Η καλύτερη βασιλόπιτα της Θεσσαλονίκης

Η καλύτερη βασιλόπιτα της Θεσσαλονίκης Facebook Twitter
Ο Θωμάς Κοροβίνης με τον Ντίνο Χριστιανόπουλο στη Μικρή γκαλερί Διαγώνιος. Φωτ.: Αρχείο του συγγραφέα
0

Στη μνήμη του Ντίνου Χριστιανόπουλου

 

 

ΠΑΡΑΜΟΝΗ ΠΡΩΤΟΧΡΟΝΙΑΣ ΤΟΥ 2000. Μιλένιουμ! Διαφήμιζαν όλοι την πορδοχαρά τους, αφού τους έλαχε να ζήσουν το γύρισμα της χιλιετηρίδας. Ε και; Εγώ θα το γλεντούσα κλασικά στα μέτρα μου. Και θα περνούσα με την παρέα μου μέγκλα. Μάζεψα λοιπόν χήρες και ορφανά, όπως έκανα κάθε χρόνο τέτοια μέρα, και δόθηκε το ραντεβού μισή ώρα πριν απ’ την αλλαγή της χρονιάς. Στο στέκι μας. «Τομπουρλίκα», οδός Καλαποθάκη, απέναντι απ’ το σέρβικο προξενείο. Η καλύτερη ρετσίνα, και τα πιο αχτύπητα ρεμπέτικα. 

 

Και λέω, δεν ανεβαίνω κατά τις δέκα στην Δημητρίου Πολιορκητού, να πάρω μαζί μου και τον Ντίνο να κάνουμε Πρωτοχρονιά παρέα; Πάλι σόλο θα τη βγάλει τη γιορτή ο φουκαράς! Δεν είχα προλάβει και να του δώσω μια μικρή βασιλόπιτα με φλουρί που του ετοίμαζε κάθε χρόνο η μάνα μου. Πήρα το δρόμο για την Άνω Πόλη με το πάσο μου, να κόψω κίνηση, να δω «ολίγη αγαπημένη πολιτεία». Σε μισή ώρα ήμουνα στο λαϊκό αρχοντικό που νοίκιαζε εκείνο τον καιρό ο Χριστιανόπουλος. 

 

– Βρε καλώς τον, με προϋπάντησε θερμά. 

– Χρόνια πολλά, ήρθα να σε πάρω για το βράδυ, να βγούμε έξω, έχω καλή συντροφιά. Ρεμπετοκατάσταση.

– Εσείς να βγείτε, να γλεντήσετε, είστε νέοι, εγώ θα μείνω μέσα να συμπληρώσω το ημερολόγιο της χρονιάς.

– Τέτοιος που είσαι, τι να σε κάνω; Που δε θες το καλό σου;

 

Μ’ έβαλε στο δωματιάκι που το ’χε για γραφείο και κρεβατοκάμαρα μαζί. 

 

– Θα σε κεράσω γλυκό βύσσινο Παπαγεωργίου, είναι το καλύτερο. Κι από πιοτό, Φάντα.

– Καλά, έτσι νομίζεις θα ξεμπερδέψεις τέτοια μέρα; Έχω ντουζένια. Θέλω κάτι αλκοολούχο, να φτιαχτώ.

– Έχω λικέρ μπανάνα.

– Ε μωρε Ντίνο, αυτά είναι γυναικεία πιοτά.

– Μα κι εγώ για κάτι φιλενάδες μου το έχω. Πίνουν από καμιά γουλιά όταν με κάνουν βίζιτα. Δεν έχω σέρτικα που προτιμάς του λόγου σου. 

– Φερ’ το, θα το τιμήσω δεόντως.

 

Το δωμάτιο μισοσκότεινο, ο Ντίνος καθισμένος στο γραφείο του, εγώ απέναντί του στην πολυθρόνα, δίπλα στο παράθυρο που το άνοιγα κάπου κάπου να ξεμπουκάρουν τα ντουμάνια απ’ τα τσιγάρα μου. Μας φώτιζε μόνο ένα παλιό και ογκώδες σιδερένιο πορτατίφ. Στο μεταξύ η μεγαλόσωμη και παραχαϊδεμένη γάτα του θρονιάστηκε πάνω στο κρεβάτι με την στρατιωτική κουβέρτα και με κοίταζε κατάματα, βλοσυρά μου φάνηκε και ανταγωνιστικά. Στον διπλανό τοίχο ήταν κρεμασμένη η εικόνα ενός λιπόσαρκου αγριωπού ασκητή που μας έβλεπε όλους επιτιμητικά. Βρέθηκα πολιορκημένος ανάμεσα σε τέσσερα μέτωπα. Ο Ντίνος με το διαβρωτικό του βλέμμα, -παρόλο που φαινόταν στις καλές του-, αντίκρυ μου, η γάτα με κατασπαρακτική διάθεση δίπλα μου, ο όσιος με την ελεγκτική εποπτεία του από ψηλά, και στη μέση ο προβολέας σαν εργαλείο ανάκρισης της Γκεστάπο. Αισθανόμουν άβολα. 

– Βρε παιδί μου, αυτό τον άγιο τι τον θες; Δε σε τρομάζει;

– Ίσα ίσα, επίτηδες τον έστησα εκεί για να τον αντικρίζω πρωί πρωί μόλις ξυπνώ και να με συνετίζει. 

– Και η γάτα; Δεν είναι καλύτερα να βγει έξω;

– Όχι, γιατί είναι παραπονιάρα, θα το πληρώσω μετά.

– Ντίνο, πρέπει κάποιος απ’ όλους να φύγει.

– Τι λες μωρό μου; Εσύ δεν γίνεται, εγώ δεν γίνεται, ο άγιος δεν γίνεται, και νομίζεις πως  η γάτα γίνεται; Εμ, δεν γίνεται.

 

Τι να ’κανα; Να ζητούσα να σβήσει το πορτατίφ; Αδύνατον ν’ ανάψει το φως, ήθελε να κάνει ατμόσφαιρα. Συμβιβάστηκα λοιπόν με την κατάσταση.

 

Πιαστήκαμε στην κουβέντα. Μιλήσαμε για πολλά και διάφορα. Είπαμε τον καημό μας για όνειρα που είχαμε και δεν πραγματώθηκαν αλλά γελάσαμε και πολύ σχολιάζοντας τα καμώματα κάποιων γνωστών μας τη χρονιά που έφευγε.

 

Κάποια στιγμή κοίταξα το ρολόι.

 

– Η ώρα πέρασε. Είναι έντεκα και. Θα στήσω τα καρντάσια. 

– Έλα να σε ξεπροβοδίσω.

– Α, Ντίνο, την πίτα, δεν κόψαμε τη βασιλόπιτα. 

 

Με τι λαχτάρα την είχε κάνει η μάνα μου! Να ευχηθείς από μέρους μου τον κύριο Ντίνο, μου είχε πει.

 

– Πες της για άλλη μια φορά ευχαριστώ.

 

Παραμερίσαμε τα σύνεργα και στήσαμε την πίτα στο γραφειάκι. 

 

– Θα την κόψεις εσύ σαν πατριάρχης.

– Αποκλείεται, φοβάμαι μη κοπώ εγώ, να το κάνεις εσύ.

– Ωραία!  πρώτο κομμάτι στην ποίηση. Μακάρι να πέσει σ’ αυτήν.

– Είσαι εκπληκτικός! Και η γάτα;

– Ουφ με τη γάτα! Κάτι θα γίνει και γι’ αυτήν.

– Το δεύτερο κομμάτι ανήκει στη Θεσσαλονίκη.

– Μπράβο!

– Το τρίτο για το Ντίνο.

– Πολύ καλά.

– Το τέταρτο στο Θωμά.

– Καλά, και η γάτα:

– Αμάν! Και το πέμπτο λοιπόν στη γάτα. Θες και κάναν άλλο; Κάνα Αγιοβασίλη, κάνα Χριστό;

– Ε, φτάνουν τόσοι. Σαν πολλοί μαζευτήκαμε.

– Ταμάμ! Για να δούμε τα κομμάτια.

– Ας κοιτάξουμε πρώτα της γάτας που είπες ότι θα το τύχει.

– Δεν είπα τέτοιο πράμα!

 

Πράγματι το φλουρί έπεσε στη γάτα. Φαρμακώθηκα. Όχι τίποτα, πίστευα πως ήταν πλάσμα κακό. Ο Ντίνος βέβαια ενθουσιάστηκε.

 

– Μια χαρά λοιπόν. Εσύ θα ’χεις γούρι,  θα πετύχει κανένα μερακλή κεραμιδόγατο και θα σου κάνει πολλά γατάκια το νέο έτος.

 

Στο μεταξύ ρούφα ρούφα το λικέρ τόσην ώρα είχα έρθει στο τσακίρ κέφι.

 

– Άντε, τώρα να σου τραγουδήσω «Πάει ο παλιός ο χρόνος» και να την κάνω.

– Θα σου δώσω τώρα κάτι για να κεράσεις τους φίλους, να πιείτε για πάρτη μου

– Έγινε!

– Άντε να σε ξεβγάλω.

– Καλή χρονιά, φίλε! Έλα να ασπαστούμε.

– Καλή χρονιά! Φίλα με εσύ, γιατί εγώ είμαι κρύος.

– Ασ’ τα αυτά, αν δε με φιλήσεις κι εσύ δεν πιάνει.

– Ας είναι!

 

Και φιληθήκαμε. Μα κάνοντας να κλείσει την πόρτα , αχ, λέω, δεν δοκιμάσαμε την πίτα, να δούμε τι λογιώ την έφτιαξε η κυρα-Παρασκευούλα.

Πιο πολύ για να μου πει ένα μπράβο, έστω και τυπικό, να της το μεταφέρω, να της δώσω τη χαρά.

Επέστρεψε με το κομμάτι του. Πήραμε από μια μπουκιά. Δεν είπε τίποτα. Ε, δεν άντεξα.

 

– Πως σου φάνηκε;

– Δεν είναι άσχημη αλλά το ζαχαροπλαστείο «Μερόπη», στην Εγνατία, δίπλα στην οικοδομή του κυρίου Βαρβιτσιώτη βάζει καλύτερο μαχλεμπί. Είναι η ωραιότερη βασιλόπιτα της πόλης μας.

 

Μου ’ρθε να του τρίψω την πίτα στη μούρη αλλά μέρα που είναι, είπα, άσε….

Την επομένη, ανήμερα Πρωτοχρονιάς, σηκώθηκα πρωί πρωί, όλος αγωνία, και κατέφτασα φουριόζος στο εν λόγω κατάστημα να πάρω γεύση απ’ αυτή τη περίφημη, υποτίθεται, βασιλόπιτα. Ήταν μια συνηθισμένη γλυκιά πίτα της σειράς, με παραπανίσια ζάχαρη και παραφουσκωμένη απ’ τα διογκωτικά. 

Μα δε θύμωσα. Δε βαριέσαι, ρε Ντίνο, σκέφτηκα, σίγουρος πως μόνος του θα απολάμβανε την βασιλόπιτα της μάνας μου και με το παραπάνω. Έτσι κι αλλιώς μου ’χε ξανακάνει παρόμοια χουνέρια. 

 

Αυτός ήταν ο άνθρωπός μας. Και στις πιο ευχάριστες στιγμές έπρεπε να χύσει και μια δόση δηλητήριο. Αλλιώς δε θα ήταν ο Ντίνος. Όμως έτσι είναι η αγάπη, αυτό είναι το όφελος απ’ τα βαθιά συναισθήματά μας για τους άλλους, να κρατάς μέσα σου το καλό παραβλέποντας το σκάρτο. Έτσι τον νοσταλγώ γλυκά κι αυτή την πρωτοχρονιά που έχει περάσει πια στην άλλη όχθη.  Κι θα του κόψω ένα κομμάτι απ’ την βασιλόπιτα. Ελπίζω να του πέσει το φλουρί. Να το χαρεί η ψυχή του από κει που βρίσκεται. Και να τον σχωρνάμε και να μας σχωρνά για όσα μας πότισε και τον ποτίσαμε φαρμάκια.

Βιβλίο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Βιογραφίες: Aπό τον Γκαρσία Μάρκες στην Άγκελα Μέρκελ

Βιβλίο / Πώς οι βιογραφίες, ένα όχι και τόσο δημοφιλές είδος στη χώρα μας, κατάφεραν να κερδίσουν έδαφος

Η απόλυτη επικράτηση των βιογραφιών στη φετινή εκδοτική σοδειά φαίνεται από την πληθώρα των τίτλων και το εύρος των αφηγήσεων που κινούνται μεταξύ του autofiction και των βιωματικών «ιστορημάτων».
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
ΕΠΕΞ Λευτέρης Αναγνώστου, ένας μεταφραστής

Λοξή Ματιά / Λευτέρης Αναγνώστου (1941-2024): Ένας ορατός και συγχρόνως αόρατος πνευματικός μεσολαβητής

Ο Λευτέρης Αναγνώστου, που έτυχε να πεθάνει την ίδια μέρα με τον Θανάση Βαλτινό, ήταν μεταφραστής δύσκολων και σημαντικών κειμένων από τη γερμανική και αυστριακή παράδοση.
ΝΙΚΟΛΑΣ ΣΕΒΑΣΤΑΚΗΣ
Κυκλοφόρησε η πιο διεξοδική μελέτη της δεκαετίας 1910-1920, μια τρίτομη επανεκτίμηση της «μεγαλοϊδεατικής» πολιτικής του Βενιζέλου

Βιβλίο / Κυκλοφόρησε η πιο διεξοδική μελέτη της δεκαετίας 1910-1920, μια τρίτομη επανεκτίμηση της «μεγαλοϊδεατικής» πολιτικής του Βενιζέλου

Ο Ιωάννης Στεφανίδης, καθηγητής Διπλωματικής Ιστορίας στη Νομική του ΑΠΘ και επιμελητής του τρίτομου έργου του ιστορικού Νίκου Πετσάλη-Διομήδη, εξηγεί γιατί πρόκειται για ένα κορυφαίο σύγγραμμα για την εποχή που καθόρισε την πορεία του έθνους.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Μανώλης Ανδριωτάκης: «Δεν φοβάμαι τις μηχανές, τους ανθρώπους φοβάμαι»

Βιβλίο / Μανώλης Ανδριωτάκης: «Δεν φοβάμαι τις μηχανές, τους ανθρώπους φοβάμαι»

Με αφορμή το τελευταίο του μυθιστόρημα «Ο θάνατος του συγγραφέα» ο δημοσιογράφος μιλά για την τεχνητή νοημοσύνη, την εικονική πραγματικότητα και την υπαρξιακή διάσταση της τεχνολογίας.
ΕΙΡΗΝΗ ΓΙΑΝΝΑΚΗ
Άλαν Χόλινγκερστ: «Η γραμμή της ομορφιάς»

Το πίσω ράφι / Η γραμμή της ομορφιάς: Η κορυφαία «γκέι λογοτεχνία» του Άλαν Χόλινγκχερστ

Ο Χόλινγκχερστ τοποθέτησε το βραβευμένο με Booker μυθιστόρημά του στα θατσερικά '80s και κατάφερε μια ολοζώντανη και μαεστρική ανασύσταση μιας αδίστακτης δεκαετίας.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Η συγγραφέας που έδωσε στον Στάινμπεκ το υλικό για «Τα σταφύλια της οργής» καταδικάζοντας το δικό της βιβλίο στην αφάνεια

Βιβλίο / Η συγγραφέας που έδωσε στον Στάινμπεκ το υλικό για «Τα σταφύλια της οργής» καταδικάζοντας το δικό της βιβλίο στην αφάνεια

Η Σανόρα Μπαρμπ είχε περάσει πολύ καιρό στους καταυλισμούς των προσφύγων από την Οκλαχόμα που είχαν πληγεί από την Μεγάλη Ύφεση και την ξηρασία, προκειμένου να γράψει το μυθιστόρημά της. Έκανε όμως το λάθος να δείξει την έρευνά της στον διάσημο συγγραφέα, ο οποίος την πρόλαβε.
THE LIFO TEAM
Μαρξ - Βάγκνερ - Νίτσε: Oι σπουδαιότερες μορφές του 19ου αιώνα

Βιβλίο / Μαρξ - Βάγκνερ - Νίτσε: Oι παρεξηγημένοι του 19ου αιώνα

Το βιβλίο του Γερμανού θεωρητικού και πανεπιστημιακού Χέρφριντ Μίνκλερ αναλαμβάνει να επαναπροσδιορίσει το έργο τους, που άλλαξε τα δεδομένα του αστικού κόσμου από τον 19ο αιώνα μέχρι σήμερα.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Νίκος Ψιλάκης: Mια ζωή αφιερωμένη στην καταγραφή της κρητικής παράδοσης και κουζίνας

Βιβλίο / Νίκος Ψιλάκης: Mια ζωή αφιερωμένη στην καταγραφή της κρητικής παράδοσης και κουζίνας

Ο Νίκος Ψιλάκης ερευνά και μελετά την κρητική παράδοση εδώ και τέσσερις δεκαετίες. Τα βιβλία του είναι μνημειώδεις εκδόσεις για το φαγητό, τις λαϊκές τελετουργίες και τα μοναστήρια της Κρήτης που διασώζουν και προωθούν τον ελληνικό πολιτισμό.
M. HULOT
«Δυστυχώς ήταν νυμφομανής»: Ανασκευάζοντας τα στερεότυπα για τις γυναίκες της αρχαίας Ρώμης

Βιβλίο / «Δυστυχώς ήταν νυμφομανής»: Ανασκευάζοντας τα στερεότυπα για τις γυναίκες της αρχαίας Ρώμης

Ένα νέο βιβλίο επιχειρεί να καταρρίψει τους μισογυνιστικούς μύθους για τις αυτοκρατορικές γυναίκες της Ρώμης, οι οποίες απεικονίζονται μονίμως ως στρίγγλες, ραδιούργες σκύλες ή λάγνες λύκαινες.
THE LIFO TEAM
Γιώργος Συμπάρδης: «Ήθελα οι ήρωές μου να εξαφανίζονται, όπως οι άνθρωποι στη ζωή μας»

Βιβλίο / Γιώργος Συμπάρδης: «Ήθελα οι ήρωές μου να εξαφανίζονται, όπως οι άνθρωποι στη ζωή μας»

Σε όλα τα έργα του πρωταγωνιστούν οι γυναίκες και μια υπόγεια Αθήνα, ενώ ο ίδιος δεν κρίνει τους ήρωές του παρά το αφήνει σε εμάς: Μια κουβέντα με τον χαμηλόφωνο συγγραφέα του «Άχρηστου Δημήτρη» και της «Πλατείας Κλαυθμώνος».
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ρίτα Κολαΐτη: «Με θυμώνει που δεν βλέπεις σχεδόν κανέναν να διαβάζει ένα βιβλίο στο μετρό»   

Βιβλίο / Ρίτα Κολαΐτη: «Με θυμώνει που σχεδόν κανείς δεν διαβάζει βιβλίο στο μετρό»   

Η πολυβραβευμένη μεταφράστρια μιλά για την προσωπική της διαδρομή στον χώρο της λογοτεχνίας, για το στοίχημα της καλής μετάφρασης και εξηγεί τι σημαίνει να δουλεύεις πάνω σε κορυφαία έργα του Φλομπέρ, του Καμί, του Μαρκήσιου ντε Σαντ και της Ανί Ερνό. 
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
«Ρουφιανεύοντας τον εαυτό μου»: Τα απομνημονεύματα του Αλ Πατσίνο

Βιβλίο / «Ρουφιανεύοντας τον εαυτό μου»: Τα απομνημονεύματα του Αλ Πατσίνο

Ο 84χρονος ηθοποιός κοιτάζει προς τα πίσω και βλέπει τα δύσκολα παιδικά χρόνια, την καταθλιπτική μητέρα του, τον Τσέχoφ, τις σχέσεις που δεν έφτασαν ποτέ στον γάμο, τις έντονες αναταράξεις μιας πολυκύμαντης διαδρομής.
THE LIFO TEAM
Πέτρος Τατσόπουλος: «Η οργή σε κάποιες περιπτώσεις επιβάλλεται γιατί είναι απελευθερωτική»

Πέτρος Τατσόπουλος / «Δεν τα έχω με τους πιστούς αλλά με τους απατεώνες ρασοφόρους»

Μια χειμαρρώδης συνέντευξη με τον γνωστό συγγραφέα, δημοσιογράφο, παρουσιαστή και πρώην βουλευτή Πέτρο Τατσόπουλο, με αφορμή το τελευταίο του βιβλίο «Το παιδί του διαβόλου - Μια αληθινή ιστορία», όπου εστιάζει στη μεγάλη δύναμη της Εκκλησίας στην Ελλάδα, στη διαπλοκή της με την πολιτεία και στις σκοταδιστικές απόψεις που κατά κανόνα πρεσβεύει καθώς και στην ιδιαίτερα επικερδή «μπίζνα» που έχει στηθεί γύρω από ιερά λείψανα, ιερά κειμήλια, «άγιους» γέροντες και «θαύματα» για κάθε χρήση.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ