Τη μέρα που πέθανε ο Χιου Χέφνερ δεν μπήκε στο σπίτι μου κανένα κουνελάκι με κοιλιακούς και ξεκούμπωτο σμόκιν, δεν άνοιξα -χασκογελώντας- μια σαμπάνια, δεν χάιδεψα απαλά στον ώμο τον πιο cool πιανίστα της πόλης. Γενικώς δεν έκανα τίποτα από αυτά που κάνει ο Χέφνερ σε ένα promotional ταiνιάκι του 1959 που επενδύει με σεξουαλικό σασπένς –όχι ένα ξεγύμνωμα– αλλά αμπαλάρισμα, δηλαδή ένα τρόπο να ντύνεις την εικόνα της ζωής σου. Οι πόρτες ενός πάρτι ανοίγουν – απαλά όπως τα χείλη ενός αιδοίου – για να αποκαλύψουν ένα χώρο αίγλης, θαλπωρής και θάμβους. Playmates, καλλιτέχνες, δημοσιογραφοι – κομψότητα, πνεύμα και σαχλαμάρα–- συναγελάζονται σε ενα εναέριο τόπο απόλαυσης και ευδαιμονίας. Το πάρτι στο σαλόνι αναπαράγει τρισδιάστατα – ένα σαλόνι περιοδικού. Σεξ-απίλ εδώ δεν είναι η φωτογραφική έκρηξη της σάρκας, αλλά ένα ύφος ζωής – μια τέχνη επίδειξης της απόλαυσης – ένα lifestyle υποσχέσεων, υπαινιγμών και θριάμβου.
Και αυτή ακριβώς η αντίληψη για την απόλαυση αποκαλύπτει τη σχέση ανάμεσα στην πορνογραφία και τον πολιτισμό της έκφρασης: όταν παράγεις μια θελκτική εικόνα του εαυτού σου –όταν δηλαδή μεταμορφώνεις το σώμα σου σε αντικείμενο κατανάλωσης– δεν το "εξευτελίζεις" – το "ζωγραφίζεις" και το νοηματοδοτείς. Παράγεις απόλαυση για σένα την ίδια στιγμή που παράγεις απόλαυση για τους άλλους. Μεταμορφώνεις ένα τρωτό σώμα σε φαντασίωση, παίζεις ένα ρόλο, σκηνοθετείς μια πιθανότητα ευτυχίας (ή ερεθισμού). Ακόμη και ενας έκθετος κώλος – μια στύση – ή ένα εσώρουχο – είναι εν δυνάμει υλικά μυστηρίου. Παραπέμπουν σε ένα παζλ από όνειρα, αισθήσεις και αισθήματα (αλλά και φθορές). Το πορνό περιέχει το πρόσωπο του καθενός μας, ακόμη κι αν εστιάζει στα γεννητικά μας όργανα.
Μπορείς να βρίσκεις τον ρόλο "του κουνελιού" βαρετό, τους γιάπις σιχαμένους και το "αμερικανικό όνειρο" γελοίο, αλλά όλα αυτά δεν είναι παρά μερικούς τους πολλούς ρόλους με τους οποίους μπορείς να ντύσεις το σώμα σου. Η απόλαυση του να μετατρέπεις τον εαυτό σου σε φαντασίωση –για μαζικά ακροατήρια– είναι ένα από τα επιτεύγματα του 20ού αιώνα. Και είναι κάτι που θα μπορούσαμε να πάρουμε μαζί μας, στην προσπάθεια μας να ζήσουμε σε κόσμο με λιγότερες ανισότητες και φρίκη. Ναι, η πορνογραφία και η βιομηχανοποίηση του σεξ αποτελούν υλικά ουτοπίας – αρκεί να τείνουν προς έναν κόσμο πιο συμπεριληπτικό. Έναν κόσμο που περιλαμβάνει όσες ή όσους από μας γουστάρουν να ντύνονται κουνέλια, να κάνουν βίζιτες και να υιοθετούν το ρόλο της ξανθιάς χαριτωμένης στάρλετ. Ένα κόσμο που κατανοεί αυτές που θέλουν να είναι "αντικείμενα" – δηλαδή δοχεία φαντασιώσεων για τους πολλούς. Ένα κόσμο που περιλαμβάνει αυτές που είναι άνεργες, τρανς, ονειροφρενείς, ανάπηρες, νοικοκυρές, πολυγαμικές, άστεγες και πορνοσταρ στα εξήντα τους. Κυρίως ένα κόσμο στον οποίο τα αφεντικά των επιθυμιών -και της εργασίας μας- δεν είναι ένα, αλλά όλες μας.
Μπορεί να απέχουμε πολύ από αυτόν τον κόσμο, οικονομικά και πολιτισμικά, αλλά η επαγγελματοποίηση του γυμνού στα εξώφυλλα του Playboy και η προσπάθειά του να απενοχοποιήσει και να βγάλει κέρδος από το soft porno μας έφερε πιο κοντά σε μια ουτοπική αντίληψη της απόλαυσης. Έκανε δηλαδή, δύο βήματα μπροστά προς αυτό το ιδεώδες (χωρίς να το εκπληρώσει). Πρώτον επειδή παρουσίασε την τέχνη της σωματικής αυτό-εκθεσης ως εφάμιλλης της έκθεσης μέσα από τα λόγια, τη σκέψη και το όνειρο. Ανάμεσα στα γυμνά του περιοδικού, εξέθεσαν τις ποιητικές τους εκλάμψεις μια σειρά από υπέροχους συγγραφείς (ο πιο αγαπημένος μου από αυτούς, ο Τομ Ρόμπινς). Έτσι δεν ήταν μόνο το πορνό που δανείστηκε ''κύρος'' από τη 'λογοτεχνία' αλλά και η λογοτεχνία αισθησιασμό από το πόρνο: Το μάθημα εδώ είναι: καμία τέχνη δεν χάνει σε βάθος της επειδή σε ερεθίζει. Αντιθέτως, τέχνη είναι αυτό που διαλύει τα όρια ανάμεσα στις απολαύσεις του μυαλού και του σώματος. Να ένα βασικό διακύβευμα της πρωτοπορίας που έγινε μαζικό βίωμα, έξω από τις γκαλερί. Δεύτερον: η ερωτική έκφραση έγινε μια τέχνη που πληρώνεται, μαθαίνεται και αναπτύσσεται Να ένα επάγγελμα που περίοπτο και αξιοπρεπές, ακριβώς λόγω της ικανότητας του να αμφισβητεί αυτό που αντιλαμβανόμαστε ως αξιοπρέπεια.
Δύο βήματα λοιπόν μπροστά, και ένα βήμα πίσω: το περιοδικό συνέδεσε αυτήν την τέχνη με ένα μάλλον περιορισμένο βεληνεκές βλέμματος και γούστου, του ηδονοβλεπτικού άντρα που αγαπάει γυναίκες -«κουνελάκια». Αυτό είναι όμως εν μέρει αληθές: δεν είναι μόνο ο άντρας - μπανιρτζής και η γυναίκα - μοντέλο οι μοναδικοί παίχτες εδώ: υπάρχουν λεσβίες ή τρανς που έλκονται από την εικόνα μιας γυναίκας κουνελάκι, αλλά το πιο σημαντικό, υπάρχουν άντρες, γυναίκες ή τρανς που ονειρεύονται να είναι κουνέλι στη θέση του κουνελιού. Στην ουσία, το πορνό δεν είναι ποτέ τόσο περιορισμένο όσο αυτό που δείχνει: μέσα στο φαντασιακό του δίχτυ εμπλέκονται μια σειρά από σώματα που δεν έχουν καμία σχέση με αυτό που εικονίζεται άποψη φύλου, φυλής ή οικονομικού στάτους. Το πιο σημαντικό βήμα απ΄όλα: αυτό το αισθητικό παράδειγμα άνοιξε το δρόμο για την παραγωγή πολλαπλών μορφών ερωτικής έκφρασης. Σήμερα η αυτοπροβολή συνιστά ένα δυναμικό είδος τέχνης, το οποίο εξασκούμε κάθε μέρα σαν πεφωτισμένοι επίγονοι του playboy στα social media και στα dating applications. Κάθε φορά που υιοθετούμε ένας ύφος αυτοπροβολής ως τεκμήριο απόλαυσης, τσαλαβουτάμε στην κληρονομιά του Χέφνερ, χωρίς να έχουμε κληρονομήσει ούτε μισό δολάριο από την περιουσία του (όπως άλλωστε και η νεαρή σύζυγός του). Επιμελούμαστε ένα μίγμα ορμών, "γούστου", αυτο-αφήγησης, χαρτογραφούμε τα γλέντια μας, τους φίλους μας, το σώμα μας, τις τρύπες και τις καμπύλες μας και τους τόπους που κατοικούμε και μας κατοικούν.
Πορνογραφούμε τον εαυτό μας με στυλ, παίζοντας πινγκ πονγκ με τη μιζέρια, την ελπίδα και το μικρο-γκλαμ της καθημερινότητας. Χτίζουμε ένα ρετιρέ αυτο-ερωτισμού στο αχούρι μας κόντρα στο φόβο της ρουτίνας και τη ρουτίνα του φόβου. Και κάπως έτσι, πολλές φορές, γευόμαστε ένα είδος ευτυχίας και καύλας ή αλλιώς αυτό-δυναμωσης. Κυρίως βιώνουμε αλλιώς το κυριαρχικό spell ενός μυθικού "πατριάρχη" που μοιάζει να έχει απόλυτο έλεγχο πάνω στην εικόνα των σωμάτων μας και των τρόπων που τα ξεγυμνώνουμε.
Τη μέρα που πέθανε ο Χιου Χέφνερ πόσταρα τα παράκατω δύο ποστ στον τοίχο μου στο φέισμπουκ, πορνογραφώντας την μνήμη και τη "γνώμη" μου με τον ακόλουθο τρόπο:
(το 1987 η Δήμητρα Γαλάνη πόζαρε για το εξώφυλλο του Playboy).
Μια σημαντική στιγμή στην ιστορία του μουσικού μας σύμπαντος κι ένα μικρό queer-dyke θαύμα, ρισπέκτ!
προ και μετά κρίσης το ελληναριό χωρίζεται σε διπολικά στρατόπεδα --
έντεχνοι -- σκυλάδες,
τζιβιτζιλούδες -- λούγκρες
κακοφρενείς φεμινο-πορνοφάγες -- ελευθεριακοί πουστρο-πορνόφιλοι
υστερικά τζάνκια των κοιλιακών -- περήφανοι επιδειξίες των καμπύλων
τραγουδίστρια της πίστας -- τραγουδιστρια της μπουάτ
όλα αυτά κάηκαν και έλιωσαν σε αυτό το εξώφυλλο.
ο νεοελληνικός πολιτισμός θα ξαναγραφτεί μια μέρα.
σαν τατουάζ στον ποπό μιας θελκτικής φακλάνας σε μια μπουζουκερί που παίζει τέκνο από τα μεγάφωνα και σερβίρει σούσι με τζατζίκι.
αγάπη, νοσταλγία και καύλα ρε σκυλιά.
Το Playboy και η βιομηχανία του πορνό δεν είναι ο Χιου Χέφνερ - είναι μια πληθώρα από εργάτριες, μοντέλα, τόπους, αναγνώστες, αναμνήσεις, γούστα, έθνη και οράματα. Είναι το περήφανο στριπτίζ μιας χοντρής, η ανάμνηση μιας Κυριακής και ένας καβγάς στο σπίτι σου. Playboy δεν είναι μόνο το design του σπιτιού του Χέφνερ, όπως το σημειολογεί κριτικά ο Paul Preciado στο Pornotopia. Είναι επίσης, οι κρυψώνες του πορνό μες στο σπίτι, η διαδρομή από το περίπτερο στο σπίτι, το ανακάτεμα της εικονογραφίας της Νέας Υόρκης με τις μυρωδιές της κουζίνας της γιαγιάς σου. Είναι το μίγμα ενοχής και περιέργειας, σεβασμού και περιφρόνησης, ονείρου και απογοήτευσης. Και εσχάτως είναι η ορμή σου να μετατρέψεις την οπτασία του ψηφιακού σου ξοδέματος σε υλικό γεγονός και πλούτο.
Μοντέλα: Αλέξανδρος Παπαδοπουλος, Εmilia Eriksson