Τα κάλαντα που δεν ακούσαμε: Ένα αδημοσίευτο χριστουγεννιάτικο διήγημα του Θωμά Κοροβίνη

Τα κάλαντα που δεν ακούσαμε: Ένα αδημοσίευτο χριστουγεννιάτικο διήγημα του Θωμά Κοροβίνη Facebook Twitter
0



ΗΤΑΝ ΕΝΑ ΔΕΚΕΜΒΡΙΑΤΙΚΟ απόγεμα του χίλια εννιακόσια πενήντα έξι. Η Σωτηρία Μπέλλου και ο Στράτος Παγιουμτζής σιγανοπερπατούσαν πλάι πλάι προς τα στούντιο της εταιρείας Columbia.

Κάθε τόσο στέκονταν και κοιτιόντουσαν. Η Σωτηρία το 'χε ρίξει στο λακιρντί!


– Εκείνος ο μπουνταλάς που τα κανόνισε ξέρεις τι καπνό φουμάρει;

– Ε, καλά, ο άνθρωπος μεσολάβησε ανάμεσα σε δυο εταιρείες για να γίνει η δουλειά.

– Και γιατί δε μας έβαλε να υπογράψουμε;

– Μπορεί να 'ναι κουρνάζος κι αυτός. Όπως όλοι τους.

– Τι τα θες ρε μπαγάσα τα τούρκικα;

– Κουρνάζος είναι ο πονηρός. Δεν έχεις ακούσει του Τσαουσάκη το τραγούδι «Βρε κουρνάζα Μαριγούλα»;

– Καλοί τουρκόσποροι κι οι δυο σας!


Ο Στράτος την τράβηξε απαλά απ' το μανίκι.

– Ασ' το κάτω ρε, λέγε. Τι θε να πεις;

– Να βιαστούμε να 'μαστε στην ώρα μας.


Και για να την καλοπιάσει,

– Να σου προσφέρω ένα λουλούδι απ' το ανθοπωλείο απέναντι;

– Γιατί, θες να με βγάλεις γκόμενα; Όχι, γιατί τις προάλλες ένας χλεχλές στου «Μαργωμένου» μου πέταξε λουλούδια. Τραγουδούσα το «Τρεις σταγόνες δηλητήριο». Του Σκαρπέλη του Κούλη. Παρατάω το μικρόφωνο. Κατεβαίνω. Τον αρχίζω, έλα εδώ, ρε μαλάκα, γιατί μου ρίχνεις λουλουδικό, για πουτάνα με πέρασες;

– Ε, βρε Σωτήρα, ρίξε λίγο νερό στο κρασί σου!

– Γιατί το δικό σου κρασί θα νερώσει; Το δικό μου θα νερώσει.

– Εντάξει, αδερφούλα μου, πάμε τώρα, θα χασομερήσουμε.

– Ε και, τι, θα μας κάνουνε ντα; Μεγάλη απόφαση αρχηγέ, θέλει σκέψη.

– Είχα κι εγώ τις αμφιβολίες μου. Αλλά δώσαμε το λόγο μας.

– Καλά, θα δούμε.

– Με στεναχωράς!

– Έλα, θες ένα κουραμπιέ; Έχω στην τσάντα.

– Ευχαριστώ, τελευταία είμαι λιγοφάγος, λέω να κρατήσω τη γραμμή μου.

– Ίσα ρε, γι' αυτό κοντεύεις να γίνεις σαν τη χοντρή του «Θησαυρού»;

Με το πες πες έφτασαν στο στούντιο.


Τους περίμεναν με λαχτάρα, παραγωγός και ηχολήπτης. Όσο γινόταν η ηχογράφηση, κι οι δυο τους είχαν συγκλονιστεί απ' την ερμηνεία, έκλαιγαν.


Ο παραγωγός ενθουσιασμένος δήλωσε:


– Μπράβο ρε παιδιά, τέτοιο πράμα δεν ξανάγινε. Τύφλα να 'χουνε οι πρωτοψάλτες του Πατριαρχείου. Ο δίσκος θα κυκλοφορήσει δέκα μέρες πριν απ' τις γιορτές. Θα σκίσουμε. Ψάλλει το πιο αηδονόλαλο ντουέτο του ελληνικού τραγουδιού. Από τη μια πλευρά, κάλαντα Χριστουγέννων και Πρωτοχρονιάς, κι απ' την άλλη τα Εγκώμια της Μεγάλης Εβδομάδος. Η πληρωμή θα γίνει αμέσως μετά. Να πάτε στην ευχή του Θεού, «Καλά Χριστούγεννα».


– «Ευτυχές το νέο έτος» αντευχήθηκαν κι οι δυο μ' ένα στόμα.

Βγήκαν και πήραν το δρόμο της επιστροφής.

– Ωραία τα είπαμε, Σωτήρα, πώς σου φάνηκε;

– Ωραία! Ε, καλά, εγώ σε ψαλτήρι μεγάλωσα, ο παπα-Σωτήρης ο παππούς μου μ' έπαιρνε μαζί του, έκανα αναλόγιο από μωρό παιδί.

– Κι εγώ τους μελετάω τους ψαλτάδες, τα γυρίσματα του λαρυγγιού τους.

– Εντάξει, αυτοί το σπουδάζουν.

– Άμα δεν υπάρχει η φωνή...

– Η φωνή είναι χάρισμα, δωρεά Θεού!

– Πώς είναι ο Σπύρος ο Λούης που λέγανε στο τρέξιμο!

– Αστραπή, άνεμος!

– Α, γεια σου! Ο Χιώτης δε χορεύουνε τα δάχτυλά του;

– Η Ευτυχία που γράφει τα στιχάκια; Ο Βίρβος;

– Ε, βέβαια.

– Άρα;

– Άρα, να το ξέρουμε, πως είμαστε τυχεροί!

– Ευνοημένοι, πες.

– Ευνοημένοι, γιατί όχι! Μα να είμαστε ταπεινοί.

– Κάτω το κεφάλι.

– Όχι, λάθος! Πάνω το κεφάλι. Αλλά με ταπεινότητα!

Ανταμώνουν μ' έναν ιερέα.

– Καλώς τον παπα-Γρηγόρη.

– Βρε Σωτήρα, πατριώτισσα!

– Στράτο, να σας συστήσω, ο πάτερ είναι Χαλκιδέος, παιδικός μου φίλος

– Τον γνωρίζω τον κύριο Παγιουμτζή, αλίμονο. Μα γιατί έχετε κι οι δυο κατεβασμένη την προβοσκίδα; Τι σαράκια σας τρώνε κύριε Στράτο;

– Ασ' τα, παπά μου, μας πρότειναν να τραγουδήσουμε τα Κάλαντα και τα Εγκώμια.

– Και το κάνατε;

– Ναι, οι αδιάντροποι.

– Το έχουμε μετανιώσει, είναι ντροπής, λέει η Σωτηρία. Αυτά είναι αγιωτικά πράματα. Να βάζανε μια τζίφρα να λέγαμε τη «Συννεφιασμένη Κυριακή» μαζί, μάλιστα! Ε, Στράτο;

– Μα το είπες με τον Πρόδρομο!

– Να το τραγουδήσουμε και πάλι! Άραγε το στραίει ο Βλάχος;

– Το στραίει, ασ' το σε μένα.

– Τούτο είναι δική σας υπόθεση. Πάντως για το άλλο, καλώς πράξατε, είπε ο παππάς.

– Δεν είμαστε και τόσο καθαροί, είπε ο Στράτος.

– Καθόλου, είπε η Σωτηρία.

– Ακούστε, αδερφοί, ο Κύριος συγχώρησε όλους τους πεπλανημένους. Ακόμη και τους παραπορευομένους οι οποίοι, όπως λέγουν οι Ευαγγελισταί Ματθαίος και Μάρκος «εβλασφήμουν αυτόν» κατά την Σταύρωσιν. Ως πανοικτίρμων συμπόνεσε και αγάπησε τους απόβλητους, τους παρακατιανούς, τους παρίες, τα μαύρα πρόβατα. Υπάρχει πάντοτε, μην ξεχνάμε, κάποιος Χριστός, ένας κρυφός Χριστός που μερινά για τα απολωλότα. Τον ληστή, την μοιχαλίδα και την πόρνη.

– Καλά, δεν ανήκουμε και σ' αυτές τις κατηγορίες, είπε η Σωτηρία.

– Εμείς λοξοπατάμε κάπου κάπου, να, είπε ο Στράτος.

– «Σάπιο σανίδι πάτησα, για σένα παραστράτησα» ψευτοτραγούδησε το άσμα η Σωτηρία.

– Μη μπαίνετε σε λογισμούς, κάντε αυτό το δώρο στους άλλους, χωρίς τύψεις, μην τους το στερείτε! Σας χαιρετώ, καλή χρονιά!


Προχωρούσαν συλλογισμένοι.

– Ρε μόρτισσα, κάτσε να ξετρυπώσω ένα μπρουσαλιό, το 'χω καβατζωμένο εδώ πιο κάτω, σ' έναν κάπελα.


Αρχίζει να τραγουδάει.

–«Ζούλα σε μια βάρκα μπήκα, στη σπηλιά του Δράκου μπήκα».

– Γεια σου ρε Στράτο Τεμπέλη, παινεμένε!

– Γεια σου Σωτηρία Μπέλλου με τ' όνομα! Γουστάρεις μια τσίκα;

– Άσε, θα φουμάρω ένα σκέτο Αγρινίου. Θα ρίξω και καμιά ζαριά μετά.

Η Σωτηρία έπιασε αγκαζέ τον Στράτο και προχώρησαν. Ό,τι κι αν άκουσαν, ό,τι κι αν σκέφτηκαν, ό,τι κι αν είπαν, οι ίδιοι ένιωθαν ότι ανήκαν σε κάποια περιοχή της κόλασης. Ποιες απορρίψεις, ποιες αποστροφές, ποια λαχανιάσματα και ποια κυνηγητά τους έκαναν να νιώθουν κουσουρλήδες, ερειπωμένοι, γυμνοί σαν τους πρωτόπλαστους; Πάνω στο φόρτε της δόξας τους αισθάνονταν υποδεέστεροι. Από ποιους; Ίσως απ' όλους τους ακροατές και τους θεατές τους. Σα να κουβαλούσαν στις πλάτες τους αρχαίες αμαρτίες, σακατλίκια του λαού, πληγές αγιάτρευτες και πένθη ατελεύτητα του γένους. Δεν ήξεραν πως ήταν εκπεπτωκότες άγγελοι, εξορισμένοι απ' τον παράδεισο, όμως ευλογημένοι από την χάρη να ταξιδεύουν με τις φωνές τους κάποιους άλλους σε νοερούς παράδεισους.

– Πάμε στο περίπτερο, Στράτο, και παρ' τους τηλέφωνο. Να ακυρώσουν την κυκλοφορία. Καλά τα Κάλαντα, αλλά εγώ στα ζάρια, εσύ στα χασίσια, κι από πάνω «Η Ζωή εν Τάφω», δεν πάει.


Κι έτσι τα Εγκώμια δεν επέτρεψαν να ακούσουμε ποτέ αυτά τα αλλιώτικα κάλαντα.

Βιβλίο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Η ζωή και τα ήθη ενός λεσβιακού χωριού μέσα από το φαγητό

Βιβλίο / Η ζωή και τα ήθη ενός λεσβιακού χωριού μέσα από το φαγητό

Στον Μανταμάδο οι γυναίκες του Φυσιολατρικού–Ανθρωπιστικού Συλλόγου «Ηλιαχτίδα» δημιούργησαν ένα βιβλίο που συνδυάζει τη νοσταλγία της παράδοσης με τις γευστικές μνήμες της τοπικής κουζίνας.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Ο Γκάρι Ιντιάνα δεν μένει πια εδώ 

Απώλειες / Γκάρι Ιντιάνα (1950-2024): Ένας queer ήρωας του νεοϋορκέζικου underground

Συγγραφέας, ηθοποιός, πολυτάλαντος καλλιτέχνης, κριτικός τέχνης, ονομαστός και συχνά καυστικός ακόμα και με προσωπικούς του φίλους, o Γκάρι Ιντιάνα πέθανε τον περασμένο μήνα από καρκίνο σε ηλικία 74 ετών.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Τζούλια Τσιακίρη

Οι Αθηναίοι / Τζούλια Τσιακίρη: «Οι ταβερνιάρηδες είναι ευεργέτες του γένους»

Με διαλείμματα στο Παρίσι και τη Νέα Υόρκη, έχει περάσει όλη της τη ζωή στο κέντρο της Αθήνας - το ξέρει σαν την παλάμη της. Έχει συνομιλήσει και συνεργαστεί με την αθηναϊκη ιντελεγκέντσια, είναι άλλωστε κομμάτι της. Εδώ και 60 χρόνια, με τη χειροποίητη, λεπτολόγα δουλειά της στον χώρο του βιβλίου και με τις εκδόσεις «Το Ροδακιό» ήξερε ότι δεν πάει για τα πολλά. Αλλά δεν μετανιώνει για τίποτα απ’ όσα της επιφύλαξε η μοίρα «εις τον ρουν της τρικυμιώδους ζωής της».
ΖΩΗ ΠΑΡΑΣΙΔΗ
«H woke ατζέντα του Μεσοπολέμου», μια έκδοση-ντοκουμέντο

Βιβλίο / Woke ατζέντα είχαμε ήδη από τον Μεσοπόλεμο

Μέσα από τις «12 queer ιστορίες που απασχόλησαν τις αθηναϊκές εφημερίδες πριν από έναν αιώνα», όπως αναφέρει ο υπότιτλος του εν λόγω βιβλίου που έχει τη μορφή ημερολογιακής ατζέντας, αποκαλύπτεται ένας ολόκληρος κόσμος βαμμένος στα χρώματα ενός πρώιμου ουράνιου τόξου.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Αθηναϊκές πολυκατοικίες: Η πιο ζωντανή ιστορία της πρωτεύουσας

Βιβλίο / Αθηναϊκές πολυκατοικίες: Η πιο ζωντανή ιστορία της πρωτεύουσας

Μια νέα ερευνητική έκδοση του Ιδρύματος Ωνάση, ευχάριστη και ζωντανή, αφηγείται την ιστορία της πολυκατοικίας αλλά και της πόλης μας με τις μεγάλες και τις μικρότερες αλλαγές της, μέσα από 37 ιστορίες.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Χυδαιότητα, ένα ελάττωμα της νεωτερικότητας

Βιβλίο / Χυδαιότητα, ένα ελάττωμα της εποχής μας

Το δοκίμιο «Νεωτερικότητα και χυδαιότητα» του Γάλλου συγγραφέα Μπερτράν Μπιφόν εξετάζει το φαινόμενο της εξάπλωσης της χυδαιότητας στην εποχή της νεωτερικότητας και διερευνά τη φύση, τα αίτια και το αντίδοτό της.
ΕΙΡΗΝΗ ΓΙΑΝΝΑΚΗ
«Μαθαίνεις να υπάρχεις μέσα στο γράψιμο και αυτό είναι επικίνδυνο»

Βιβλίο / «Μαθαίνεις να υπάρχεις μέσα στο γράψιμο και αυτό είναι επικίνδυνο»

Μια κουβέντα με τη Δανάη Σιώζιου, μία από τις πιο σημαντικές ποιήτριες της νέας γενιάς, που την έχουν καθορίσει ιστορίες δυσκολιών και φτώχειας και της οποίας το έργο έχει μεταφραστεί σε πάνω από 20 γλώσσες.
M. HULOT
«Τα περισσότερα περιστατικά αστυνομικής βίας εκδηλώνονται σε βάρος ειρηνικών διαδηλωτών»  

Βιβλίο / «Τα περισσότερα περιστατικά αστυνομικής βίας εκδηλώνονται σε βάρος ειρηνικών διαδηλωτών»  

Μια επίκαιρη συζήτηση με την εγκληματολόγο Αναστασία Τσουκαλά για ένα πρόβλημα που θεωρεί «πρωτίστως αξιακό», με αφορμή την κυκλοφορία του τελευταίου της βιβλίου της το οποίο αφιερώνει «στα θύματα, που μάταια αναζήτησαν δικαιοσύνη».
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ