Του Αγίου Βαλεντίνου σήμερα συμπίπτει με Κυριακή και με lockdown, οπότε το home cinema φαντάζει μονόδρομος. Η θεματολογία δεν μπορεί παρά να είναι ερωτική, αν και η ιδέα μιας εορταστικής προβολής Φούλτσι ή ενός σινεμαραθωνίου με τις αγαπητικές μπούφλες του Τέρενς Χιλ και του Μπαντ Σπένσερ διόλου απωθητική δεν ακούγεται σ' εκείνον που βγάζει φλύκταινες στο άκουσμα της επετείου.
Δεν απευθύνεται σε αυτόν τον αναγνώστη το κείμενο όμως. Αυτός θα απέφευγε να πατήσει στο link έτσι κι αλλιώς κι αν εσύ που διαβάζεις αυτές τις γραμμές είσαι η εξαίρεση, σε προειδοποιώ να σταματήσεις εδώ, διαφορετικά θα εκτεθείς σε μελό αφηγήσεις για έρωτες που έληξαν άδοξα ή δεν καρποφόρησαν ποτέ, για εραστές με «λάθος στ' αστέρια τους», για νύχτες δίχως όνομα, νύχτες χωρίς σκοπό.
Κακά τα ψέματα, αυτές οι ερωτικές ιστορίες εντυπώνονται εντονότερα στον ψυχισμό μας, οι θετικές καταστάσεις δεν αφήνουν στίγμα, συνήθως όταν τις βιώνουμε δεν έχουμε χρόνο να τις σκεφτούμε, χώρια που δεν παράγουν δράμα και πολλοί από εμάς το χρειαζόμαστε ‒ τέτοιοι είμαστε, γι' αυτό ό,τι μας βρίσκει στη συνέχεια μας αξίζει μέχρι τελευταίας ρανίδας και μετά βρεγμένης σανίδας.
Σκεφτείτε πως ακόμα και τα παραμύθια ξεμπερδεύουν με το σκέλος των ευτυχισμένων ημερών με τη φράση «έζησαν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα». Περαιτέρω λεπτομέρειες δεν μας δίνουν, ποιος θέλει να ακούσει γι' αυτές άλλωστε; Δώσε μας αίμα, δάκρυα κι ιδρώτα, ερωτική αγωνία, άγρυπνες νύχτες, φίλους και εχθρούς που φθονούν και επιβουλεύονται έρωτες που τους ξεπερνούν και πάρε μας την ψυχή.
Σκεφτείτε πως ακόμα και τα παραμύθια ξεμπερδεύουν με το σκέλος των ευτυχισμένων ημερών με τη φράση «έζησαν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα». Περαιτέρω λεπτομέρειες δεν μας δίνουν, ποιος θέλει να ακούσει γι' αυτές άλλωστε;
Η λίστα που ακολουθεί περιλαμβάνει μερικές από τις χαρακτηριστικότερες φιλμικές ιστορίες καταραμένου ή ανεκπλήρωτου έρωτα, κατάλληλες να δώσουν την απαραίτητη δόση σπαρακτικού ερωτικού δράματος στο φιλμικό μας διαιτολόγιο ένεκα της ημέρας. Δράματος που, για καλό δικό μας και των γύρω μας, κανονικά θα έπρεπε να επιλέγουμε ενσυνείδητα να βιώσουμε μόνο μέσω της μεγάλης οθόνης και στην πραγματική ζωή απλώς να ανεχόμαστε, αν δεν μπορούμε να κάνουμε αλλιώς, και ιδανικά να μην επιδιώκουμε ποτέ.
Αλλά τι τα θες; Τα «πρέπει» ούτε στους έρωτες χωρούν ούτε και στα δράματα.
Καζαμπλάνκα
(Casablanca, 1942)
του Μάικλ Κερτίζ
Η θρυλική «Καζαμπλάνκα» του Μπόγκι και της Μπέργκμαν, του «As time goes by» και της «αρχής μιας υπέροχης φιλίας», του μπαρ που «απ' όλα τα μπαρ του κόσμου» έμελλε να επανενώσει πρόσκαιρα δυο ανθρώπους που χώρισε ο πόλεμος και ενός φινάλε που ξεκαθαρίζει τη (διόλου) λεπτή γραμμή που χωρίζει το fling από τον ατόφιο έρωτα αποτελεί διαχρονικό καταφύγιο για ερωτοχτυπημένους (και μη) σινεφίλ, λειτουργώντας παράλληλα και ως λυδία λίθος για την εξακρίβωση της καταλληλότητας του ερωτικού σου συντρόφου: δεν θέλεις να είσαι με κάποιον που δεν θέλει να δει μαζί σου την «Καζαμπλάνκα».
Σύντομη Συνάντηση
(Brief Encounter, 1945)
του Ντέιβιντ Λιν
Ο Βρετανός Ντέιβιντ Λιν συλλαμβάνει την αίσθηση των ματαιωμένων ονείρων μιας γενιάς που έγλειφε τις πληγές της από μια μακρόχρονη οικονομική κρίση κι έναν μεγάλο πόλεμο και τη μεταποιεί στη σπαρακτική ιστορία ενός έρωτα που, λόγω των συνθηκών, δεν πρόλαβε να ανθήσει. Το σεναριακό εύρημα του κύκλου και του παρείσακτου ξένου που δεν σέβεται την ιδιωτικότητα και τη δραματικότητα της στιγμής, το οποίο δανείζεται και η «Carol» (2015) του Τοντ Χέινς, εντείνει την τραγική ειρωνεία και προσυπογράφει τον διορισμό του «Brief Encounter» στη θέση εκείνου του καταραμένου κινηματογραφικού ρομάντζου με το όποιο θα συγκρίνονται όσα ακολούθησαν και θα ακολουθήσουν.
Τα χρόνια της αθωότητας
(Τhe age of innocence, 1993)
του Μάρτιν Σκορσέζε
Ίσως η υπερσκηνοθεσία και η ταχύτητα του μοντάζ ορισμένων σκηνών να αντιβαίνει στη φύση μιας ιστορίας μακροχρόνιου, ως επί το πλείστον βωβού πάθους και υπόγειας συναισθηματικής βίας – κάπως υπερβολικά, αλλά όχι άστοχα ο Σκορσέζε χαρακτήρισε το φιλμ ό,τι πιο βίαιο έχει γυρίσει και θα αρκούσε μόνο η σκηνή της εκβιαστικής παράκλησης της Γουινόνα Ράιντερ προς τον Ντάνιελ Ντέι Λιούις για να τον δικαιώσει. Είναι τέτοια όμως η δυναμική της ιστορίας, που δύσκολα θα άφηνε ασυγκίνητο και τον πιο σκληροτράχηλο θεατή. «Πες της ότι είμαι παλαιών αρχών» λέει ο Nιούλαντ Άρτσερ στο φινάλε και συνοψίζει σε μια φράση το ενδογενές και το εξωγενές αίτιο που ο έρωτάς του για την κόμησσα Ολένσκα παρέμεινε ανεκπλήρωτος.
Τιτανικός
(Titanic, 1997)
του Τζέιμς Κάμερον
To δημοφιλέστερο ρομάντζο των '90s –και όχι μόνο‒ προσπερνά τον σκόπελο της κοινής γνώσης της επικείμενης καταστροφής, γεννώντας σασπένς μέσα από την άγνοια (και την έγνοια) για την τελική τύχη των δύο ερωτευμένων νεαρών, του Τζακ και της Ρόουζ. Αναρίθμητα ζευγάρια μιμήθηκαν το ενσταντανέ του ζεύγους στην κουπαστή του πλοίου, το μέγεθος και η ψυχαναγκαστική επιμέλεια της κατασκευής σε αφήνουν με το στόμα ανοιχτό μέχρι σήμερα, αλλά τον λόγο της διαχρονικής γοητείας του «Τιτανικού» θα τον βρεις στην ακλόνητη πίστη του ότι οι μεγάλοι έρωτες, ακόμα κι αν έληξαν πρόωρα ή άδοξα, θα ζουν για πάντα στη μνήμη εκείνων που τους έζησαν και που έζησαν για να τους αφηγηθούν.
Ερωτική Επιθυμία
(In the mood for love, 2000)
του Γουόνγκ Καρ Βάι
Φαντάζει (και τυπικά είναι) πλεονασμός να γράψεις ότι η «Ερωτική Επιθυμία» του Γουόνγκ Καρ Βάι συνιστά την πλατωνική ιδέα του πλατωνικού κινηματογραφικού έρωτα, μα έλα που όσα υπερθετικά κι αν κομίσεις, δεν θα ακουστούν πλεονάζοντα γι' αυτή την ευτυχή συγκυρία, όπου η «καρβαϊκή» καλλιγραφία συναντά την ιστορία για την οποία πάντοτε προετοιμαζόταν. Στο Χονγκ-Κονγκ των '60s δυο παντρεμένοι, απατημένοι από τους συντρόφους τους και με όλα τα κοινά του κόσμου, κάνουν την ηθική επιλογή να κρατήσουν το αίσθημα που αναπτύχθηκε ανάμεσά τους σε πλατωνικό επίπεδο, ώστε να παραμείνει αμόλυντο. Τα έγχορδα του Σιγκέρου Ουμεμπαγιάσι δίνουν λόγια στον άφατο ερωτισμό και συντροφεύουν έκτοτε εκείνες τις ερωτικές μας ιστορίες που έμειναν στην πρώτη σελίδα, μα μέσα μας γέμισαν βιβλία.
Κινγκ Κονγκ
(King Kong, 2005)
του Πίτερ Τζάκσον
Το ριμέικ της αρχετυπικής κινηματογραφικής εκδοχής του (εκ των πραγμάτων) ανεκπλήρωτου έρωτα βρίσκει στο πρόσωπο του Πίτερ Τζάκσον τον ιδανικό σκηνοθέτη για να συγκεράσει τη μεγαλόπνοη περιπέτεια φαντασίας με την υπερχειλίζουσα ρομαντική διάθεση. Η ξανθιά στάρλετ, που εντοπίζει στον Κινγκ Κονγκ εκείνο που οι άλλοι δεν βλέπουν, αφυπνίζει στον υπερφυσικών διαστάσεων γορίλλα μια κοιμώμενη ιδιότητα, την έγνοια για τον άλλο, και τον εξημερώνει. «Ήταν η Ομορφιά που σκότωσε το Κτήνος», ακούμε στο φινάλε διά στόματος Τζακ Μπλακ, σε μία από τις ωραιότερες παραβολές της έβδομης τέχνης.
Το μυστικό του Brokeback Mountain
(Brokeback Mountain, 2005)
του Ανγκ Λι
Μοιάζει εξωφρενικό όταν σκέφτεσαι πως η συγκεκριμένη ταινία μπόρεσε να προκαλέσει αντιδράσεις στον εικοστό πρώτο αιώνα, μέρα που είναι, όμως, ας μην ασχοληθούμε με μικρότητες. Περισσότερο από ταινία-σταθμός για το queer cinema, περισσότερο και από φιλμική ωδή σε έναν έρωτα που καταράστηκε ο φασίζων όχλος, το κομψοτέχνημα του Ανγκ Λι θρηνεί το «Βrokeback Μountain» του καθενός μας, εκείνη την ετεροτοπία στην οποία μπορέσαμε να είμαστε ο εαυτός μας, μακριά από κοινωνικά στεγανά και προκαταλήψεις, ανέμελοι και ελεύθεροι. Ευχή προς όλους να το βρουν κάποτε, έστω και για λίγο, έστω κι αν στο τέλος τίποτε άλλο δεν απομένει από εκείνο, παρά ένα πουκάμισο αδειανό.
Mια φορά
(Once, 2007)
του Τζον Κάρνεϊ
Ένας μουσικός του δρόμου και μια πλανόδια ανθοπώλισσα θα ζήσουν για λίγες μέρες έναν πλατωνικό έρωτα, θα (επι)κοινωνήσουν τα συναισθήματά τους μέσα από τη μουσική και τα τραγούδια τους και θα μείνουν αξέχαστοι σε όσους περαστικούς σινεφίλ κοντοστάθηκαν για λίγο ώστε να ακούσουν το τραγούδι τους, μια μπαλάντα σαν εκείνες που βρυχάται ο Γκλεν Χάνζαρντ μέσα στο φιλμ, μια μπαλάντα η οποία, πάνω που σε καθήλωσε με το γεμάτο υπόσχεση «αχ» της, περνά βίαια στο «γιατί» και το «γαμώτο». Όχι επειδή «κάποτε» συνέβη, όπως θα ήθελες να προεξοφλεί ο τίτλος της, μα επειδή κάποτε θα μπορούσε να έχει συμβεί.
σχόλια