Καιρό είχε να βγει μια τόσο καλοφτιαγμένη σειρά στην ελληνική τηλεόραση, που δεν έχει να ζηλέψει σε τίποτα διεθνείς παραγωγές. Ο «Σιωπηλός Δρόμος» του Βαρδή Μαρινάκη είχε ένα ευρηματικό σενάριο, εξαιρετικές ερμηνείες και ένα από τα πιο αξιοπρόσεχτα ελληνικά σάουντρακ που έχουμε ακούσει το τελευταίο διάστημα.
Είναι μια δουλειά του Ted Regklis (Θεόδωρος Ρέγκλης), η πρώτη του για τηλεοπτική σειρά. Αυτό που την κάνει τόσο ιδιαίτερη είναι ότι μπορεί να σταθεί μόνη της, χωριστά από τις εικόνες, κάτι που σπάνια το πετυχαίνει κανείς σε αυτού του είδους τη μουσική.
Δεν είναι η πρώτη φορά που ο 35χρονος συνθέτης τραβάει την προσοχή. Ήταν υπεύθυνος, επίσης, για την υποβλητική μουσική του τρέιλερ των «Παρασίτων» του Μπονγκ Τζουν-χο, του οποίου η επιτυχία ήταν απρόσμενη, ένα «τυχερό», όπως μου το χαρακτηρίζει.
«Έχω μια ιδιαίτερη αγάπη στα σάουντρακ, δηλαδή στη μουσική που έχει γραφτεί για την εικόνα ή προέρχεται από ταινίες. Πάντα με επηρέαζε πιο πολύ επειδή ακριβώς συστήνεσαι σε αυτήν τη μουσική μέσα από μια εικόνα και αυτό μπορεί να δημιουργήσει πολύ πιο έντονη εντύπωση όταν είσαι παιδί. Τα πάντα είναι μια επιρροή, ακόμα και πράγματα που είναι εξωφρενικά μπορούν να βοηθήσουν κάπου. Δεν έκανα τίποτα διαφορετικό απ’ όσους ασχολούνταν με τη μουσική από πιτσιρικάδες. Είχα μπάντες, παίζαμε μουσική από δω και από κει, άρχισα να γράφω μουσική δική μου, την ανέβαζα σε πλατφόρμες όπως το SoundCloud, το YouTube», λέει όταν τον ρωτάω πώς προέκυψε η ενασχόλησή του με τα σάουντρακ.
«Σιγά σιγά άρχισα να επικεντρώνομαι σε ανθρώπους που έκαναν δημιουργικά πράγματα, που ασχολούνταν με βίντεο και animation. Τους ρωτούσα αν τους ενδιέφερε να τους κάνω τη μουσική. Ξεκίνησα να στέλνω γενικά και παντού, μέσω e-mail, για μουσική, για εικόνα, και σε δισκογραφικές στο εξωτερικό. Έστελνα με αφέλεια και παρουσιαζόμουν από το πουθενά. Ήταν μια αργή, οργανική διαδρομή, χωρίς τεράστιες εκπλήξεις, με κάποιες εξαιρέσεις.
Τότε έστειλα και σε μια εταιρεία που εξειδικεύεται σε αυτό το πράγμα, κάνει μουσική για τρέιλερ στην Αμερική. Δεν είχα feedback. Συνέχιζα να κάνω αυτά που έκανα και κάποια στιγμή, μετά από έξι-επτά μήνες, μου απάντησαν ότι τους ενδιέφερε να μιλήσουμε και να κάνουμε κάποιες δοκιμές, να δούμε πώς θα πάει.
Το να δουλεύεις για μια σειρά είναι κάτι που παίρνει πολύ, αναγκαστικά κάνεις κι άλλα πράγματα στο ενδιάμεσο, οπότε πρέπει να έχεις την ικανότητα να ξαναμπαίνεις σε αυτό το κλίμα και στην ατμόσφαιρα, δηλαδή να επιστρέφεις σε αυτόν τον κόσμο.
Μετά από ένα διάστημα περίπου δύο χρόνων, που ένιωθα ότι έστελνα π.χ. την καλύτερη δουλειά που έχω κάνει και την απέρριπταν, συνειδητοποίησα ότι είναι πολύ ανταγωνιστικός ο χώρος, επειδή υπήρχαν άνθρωποι απ’ όλο τον κόσμο που έκαναν το ίδιο. Για μένα αυτό ήταν διαφωτιστικό, επειδή με έβαλε να σκύψω το κεφάλι. Κατάλαβα ότι έπρεπε να μάθω πολλά πράγματα ακόμη και έκτοτε έχω αυτήν τη φιλοσοφία. Όπου κι αν είσαι, προσπάθησε να μάθεις ό,τι μπορείς, επειδή αλλάζουν στην πορεία πολλά πράγματα και πάντα μπορείς να βελτιώσεις το knowhow που έχεις, τις γνώσεις σου πάνω στη μουσική, στην αρμονία. Πάντοτε υπάρχει κι άλλο, ουσιαστικά η πορεία δεν τελειώνει κάπου».
Με επιρροές από Danny Elfman, Hans Zimmer, Howard Shore, όλους τους μεγάλους συνθέτες σάουντρακ, δεν είχε σκοπό να ασχοληθεί από την αρχή με τα σάουντρακ. Ο Θοδωρής γεννήθηκε στην Κρήτη και μεγάλωσε στην Αθήνα.
«Υπήρχε μουσική στην οικογένεια», αναφέρει. «Στους γονείς μου άρεσε πάρα πολύ να παίζουν και να τραγουδάνε μέσα στο σπίτι, ενώ δεν ήταν επαγγελματίες. Aνάμεσα στα παιχνίδια μου υπήρχε ένα αρμονιάκι, ένα μεταλλόφωνο, οπότε έδειξα ενδιαφέρον προς αυτή την κατεύθυνση και ήμουν και τυχερός, γιατί το εντόπισαν και με πήγαν σε μια δασκάλα να ξεκινήσω με πιάνο ‒ από κει με πήρε η “κάτω βόλτα”. Μουσική ξένη, εποχής, ρεμπέτικα, ελληνικά γενικότερα, διάφορα πράγματα.
Δεν το είχα πάρει απόφαση από μικρός ότι θα ασχοληθώ με τη μουσική. Άργησε πολύ να κάτσει στο κεφάλι μου το ότι θα πάρω αυτόν τον δρόμο επαγγελματικά, επειδή προϋποθέτει να πιστεύεις πάρα πολύ στον εαυτό σου και να είσαι αρκετά ονειροπόλος για να πεις ότι εγώ θα κάνω αυτό και θα βιοποριστώ. Δεν είχα πολλή εμπιστοσύνη στον εαυτό και ήμουν και πιο πρακτικό μυαλό, οπότε, ενώ ήταν αυτό που έκανα τις περισσότερες ώρες της ημέρας, πάντα αντιστεκόμουν στην ιδέα να προσπαθήσω, πάντοτε σκεφτόμουν εναλλακτικές ή άλλους τρόπους, από τα οποία όμως τίποτα δεν με τραβούσε.
Μετά το λύκειο πέρασα στο Πανεπιστήμιο Πειραιά, έτσι έκανα και γω την προσπάθειά μου να σπουδάσω κάτι σοβαρό και να βρω μια σοβαρή δουλειά. Παρ’ όλα αυτά, δεν μπόρεσε να με κρατήσει αυτή η σχολή. Έβλεπα κι αυτούς που τους ενδιέφεραν αυτές οι σπουδές πώς ξεχώριζαν στη σχολή και καταλάβαινα ότι και γω ήμουν σαν κι αυτούς, αλλά σε άλλο τομέα".
— Είναι διαφορετικό να γράφεις μουσική για τρέιλερ και διαφορετικό για ένα κανονικό σάουντρακ;
Δουλεύεις με διάφορους τρόπους, είτε κατά παραγγελία είτε έχεις έτοιμη μουσική που η εταιρεία προτείνει κάπου. Μπορεί να γράφεις πάνω σε εικόνα κάποιες φορές, δηλαδή να υπάρχει το τρέιλερ και να γράψεις πάνω σε αυτό, ανάλογα με την περίπτωση.
Στα «Παράσιτα» η μουσική προϋπήρχε και κάναμε διάφορες τροποποιήσεις πάνω στη δουλειά της ομάδας του Μπονγκ Τζουν-χο. Τίποτα δεν βγαίνει προς τα έξω χωρίς την έγκριση του σκηνοθέτη. Είχε, βέβαια, ένα πάρα πολύ δυνατό σάουντρακ η ταινία έτσι κι αλλιώς. Μετά αυτή η δουλειά τελείωσε, συνεχίσαμε τη ζωή μας και ξαφνικά βγήκαν τα Όσκαρ, όπου βραβεύτηκε ως η καλύτερη ταινία, και τότε ξεκίνησε ένα κύμα μεγάλου ενδιαφέροντος».
Με τον Βαρδή Μαρινάκη δεν ήταν η πρώτη φορά που συνεργάζονται. Είχε κάνει τη μουσική και για το «Ζίζοτεκ» το 2019.
«Το πιο σημαντικό είναι να χτιστεί μια σχέση με τον σκηνοθέτη και να ξέρεις ότι μιλάτε την ίδια γλώσσα», αναφέρει για τη συνεργασία τους. «Πρέπει, όταν σου λέει “πάμε να κάνουμε αυτό”, να καταλαβαίνεις τι εννοεί και να καταλαβαίνει κι εκείνος τι του λες ή τι του δείχνεις. Με τον Βαρδή είχαμε αναπτύξει αυτήν τη σχέση και πριν από τη σειρά, από τότε που δουλεύαμε μαζί σε διαφημιστικά.
Επικοινωνούσαμε σχεδόν με τα μάτια, οπότε, όταν ήρθε αυτό το εγχείρημα, το οποίο ήταν το πιο δύσκολο μέχρι τώρα ουσιαστικά, τα πράγματα ήταν πιο εύκολα. Ήξερα τι θα μου ζητούσε, τον τρόπο που μιλάει κι εκείνος ήξερε τι να περιμένει από μένα. Το να δουλεύεις για μια σειρά είναι κάτι που παίρνει πολύ, αναγκαστικά κάνεις κι άλλα πράγματα στο ενδιάμεσο, οπότε πρέπει να έχεις την ικανότητα να ξαναμπαίνεις σε αυτό το κλίμα και στην ατμόσφαιρα, δηλαδή να επιστρέφεις σε αυτόν τον κόσμο».
Το soundtrack της σειράς «Σιωπηλός Δρόμος»
— Πότε γίνεται έντονο ένα μουσικό θέμα μέσα σε μια ταινία;
Δεν υπάρχει κάποιος κανόνας έτσι ώστε κάποιο θέμα βγαίνει πιο έντονα. Είναι ανάλογα με τον σκηνοθέτη, την εποχή, ακόμα και την ίδια την ταινία. Υπάρχουν ταινίες που είτε είναι οδηγία από τον σκηνοθέτη είτε ο μουσικός προτείνει ένα θέμα πάρα πολύ χαρακτηριστικό, το οποίο περνάει και μένει και είναι μέρος της ταινίας, και ξεκινάει ένα ταξίδι ή μπορεί η ταινία και ο σκηνοθέτης να θέλουν ελάχιστη μουσική παρέμβαση, να τείνουν περισσότερο στο sound design, στους ατμοσφαιρικούς ήχους.
Όσο πιο πίσω πάμε, ήταν αναγκαίο να υπάρχει ένα μουσικό θέμα σε μια ταινία, που να μπορείς να το θυμάσαι και να είναι καθαρό. Αυτό, πλέον, δεν συμβαίνει συχνά, πάντα έχει να κάνει με το αν θα προκύψει μια ωραία ιδέα που εξυπηρετεί ή δεν αποσπά από τη δράση ή ταιριάζει.
— Πόσο σε επηρέασε η καραντίνα;
Το συναίσθημα που έχω για την πανδημία είναι λίγο ανάμεικτο. Από τη μια ήταν αυτό το πρωτόγνωρο, τρομακτικό πράγμα που κόσμος πέθαινε και δεν μπορούσες να δεις τους δικούς σου ανθρώπους. Ήταν ένα μούδιασμα κι αυτό με έφτασε σε σημείο να μην μπορώ να προγραμματίσω τίποτα για το άμεσο μέλλον. Από την άλλη, όμως, ήταν φανταστική περίοδος για μένα, δημιουργικά και προσωπικά. Ούτως ή άλλως, δεν είμαι πολύ κοινωνικός και η συνθήκη ήταν ιδανική. Χωρίς εξωτερικούς θορύβους, ούτε από τον δρόμο ούτε από πουθενά, μπορούσα να συγκεντρωθώ σε κάποια πράγματα.
Επαγγελματικά δεν με επηρέασε σε απελπιστικό βαθμό, επειδή συνέχισαν να βγαίνουν κάποια πρότζεκτ. Γενικά, προσπαθώ να είμαι αισιόδοξος από επιλογή. Την κατάσταση όμως δεν τη βλέπω πολλά υποσχόμενη. Γίνονται οι εμβολιασμοί, παρ’ όλα αυτά ο κόσμος έχει κουραστεί, βγαίνει, συνεχίζουν να υπάρχουν πάρα πολλά κρούσματα. Ανησυχώ για το τι θα συμβεί από τον Σεπτέμβρη και μετά, που θα περάσει η τουριστική περίοδος.
— Σου έλειψε κάτι;
Το να μπορώ να βγαίνω χωρίς «άδεια», η ανεμελιά τού να βγαίνεις έξω. Υπήρχε μια αίσθηση μόνιμου αλέρτ, ακόμη και όταν περπατούσες μέχρι τον φούρνο.
Η μουσική του Ted Regklis για το τρέιλερ της ταινίας «Παράσιτα».
To άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.