Μεταφραστής της αρχαίας λυρικής ποίησης, που πρώτος έδωσε μια ελεύθερη από γλυκερούς συναισθηματισμούς Σαπφώ στον αγγλόγλωσσο αναγνώστη, μεταφραστής του Ηράκλειτου και μιας λογοτεχνικής εκδοχής της Καινής Διαθήκης, όπως και νεότερων συγγραφέων, ο Αμερικανός ποιητής, κριτικός, ανθολόγος και Διακεκριμένος Ομότιμος Καθηγητής του Πανεπιστημίου της Ιντιάνα Γουίλις Μπάρνστοουν (γεν. 1927) τιμήθηκε φέτος από την ελληνική Εταιρεία Συγγραφέων με το μεγάλο βραβείο Δαίδαλος.
Ο Μπάρνστοουν δίδαξε για πρώτη φορά, γαλλικά και αγγλικά, στη Σχολή Αναβρύτων στην Ελλάδα, όπως επίσης αργότερα στην Αργεντινή και στην Κίνα κατά τη διάρκεια της Πολιτιστικής Επανάστασης.
Έχει εκδώσει σχεδόν πενήντα βιβλία και έχει μεταφράσει, στα αγγλικά, κυρίως ποίηση από τα γαλλικά, τα εβραϊκά, τα ελληνικά, τα ισπανικά, τα κινεζικά, τα λατινικά και άλλες γλώσσες. Ο Γουίλις Μπάρνστοουν έχει αποσπάσει πολλά βραβεία στις Ηνωμένες Πολιτείες, ενώ οι συζητήσεις που έκανε με τον Μπόρχες ως προσκεκλημένο Αμερικανικών Πανεπιστημίων έχουν επίσης δημοσιευθεί σε βιβλία. Το Βραβείο Μετάφρασης του Πανεπιστημίου του Έβανσβιλ φέρει το όνομά του.
Στην τελετή της βράβευσής του, όπου δεν μπόρεσε να παρευρεθεί, διαβάστηκε ένα συναρπαστικός, συγκινητικός λόγος του, στον οποίο περιγράφει τις ηλιόλουστες ελληνικές μέρες του και την γνωριμία του με τις κορυφαίες πενυματικές προσωπικότητες της χώρας μας. Τον δημοσιεύουμε αυτούσιο:
Γουίλις Μπάρνστοουν: «Η ζωή μου στην Ελλάδα, τι αγαπημένη γιορτή!»
Θα ήθελα να ξεκινήσω την ομιλία μου με μία ιστορία.
Το βράδυ της 21ης Απριλίου 1967, στο Κέντρο Ποίησης της Νέας Υόρκης, στη συμβολή της 93ης οδού και της Λεωφόρου Λέξινγκτον, πήγα να παρακολουθήσω την ομιλία ενός Έλληνα ποιητή και πρώην πρέσβη στην Αγγλία, του Γιώργου Σεφέρη. Ευφράδης, ακριβής και ευρηματικός μου έφερε στο νου μια λευκή μαρμάρινη σκάλα από κάποιο κυκλαδονήσι. Τέσσερα χρόνια πριν είχε κερδίσει το Νόμπελ λογοτεχνίας.
Στο τέλος της ομιλίας του, όλοι όρθιοι τον καταχειροκροτήσαμε. Κι ύστερα παύση. Κάποιος υπεύθυνος του Κέντρου ανέβηκε στη σκηνή για να ανακοινώσει πως η νόμιμα εκλεγμένη ελληνική κυβέρνηση είχε ανατραπεί στην Αθήνα από τέσσερεις συνταγματάρχες, με σύμμαχο τον νέο βασιλιά. Κάποιος από τους παρευρισκόμενους ζήτησε ένα σχόλιο από τον Σεφέρη. Κανένα σχόλιο. Σιωπή. Μερικές αποδοκιμασίες. Ο ίδιος, όμως, ως συνετός πολιτικός άνδρας, ήξερε πολύ καλά τι έκανε. Δεν θα άφηνε την χούντα να τον εμπαίξει και να τον εξορίσει. Θα επέστρεφε στην Ελλάδα.
Το επόμενο πρωί κιόλας στην Αθήνα, ο Γιώργος Σεφέρης έδωσε συνέντευξη τύπου, καταγγέλλοντας τους στρατιωτικούς αγροίκους. Καταδικάστηκε σε πενταετή περιορισμό κατ’ οίκον. Εφεξής, το σπίτι του μετατράπηκε σε κέντρο διαμαρτυρίας, αλλά και προς μεγάλη χαρά όλων μας, σε χώρο γιορτών, χορού, ποτού, απλόχερου φαγητού και ευθυμίας. Σχεδόν αμέσως μετά το συμβάν, αρχίσαμε με τον Edmund Keeley να επιμελούμαστε και να μεταφράζουμε τα 18 Κείμενα, ένα βιβλίο που καταγγέλλει την δικτατορία, από τις εκδόσεις του Πανεπιστημίου του Χάρβαρντ.
Παράλληλα, εκείνη την περίοδο στην Αθήνα, δημοσίευσα ένα βιβλίο ποιημάτων, μια περιορισμένη έκδοση στα αγγλικά του Άσματος Ασμάτωντου Σολομώντα. Ζήτησα από τον εκδότη την άποψή του: Πριν ζούσαμε στο φως. Τώρα πια στο σκοτάδι.
Πρωτοδούλεψα στα 21 μου στην Ελλάδα ως καθηγητής Αγγλικών και Γαλλικών στη Σχολή Αναβρύτων στο Μαρούσι. Ένας από τους 30 μαθητές μου υπήρξε ο διάδοχος Κωνσταντίνος, μόλις 9 ετών τότε. Καθημερινά τρώγαμε με τη βασίλισσα και τον Κωνσταντίνο. Μου δάνεισε μάλιστα ένα αντίτυπο αγγλικής ποίησης των εκδόσεων Faber.
Καθώς ο εμφύλιος πόλεμος πλησίαζε στο τέλος του, είχαμε μία φιλονικία με τη βασίλισσα σχετικά με την εκτέλεση των αιχμαλώτων ανταρτών. Η ζωή έμοιαζε παιχνίδι, μέχρι που έμπλεξα, όπως πάντα, και τότε έφτασε η στιγμή της μεγάλης φυγής στις Κυκλάδες. Όπως έγραφε ο Σεφέρης, ο ποιητής πρέπει να έχει ένα τοπίο κι ένα χωριό. Βρήκα το δικό μου στα λευκά νησιά της Ελλάδας.
Ουσιαστικά, στην Ισπανία και την Ελλάδα συναντήθηκα με την ποίηση και τη ζωή. Αργότερα, θα γινόμουν πανεπιστημιακός καθηγητής Ισπανικών και Αρχαίων Ελληνικών, θα βυθιζόμουν στους στίχους της Σαπφούς και των αρχαίων Ελλήνων λυρικών. Τι αγαπημένη γιορτή!
Οι δεσμοί μου με την Ελλάδα πρωτοξεκίνησαν στην πόλη του Μεξικού στα 15 μου όταν ο θετός πατέρας μου με σύστησε στη Matilde Franco (την μετέπειτα σύζυγό του), μια Ισπανοεβραία γεννημένη στην Κωνσταντινούπολη. Η μητρική της γλώσσα ήταν η ελληνική, παράλληλα με την λαντίνο. Η μετέπειτα σύζυγός μου, η Έλλη Τζαλοπούλου, ήταν επίσης γεννημένη στην Κωνσταντινούπολη, τη βυζαντινή πόλη με τα πολλά πρόσωπα.
Καθώς ο εμφύλιος πόλεμος πλησίαζε στο τέλος του, είχαμε μία φιλονικία με τη βασίλισσα σχετικά με την εκτέλεση των αιχμαλώτων ανταρτών. Η ζωή έμοιαζε παιχνίδι, μέχρι που έμπλεξα, όπως πάντα, και τότε έφτασε η στιγμή της μεγάλης φυγής στις Κυκλάδες. Όπως έγραφε ο Σεφέρης, ο ποιητής πρέπει να έχει ένα τοπίο κι ένα χωριό. Βρήκα το δικό μου στα λευκά νησιά της Ελλάδας.
Με όλα αυτά, η Αθήνα και οι Κυκλάδες θα γίνονταν το στέκι μου από το 1949 έως το 1951, μέρες απίστευτες, μέρες καλλιτεχνικού οίστρου, θεσπέσιων θεατρικών παραστάσεων, πανελλαδικών απεργιών και υπέροχου Μάνου Χατζιδάκι.
Τις πρώτες μου μέρες στην Ελλάδα δέχτηκα μια κλήση από τον Louis MacNeice, τον νέο διευθυντή του Βρετανικού Ινστιτούτου και μελετητή του αρχαίου ελληνικού θεάτρου. Με καλούσε για τσάι.
«Δεν ανεβαίνουμε στην Ακρόπολη;» πρότεινε. «Τι σόι μελετητής του αρχαίου ελληνικού θεάτρου είμαι και να μην έχω επισκεφτεί τον Παρθενώνα;»
«Σκανδαλώδες!» απάντησα.
Επιβιβαστήκαμε σ’ ένα ταξί και φτάσαμε στην Ακρόπολη. Λιγοστοί φύλακες. Καμία περίφραξη. Ούτε καν εκδοτήρια εισιτηρίων. Απολύτως κανένα τουριστικό λεωφορείο. Ανηφορίσαμε τη δυτική πλευρά των Προπυλαίων. Το αεράκι από τον Υμηττό παρέσερνε τις μυρωδιές από τα αγριόχορτα και το μέλι, ενώ ο ήλιος μας ζέσταινε γλυκά. Η ανάβαση δεν ήταν κι εύκολη. Ο Louis ρουφούσε τον αέρα, που τότε ήταν μεθυστικός. Δικαιολογημένα, λοιπόν, οι αρχαίοι Έλληνες δραματουργοί δημιούργησαν τόσο μαγευτικά έργα.
Ο Louis, ψηλός όπως ήταν, ξαφνικά σκόνταψε κι έπεσε. Χτύπησε το μέτωπο του σ’ ένα αδέσποτο κομμάτι μαρμάρου. Σηκώθηκε. Σκούπισε το αίμα και μ’ ένα τρομερό χαμόγελο, είπε: «Μα τι τύχη για έναν καθηγητή ελληνικών! Από την πρώτη κιόλας μέρα να αναμείξω το αίμα μου με το μάρμαρο και τον ήλιο της Ελλάδας!»
Ποίηση, δημιουργία, Σικελιανός. Θύμιζε τεράστιο μεσαιωνικό ιππότη-ποιητή, αν και ήταν κατάκοιτος όταν τον πρωτοσυναντήσαμε. Έργα του μεταφράσαμε για το τρίτο πρόγραμμα του BBC.
Σημείο συνάντησης των ποιητών το βιβλιοπωλείο Ίκαρος. Συνήθως καθόμουν με τον Νίκο Γκάτσο και τον Οδυσσέα Ελύτη. Πιο πολύ, όμως, με τραβούσε ο Γκάτσος, άνδρας ψηλός, με σμιλεμένο πρόσωπο, αυστηρά όμορφα χαρακτηριστικά, κάπως σαν τον Ξενάκη.
Ο Γκάτσος προερχόταν από εύπορη οικογένεια και αφού έλαβε την κληρονομιά που του αναλογούσε πήγε στο Μόντε Κάρλο. Εκεί, σαν σε σουρεαλιστική ταινία, ποντάρισε και έχασε όλα του τα χρήματα σε μερικές μέρες. Τι του απέμενε επομένως; Μου είπε. Έγραψε το σπουδαίο ποίημα Αμοργός. Και τραγούδια με τον Μάνο. Θεωρώ πως είναι το πιο σημαντικό μακροσκελές ευρωπαϊκό ποίημα του 20οὐ αιώνα. Χωρίς να αφήνουμε απ’ έξω τους λυρικούς ποιητές, με τον Κωνσταντίνο Καβάφη να παραμένει ο καλύτερος όλων.
Μα ο άντρας που επισκίασε την Ελλάδα ήταν ο στιχουργός και συνθέτης, Μάνος Χατζιδάκις.
Τον συναντούσα συχνά τα βράδια με τον πιανίστα Γιάννη Παπαδόπουλο. Για μένα ήταν η ώρα του δείπνου. Για τον Μάνο ήταν κυριολεκτικά η ώρα του πρωινού, μιας και έγραφε όλη νύχτα και κοιμόταν στη διάρκεια της ημέρας.
Ο Χατζιδάκις αποτελεί κλασικό υπέροχο παράδειγμα εξαίσιου ποιητή. Επρόκειτο να παρουσιάσει το πρώτο του χορόδραμα, Το καταραμένο φίδι, στην Αθήνα. Νωρίς το μεσημέρι της πρεμιέρας, η ορχήστρα ήταν σε αναμονή, καθώς τα ορχηστρικά μέρη δεν είχαν ακόμη ολοκληρωθεί. Θυμίζοντας το ταπεραμέντο του Μότσαρτ, ο Μάνος κατέφτασε αμέσως μετά το μεσημεριανό, πολύ νωρίς για τον ίδιο, κι άρχισε να δουλεύει τα σημεία που έλειπαν, ενώ η ορχήστρα προετοιμαζόταν, κι εκείνος κάπνιζε και το απολάμβανε∙ μέχρι τις πέντε είχε συμπληρώσει τα ορχηστρικά σημεία που έλειπαν, εγκαίρως δηλαδή, για μια ολοκληρωμένη πρόβα μιάμισης ώρας, ένα δείπνο, και μία υπέροχη και αψεγάδιαστη πρεμιέρα στις οχτώ. Ο παράτολμος Χατζιδάκις πάντα τα κατάφερνε!
Όταν έγραφε τη μουσική για την ταινία Ποτέ την Κυριακή, συνέβη κάτι παρόμοιο. Τώρα πια με παραπανίσια κιλά και καπνίζοντας ανάμεσα στις λέξεις, είχε μαύρους κύκλους στα μάτια του εξαιτίας των άγρυπνων νυχτών, διατηρούσε, όμως, την αστείρευτη ενέργειά του, το πνεύμα και την ποίηση.
Οι λέξεις που έγραφε ήταν εξίσου σημαντικές με αυτές της ποίησής του. (Πάντα στενοχωριέμαι που δεν συγκαταλέχθηκε ανάμεσα στους καλύτερους μεταπολεμικούς ποιητές, μαζί με τον Γκάτσο και την υπέροχη συντροφιά των βραβευμένων ποιητών). Όπως ο Λόρκα αναζητούσε στα ανδαλουσιανά παραδοσιακά τραγούδια χαμένες λέξεις και μελωδίες, έτσι και ο Χατζιδάκις, όπως και ο μαχητικός Μίκης Θεοδωράκης, κατέφευγαν στα ελληνικά παραδοσιακά τραγούδια. Ο Κρητικός αυτός μουσικός ήταν μοναδικός στην αναβίωση τραγουδιών από τη Σμύρνη και την Κωνσταντινούπολη, το ρεμπέτικο και το χασάπικο.
Η σχέση μου με την Ελλάδα, που ήδη μετρά 70 χρόνια, (στις 13 Νοεμβρίου πάτησα τα 91), άλλαξε τη ζωή μου. Πέρασα πολλά υπέροχα χρόνια δουλεύοντας πάνω στο βιβλίο Αρχαία ελληνική ποίηση (Bantam Classics), που συνεχίζει να επανατυπώνεται. Επίσης, μετέφρασα με τη σύζυγό μου Έλλη Barnstone το βιβλίο Ο άλλος Αλέξανδρος της Μαργαρίτας Λυμπεράκη. Δέκα χρόνια πριν δημοσιεύθηκε από τον εκδοτικό οίκο Norton Η αποκατεστημένη Νέα Διαθήκη, μια πλούσια σχολιασμένη ιστορική εκδοχή της, 1.500 σελίδων.
Όσο για σήμερα, ερχόμαστε στην Ελλάδα κάθε καλοκαίρι. Στην Ελλάδα, νιώθω υγιής και χαρούμενος, συνήθως στο νησί της Σερίφου. (Παρεμπιπτόντως, το πρώτο μου βιβλίο ποίησης το 1959 είχε τίτλο Απ’ το λευκό αυτό νησί, το οποίο καταγράφει 5 μήνες κατά τον χειμώνα και την άνοιξη ανάμεσα στο 1950-1951, στη Μύκονο, όταν δεν υπήρχαν καθόλου τουρίστες εκεί). Ίσως ο μοναδικός ξένος να ήταν ένας λαθρέμπορος από μεγάλη αγγλική οικογένεια.
Με αυτά τα λόγια σας αποχαιρετώ, εύχομαι να ήμουν εκεί, και είμαι λυπημένος, αλλά και χαρούμενος κάθε φορά που είμαι στην Ελλάδα. Όχι εξαιτίας της νέας καταρρακωμένης διακυβέρνησης. Αυτή δεν είναι παρά μόνο μία θολή σταγόνα σ’ έναν μακραίωνο καταιγισμό ελληνικής μαγείας.
Κάποτε ένας Έλληνας φίλος μου είπε: «Ο κόσμος είναι ένα μαντήλι». Παλαιότερα, ναι. Τώρα, λιγότερο. Λαχταρώ εκείνες τις μέρες στην Ελλάδα, παρόμοιες με εκείνες στην πόλη του Μεξικού, της Μαδρίτης και του Παρισιού, όπου πέρασα τόσα χρόνια. Τότε ήταν πολύ εύκολο να δημιουργήσεις φιλίες με όποιον ήθελες. Ήθελα, φέρ’ ειπείν, να συναντήσω τον Αλμπέρ Καμύ στο Παρίσι; Αμέσως ερχόμασταν σε επαφή. Είμαι τυχερός που έζησα εκείνα τα χρόνια όταν ο κόσμος ήταν ένα όμορφο (αν και τσαλακωμένο) μαντήλι!
Σας ευχαριστώ πολύ.
(Μετάφραση Νέλλη Μπουραντάνη)
________
Ο Γουίλις Μπάρνστοουν έχει μεταφράσει όλα τα ποιήματα της Σαπφούς, ακόμα και εκείνα που δεν είχαν προηγουμένως αποδοθεί σε αυτήν. Έχει μεταφράσει όλους τους αρχαίους Έλληνες ποιητές σε δύο ανθολογίες με τίτλους Αρχαίοι Έλληνες Λυρικοί και Ελληνική λυρική ποίηση, με εικονογράφηση της Έλλης Τζαλοπούλου. Σε συνεργασία μετέφρασαν και το μυθιστόρημα της Μαργαρίτας Λυμπεράκη Ο Άλλος Αλέξανδρος, με πρόλογο του Albert Camus. Μετέφρασε επίσης την Παλαιά Διαθήκη, άλλα εκκλησιαστικά κείμενα και τα πλήρη θραύσματα του Ηρακλείτου. Το Πανεπιστήμιο του Evansville δημιούργησε ένα ετήσιο βραβείο μετάφρασης που φέρει το όνομά του το οποίο δίνεται για την καλύτερη μετάφραση ποιημάτων στην αγγλική γλώσσα. Δημιούργησε μια ανθολογία, Σύγχρονη ευρωπαϊκή ποίηση, με ένα τμήμα ελληνικής ποίησης που επιμελήθηκε ο Kimon Friar. Με τον Edmund Keeley ανθολόγησαν και μετέφρασαν τα 18 κείμενα εναντίον της χούντας. Με την κόρη του Αλίκη επιμελήθηκαν την ανθολογία με τίτλο Ένα βιβλίο ποιητριών από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα (A Book of Women Poets from Antiquity to Now, 1980). Ο καθηγητής Barnstone έχει επίσης δημοσιεύσει απομνημονεύματα για την Ελλάδα και ποιητικές συλλογές όπως Από αυτό το λευκό νησί (From This White Island), το 1959, στο οποίο καταγράφει την πεντάμηνη παραμονή του στη Μύκονο το 1950-51, που ήταν και υποψήφιο για το βραβείο Pulitzer.
Αυτές είναι μόνο μερικές από τις πολυάριθμες εκδόσεις του που εξασφάλισαν στην αρχαία και σύγχρονη ελληνική λογοτεχνία και πολιτισμό, ένα παγκόσμιο ακροατήριο. Επιπλέον, προώθησε τους Έλληνες συγγραφείς που κατήγγειλαν τη χούντα δίνοντάς τους τη φωνή που στερήθηκαν. Με αυτόν τον τρόπο, ο καθηγητής Barnstone έγινε σχεδόν πιο Έλληνας από πολλούς Έλληνες αν αναλογιστούμε τον παθιασμένο τρόπο με τον οποίο προώθησε στον κόσμο τον ελληνικό πολιτισμό. Στην ηλικία των 91, ακόμα χορεύει το ζεϊμπέκικο, στο τέλος κάποιων ποιητικών του αναγνώσεων.
Για τον τιμώμενο ο Μπόρχες σχολίασε: «Τέσσερα από τα καλύτερα πράγματα στην Αμερική είναι: Τα φύλλα Χλόης του Walt Whitman, Η φάλαινα του Herman Melville, τα 501 σονέτα του Barnstone στον Μυστικό Αναγνώστη και οι καθημερινές μου νιφάδες καλαμποκιού — αυτή η τραχιά ποίηση του πρωινού». (Borges at Eighty: Conversations. Bloomington: Indiana University Press, 1982).
Από τον τιμητικό χαιρετισμό που απηύθυνε η Λιάνα Σακελλαρίου, στην τελετή βράβευσης του Μπάρνστοουν στην Εταιρεία Συγγραφέων
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΤΟΥ WILLIS BARNSTONE ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
- The Other Alexander, Margarita Liberaki, with Foreword by Albert Camus, a Modern Greek novel translated by Willis Barnstone and Helle Barnstone, New York: Noonday Books, 1959.
- From This White Island, New York: Bookman, 1960.
- Sappho: Lyrics in the Original Greek with Translations, Introduction by Willis Barnstone, Foreword by Andrew Burn. New York: Doubleday Anchor, 1965; 2nd ed., New York: New York University Press.
- Greek Lyric Poetry, Introduction by William McCulloh. New York: Bantam Classics, 1962; 2nd ed., with drawings by Helle Tzalopoulou Barnstone, Bloomington: Indiana University Press, 1967.
- Eighteen Texts: Writings by Contemporary Greek Authors, Cambridge, MA: Harvard University Press, 1972.
- The Poetics of Ecstasy: from Sappho to Borges, New York: Holmes & Meier, 1983.
- A Book of Women Poets from Antiquity to Now, Aliki Barnstone and Willis Barnstone, New York: Schocken Books, 1980; 2nd edition. New York: Schocken Books/Pantheon, 1992.
- From Hawthorne's Gloom to a Whitewashed Island, Edited by Joyce Nakamura, Detroit/London: Contemporary Authors: Autobiography Series, Gale Research Inc., Volume 15, 1992.
- The Poetics of Translation: History, Theory, Practice, New Haven: Yale University Press, 1993.
- The Poems of Sappho: A New Translation, Translation and Introduction, Los Angeles: Sun & Moon Press, 1997.
- Sweetbitter Love: Poems of Sappho, A New Translation, Translated by Willis Barnstone, With Epilogue and Metrical Guide by William McCulloh, 2006.
- The Complete Poems of Sappho. Translated with an Introduction, Boston: Shambhala Books, 2009.
- Ancient Greek Lyrics, Translated by Willis Barnstone with an Introduction by William McCulloh, Indiana University Press, 2009.
σχόλια