Για την περιπέτεια του Ανδρέα Μπάρκουλη με τα ναρκωτικά, το σωτήριον έτος 1973, λίγο πριν από τα γεγονότα του Πολυτεχνείου, έχω ξαναγράψει, στις 23 Αυγούστου του 2016, με αφορμή, τότε, τον θάνατο του άξιου πρωταγωνιστή. Βασικά, είχα μεταφέρει μερικά δημοσιεύματα από την εφημερίδα «Μακεδονία», τα οποία αξίζει να τα θυμηθούμε και πάλι, ώστε να πιάσουμε το νήμα από την αρχή και να προσανατολιστούμε καλύτερα για την πορεία.
«Ο εισαγγελεύς ποινικής αγωγής Αθηνών κ. Καζαντζής ήσκησε δίωξιν δια παράβασιν του νόμου “περί ναρκωτικών φαρμάκων” εναντίον του πρωταγωνιστού του θεάτρου Ανδρέα Μπάρκουλη, ετών 37, και μιας γυναίκας. Ο εισαγγελεύς ήσκησε κατ’ αυτού δίωξιν δι’ αγοράν ινδικής κανάβεως (χασίς), κατοχήν και χρήσιν.(…) Το θέμα του συλληφθέντος την Τετάρτην (7/11/1973) δια χρήσιν ναρκωτικών πρωταγωνιστού του θεάτρου και του κινηματογράφου δημιουργεί προβλήματα τόσο δια τον ίδιον όσον και δια τον θίασον Αναλυτή-Ρηγόπουλου του οποίου ήτο βασικό στέλεχος. Το πρόβλημα που δημιουργείται δια τον Μπάρκουλην είναι ακριβώς το ίδιον με εκείνον που αντιμετώπισε ο τραγουδιστής Στράτος Διονυσίου, δηλαδή κινδυνεύει ουσιαστικά η καλλιτεχνική του σταδιοδρομία.(…)». «Μακεδονία», Κυριακή 11 Νοε. 1973
«Προφυλακίσθησαν μετά την απολογίαν των ενώπιων του ανακριτού του 6ου τμήματος Αθηνών κ. Φουσέκη ο γνωστός ηθοποιός του θεάτρου και του κινηματογράφου Ανδρέας Μπάρκουλης και η Ελένη Καραγιαννίδου, σύζυγος του Ολλανδού Μπέρναντ Ντέρβις, ετών 25, αμφότεροι κατηγορούμενοι δια παράβασιν του νόμου περί ναρκωτικών ουσιών.(...) Τον Μπάρκουλην συνήντησαν οι δημοσιογράφοι εις τους διαδρόμους του δικαστικού μεγάρου. Ο ηθοποιός είπεν ότι λυπάται διότι έπεσεν εις το λάθος αυτό της προμήθειας και χρήσης ναρκωτικών». «Μακεδονία», Τρίτη 13 Νοε. 1973
Ο Ανδρέας Μπάρκουλης φυγοδικεί λοιπόν και βρίσκεται πλέον στην Αμερική. Άγνωστος μεταξύ αγνώστων; Περίπου. Υπό την έννοια πως σαν ηθοποιός δεν θα μπορούσε να δουλέψει στην Αμερική και πως θα έπρεπε κάτι άλλο να βρει, για να επιβιώσει. Και τι άλλο θα μπορούσε να κάνει ο άνθρωπος, εκτός από το να θυμηθεί την παλιά του τέχνη – εκείνη τού τραγουδιστή;
«Απεφθυλακίσθη προσωρινώς και επί εγγυήσει ο ηθοποιός του θεάτρου και του κινηματογράφου Ανδρέας Μπάρκουλης ο οποίος την 12ην Νοεμβρίου είχε προφυλακισθή κατηγορούμενος δια παράβασιν του νόμου περί ναρκωτικών ουσιών.(…) Αφέθη προσωρινώς ελεύθερος ο κ. Μπάρκουλης αντί της καταβολής 20.000 δραχ. ως εγγύησιν».«Μακεδονία», Πέμπτη 22 Νοε. 1973
«Ο ηθοποιός του θεάτρου και του κινηματογράφου Ανδρέας Μπάρκουλης προσέφυγε δι’ αιτήσεώς του εις τον Άρειον Πάγον κατά του βουλεύματος του συμβουλίου εφετών δια του οποίου παρεπέμφθη εις το κακουργιοδικείον Αθηνών δια να δικασθή δια την υπόθεσιν των ναρκωτικών. Η απόφασις του ακυρωτικού δικαστηρίου αναμένεται να εκδοθή μετά παρέλευσιν διμήνου περίπου.(...) Ο Μπάρκουλης εις δηλώσεις του προς τους αντιπροσώπους του τύπου ανέφερε τα εξής: “Λυπάμαι γιατί έπεσα στο λάθος να προμηθευθώ και να χρησιμοποιήσω ναρκωτικά. Πρέπει να αποτρέψουμε ιδιαίτερα τους νέους από την έξι αυτή(...)”». «Μακεδονία», Σάββατο 16 Φεβ. 1974
«Ο Βαγγέλης Βουλγαρίδης συνεργάζεται με τον θίασο Κάκιας Αναλυτή-Κώστα Ρηγόπουλου και ερμηνεύει τον ρόλο του Χέντερσον, που έπαιζε ως τώρα ο Ανδρέας Μπάρκουλης στην κωμωδία του Βερνέιγ “ Έρωτας και Πολιτική”». «Μακεδονία», Τετάρτη 3 Απρ. 1974
«Ο μουσικός θίασος με τον Τάσο Γιαννόπουλο, τον Ανδρέα Μπάρκουλη, τον Κ. Φλωράτο, τον Γ. Λέφερη και άλλους γνωστούς καλλιτέχνες του θεάτρου και του τραγουδιού ανεχώρησε στην Αμερική για περιοδεία». «Μακεδονία», Σάββατο 25 Μαΐου 1974
Βρισκόμαστε ακριβώς εδώ. Ενώ είχε οριστεί δικάσιμος για τον Μπάρκουλη, οι δικαστικές αρχές θα του παρείχαν άδεια «προσωρινής αποδημίας», έναντι μιας τυπικής εγγύησης 20.000 δραχμών, η οποία άδεια θα μετατρεπόταν από τον πρωταγωνιστή εις... αόριστον. Ουσιαστικά, δηλαδή, ο Μπάρκουλης το σκάει στην Αμερική, για να μπορέσει να γλιτώσει από το κυνήγι των αρχών (και του νόμου), εξαιτίας μερικών γραμμαρίων χασίς, που είχαν διαλύσει και τη ζωή του, και την πορεία του στο θέατρο και τον κινηματογράφο.
Μην κοιτάτε πως έχουν σήμερα οι ανάλογες καταστάσεις. Τότε τα πράγματα ήταν πολύ σκληρά σε σχέση με τα ναρκωτικά. Έτσι, θα μπορούσες να βρεθείς ανεπανόρθωτα μπλεγμένος, ακόμη και για μια «αθώα» ποσότητα, για προσωπική χρήση, με τεράστιες συνέπειες και για το ποινικό μητρώο σου, και βεβαίως για τη ζωή σου (οικογενειακή, επαγγελματική, κοινωνική). Οι αρχές στην περίπτωση του Μπάρκουλη, όπως και του Στράτου Διονυσίου φυσικά, επεδίωκαν, μέσω της αναγνωρισιμότητας των εν λόγω προσώπων, να δείξουν πως ο νόμος υπερίσχυε των πάντων και πως όσο ψηλά και να βρισκόσουν δεν υπήρχε ουδεμία περίπτωση να τη γλιτώσεις. Κι επειδή στο τέλος του 1973, όταν έσκασαν αυτές οι δύο υποθέσεις, υπήρχε ακόμη χούντα στη χώρα, οι αρχές θα έπρεπε να επιδείξουν ιδιαίτερη συνέπεια, που θα αντανακλούσε στο, υποτίθεται, άμωμο και αδέκαστο καθεστώς. Κοινώς, και ο Στράτος και ο Μπάρκουλης υπήρξαν τα κατάλληλα πρόσωπα στην προσπάθεια να καταστεί αδιαμφισβήτητη η ηθική υπεροχή της δικτατορίας στα μάτια των απλών ανθρώπων.
Ο Ανδρέας Μπάρκουλης φυγοδικεί λοιπόν και βρίσκεται πλέον στην Αμερική. Άγνωστος μεταξύ αγνώστων; Περίπου. Υπό την έννοια πως σαν ηθοποιός δεν θα μπορούσε να δουλέψει στην Αμερική και πως θα έπρεπε κάτι άλλο να βρει, για να επιβιώσει. Και τι άλλο θα μπορούσε να κάνει ο άνθρωπος, εκτός από το να θυμηθεί την παλιά του τέχνη – εκείνη τού τραγουδιστή; Σωστή φωνή είχε, ωραίος και επιβλητικός ήταν, νέος ακόμη ήταν (38 ετών) και, όπως και να το κάνουμε, δεν μπορεί παρά να έμοιαζε με άρχοντα πάνω στην πίστα. Μπάρκουλης ήταν αυτός.
Ο κόσμος από κάτω, οι ομογενείς εννοώ, μπορεί να μην τον γνώριζαν πλατιά σαν τραγουδιστή, αλλά σίγουρα τον ήξεραν σαν ηθοποιό, όπως επίσης γνώριζαν και τα ζόρια που τραβούσε στην Ελλάδα με το νόμο, αποφασίζοντας να τον στηρίξουν. Αυτό ήταν το κουμπί της υπόθεσης, και γι’ αυτό στον μοναδικό μεγάλο προσωπικό δίσκο (LP), που θα έκανε ο Μπάρκουλης στην Αμερική, δεν θα ξεχνούσε εκείνους, που θα τον ευεργετούσαν. Όπως ακούμε τον ίδιο να λέει:
«Αγαπημένοι μου είναι η δεύτερη φορά, έπειτα από πολλά χρόνια, που επικοινωνώ μαζί σας μουσικά. Με πολύ σεβασμό στους πρώτους εκτελεστάς διάλεξα μερικά τραγούδια γνωστών συνθετών, που τραγουδάω με το δικό μου τρόπο, στα κέντρα που εμφανίζομαι. Επιτρέψτε μου να αφιερώσω αυτή τη δουλειά, με πολλή νοσταλγία, στους φίλους που μου απόμειναν στην Ελλάδα, ενώ την ίδια στιγμή στέλνω ένα μήνυμα αγάπης στους καινούριους φίλους μου Αμερικής και Κάναδα[sic], που χάρη στη δική τους συμπαράσταση βρίσκομαι και ζω σήμερα».
Ανδρέας Μπάρκουλης - Υπάρχω
Το άλμπουμ τού Andreas Barkoulis “From Chicago with Love”, στην εταιρεία P.A. Records, που την είχε κάποιος Andy Pappas, κυκλοφορεί στις ΗΠΑ προς το τέλος του 1976. Στο οπισθόφυλλο ένας άλλος (ομογενής;) ονόματι Μπάμπης Παπαδήμας (Bob Papadimas) είχε τυπώσει το εξής σημείωμα:
«Ένα πολυσύνθετο ταλέντο, ένας έξοχος καλλιτέχνης, που από μαθητής του Γυμνασίου ακόμη ξεκίνησε τραγουδιστική καριέρα στο θέατρο Ολύμπια Πειραιώς, πλάι στην μεγάλη ερμηνεύτρια του ελαφρού τραγουδιού Κούλα Νικολαΐδου. Το τραγούδι, που το έκανε πιστεύω του, το 1956 του άλλαξε το δρόμο και τον έφερε στη σκηνή του θεάτρου, ερμηνεύοντας μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα, ρόλους πρωταγωνιστού σε έργα Σαίξπηρ, Ίψεν, Τσέχωφ, Κατάγιεφ, Πήτερ Ουστήνωφ, Λοραίην Χάνσμπερη, Πέρτγουι και φυσικά έργα των περισσοτέρων Ελλήνων θεατρικών συγγραφέων.
Ο Ανδρέας με την άφταστη σκηνική του παρουσία ήταν κυρίαρχος φυσιογνωμία και στον κινηματογράφο και θυμάμαι που πριν από 15 χρόνια στην ταινία του Κώστα Καραγιάννη “Το Νησί της Αγάπης” ξεπετάχτηκε το μεγάλο σουξέ του Γιώργου Κατσαρού “Τώρα σε ξέχασα”. Ερμήνευσε ακόμα τραγούδια των Πλέσσα, Μωράκη, Καπνίση στο θέατρο και στον κινηματογράφο. Τώρα, τον ταλαντούχο καλλιτέχνη Ανδρέα Μπάρκουλη τον έχει στερηθή η Ελλάδα μας, τον έχει στερηθή το θέατρο, ο κινηματογράφος και οι πάμπολλοι θαυμαστές του.
Ο λόγος γνωστός πλέον, τον έχομε εμείς κοντά μας, και στον πρώτο του μεγάλο δίσκο υπάρχουν τραγούδια που πραγματικά συγκινούν και ενθουσιάζουν. Ελπίζω να συμφωνήσετε μαζί μου όταν τ’ ακούσετε, γιατί αμέσως θα διαπιστώσετε πως τα τραγούδια του ξεχωρίζουν, όπως ξεχωρίζει ο πάντα ωραίος Ανδρέας, που το πέρασμά του από την μεγάλη αυτή χώρα ο Ελληνισμός το χαιρέτησε όπως του άξιζε, γιατί σαν πρωταγωνιστής της χαράς μα και της λύπης μάς προσέφερε πολλά στην εικοσάχρονη εντυπωσιακή καριέρα του.
Αυτός είναι με λίγα λόγια ο Ανδρέας Μπάρκουλης, ο πάντα θερμός κι εκφραστικός ερμηνευτής του ωραίου, ρομαντικός και καλοσυνάτος είναι αυτός που σήμερα όπως και χθες τον έχει αγκαλιάσει όλος ο απόδημος Ελληνισμός. Κυρίες και κύριοι καλή διασκέδαση».
Όντως, το “From Chicago with Love” του Ανδρέα Μπάρκουλη ήταν ένα άλμπουμ για διασκέδαση, που είχε νόημα και σκοπό. Κατ’ αρχάς το πολύ σημαντικό για την περίπτωση, που αξίζει εδώ να τονιστεί, είναι το σκεπτικό, με το οποίο επιλέχθηκε το υλικό. Δεν ξέρω τι επαφή με την Ελλάδα είχε ο Μπάρκουλης εκείνη την εποχή. Αν ήξερε, δηλαδή, το 1976, τι ακουγόταν στη χώρα, τις επιτυχίες του καιρού εκείνου ή αν πήγε σε κάποιο ελληνικό δισκάδικο του Σικάγου και αγόρασε μερικά άλμπουμ του 1975 – και αφού τα άκουσε να διάλεξε, στη συνέχεια, από ’κει το υλικό του. Μπορεί να συνέβη ένας συνδυασμός αυτών και άλλων ακόμη (να πληροφορήθηκε από φίλους κ.λπ.), πάντως η ουσία είναι πως η επιλογή έχει ένα... κόνσεπτ.
Το βασικό που κάνει ο Αντρέας, εδώ, είναι να διαλέξει κομμάτια από δίσκους του 1975. Ήθελε, δηλαδή, να πει σύγχρονα για τότε τραγούδια, και όχι να κάνει ένα πρόγραμμα με... ξεθυμασμένα κομμάτια από τα σίξτις, τουριστικά κ.λπ. Τον ενδιέφερε, όπως αποδεικνύεται, το τι «παιζόταν» τότε στην Ελλάδα. Έτσι, διαλέγει, από τα δώδεκα κομμάτια του δίσκου του, τα εννιά να είναι του 1975, ένα να προέρχεται από το 1976, ένα από το 1973, ενώ ένα τελευταίο, που ήταν και από τα λίγα δισκογραφημένα του, έως τότε, προερχόταν από την αρχή των σίξτις.
Κατ’ αρχάς ο Μπάρκουλης λέει τρία τραγούδια του Κώστα Ψυχογιού, που τότε τα άκουγαν οι πάντες στην Ελλάδα, διαλεγμένα μέσα από το δίσκο «Γέλα Κυρία μου» [Pan-Vox, 1975] του Κώστα Καφάση. Είναι τα «Πίνω, πίνω», «Περίπτωσή μου» και «Γέλα κυρία μου». Εντάξει, ο Καφάσης, με τη φωνάρα του, τα λέει ανεπανάληπτα αυτά τα κομμάτια, αλλά και ο Αντρέας δίνει τον προσωπικό τόνο του, με στοιχεία θεατρικότητας κ.λπ. Οπωσδήποτε αποδεκτά.
Έπειτα, λέει κάποια τραγούδια, που δεν τα θεωρώ πολύ επιτυχημένα ως επιλογές. Είναι τα «Και τα λοιπά-και τα λοιπά» και «Βεβαίως» των Γιώργου Κατσαρού-Πυθαγόρα, που είχε πει ο Γιάννης Καλατζής στο άλμπουμ του «... Και η Ζωή Συνεχίζεται...» [Minos, 1975] και ακόμη το «Εγώ λοιπόν εγώ» του Φίλιππου Νικολάου από το LP «Ακόμα μια φορά...» [Philips, 1975]. Εντάξει, ο Αντρέας προσθέτει σ’ αυτά παρά αφαιρεί, αλλά και το ελαφρολαϊκό βεληνεκές τους ήταν πολύ συγκεκριμένο (και περιορισμένο).
Στον τομέα των κορυφαίων επιλογών, τώρα, ανήκουν, οπωσδήποτε, το ανεπανάληπτο «Το θαύμα», των Βασίλη Βασιλειάδη-Γιάννη Κιούρκα, από το LP του Μιχάλη Μενιδιάτη «Το Σχολειό της Βιοπάλης» [Zodiac, 1975], που θα το έκαναν top of the top Τα Παιδιά απ’ την Πάτρα στα έιτις, φυσικά το «Υπάρχω» των Στέλιου Καζαντζίδη-Χρήστου Νικολόπουλου-Πυθαγόρα, από το κομβικό LP του Στέλιου «Υπάρχω» [Minos, 1975], το... φροϋδικό «Όλες είσαστε ίδιες», των Γιώργου Μανισαλή-Κώστα Ψυχογιού, που είχε πει ο Φώτης Στασουλάκης το 1971, κάνοντάς το, όμως, μεγάλη επιτυχία ο Σπύρος Ζαγοραίος, στο άλμπουμ του «Αγωνίες» [Panivar, 1976] (απ’ αυτόν πρέπει να το άκουσε ο Μπάρκουλης) και ακόμη τη «Δοκιμασία» των Κώστα Σταματάκη-Πάνου Γαβαλά, από το LP των Πάνου Γαβαλά-Ρίας Κούρτη «Θέλω να Πω τον Πόνο μου» [Minos, 1975].
Ανδρέας Μπάρκουλης - Το Θαύμα
Μας μένουν δύο τραγούδια. Το «Άλλαξε κορίτσι μου μυαλό» των Τάκη Σούκα-Ηρακλή Παπασιδέρη, ένα ψευτομοντέρνο-λαϊκό, που είχε πει πρώτος ο Στράτος Διονυσίου, σ’ ένα δισκάκι της His Master’s Voice, το 1973 (παράξενη επιλογή) και, τέλος, το «Τώρα σε ξέχασα», των Γιώργου Κατσαρού-Λάκη Μιχαηλίδη, που είχε ερμηνεύσει ο Ανδρέας Μπάρκουλης, νωρίς στη δεκαετία του ’60, σε δισκάκι της εταιρείας Monte Carlo. Ήταν η σύνδεση με το παρελθόν του.
Σημασία, όμως, στο “From Chicago with Love” δεν έχει μόνο το τι άκουγες, αλλά και πώς το άκουγες – από τον Ανδρέα Μπάρκουλη και την ορχήστρα. Ο δίσκος, λοιπόν, μπορεί να είναι γραμμένος στο στούντιο, αλλά στην πράξη είναι γραμμένος με την ορμή, τη δυναμική και την αισθητική του live. Η ορχήστρα μπορεί να στηρίζεται στα μπουζούκια φυσικά, αλλά στην πράξη είναι ηλεκτρική, βγάζοντας έναν κάπως μυστήριο ήχο, με διάφορα πλήκτρα στο background και τονισμένο μπάσο-ντραμς. Εμένα μου ακούγεται και κάπως «βιαστική» μάλλον, ίσως γιατί όλα εξελίσσονται γρήγορα στην Αμερική – παίζοντας, όμως, με γνώση και επάρκεια. Τον γουστάρω αυτό τον ήχο, πάντως, γιατί είναι aggressive και κάπως φτηνιάρικος – και όχι περιποιημένος, όπως εκείνος των εγγραφών των στούντιο της ελληνικής Κολούμπια.
Και φυσικά στο “From Chicago with Love” μετράει και ο τρόπος με τον οποίο τραγουδάει ο Αντρέας. Με την άνεση του εκπεσόντος σταρ, αλλά και την πίστη του ανθρώπου που νοιώθει ό,τι λέει, στοιχίζοντάς το πάνω στον εαυτό του. Τα οικειοποιείται τα τραγούδια ο Αντρέας και αυτό είναι που έχει σημασία. Είναι πειστικός. Και αυτό παίζει μεγάλο ρόλο και στο δίσκο, αλλά κυρίως στην πίστα – επί της οποίας κρινόσουν κάθε βράδυ.
Να μην παραλείψω κι ένα σχόλιο για το εξώφυλλο του άλμπουμ, εκεί όπου βλέπουμε τον Αντρέα να κάθεται μάλλον σκεφτικός πάνω στο κίτρινο τέταρτο του φεγγαριού, με τους ουρανοξύστες να λαμπυρίζουν πίσω και δεξιά. Νυχτερινή φωτογραφία, και σύνθεση γενικότερα, που ταιριάζει οπωσδήποτε με τη (νυχτερινή) δουλειά του καλλιτέχνη και βεβαίως με την ομογενειακή αισθητική. Σίγουρα υπάρχει κάτι κιτς στο cover, αλλά δεν είναι ενοχλητικό στο μάτι. Έτσι νομίζω...
Φυσικά ο Αντρέας Μπάρκουλης δούλεψε σε Αμερική και Καναδά, όπου υπήρχαν Έλληνες και ανάλογα κέντρα διασκέδασης, αποτελώντας και αυτός μέρος του κυκλώματος των ελλήνων τραγουδιστών, που θα άπλωναν την καριέρα τους και στην Αμερική – και είναι πάμπολλοι αυτοί. Σίγουρα θα βρισκόταν με τον Απόστολο Νικολαΐδη και σίγουρα θα περνούσε από τη Σπηλιά του Σικάγου, αλλά και από την Ελληνική Σπηλιά (Grecian Cave) του Μανχάταν, από τη Φαντασία και τη Νεράιδα του Τορόντου, από τα κέντρα του Ντιτρόιτ επίσης, φορώντας πάντα την ασημένια περούκα του και λέγοντας τα τραγούδια από το “From Chicago with Love” και άλλα βεβαίως.
Τι μαθαινόταν την ίδια εποχή στην Ελλάδα, σε σχέση με όλα αυτά; Όχι ιδιαίτερα πράγματα. Ο δίσκος του Μπάρκουλη δεν θα κυκλοφορούσε ποτέ επίσημα στη χώρα μας, με τα λαϊκά περιοδικά να κρατούν πολύ σκληρή στάση έναντι του καλλιτέχνη, πλασάροντας συνήθως υποτιμητικά σχόλια, για τη νέα ζωή, τις δραστηριότητές του κ.λπ., πριμοδοτώντας και σε σχέση με τον ηθικό πανικό λόγω ναρκωτικών. Χαρακτηριστικό είναι το εξώφυλλο του περιοδικού «Οικογενειακός Θησαυρός» [τεύχος #459] της 18ης Μαΐου 1976, στο οποίο διαβάζουμε: «Ο Μπάρκουλης... σουβλατζής. Το κατάντημα ενός πρώην γόητος εξαιτίας των ναρκωτικών».
Πόσα χρόνια, όμως, θα κυκλοφορούσε φυγόδικος και μακριά από την πατρίδα, ο Αντρέας; Δεν θα έπρεπε κάποια στιγμή να επιστρέψει, ξεκαθαρίζοντας τα θέματά του με το νόμο; Έτσι θα συνέβαινε. Μπορεί στην Ελλάδα να μην υπήρχε πλέον χούντα, μα η δεύτερη μεταπολιτευτική κυβέρνηση Καραμανλή, όμως τα πράγματα σε σχέση με το πώς θα αντιμετωπιζόταν το ζήτημα με το χασίς δεν είχαν αλλάξει. Ήταν το ίδιο σκληρά, όπως και πριν (ας αφήσουμε κατά μέρος τη φυγοδικία) και ο Μπάρκουλης ήξερε, σίγουρα, πως δεν θα καλοπερνούσε επιστρέφοντας. Δεν θα τον περίμεναν με ανοιχτές αγκάλες.
Πότε επιστρέφει ο Μπάρκουλης στην Ελλάδα; Στις 3 Ιουλίου 1978, οπότε και συλλαμβάνεται στο αεροδρόμιο του Ελληνικού κατόπιν εκτέλεσης εντάλματος, που εκκρεμούσε εις βάρος του από το 1974. Φυσικά θα οριζόταν δίκη, άμεσα, η οποία όμως θα αναβαλλόταν, κάμποσες φορές, από το πενταμελές Εφετείο Αθηνών, για διαφόρους λόγους (κωλύματα συνηγόρων υπεράσπισης, τραυματισμός σε τροχαίο του ηθοποιού κ.λπ.). Τελικά η δίκη θα γινόταν ένα χρόνο αργότερα, στο τέλος Ιουλίου του 1979, με τις εφημερίδες να την τοποθετούν σε περίοπτες θέσεις ή και στην πρώτη σελίδα τους. Έτσι, διαβάζουμε στο πρωτοσέλιδο της «Μακεδονίας» (27 Ιουλίου):
«Στη φυλακή κλείσθηκε ο ηθοποιός Μπάρκουλης για κατοχή ναρκωτικών, με ποινή οκτώ μηνών. Το 1973 διέπραξε το αδίκημα. Στο δικαστήριο αρνήθηκε την κατηγορία. Ολλανδέζα η προμηθεύτρια». Για να συνεχίσει η εφημερίδα:
«Σε φυλάκιση οκτώ μηνών, χωρίς μετατροπή της ποινής, καταδικάσθηκε από το πενταμελές Εφετείο Αθηνών ο ηθοποιός Ανδρέας Μπάρκουλης, ο οποίος κατηγορείται για παράβαση του νόμου “περί ναρκωτικών”. Ο Μπάρκουλης συγκεκριμένα κρίθηκε ένοχος παμψηφεί για “προμήθεια μικράς ποσότητος χασίς προς ιδίαν αυτού χρήσιν”, του αναγνωρίσθηκαν ελαφρυντικά, όπως ότι μετά την πράξη του επέδειξε καλή διαγωγή και άλλα. Παρά ταύτα, μετά την καταδίκη του, ο ηθοποιός οδηγήθηκε και κλείσθηκε στις φυλακές Κορυδαλλού, προκειμένου να εκτίσει την ποινή του.
Υπενθυμίζεται ότι η υπόθεση ανάγεται στο έτος 1973, όταν ο Μπάρκουλης είχε συλληφθεί για το αδίκημα που προαναφέρθηκε. Και ενώ τότε η τακτική ανάκριση συνεχιζόταν και ο κατηγορούμενος ύστερα από σχετική αίτησή του είχε αποφυλακισθεί προσωρινά με εγγύηση, ταξίδεψε στην Αμερική φυγοδικώντας επί πέντε ολόκληρα χρόνια. Πέρυσι ξαναγύρισε στην Ελλάδα αυτοβούλως και παραδόθηκε στην αστυνομία. Για διαφόρους λόγους, όμως, η δίκη του αναβλήθηκε τουλάχιστον τέσσερις φορές μέχρι σήμερα.(...)
Στην απολογία του ο κατηγορούμενος ηθοποιός αρνήθηκε την κατηγορία και ισχυρίσθηκε ότι πρόκειται περί “σκευωρίας”.(…) Στην αγόρευσή του ο εισαγγελεύς κ. Β. Παππάς πρότεινε την απαλλαγή του κατηγορουμένου. Επακολούθησαν οι αγορεύσεις των συνηγόρων πολιτικής αγωγής και υπερασπίσεως κ.κ. Ε. Γιαννοπούλου (σ.σ. μάλλον επρόκειτο για τον γνωστό υπουργό του ΠαΣοΚ Βαγγέλη Γιαννόπουλο) και Ν. Γαλεάδη και το δικαστήριο εξέδωσε την προαναφερθείσα απόφασή του, την οποία ο καταδικασθείς ηθοποιός δέχθηκε με συντριβή».
Ξεχασμένες ιστορίες, παντοτινά τραγούδια...
Ανδρέας Μπάρκουλης - Το Θαύμα