηλαδή λαός αυτάδελφος. Η φήμη ότι οι Γερμανοί πατεράδες πέθαιναν αφού πρώτα αποσπούσαν από τα παιδιά τους την υπόσχεση ότι δεν θα γίνουν έμποροι (σαν τους Βρετανούς) έχει βάση, διότι αυτό χώριζε τις δύο χώρες: οι Βρετανοί αναδείχτηκαν σε εμπόρους και θαλασσοπλόους, ενώ οι Γερμανοί σε ακατανίκητους πολεμιστές ξηράς.

Η Ουότερς γράφει για την εποχή των βομβαρδισμών του Λονδίνου, θέλοντας να συνθέσει ένα μυθιστόρημα όπου οι Γερμανοί παραμένουν άφαντοι, η άμυνα είναι αόρατη, ενώ αντίθετα η αντοχή των αμάχων δεν μπορεί να εγκαταλείψει τα μοτίβα του ειρηνικού βίου. Ας το πούμε ξεκάθαρα: δεν έχουμε να κάνουμε με ένα μυθιστόρημα πολέμου, με μια αφήγηση λαϊκής αντίστασης, ούτε καν για έρωτες εν πολέμω και για ανατροπές του ειρηνικού βίου. Ο πόλεμος διεξάγεται σε βάθος πεδίου και ουσιαστικά ουδέποτε κατονομάζεται. Τα βρετανικά αεροπλάνα δεν αναφέρονται ούτε μια φορά, όσο για το μαχητικό πνεύμα του βρετανικού λαού, δεν σχολιάζεται καθότι η αφηγήτρια έχει άλλα στο νου της: ξεκινώντας από το 1947 για να μεταβεί στο 1944 και κατόπιν στο 1941, δεν αναδεικνύει ήρωες και ηρωίδες, αλλά απλούστατα ζωντανεύει τις σχέσεις των ανθρώπων παρά τον πόλεμο. Ουσιαστικά, δηλαδή, έχουμε να κάνουμε μ’ ένα βιβλίο ειρήνης, η οποία ειρήνη κινδυνεύει ενίοτε από «τυφλά πυρά».

Γραμμένο από γυναίκα, το μυθιστόρημα εξελίσσεται κατά κανόνα μεταξύ γυναικών, υπακούει σε θηλυκά τερτίπια και αν δοξάζει κάτι, αυτό είναι, ασφαλώς, ο λεσβιακός έρως, που αντιμετωπίζεται με μέγιστο τακτ. Ακριβέστερα, δεν έχουμε να κάνουμε με ερωτική παραβατικότητα, αλλά με σχέσεις γυναικών που θεωρούνται φυσικές και αποδεκτές, καθώς μάλιστα δεν αντιμετωπίζουν αμφισβήτηση ή πολεμική. Η Ουότερς διασώζει το μαγνάδι των αισθημάτων. Όλο το βιβλίο είναι γραμμένο διπλοβελονιά, σε μακροσκελείς διαλόγους και σε εξαντλητικές αναλύσεις που γράφονται αλαφροχέρικα, επέχοντας θέση ιδιωτικού δράματος και ψυχογραφίας, η οποία κάνει την απλότητα, βαθύτητα.

«Ήταν ξαπλωμένες μες στη μπανιέρα. Ήταν το τελετουργικό τους κάθε Σάββατο πρωί. Κάθονταν εναλλάξ με την πλάτη στο λείο μέρος κι αυτή την εβδομάδα ήταν η σειρά της Τζούλια. Ήταν ξαπλωμένη με τα χέρια τεντωμένα, με το κεφάλι γερτό στο σμάλτο, τα μάτια κλειστά. Είχε μαζέψει τα μαλλιά της μ’ ένα μαντήλι, αλλά μερικές τούφες είχαν ξεγλιστρήσει, και καθώς το νερό τις μούλιαζε, κόλλαγαν σαν γύψος στο σαγόνι και τον λαιμό της. Συνοφρυωμένη, τις τράβηξε πίσω από το αυτί. Η Έλεν σάλεψε και πάλι κι έπειτα βρήκε μια σχεδόν αναπαυτική θέση και βολεύτηκε, απολαμβάνοντας επιτέλους το υπέροχο νερό που της έγλειφε τις μασχάλες, τα λαγόνια - κάθε χαραμάδα κι εσοχή του κορμιού της. Η Τζούλια άνοιξε τα μάτια κι έριξε μια φευγαλέα ματιά στα μπούτια της Έλεν. “Σαν κορίτσι του Εγκρ είσαι”, είπε με άνεση. Ήταν γεμάτη με τέτοια αμφίσημα κοπλιμέντα».

 Οι λουόμενες παραμένουν αγαπημένο θέμα της αφηγήτριας, πιθανότατα επειδή η γύμνια προϋποτίθεται άνευ οιασδήποτε βίας. «“Πολύ χαίρομαι που έχεις πόδια κι όχι ουρά, Τζούλια”. “Αλήθεια, γλυκιά μου, κι εγώ χαίρομαι”. Χαμογέλασε. Θυμήθηκε ένα ανέκδοτο. “Τι είπε ο σκούφος στο σουτιέν;”. Η Τζούλια το σκέφτηκε λίγο. “Τι;”. “Αλλάζουμε;”. Γέλασαν για την ελαφρότητα της Έλεν. “Ο αφαλός μου μού κλείνει το μάτι”, είπε η Έλεν γελώντας ακόμα».

Καθώς προσαρμόζεται στα ενδότερα της αφήγησης, ο αναγνώστης δεν αργεί να διερωτηθεί για τον λόγο που όλο αυτό το ερωτικό ανθολόγιο θα έπρεπε να συνδεθεί με το βομβαρδισμένο Λονδίνο. Αν ρίξουμε μια ματιά στην ακροτελεύτια σελίδα του βιβλίου με τις «Ευχαριστίες» προς την Υπηρεσία Μουσειακής Διαφύλαξης Ασθενοφόρων Οχημάτων του Λονδίνου, προς το προσωπικό του Μητροπολιτικού Αρχείου του Λονδίνου, προς το προσωπικό του Βασιλικού Πολεμικού Μουσείου, προς το προσωπικό του Ληξιαρχείου του Γουεστμίνστερ, της Δημοτικής Σχολής και Αρχειοθήκης του Κάμντεν, προς το Ίδρυμα για την Περίθαλψη των Θυμάτων Βασανισμού, καταλαβαίνουμε ότι τα πράγματα παίρνουν άλλη βαρύτητα. «Για το βιβλίο αυτό», γράφει η Ούοτερς, «άντλησα ιδέες και έμπνευση από πολλές πηγές, συμπεριλαμβανομένων μυθιστορημάτων και ταινιών της δεκαετίας του ‘40, καθώς και από φωτογραφίες, χάρτες ημερολόγια, γράμματα σε επίκαιρες περιγραφές καθημερινότητας στη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και κατόπιν».

Έστω και με λίγο πόλεμο -από δεύτερο και τρίτο χέρι- μπορεί να στηθεί ένα μυθιστόρημα, αρκεί η φαντασία να επινοεί καταστάσεις όπως η ακόλουθη, όπου η ρήτρα της πραγματικότητας μπορεί κάλλιστα να μη μας ενδιαφέρει: «Πιρς, πολύ λυπάμαι που χαθήκαμε... Καταλαβαίνεις τι προσπαθώ να σου πω; Έμοιαζε να ‘ναι η ζωή κάποιου άλλου, όχι η δική μου. Ήταν σαν να με είχε πάρει ένα μαγικό χέρι και να με είχε αφήσει έξω από τον χρόνο - κι έπειτα να με άρπαξε πάλι και να με ξανάφερε πίσω στο ίδιο σημείο».

Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι, παρά τα πολλά πρόσωπα του βιβλίου και τα αμέτρητα συμβάντα, δεν υπάρχει κάτι που να μπορεί να λογαριαστεί ως καθοδηγητικό συμβάν. Καμιά μεγάλη πράξη, κανένας ηρωικός θάνατος, καμιά θανάσιμη συντριβή. Πάνω απ’ όλα η επιβίωση, με κάθε τρόπο και με κάθε μέσο. «Το μέρος ήταν σκιαχτικό: πιο ήσυχο, κατά κάποιον τρόπο, κι από χωράφι. Και η θέα προς τον Τάμεση, το Γουεστμίνστερ, ολάκερη μια άτσαλη καμπούρα από ακανόνιστους όγκους - θαρρείς και ο πόλεμος είχε ξεφλουδίσει το Λονδίνο, χωρίζοντάς το σε μικρά χωριουδάκια, που το καθένα υπεράσπιζε τον εαυτό του ενάντια σε άγνωστες δυνάμεις, μες στο σκοτάδι κι ολομόναχο».

Στη σελίδα 217 μαζεύουν ένα πτώμα γυναίκας ντυμένο με παντόφλες στα πόδια, αλλά ακέφαλο, και κατόπιν τον άφυλο κορμό ενός μεγαλούτσικου παιδιού με το κορδόνι της ρόμπας ακόμα τυλιγμένο γύρω από τη μέση. «Αυτά τα είχαν σκεπάσει με μια κουβέρτα. Τυλιγμένα σε ένα πλαστικό παραδίπλα υπήρχαν διάφορα κομμένα μέλη: μικρά χεράκια, ποδαράκια, ένα σαγόνι και μια χοντρουλή κλείδωση που θα μπορούσε να είναι γόνατο ή αγκώνας. Η Κέι θυμάται τα κομματάκια των νεκρών που είχαν μαζέψει με την Κόουλ, πριν από λίγο, στον κήπο της οδού Σάδερλαντ κι αισθάνθηκε την αποκρουστικότητά τους, ξαφνικά, όπως δεν την είχε αισθανθεί ως εκείνη την ώρα - τη φριχτή απαλοσύνη της ανθρώπινης σάρκας, τα ευάλωτα οστά, την αποστροφή του λιγνού λαιμού και των καρπών και των κλειδώσεων...».

Στον χώρο της φυλακής, η οποία τελικά αποδεικνύεται αργόσυρτη μηχανή κονιορτοποίησης του χρόνου, η Ουότερς θα βρει την ευκαιρία να στήσει ένα φεστιβάλ πορνολογίας.

«Λιγνή ως τον πάτο μπαίνει, μα η κοντόχοντρη χορταίνει!»

«Πέντε χρόνια στο κελί,

Αχ! Να ‘χα και τη γυναικούλα μου μαζί».

Για να συμπληρώσει κάποιος άλλος: «Τι να σε κάνει, ρε μουνί, ο κολλητός σου τη γαμεί».

«Το πεινασμένο το σκυλί

και τα σκατά του θα φάει».

«Έλα, δεν είναι και πολλά αυτά που μπορεί να σου κάνει ένας άντρας για να κλάψεις - δεν έχουν και μεγάλη φαντασία. Ή που θα σε στήσει, ή που θα σε κερατώσει, ή που θα σε χτυπήσει», κάγχασε. « Ή που θα σε γκαστρώσει».

«Σαν τη γενειάδα του παππού σου ήταν η τρύπα του μουνιού σου!».

Είδα την τρυπούλα σου, τη μαυροπερδικούλα σου, κι ήτανε σαν αρουραίος που του κόψανε το πέος!».

«Από μπρος τσιμπουκώνει τον Τσέις κι από πίσω τής τον χώνει ο Μπράουνινγκ».

«Ξέρω μια κοπέλα που άμα ντυθείς γαμπρός

Στο δίνει από πίσω, στο δίνει κι από μπρος.

Μ’ αρέσουν οι κοπέλες που δεν δίνουν φάσκελα,

Που γαμιούνται μπρούμυτα, μα προτιμούν ανάσκελα.

              Μ αρέσουν οι κοπέλες οι μελαχρινές

             που σου λένε έμπαινε! Μα δεν σου λένε βγες!».

Τις καλύτερες σελίδες, πάντως, η αφηγήτρια τις έχει φυλάξει για το τέλος. Όντως το ζεύγος Ντάνκαν-Άλεκ, οι αυτοκτόνοι με άλλα λόγια, συμπυκνώνουν με απίστευτη επιδεξιότητα και ψυχική βαθύτητα την άρνηση του πολέμου και την αποφυγή του μέσω της αυτοκτονίας. ΄Εχοντας στα χέρια του το ειδοποιητήριο υποχρεωτικής κατάταξης, ο Άλεκ παραδίδεται σε ένα αντιπολεμικό παραμιλητό. Οι γονείς τους έκαναν τον πόλεμο και τώρα θέλουν να κάνουν και τα παιδιά τον δικό τους. «Εμείς ποτέ δεν θέλαμε να πολεμήσουμε!». Κόμπο κόμπο παίρνουν την απόφαση και συζητούν τον τρόπο. «Μπορούμε να φαρμακωθούμε», λέει ο Άλεκ, «να πάρουμε αρσενικό σαν εκείνη την πουτάνα τη Μαντάμ Μποβαρί». Αλλά το πιο σημαντικό θα είναι η αποχαιρετιστήρια επιστολή.

               «Προς άπαντα ενδιαφερόμενο.

Εάν διαβάζετε αυτές τις γραμμές, σημαίνει πως οι Άλεκ Τζ.Σ. Πλέινερ και Ντάνκαν Ο. Πιρς, κάτοικοι της περιοχής Στρίτχαμ του Λονδίνου, επέτυχαν το σκοπό τους και δεν ευρίσκονται πλέον στη ζωή. Δεν εκλαμβάνουμε ελαφρώς τούτο το καθήκον. Γνωρίζουμε πως η χώρα εντός της οποίας ετοιμαζόμαστε να προσχωρήσουμε είναι “τόπος ζόφου, ανεξερεύνητος”, εκ του οποίου “ουδείς ταξιδευτής επιστρέφει”. Όμως την πράξη μας υπαγορεύει το χρέος απέναντι στους Νέους της Αγγλίας και ο θάνατός μας θα επέλθει εις το όνομα της Ελευθερίας, της Τιμιότητος και της Αλήθειας. Καλύτερα να αφαιρέσουμε μόνοι τη ζωή μας, παρά να την αφήσουμε στο έλεος των Εμπόρων του Πολέμου. Ως μοναδικό επιτάφιο ζητούμε να γραφεί το εξής: ότι όπως ο μέγας Λόρενς, “κρατήσαμε στα χέρια την πλημμύρα των ψυχών και γράψαμε τη θέλησή μας στ’ άστρα”».

Στο άλλο άκρο, η Κέι θα βρει μέσα στα ερείπια μιαν εγκλωβισμένη κοπέλα, θα την πλύνει και θα μετρήσει τους σφυγμούς της, αδυνατώντας να πιστέψει πως κάτι τόσο δροσερό και άσπιλο μπορούσε να βγει μέσα από τα χαλάσματα...

Βιβλίο
0

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

«Μην πεις λέξη»: Ένα καταιγιστικό βιβλίο για την άλλη «ματωμένη» Κυριακή

Βιβλίο / «Μην πεις λέξη»: Ένα καταιγιστικό βιβλίο για την άλλη «ματωμένη» Κυριακή

Το πολυβραβευμένο βιβλίο του Patrick Radden Keefe που έγινε μίνι σειρά στο Disney+, εκτός από τη συγκλονιστική ιστορία της Jean McConville που απήχθη και δολοφονήθηκε από τον IRA, φέρνει και ένα παράδειγμα έντασης γραφής και έρευνας που δεν το συναντούμε συχνά.
ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΚΑΒΑΛΛΙΕΡΑΚΗΣ
 Δημήτρης Χατζής  (Νίκος Γουλανδρής «491 δελτία για τον Δημήτρη Χατζή»)

Το πίσω ράφι / «Αν δεν γυρίσω, σα συγγραφέας είμαι χαμένος»: Ο Δημήτρης Χατζής μέσα από 491 δελτία

Στο βιβλίο του Νίκου Γουλανδρή, μέσα από έγγραφα, φωτογραφίες και επιστολές καταγράφεται ο κόσμος που θέλησε ν’ αλλάξει ο Χατζής, ως πολίτης, ως πεζογράφος, ως ιδεολόγος.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Διαβάζοντας για την Αμερική του Τραμπ

Βιβλίο / Διαβάζοντας για την Αμερική του Τραμπ

Μόλις μία εβδομάδα μετά τις αμερικανικές εκλογές, βιβλία δυστοπικού περιεχομένου και πολιτικής θεωρίας εκτοξεύτηκαν στις πρώτες θέσεις των παγκόσμιων πωλήσεων, αποδεικνύοντας ότι η ανάγνωση παραμένει το ένα και μοναδικό όπλο.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Η βίβλος του cult ελληνικού σινεμά

Οθόνες / Η βίβλος του cult ελληνικού σινεμά μόλις κυκλοφόρησε

Τα κείμενα του Φώντα Τρούσα για τις «βαθιά υποτιμημένες ταινίες που απελευθέρωσαν τη ματιά του θεατή από την οικογενειακή τηλεοπτική εικόνα, απενοχοποιώντας περαιτέρω το γυμνό» και για τον underground και τον πειραματικό ελληνικό κινηματογράφο κυκλοφορούν σε ένα μοναδικό, κυριολεκτικά, βιβλίο, από τα LiFO Books.
M. HULOT
Κανείς δεν ήξερε ότι ήταν μαύρη: Η εξωπραγματική ιστορία της επιμελήτριας του JP Morgan

Βιβλίο / Κανείς δεν ήξερε ότι ήταν μαύρη: Η εξωπραγματική ιστορία της επιμελήτριας του JP Morgan

Υπεύθυνη για τα πιο πολύτιμα αποκτήματα της ιδιωτικής συλλογής του διάσημου τραπεζίτη, η απέριττα κομψή βιβλιοθηκάριος Μπελ ντα Κόστα Γκριν ήταν μαύρη αλλά εμφανιζόταν ως λευκή στον αφρό της υψηλής κοινωνίας μέχρι και τον θάνατό της το 1950.
THE LIFO TEAM
Leslie Absher: «Κόρη κατασκόπου, queer κορίτσι» 

Βιβλίο / Κόρη κατασκόπου, queer κορίτσι, συγγραφέας

Η Αμερικανίδα δημοσιογράφος Leslie Absher μάς ξεναγεί στο «Σπίτι με τα μυστικά», εκθέτοντας ταυτόχρονα την προσωπική της πορεία προς την απελευθέρωση, την «ελληνική» της εμπειρία και τις εντυπώσεις της από τις προεδρικές εκλογές στις ΗΠΑ. 
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
«Πολυτεχνείο - Ένα παραμύθι που δεν λέει παραμύθια»

Βιβλίο / Το Πολυτεχνείο έγινε κόμικ: Μια νέα έκδοση για μια μονίμως επίκαιρη εξέγερση

Παραμονές της φετινής επετείου της εξέγερσης του Πολυτεχνείου, οι εκδόσεις Red ‘n’ Noir κυκλοφόρησαν ένα έξοχο κόμικ αφιερωμένο σε αυτή, που το υπογράφουν ο συγγραφέας Γιώργος Κτενάς και ο σκιτσογράφος John Antono.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Γιατί δεν θα ξεχάσουμε ποτέ τον Μάλκολμ Λόουρι και το «Κάτω από το ηφαίστειο»

Βιβλίο / Το μεγαλόπνοο «Κάτω από το ηφαίστειο» του Μάλκολμ Λόουρι, μια προφητεία για την αποσύνθεση του κόσμου

Οι αναλογίες μεταξύ του μυθιστορηματικού βίου του Βρετανού συγγραφέα και του κορυφαίου έργου του είναι παραπάνω από δραματικές, όπως και αυτές μεταξύ της υπαρξιακής πτώσης του και του σημερινού, αδιέξοδου κόσμου.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Ψέμα μέχρι αποδείξεως του εναντίου

Βιβλίο / Ψέμα μέχρι αποδείξεως του εναντίου

Στο νέο του βιβλίο, «Ψέματα που μας έμαθαν για αλήθειες», το οποίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Διόπτρα, ο Νικόλας Σμυρνάκης καταρρίπτει 23 μύθους που μας καταπιέζουν, βοηθώντας μας να ζήσουμε ουσιαστικότερα.
ΜΑΡΙΑ ΔΡΟΥΚΟΠΟΥΛΟΥ
Βασίλης Σωτηρόπουλος: «Έχουν γίνει μεγάλα βήματα στη νομοθεσία για τα ΛΟΑΤΚΙ+ δικαιώματα, υπάρχουν όμως ακόμα σημαντικά κενά»

Βιβλίο / Βασίλης Σωτηρόπουλος: «Έχουν γίνει μεγάλα βήματα στη νομοθεσία για τα ΛΟΑΤΚΙ+ δικαιώματα, υπάρχουν όμως ακόμα σημαντικά κενά»

Μια διαφωτιστική συζήτηση με τον γνωστό δικηγόρο παρ’ Αρείω Πάγω και συγγραφέα με αφορμή την έκδοση του βιβλίου του ΛΟΑΤΚΙ + Δικαιώματα & Ελευθερίες (εκδ. Σάκκουλα), ένα μνημειώδες όσο και πολύτιμο βοήθημα για κάθε ενδιαφερόμενο άτομο.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Βασιλική Πέτσα: «Αυτό που μας πάει μπροστά δεν είναι η πρόοδος αλλά η αγάπη»

Βιβλίο / Η Βασιλική Πέτσα έγραψε ένα μεστό μυθιστόρημα με αφορμή μια ποδοσφαιρική τραγωδία

Η ακαδημαϊκός άφησε για λίγο το βλέμμα του κριτή και υιοθέτησε αυτό του συγγραφέα, καταλήγοντας να γράψει μια ιστορία για το συλλογικό τραύμα που έρχεται να προστεθεί στις ατομικές τραγωδίες και για τη σημασία της φιλικής αγάπης.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Μιχάλης Γκανάς: Ο ποιητής της συλλογικής μας μνήμης

Απώλειες / Μιχάλης Γκανάς (1944-2024): Ο ποιητής της συλλογικής μας μνήμης

«Ό,τι με βασανίζει κατά βάθος είναι η οριστική απώλεια ανθρώπων, τόπων και τρόπων και το ανέφικτο της επιστροφής». Ο σημαντικός Έλληνας ποιητής έφυγε σήμερα από τη ζωή σε ηλικία 80 ετών.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
«Queer»: Το μυθιστόρημα της στέρησης που πόνεσε τον Μπάροουζ

Βιβλίο / «Queer»: Το μυθιστόρημα της στέρησης που πόνεσε τον Μπάροουζ

Μια αναδρομή στην έξοχη, προκλητική όσο και «προφητική» νουβέλα του Ουίλιαμ Μπάροουζ στην οποία βασίστηκε η πολυαναμενόμενη ταινία του Λούκα Γκουαντανίνο που βγαίνει σύντομα στις κινηματογραφικές αίθουσες.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ