Δικαιώματα, θεσμοί και συντηρητική στροφή

Δικαιώματα, θεσμοί, και συντηρητική στροφή Facebook Twitter
Η συντηρητικοποίηση έγκειται ακριβώς σε αυτό το σημείο: στην κανονικοποίηση μη ανθρωπιστικών πολιτικών, επειδή φέρνουν πρόσκαιρο όφελος, στην κανονικοποίηση των αποκλεισμών από βασικά δικαιώματα, όπως είναι η υγεία, η παιδεία, η στέγη.
0

Με αφορμή τα εκλογικά αποτελέσματα και το πώς δεν αποτυπώθηκαν στις δημοσκοπήσεις που προηγήθηκαν, αλλά και τη συζήτηση που ξεκίνησε για τη συντηρητικοποίηση ή μη της ελληνικής κοινωνίας, χρειάζεται να σκεφτούμε αν τα εργαλεία που μας έφεραν μέχρι εδώ αρκούν και για να καταλάβουμε το από εδώ και πέρα. Αίσθησή μου είναι ότι βρισκόμαστε μπροστά σε νέες εκφράσεις (της) συντηρητικής στροφής, που δεν έχουν ακόμη περάσει στα ερευνητικά μοντέλα.

Κάνοντας μία ανασκόπηση των δύο πιο σοβαρών και εκτεταμένων ερευνών που σκιαγραφούν το πού βρίσκεται η ελληνική κοινωνία σήμερα, της Διανέοσις (Τι πιστεύουν οι Έλληνες σήμερα, Μάρτιος 2022) και του Eteron (Η ακτινογραφία των ψηφοφόρων: Ιδεολογίες, αξίες, τοποθετήσεις, Απρίλιος 2023), παρατηρούμε ότι υπάρχει μία σειρά ερωτήσεων γύρω από τους συνήθεις υπόπτους (ΛΟΑΤΚΙ+ δικαιώματα, γυναίκες και εργασία, μετανάστες, θρησκεία) στα οποία οι στάσεις φαίνεται σταδιακά να γίνονται πιο προοδευτικές μέσα στον χρόνο.

Αυτή η γραμμή ερωτήσεων αντανακλά θέματα στα οποία παραδοσιακά οργανωνόταν η συντηρητική ρητορική και που θα απαντηθούν περισσότερο ή λιγότερο με τρόπο που να συνάδει με τον πολιτικό αυτοπροσδιορισμό, πιθανά ανεξάρτητα από το αν το άτομο ειλικρινά τα πιστεύει. 

Η συντηρητικοποίηση αφορά όχι μόνο την αναστροφή δικαιωμάτων (αυτό είναι εύκολο και προφανές), αλλά τις όποιες διαφορές στην αντιμετώπιση όσων είναι σε μειονοτική θέση: είναι ίδιες οι διακρίσεις και οι αποκλεισμοί την τελευταία δεκαετία; Η πρόσβαση σε υπηρεσίες και αγαθά για τις μειονοτικές ομάδες; Η ασφάλεια που νιώθουν τα άτομα στον δημόσιο χώρο; Η απάντηση αφορά την αντοχή της πλειοψηφίας σε ό,τι αντιλαμβάνεται ως διαφορετικό. Η ορατότητα δεν σημαίνει και ταυτόχρονη οριζόντια αποδοχή (πόσο δε μάλλον συμπερίληψη)· αντίθετα, συχνά φέρνει έντονες αντιδράσεις, οι οποίες πριν δεν εκφραζόταν, καθώς δεν είχαν συγκεκριμένο στόχο. 

Εκεί όμως που οι απαντήσεις διαφοροποιούνται είναι σε λιγότερο προφανή θέματα: για τη θανατική ποινή, με περίπου το 50% να υποστηρίζει την επαναφορά της και την πλειοψηφία να επικροτεί αυστηροποίηση των ποινών (Διανέοσις).

Παράλληλα, από το 2016 και ένθεν, αυξάνονται τα ποσοστά των ατόμων που αναγνωρίζουν ότι δεν προστατεύονται τα δικαιώματα των μειονοτήτων, ότι οι μειονότητες δεν απολαμβάνουν όλες τις ελευθερίες που χαρακτηρίζουν μια δημοκρατία και ότι η δικαιοσύνη δεν αντιμετωπίζει ισότιμα όλα τα άτομα (σύγκριση ερευνών της Διανέοσις, 2016-2022) – ουσιαστικά δηλαδή δεν μπορούμε να λέμε ότι δεν γνωρίζουμε. Γνωρίζουμε και αποφασίζουμε και με αυτή τη γνώση.

Το πιο σοβαρό όμως εύρημα που δεν διαβάζεται ως συντηρητική τάση είναι η έλλειψη εμπιστοσύνης απέναντι στους θεσμούς (πρωθυπουργός, Πρόεδρος της δημοκρατίας, δικαιοσύνη, ανεξάρτητες αρχές), κοινή στους ψηφοφόρους όλων των κομμάτων, με εξαίρεση της ΝΔ. Στην περίπτωση αυτή είτε θα πρέπει να θεωρήσουμε ότι οι ψηφοφόροι της ΝΔ είναι οι πιο «θεσμικοί», είτε, πολύ πιο πιθανά, ότι οι ψηφοφόροι της ΝΔ εμπιστεύονται τους θεσμούς επειδή είναι η ΝΔ που τους ελέγχει – και αν ήταν άλλο κόμμα στην εξουσία και εκείνοι θα δυσπιστούσαν.

Η θεώρηση των θεσμών της εξουσίας ως λάφυρο του νικητή των εκλογών δεν είναι πρωτόγνωρη. Η απαξίωσή τους όμως σε συνδυασμό με μία α-πολιτική σχέση με την πολιτική (Eteron), όπως υποδεικνύει η επικρατούσα στάση –δηλαδή ότι η διαφορά αριστεράς-δεξιάς δεν είναι σημαντική–, οδηγεί στην αντιμετώπιση της πολιτικής αυστηρά τεχνοκρατικά. Το θέμα γίνεται η διαχείριση, με όρους μετρήσιμης οικονομικής αποτελεσματικότητας.

Η επιλογή όμως της πιο οικονομικά αποτελεσματικής λύσης αποτελεί και ξεκάθαρη πολιτική θέση – ακόμη κι αν δεν νοηματοδοτείται ως τέτοια. Τα παραδείγματα της υγείας και της παιδείας είναι χαρακτηριστικά, όπου η οικονομική αποτελεσματικότητα δεν συνεπάγεται τελικά καλές υπηρεσίες για όλους, αλλά καλύτερες για κάποιους (αυτούς που έχουν την οικονομική δυνατότητα). Η συντηρητικοποίηση έγκειται ακριβώς σε αυτό το σημείο: στην κανονικοποίηση μη ανθρωπιστικών πολιτικών, επειδή φέρνουν πρόσκαιρο όφελος, στην κανονικοποίηση των αποκλεισμών από βασικά δικαιώματα, όπως είναι η υγεία, η παιδεία, η στέγη.

Ενδιαφέρουσα η αντίφαση στο σημείο αυτό: ενώ εκλογικά ανταμείβονται φιλελεύθερες και νεοφιλελεύθερες πολιτικές, η αντίστοιχη απάντηση της πλειοψηφίας στην έρευνα του Eteron είναι ότι η αριστερά/κεντροαριστερά θα μπορούσε να εξασφαλίσει ένα καλύτερο μέλλον.

Αν μιλάμε για έρευνα στάσεων και αντιλήψεων, η μεγαλύτερη πρόκληση είναι να εντοπίσει όσα αρχίζουν να εκφράζονται, αλλά δεν αποτελούν ακόμη κοινό τόπο. Μένω στη συντηρητικοποίηση γιατί, τουλάχιστον στην αρχή της, δεν είναι εύκολα μετρήσιμη, όπως άλλωστε και οι διακρίσεις, μια άλλη συγγενής έννοια (εννοιολογικά και ερευνητικά).

Από τη μέτρηση των διακρίσεων, αυτό που ερευνητικά έχουμε μάθει, είναι ότι ο πιο σίγουρος τρόπος να τις αποτυπώσουμε είναι να ρωτήσουμε τους ανθρώπους που τις υφίστανται και όχι τους ανθρώπους που τις διαπράττουν. Ο βασικός λόγος γι' αυτό είναι ότι για τα άτομα που δέχονται διακρίσεις η έγκαιρη αναγνώριση τους είναι, συχνά κυριολεκτικά, ζήτημα ζωής ή θανάτου και για τον λόγο αυτό είναι πολύ καλύτερα «εκπαιδευμένα» στο να τις αναγνωρίζουν.

Αναφέρομαι στις διακρίσεις, καθώς η βασική όψη της συντηρητικοποίησης είναι η οχύρωση στο οικείο και το παραδοσιακό, ο διαχωρισμός από ό,τι είναι άγνωστο και νέο. Και βέβαια, η διατήρηση των προνομίων από τις ομάδες που παραδοσιακά τα έχουν – το οποίο μεταφράζεται σε μη «διανομή» ή αναγνώριση δικαιωμάτων και ελευθεριών.

Τα τελευταία χρόνια παρατηρούμε μία σημαντική μετακίνηση των διαχωριστικών γραμμών, η οποία ξεκίνησε από τις ΗΠΑ κατά την περίοδο Τραμπ και σταδιακά έρχεται στην Ευρώπη. Τα θέματα που είναι πια τα σημεία διαφοροποίησης μιας νέο-συντηρητικής, στην ουσία της alt right, ρητορικής αφορούν το φύλο, με την αντί-τρανς ρητορική στην αιχμή του δόρατος.

Η ερώτηση πια δεν είναι η νομική αναγνώριση της ταυτότητας φύλου, αλλά η πρόσβαση τρανς ατόμων (ειδικά δε παιδιών και νέων) σε ιατρικές υπηρεσίες επιβεβαίωσης του φύλου τους ή η ΛΟΑΤΚΙ+ ορατότητα στο σχολείο και γενικά την εκπαίδευση (με πιο πρόσφατο παράδειγμα τη δίωξη της δασκάλας που τόλμησε να δείξει το Shower Boys) ή τους χώρους εργασίας. Είναι δε ενδεικτικό ότι η αντι-τρανς ρητορική συναντάται σε διαφορετικούς πολιτικούς χώρους και κόμματα, όχι με την ίδια ένταση (π.χ. ΚΚΕ και ακροδεξιά κόμματα, χωρίς όμως να λείπει εντελώς από κανένα πολιτικό χώρο).

Σε σχέση με το φύλο, δεν βλέπουμε καμία ερώτηση για το δικαίωμα στην άμβλωση (και εδώ να σημειώσουμε ότι τέτοιες ερωτήσεις δεν χρειάζεται απαραίτητα να έχουν τη μορφή δημοψηφίσματος, συμφωνώ/διαφωνώ, υπάρχουν εναλλακτικές). Όπως δεν υπάρχουν και ερωτήσεις που να μπορούν να πιάσουν πιο λεπτές αποχρώσεις μισογυνισμού, που να προσεγγίζουν incel απόψεις γύρω από την αρρενωπότητα και τη θέση των γυναικών. 

Αντίστοιχα, στο θέμα της ένταξης μεταναστών και προσφύγων λείπει μία ευθεία ερώτηση για το τείχος στον Έβρο. Θα ήταν ενδιαφέρον να δούμε πώς απαντάται, ειδικά με δεδομένες απαντήσεις (στην έρευνα του Eteron) ότι οι μετανάστες οφείλουν να αποδεχτούν τις ελληνικές αξίες και τον ελληνικό τρόπο ζωής και ότι ο αριθμός μεταναστών είναι υπερβολικά μεγάλος, στα όποια συμφωνεί η πλειοψηφία όλων των κομμάτων (Eteron).

Η κρίσιμη ερώτηση εδώ ίσως αφορά διαφοροποίηση μεταξύ διαφορετικών μεταναστευτικών ομάδων (βάσει θρησκευτικών ή φυλετικών χαρακτηριστικών), μία μετακίνηση δηλαδή από το να θεωρούμε ότι υπάρχει μία ομοιογενής ομάδα μεταναστών. Η ερώτηση αν είμαστε έτοιμοι να δούμε μετανάστες β’ γενιάς στη Βουλή παραμένει ρητορική: όλες οι σχετικές υποψηφιότητες κινήθηκαν χαμηλά, κάτι που δεν οφείλεται τόσο στις ίδιες τις μεταναστευτικές ομάδες όσο στους γηγενείς (τα κριτήρια ιθαγένειας είναι πια τόσο αυστηρά που η εκλογική δύναμη των μη γηγενών είναι πολύ μικρότερη από την αριθμητική τους παρουσία). 

Στο θέμα της θρησκείας, ίσως η πιο κρίσιμη ερώτηση που δεν γίνεται να αφορά τον διαχωρισμό εκκλησίας-κράτους, την εμπλοκή δηλαδή της θρησκείας με την κοσμικότητα, με συγκεκριμένες ερωτήσεις, όπως θα ήταν η πρωινή προσευχή στα σχολεία ή ο υποχρεωτικός πολιτικός γάμος. Δευτερευόντως, την προστασία διαφορετικών θρησκειών, θέμα που άπτεται και της ένταξης μεταναστών και προσφύγων. 

Το βασικό αντεπιχείρημα είναι ότι η συζήτηση και μόνο για κάποια από αυτά τα θέματα δείχνει ότι κινούμαστε προς τα μπροστά, άρα για ποια συντηρητικοποίηση μιλάμε; Η απάντηση είναι απλή και σύνθετη ταυτόχρονα και αφορά την αναγνώριση ότι οι στάσεις αλλάζουν μέσα στα χρόνια (συνήθως προς το προοδευτικότερο, αλλά όχι πάντα). Νέοι κοινωνικοί και ιστορικοί συσχετισμοί αναδεικνύουν διαφορετικά θέματα και διαφορετικές μειονοτικές ομάδες: τα δικαιώματα των τρανς ατόμων έρχονται στο επίκεντρο τώρα γιατί τώρα είναι μεγαλύτερη η ορατότητά τους – το ίδιο π.χ. και τα δικαιώματα των Αφροελλήνων. 

Η συντηρητικοποίηση αφορά όχι μόνο την αναστροφή δικαιωμάτων (αυτό είναι εύκολο και προφανές), αλλά τις όποιες διαφορές στην αντιμετώπιση όσων είναι σε μειονοτική θέση: είναι ίδιες οι διακρίσεις και οι αποκλεισμοί την τελευταία δεκαετία; Η πρόσβαση σε υπηρεσίες και αγαθά για τις μειονοτικές ομάδες; Η ασφάλεια που νιώθουν τα άτομα στον δημόσιο χώρο;

Η απάντηση αφορά την αντοχή της πλειοψηφίας σε ό,τι αντιλαμβάνεται ως διαφορετικό. Η ορατότητα δεν σημαίνει και ταυτόχρονη οριζόντια αποδοχή (πόσο δε μάλλον συμπερίληψη)· αντίθετα, συχνά φέρνει έντονες αντιδράσεις, οι οποίες πριν δεν εκφραζόταν, καθώς δεν είχαν συγκεκριμένο στόχο. 

Οι εκλογές τις 21ης Μαΐου μας φέρνουν μπροστά σε μία εικόνα που τώρα αρχίζει να ξετυλίγεται: άνετη επικράτηση της ΝΔ (με τα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά που έχει και τη ρητορική όχι μόνο του Κυρ. Μητσοτάκη, αλλά και του Αν. Σαμαρά), ανάδυση και σταθεροποίηση μικρότερων ακροδεξιών κομμάτων με alt right και φασίζοντα (αν όχι ευθέως φασιστικό) λόγο και ταυτόχρονη σημαντική συρρίκνωση της αριστεράς.

Είναι εύκολο να κρυφτούμε πίσω από την απαξίωση της πολιτικής και το τέλος των ιδεολογιών, η πραγματικότητα όμως είναι ότι στεκόμαστε μπροστά σε έναν μισοκαλυμμένο καθρέφτη. Το να μη θέλουμε να δούμε την εικόνα δεν θα την αλλάξει. 

* Η Νάνσυ Παπαθανασίου είναι ψυχολόγος και συνιδρύτρια του επιστημονικού φορέα Orlando LGBT+ που αρχολείται εξειδικευμένα με την ψυχική υγεία των ΛΟΑΤΚΙ+ ατόμων. 

Guest Editors
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Παραιτείται ο Αλέξης Πατέλης: Μετά από μία πενταετία, στο τέλος του έτους ολοκληρώνω τη θητεία μου

Πολιτική / Παραιτείται ο Αλέξης Πατέλης: «Μετά από μία πενταετία, στο τέλος του έτους ολοκληρώνω τη θητεία μου»

Εκτός Μαξίμου ο οικονομικός σύμβουλος Μητσοτάκη - Μετά από μια πενταετία ολοκληρώνω στο τέλος του έτους το έργο μου στην Προεδρία της Κυβέρνησης, αναφέρει με ανάρτησή του στο Instagram
LIFO NEWSROOM
Βιωσιμότητα και συλλογικές φαντασιώσεις 

Γεύση / Μπορεί η υψηλή γαστρονομία να είναι πράγματι βιώσιμη;

Βραβευμένα εστιατόρια, που αποτελούν το όνειρο πολλών foodies, καυχιούνται για τις βιώσιμες πρακτικές τους, την ίδια στιγμή που κάποιες «λεπτομέρειες» για τη λειτουργία τους τείνουν να αποσιωπούνται από τη βιομηχανία της εστίασης.
ΒΑΣΙΛΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΔΗΣ
Υπεράσπιση του ζωγράφου Μιχάλη Μαδένη

Guest Editors / Υπεράσπιση του ζωγράφου Μιχάλη Μαδένη

«Η συγκεκριμένη απόφαση αντιτίθεται στην καλλιτεχνική ελευθερία και στην ελευθερία της έκφρασης και έτσι, στην ουσία, «κλείνει την πόρτα» σε ένα ιδιαίτερα διαδεδομένο και σημαντικό διεθνώς καλλιτεχνικό κίνημα, μέσα στο οποίο υπάρχοντα αντικείμενα, έργα τέχνης ή εικόνες τους προσλαμβάνουν, χωρίς ιδιαίτερη διαφοροποίηση, ή και κάποιες φορές, χωρίς καμία διαφοροποίηση, ένα άλλο νόημα»
THE LIFO TEAM
Έλον Μασκ: Η πηγή του κακού

Guest Editors / Έλον Μασκ: Η πηγή του κακού

Κατάλαβε πως μια δημοκρατική κυριαρχία στις ΗΠΑ θα αναγκαζόταν να συγκρουστεί μαζί του. Έτσι, ο άνθρωπος - «τοτέμ» του σύγχρονου καπιταλισμού έχει για πολιορκητικό κριό το κοινωνικό δίκτυο Χ που λειτουργεί πια ως μεγάφωνο για κάθε ακραίο στοιχείο.
ΑΛΚΗΣ ΚΟΥΠΕΤΩΡΗΣ
«Κι όμως»: Ο Δημήτρης Δημητριάδης για τον Χρήστο Γιανναρά

Guest Editors / «Κι όμως»: Ο Δημήτρης Δημητριάδης για τον Χρήστο Γιανναρά

«Η ελληνικότητα μόνο κατ’ όνομα ενδιαφέρει και παθιάζει τον Χρήστο Γιανναρά». Ένα άρθρο–απάντηση του συγγραφέα σε δύο κείμενα που δημοσιεύτηκαν μετά τον θάνατο του Έλληνα διανοητή.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗΣ
Φίκος - Για το εκκλησάκι του Μυταρά

Guest Editors / «Το έφτιαξε όπως το ένιωσε εκείνη τη στιγμή»: Ο Φίκος γράφει για το κλείσιμο του παρεκκλησιού του Μυταρά

Το ιδανικό θα ήταν να έχουμε μια ζωντανή παράδοση στην οποία ο καλλιτέχνης εκφράζει (την κοινωνία του) και εκφράζεται. Δυστυχώς ξεμένουμε με δύο επιλογές: από τη μια ένα καλλιτεχνικό νεκροταφείο και από την άλλη ένα δυσλειτουργικό αλλά ζωντανό έργο.
ΦΙΚΟΣ
Ο Richie Hawtin παίζει ακόμα για τα παράξενα παιδιά 

Respublika / Onassis Stegi / Ο Richie Hawtin παίζει ακόμα για τα παράξενα παιδιά 

Ο DJ και παραγωγός που μπήκε σαν «φύτουλας» στην techno δεν σκοπεύει να την παρατήσει επειδή έγινε mainstream. Προσπαθεί να κάνει το κοινό να χορεύει με τα μάτια ερμητικά κλειστά, όπως θέλει να συμβεί και στο set του στη Μαλακάσα. 
ΦΩΦΗ ΤΣΕΣΜΕΛΗ