— Πώς προέκυψε η βασική ιδέα για τη «Θεραπεία»; Πρόκειται για καθαρή μυθοπλασία ή υπήρξε κάποιο πραγματικό περιστατικό που σας ενέπνευσε;
Η ιδέα για τη Θεραπεία μού ήρθε ενώ περίμενα στην κατάμεστη αίθουσα αναμονής ενός ιατρείου τη φίλη μου να τελειώσει την εξέταση. Όταν μετά από μισή ώρα δεν έχει τελειώσει, τέθηκε σε λειτουργία η «θριλερική» πτυχή του εγκεφάλου μου: τι θα γινόταν αν τώρα έλεγαν όλοι ότι δεν είχε μπει καν στο εξεταστήριο; Αν η γραμματέας και ο γιατρός ισχυρίζονταν ότι δεν είχαν δει τη φίλη μου σήμερα; Αν και οι άλλοι ασθενείς που περίμεναν άρχιζαν να κουνάνε αρνητικά το κεφάλι τους; Ποια λογική αιτία θα μπορούσε να υπάρχει για το γεγονός ότι δεν εμφανίστηκε ποτέ; Αφού βρήκα αυτό το κεντρικό ερώτημα και το θεώρησα συναρπαστικό, συνέχισα να το σκέφτομαι για έναν χρόνο. Έπειτα συνέθεσα το γενικό πλαίσιο με μια λογική, όπως θεωρώ, ιστορία. Και μετά ξεκίνησα να γράφω.
— Με ποιον τρόπο η Νομική και η δουλειά σας στα ΜΜΕ επηρέασε τη γραφή και την αισθητική σας;
Κοιτάξτε, πρώτα έπρεπε να αποβάλω την άβολη και εν μέρει ακατάληπτη γλώσσα των νομικών. Σε αυτό με βοήθησε η εκπαίδευσή μου στο ραδιόφωνο, όπου είσαι αναγκασμένος να παρουσιάζεις ακόμα και τις πιο περίπλοκες καταστάσεις όσο καλύτερα και όσο πιο κατανοητά γίνεται.
Όταν σπούδαζα Νομική, με ενέπνεε λιγότερο η γλώσσα και περισσότερο οι υποθέσεις. Αν θέλετε, έμεινα πιστός στο ποινικό δίκαιο. Μόνο που τώρα, γράφοντας, δεν είμαι αναγκασμένος να αντιμετωπίζω τους κατά συρροή δολοφόνους και τους ψυχοπαθείς ζωντανά και με χρώμα.
— Η «Θεραπεία» ήταν το πρώτο σας μυθιστόρημα, που σας έκανε γνωστό στο ευρύ κοινό και σημείωσε μεγάλη επιτυχία. Ξαναγυρίζοντας σ' εκείνη την εποχή, ήταν δύσκολο να προχωρήσετε στα επόμενα μυθιστορήματά σας υπό την πίεση αυτής της αρχικής επιτυχίας;
Όχι, αυτό συνέβη μόλις με το τρίτο βιβλίο. Το δεύτερο βιβλίο το είχα ήδη έτοιμο, προτού η «Θεραπεία» γίνει επιτυχία. Ο εκδότης μου χρειάστηκε δύο χρόνια για να βρει την κατάλληλη ημερομηνία έκδοσης κι εγώ, στο μεταξύ, συνέχισα να γράφω. Νομίζω ότι κάθε συγγραφέας που γράφει αρκετά βιβλία μπαίνει κάποια στιγμή στη διαδικασία να συγκρίνει και να αναρωτηθεί αν το καινούριο του βιβλίο θα είναι εξίσου καλό και επιτυχημένο με το προηγούμενο. Προσωπικά, προσπαθώ να θυμάμαι πάντα πώς ένιωθα όταν έγραφα τις πρώτες μου αράδες. Τότε δεν είχα καμία απολύτως αναγνώστρια, κανέναν απολύτως αναγνώστη. Ο μόνος μου σκοπός ήταν να γράψω ένα βιβλίο που να αρέσει σ' εμένα. Και αυτό παραμένει το βασικό μου κίνητρο.
— Γεννηθήκατε και ζείτε στο Βερολίνο. Πώς θα περιγράφατε τη ζωή στη γερμανική πρωτεύουσα; Επηρεάζουν τη γραφή σας τα σκοτεινά χρώματα και η ατμόσφαιρά της;
Το Βερολίνο είναι πραγματικό δώρο για κάθε συγγραφέα. Τα πάντα συμβαίνουν εδώ. Αφενός, κυκλοφορούν πολλοί διαφορετικοί άνθρωποι, χαρακτήρες και εθνικότητες. Παρεμπιπτόντως, υπάρχει και ελληνική κοινότητα. Έπειτα, συναντάς περιοχές που μοιάζουν με το Μπέβερλι Χιλς, αλλά και επικίνδυνες και πολύ φτωχές γειτονιές. Σκοτεινά και φωτεινά σημεία, δηλαδή, που συχνά απέχουν ελάχιστα μεταξύ τους, δυο βήματα μόνο. Αυτό είναι πράγματι κάτι που σου δίνει μεγάλη έμπνευση και σου ανοίγει αναρίθμητες δυνατότητες.
— Ως συγγραφέας αλλά και ως αναγνώστης ποια θεωρείτε ότι είναι τα βασικά στοιχεία που κάνουν επιτυχημένο ένα αστυνομικό μυθιστόρημα;
Νομίζω πως είναι οι παράγοντες που ισχύουν για κάθε λογοτεχνικό είδος. Η ιστορία πρέπει να αφορά έναν χαρακτήρα τον οποίο να βρίσκω τόσο ενδιαφέροντα ώστε να θέλω να κάνω ένα μεγάλο ταξίδι μαζί του. Το καλύτερο, μάλιστα, είναι να καταδύομαι με αυτόν σε έναν κόσμο που δεν τον καλοξέρω, να μαθαίνω γι' αυτό τον κόσμο κι έτσι, στο τέλος του ταξιδιού, το βιβλίο αυτό ίσως να αποδειχτεί σημαντικό για την υπόλοιπη ζωή μου.
σχόλια