Ναταλία Πετρίτη
Δημοσιογράφος
Διάλεξα η Συνάντηση της Natasha Brown να είναι το επόμενο βιβλίο που θα μου κάνει παρέα επειδή αποτελεί ένα δείγμα σύγχρονης μαύρης λογοτεχνίας με την οποία μόλις πρόσφατα ήρθαμε, στην Ελλάδα τουλάχιστον, σε εντονότερη επαφή – και γνωρίζει πιένες. Η αφηγήτρια του βιβλίου είναι Βρετανή, κόρη Αφρικανών μεταναστών, και σκοπός της ζωής της δεν είναι άλλος από την οικονομική και κοινωνική ανέλιξη. Τα κάνει όλα σωστά, σκύβοντας πάντα το κεφάλι, όταν όμως μια ιατρική διάγνωση τη φέρνει αντιμέτωπη με τη δική της θνητότητα, τότε αναγκαστικά επανεξετάζει τη ζωή της. Τάξη, φύλο και φυλή βρίσκονται σε πρώτο πλάνο, με τη Συνάντηση να μοιάζει ταυτόχρονα σχετική αλλά και τόσο μακρινή από τα δικά μας, γεμάτα πολλές φορές προνόμια βιώματα. Διαβάζεται απνευστί και οι hard to swallow αλήθειες που χωράνε στις 120 σελίδες του βιβλίου πυροδοτούν σκέψεις και συζητήσεις.
Μάρκος Φλόκας
Φοιτητής Κυβερνοασφάλειας και Δικτύων Υπολογιστών
Η αγάπη μου για την ιστορία από μικρή ηλικία με οδήγησε να επιλέξω αυτό το βιβλίο, αναγνωρίζοντας πάντοτε την αξία προσωπικοτήτων όπως ο Lawrence (Lawrence of Arabia). Κάθε ευκαιρία στη ζωή μου την αντιμετωπίζω με αποφασιστικότητα και πάθος, όπως διδάσκει αυτό το βιβλίο. Αυτό που κατά τη γνώμη μου κάνει ξεχωριστό το βιβλίο είναι η σοφία του και το ότι δίνει βάση στην ανθρώπινη εμπειρία. Μέσα από τα μάτια του Lawrence ζεις τα γεγονότα της Αραβικής Επανάστασης και νιώθεις μια έλξη για την περιπέτεια. Πάνω απ’ όλα, απέκτησα ανεκτίμητες γνώσεις για την πολυπλοκότητα της ηγεσίας, έμαθα πόσο σημαντικό είναι να εκμεταλλεύεσαι κάθε ευκαιρία που θα σου δοθεί στη ζωή και να παίρνεις ρίσκα. Αυτή η έμπνευση με βοηθάει να πετύχω στις σπουδές μου και συνεχίζει να με βοηθάει και με άλλα σχέδια που κάνω, π.χ. στην ίδρυση εταιρείας που εξειδικεύεται σε εφαρμογές βασισμένες στο cloud με άτομα που μοιράζονται την ίδια νοοτροπία, με ευκαιρίες που μου έχουν δοθεί στον κινηματογράφο και το modelling.
Μαριανίκη Ζαφειράκη
Social media manager
Όταν ήμουν δώδεκα χρονών, η ρουτίνα μου μετά το σχολείο περιλάμβανε παιχνίδια στον υπολογιστή, μουσική στο YouTube και τηλεόραση. Έχοντας περάσει τη φάση των κινουμένων σχεδίων, οι κωμικές, νεανικές σειρές του Nickelodeon, όπως το «iCarly», ήταν η τηλεόραση που απευθυνόταν σε κάθε έφηβο στην αρχή των ’10s. Το 2022 η Jennette McCurdy που υποδυόταν την αστεία, αντισυμβατική και ταλαντούχα Sam Puckett στο «iCarly» δημοσίευσε το memoir της με τον προβοκατόρικο τίτλο I’m glad my mom died. Σε αυτό περιγράφει την καριέρα της ως παιδί στη βιομηχανία του θεάματος, τις διατροφικές διαταραχές, τις καταχρήσεις καθώς και τη συστηματική συναισθηματική κακοποίηση που βίωνε από τη μητέρα της έως ότου εκείνη πέθανε το 2013.
Σε μια σφιχτή και κατά τόπους χιουμοριστική αφήγηση, η McCurdy κάνει μια θαρραλέα αναδρομή στο τραύμα και προσφέρει μια διαφορετική οπτική του τι συνέβαινε στη ζωή της πίσω από τα φώτα της πρόωρης δημοσιότητας. Το I’m glad my mom died είναι η σκληρή απάντηση στην ερώτηση «πού χάνονται τα παιδιά ηθοποιοί όταν δεν γεμίζουν στάδια και δεν κερδίζουν Grammys;». Είναι όμως και μια συγκινητική ιστορία η οποία συνδέεται με την ενηλικίωση του καθενός από εμάς που, μεγαλώνοντας, χρειάζεται να αντιμετωπίσουμε την αλήθεια, να αναλογιστούμε τις δικές μας οικογενειακές σχέσεις μακριά από την εξωραϊσμένη παιδική και εφηβική ηλικία και, τελικά, να βρούμε τον χώρο που θέλουμε και μας αναλογεί.
Μαίρη Λεονάρδου
Φωτογράφος
H Σπουδή στο μπλε είναι ένα από τα βιβλία που δεν τα βρίσκεις, σε βρίσκουν. Εμένα με βρήκε όταν μια αγαπημένη μου φίλη ανέβασε μια σελίδα από αυτό με μια πρόταση υπογραμμισμένη: «Ο έρωτας δεν είναι παρηγοριά, ο έρωτας είναι φως». Αμέσως μετά μου έστειλε «εσένα σκέφτηκα όταν το διάβασα» και ζεστάθηκε η καρδιά μου. Την επόμενη μέρα αγόρασα και «ρούφηξα» ένα βαθιά προσωπικό, υπέροχα ρεαλιστικό και σπαρακτικά τρυφερό βιβλίο για το μπλε και τον έρωτα· οι λέξεις και οι ιστορίες διαφορετικών ανθρώπων κούμπωσαν με αυτό που βλέπουν τα δικά μου μάτια όταν βλέπουν τις πιο αγαπημένες μου μπλε αποχρώσεις και τα πιο αγαπημένα μου μάτια. Μου αρέσουν τα βιβλία που συγκεντρώνουν πολλές διαφορετικές ιστορίες, πάντα στο τέλος σκέφτομαι τι μου έμεινε από την καθεμία και τι μου βγάζουν όλες μαζί. Στο τέλος της Σπουδής σκέφτηκα κάτι που είχα δει κάπου γραμμένο και έλεγε «όλα υπάρχουν στο βλέμμα μας» – συμφωνώ απόλυτα. Αυτό είναι ένα βιβλίο που μοιάζει με τοπίο χαρτογραφημένο γι’ αυτούς που ξέρουν να βλέπουν στα πράγματα, εκτός από το να τα κοιτάζουν.
Tsolimon
Μουσικός, performer
Επέλεξα το Ποιος σκότωσε τον πατέρα μου γιατί είναι ένα βιβλίο που «καίγεται» να αφηγηθεί αυτά που κινδυνεύουν να μείνουν ανείπωτα: την οργή, την απελπισία, τη βία, τη σκληρότητα, την τρυφερότητα, την αποδοχή, την αγάπη. Βαθιά προσωπικό, χωρίς ποτέ να πέφτει στην παγίδα του ατομισμού και της αυτοαναφορικότητας, είναι ένα ανθρώπινο βιβλίο που κρατάει τη ματιά του καρφωμένη στην πολιτική διάσταση των γεγονότων και στις συνέπειες των ταξικών διαχωρισμών που επηρεάζουν καταλυτικά ακόμα και τις πιο στενές μας σχέσεις.
Συνήθως διαβάζω βιβλία που προέρχονται από την παράδοση της ηπειρωτικής φιλοσοφίας, της κριτικής και πολιτικής θεωρίας. Αλλά, πού και πού, κάτι πιο λογοτεχνικό με συνεπαίρνει. Τα campus novels είναι η ένοχη απόλαυσή μου. Όλα μου τα βιβλία τα προμηθεύομαι από το βιβλιοπωλείο της γειτονιάς, το Literature House, όπου η κυρία Ανδρονίκη πάντα μου κάνει τις καλύτερες βιβλιοπροτάσεις.
Μανόλης Καραφύλλης
Δεν είναι ότι οι νέοι διαβάζουμε μόνο τωρινά πράγματα, μας γοητεύουν και οι φτασμένοι τίτλοι, φυσικά εκτιμάμε και κάποιους σύγχρονους εκδοτικούς. Η επιλογή μου σήμερα μοιάζει προκλητική, μια και πρόκειται για ένα «νευριασμένο», queer ποιητικό έργο. Η/το Τίνσελ, κουρασμένη/-ο απ’ την απόμακρη ποίηση, καταγράφει σε απλή και αυθάδικη γλώσσα φάσεις απ’ τη ζωή της/του σήμερα. Εύκολα κατατάσσει κάποιος μπουχτισμένος τη συλλογή στην κατηγορία «Τραύμα» της μοντέρνας ποίησης, και καλά κάνει δηλαδή, μια και πρόκειται για θεατρικά στημένα δυσάρεστα βιώματα. Ωστόσο, υπάρχει κάτι παράδοξο: η/το Νόα δεν γράφει για χάρη της λύπης· γράφει επιθετικά, ξεμπροστιάζοντας την αδικία και τη δηθενιά της κοινωνίας μας. Οι στίχοι, συχνά με ειρωνεία και υπερβολή, προκαλούν ανάμεικτα συναισθήματα και το σημαντικό είναι ότι βγάζουν γέλιο. Πρόκειται για ένα ουσιαστικά σατιρικό έργο που διάβασα όρθιος μονοκοπανιά.
Παναγιώτα Βαγιού
Φοιτήτρια Νομικής
Ήρθα στον κόσμο σχεδόν δύο μήνες προτού η Νίκη-Ρεβέκκα Παπαγεωργίου τον αφήσει για πάντα(;). Θα έλεγε κανείς πως δεν είχαμε την ευκαιρία να συναντηθούμε σε αυτήν τη ζωή. Aλλά ούτε και γι’ αυτό είμαι απολύτως βέβαιη. Ανήμερα των δέκατων όγδοων γενεθλίων μου δημοσιεύτηκε στη LiFO ένα μικρό αφιέρωμα στο έργο της. Διαβάζοντας αποσπάσματα των πεζοποιημάτων της από το εν λόγω αφιέρωμα ένιωσα πως το χέρι που τα είχε γράψει συνδεόταν με κάποια αόρατη κλωστή με τα χέρια που είχαν γράψει τα ως τότε αγαπημένα μου, αυτά που με είχαν περιθάλψει κατά τη διάρκεια μιας ομολογουμένως δύσκολης εφηβείας: με τις Ιστορίες του κ. Κόινερ του Μπρεχτ, την Κασσάνδρα και τον λύκο της Καραπάνου και την Προετοιμασία του Επαμεινώνδα Χ. Γονατά. Τα γραπτά εκείνης όμως δεν έγιναν απλώς αγαπημένα μου αλλά κάτι πολύ περισσότερο, μια πολύ προσωπική προσευχή ενηλικίωσης. Είναι αδύνατο να υπολογίσω πόσα αντίτυπα του βιβλίου που εμπεριέχει το σύνολο του έργου της (Του λιναριού τα πάθη - Ο Μέγας μυρμηγκοφάγος από τις εκδόσεις Άγρα) έχω αγοράσει τα τελευταία έξι χρόνια, αν σκεφτεί πως κανείς πως πάντα χαρίζω το εκάστοτε αντίτυπο που υπάρχει σπίτι μου σε όποιον τύχει να με επισκεφθεί. Καμιά φορά, αισθάνομαι πως η Παπαγεωργίου άφησε πίσω της μια τρυφερή και παράδοξη θρησκεία γεμάτη φως και σκοτάδι και πως δική μου δουλειά είναι να είμαι ιεραπόστολός της.
Μαρία Γεωργιάδου
Δασκάλα
Διαβάζω αρκετά, αν και όχι όσο θα ήθελα (κάτι που μάλλον ισχύει για όλα τα άτομα που αγαπούν την ανάγνωση). Το τελευταίο διάστημα δυσκολεύομαι να διαβάσω πεζογραφία και έχω στραφεί στις μελέτες και τα δοκίμια – το βέβαιο είναι πως δεν βγαίνω από το σπίτι χωρίς βιβλίο στην τσάντα. Το πρώτο μισό του τίτλου μού τράβηξε την προσοχή, το δεύτερο όμως ήταν αυτό που με έπεισε να αγοράσω το βιβλίο. Κι αυτό γιατί μέσα σε όλη αυτήν τη δυσοίωνη πραγματικότητα προσπαθώ, μεταξύ άλλων, να διαχειριστώ τις ενοχές μου για τα όποια προνόμια απολαμβάνω ακόμα. Είναι καλό που μία φορά τον μήνα πηγαίνω σε ένα από τα όχι-ιδιαίτερα-φτηνά εστιατόρια που έχουν ανοίξει στη γειτονιά μου ή με αυτόν τον τρόπο συμβάλλω στο gentrification; Το σεξ μπορεί να λειτουργήσει ανατρεπτικά σε κοινωνικοπολιτικό επίπεδο ή δρα κατευναστικά, κλείνοντάς μας ακόμα περισσότερο στον μικρόκοσμό μας; Δεν έπεσα έξω, το βιβλίο θίγει πολλά από τα ζητήματα που ήλπιζα ότι θα έθιγε.
Λυδία Μάρθα Σιούστη
Φοιτήτρια Ιστορίας και Φιλοσοφίας της Επιστήμης
Όταν επέλεξα να διαβάσω αυτό το βιβλίο, δεν ήξερα τι να περιμένω, μια και ο τίτλος (Το τίμημα που δεν είμαστε διατεθειμένοι να καταβάλουμε για τον έρωτα), αν και περιγραφικός, σε μπερδεύει. Το βιβλίο αυτό απ’ την αρχή μέχρι το τέλος αγγίζει την καρδιά και το μυαλό αυτού που το διαβάζει, με την ευαισθησία που η Etel Adnan χρησιμοποιεί τις λέξεις. Δεν φοβάται να εξερευνήσει τις πιο σκοτεινές πλευρές του εαυτού της και να τις μοιραστεί με τον αναγνώστη, και η ειλικρίνεια αυτή σε κάνει να συνδέεσαι μαζί της και να σκεφτείς για τον έρωτα με έναν νέο τρόπο. Μέσα από τη γραφή της η Adnan περιγράφει τις συναισθηματικές αντιφάσεις και τις προκλήσεις που συναντούν οι άνθρωποι όταν ερωτεύονται. Αναδεικνύει την πονηρή φύση και την ομορφιά του έρωτα και ο ποιητικός και ανθρώπινος λόγος της σου υπενθυμίζει τι σημαίνει να αγαπάς και να είσαι αγαπημένος με τον πλέον γνήσιο τρόπο.
Αλίκη Τζίφα
Mεταπτυχιακή φοιτήτρια Ψυχολογίας
Σύμφωνα με πολλούς στον χώρο της ψυχανάλυσης, ο Massimo Recalcati είναι συνεχιστής της φροϊδικής και λακανικής σκέψης. Το ερώτημα που παρακινεί τη σκέψη του ψυχαναλυτή είναι τι έχει απομείνει από τον πατέρα σε μια εποχή όπου η εικόνα του συμβόλου του πατέρα είναι αντικρουόμενη, πατριαρχο-υποτακτική. Χρησιμοποιεί την υπερμοντέρνα εποχή ως τον νεότερο σταθμό της επαναλαμβανόμενης ιστορίας της εξάχνωσης του πατέρα, με μοναδική διαφορά πως σε αυτήν, εκτός από την αέναη ανάγκη υπάρχουν και τα μέσα για να αξιοποιηθεί το πατρικό σύμβολο, ρευστοποιώντας το τρίπτυχο «πατέρας - νόμος - πράγμα».
Ως εκκολαπτόμενη ψυχολόγος, θα επιστήσω την προσοχή των μελλοντικών αναγνωστών στο κομμάτι που μιλάει για τη σημασία της λειτουργίας του πατέρα στα κοινωνικά σύνολα, καθώς ζούμε σε μια εποχή εσκεμμένα ραγδαίας ανάπτυξης, οπότε προκύπτουν συνεχώς νέα πατρικά σύμβολα που καταστρέφονται αυτόματα στον βωμό της επιθυμίας με εντολή από τον «νόμο». Επίσης, είναι αρκετά ενδιαφέρων ο τρόπος που εξερευνώνται τα όρια του πεπερασμένου χαρακτήρα μέσω της άυλης σύνδεσής του με τον εξίσου πεπερασμένο χαρακτήρα του πατέρα δημιουργού.
Γιώργος Χιώτης
Hθοποιός-συγγραφέας
«Κάποτε αγαπούσα ένα κορίτσι και ναι εντάξει κάποτε αγαπούσα ένα κορίτσι» γράφει ο Ron Padgett στο ποίημά του «Olivetti Lettera». Πρόκειται για μια φράση που συμπυκνώνει κατά κάποιον τρόπο τις ποικίλες ατμόσφαιρες που διαπερνούν τις λέξεις του.
Ατμόσφαιρες ετερόκλητες που σε πρώτο χρόνο πλαισιώνουν ανοργάνωτα το φάσμα της ανθρώπινης καθημερινότητας, σε δεύτερο χρόνο ωστόσο συναντιούνται, συμπορεύονται και συγκροτούν έναν πίνακα του απλού και του αυτονόητου.
Ένας καφές, μια γραφομηχανή, ένα κορίτσι που ακουμπά το κεφάλι του στο μαξιλάρι. Αρκούν αυτά, τοποθετημένα εντός μιας εικονικής και ρυθμικής ροής με τα κατάλληλα τσαλακώματα, προκειμένου να γεννηθεί η ποίηση ανεπαίσθητα, στην πιο απτή και ήπια εκδοχή της. Το διάβασμα ουδέποτε αποτέλεσε για μένα μια τελετουργική, χρονικά οριοθετημένη διαδικασία. Ενυπάρχει στην καθημερινότητά μου σε τέτοιο βαθμό, ώστε παύει να έχει τον χαρακτήρα του ιερού. Δεν αποζητώ να γίνεται εν μέσω απόλυτης ησυχίας και το θεωρώ ισάξιο με την παρακολούθηση ενός αγώνα ποδοσφαίρου. Λέξεις ποίησης και πεζογραφίας, επιστημονικοί συλλογισμοί και φιλοσοφικές θέσεις· είναι όλα τους συνεχώς εκεί. Για μένα ο ιδανικός αναγνώστης μοιάζει με μια γιαγιά που πλέκει στο πανηγύρι του χωριού.
Στέλιος Χριστοφόρου
Σκηνοθέτης
Τυχαία, πριν πάω για ποτό κάποια στιγμή, βρέθηκα σε ένα βιβλιοπωλείο και έπεσα πάνω στο Όλα είναι ερωτικά, που ένας φίλος μού είπε να το πάρω. Πήρα ένα ποτήρι κρασί και αυτό το βιβλίο. Καλά έκανα. Ένιωσα. Θυμήθηκα πώς είναι να είναι πάλι όλα ερωτικά. Ο Φλεβάρης έγινε και πάλι ερωτικός, υγρός, ζεστός, ιδρωμένος σαν Αύγουστος. Διαβάζοντας, νοστάλγησα. Ταξίδεψα σε μνήμες· στα κακοπλυμένα ποτήρια στο κάμπινγκ με ζεστή μπίρα και γεύση αλατιού· στα αχτένιστα μπλεγμένα μαλλιά· στο κρύο ντους· στη βόλτα στην ανατολή μετά από 25 τζιν τόνικ· στα κόκκινα μάτια μετά από ξενύχτι· στη φρεσκοπλυμένη κουβέρτα·στο κρύο πάτωμα μετά από καυτό ντους· σε μια ζεστή σούπα που μου έφτιαξες εσύ· στο τσιγάρο που μου στρίβεις. Αν τα βρίσκεις όλα ερωτικά, να το διαβάσεις. Θα επιβεβαιωθείς. Αν δεν βρίσκεις τίποτα ερωτικό, να το διαβάσεις, θα βρεις. Δεν ήθελα να τελειώσει. Δεν βρήκα κάτι να διαφωνήσω, γιατί όλα είναι ερωτικά. Αυτά και άλλα τόσα, και άλλα τόσα. Ήθελα να διαβάζω για πάντα. Όλα αυτά τα ερωτικά.
Νάγια Θεοδοσίου
Φοιτήτρια Ψυχολογίας
Το Μόρια: Μετέωροι στο πουθενά της Ευρώπης αποτελείται από τα γράμματα που έγραφε η δικηγόρος Marie Doutrepont στους οικείους της κατά τη διάρκεια της παραμονής της ως εθελόντριας στο hot-spot της Μόριας τον Μάιο του 2017 με σκοπό να παρέχει δωρεάν νομικές υπηρεσίες σε πρόσφυγες. Ο λόγος που επέλεξα να μιλήσω για το συγκεκριμένο βιβλίο είναι γιατί οι ενημερωτικές πηγές για το προσφυγικό στην Ελλάδα είναι περιορισμένες για συγκεκριμένους πολιτικούς λόγους. Η συγγραφέας ξεκινάει το βιβλίο περιγράφοντας αναλυτικά τη διαδικασία διεξαγωγής των συνεντεύξεων των αιτούντων άσυλο στην Ελληνική Υπηρεσία Ασύλου στη Λέσβο.
Οι επιστολές που ακολουθούν είναι ένα μείγμα καταγραφής των προσωπικών ιστοριών των προσφύγων που γνώρισε εκεί, της καθημερινότητας-κόλασης που καλούνται να ζήσουν και μιας αφοπλιστικής και ειλικρινούς κριτικής όσων αντίκρισε η ίδια κατά την παραμονή της εκεί. Μιλάει, λοιπόν, για το τι σημαίνει να φτάνεις κατατρεγμένος από τη χώρα σου στα ευρωπαϊκά εδάφη, ελπίζοντας ότι θα έχεις μια ανθρώπινη αντιμετώπιση και αντ’ αυτού να πέφτεις συνέχεια σε «τοίχους». Τι σημαίνει να είσαι κολλημένος για μήνες ή και χρόνια σε ένα «προσωρινό κατάλυμα», περιμένοντας να εγκριθεί η αίτησή σου για άσυλο. Τι σημαίνει να είσαι επιζώντας βασανιστηρίων ή επιζήσασα βιασμού και η προτεινόμενη θεραπεία από το νοσοκομείο της Μυτιλήνης να είναι η παρακεταμόλη. Με άλλα λόγια, τι σημαίνει να είσαι πρόσφυγας και να βιώνεις στο πετσί σου το καφκικό παράλογο κάθε μέρα.
Το hot-spot της Μόριας κάηκε ολοσχερώς τον Σεπτέμβριο του 2020. Από τότε οι πρόσφυγες και οι αιτούντες άσυλο μένουν στο καμπ του Μαυροβουνίου, το οποίο μετατράπηκε από Κέντρο Υποδοχής και Ελέγχου σε Κλειστή Ελεγχόμενη Δομή, και προγραμματίζεται να μεταφερθούν σε μια καινούργια ΚΕΔ στη Βάστρια. Όποιο άτομο ενδιαφέρεται να ενημερώνεται για την καθημερινότητα των προσφύγων εκεί και τις καμπάνιες που τρέχουν, μπορεί να ακολουθήσει τον λογαριασμό now_you_see_me_moria στο Ιnstagram.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.