Την άνοιξη του 2021, η γκαλερί Metro Pictures στο Τσέλσι, που έγινε διάσημη κυρίως από τη μακρόχρονη παγκόσμια εκπροσώπηση της Σίντι Σέρμαν, έκλεισε τις πόρτες της. Ήταν η δεύτερη μεγάλη γκαλερί που έκλεισε στη Νέα Υόρκη κατά τη διάρκεια της πανδημίας μετά την Gavin Brown's Enterprise και όλα έδειχναν πως ο κόσμος της τέχνης θα ήταν πλέον πολύ διαφορετικός.
Οι ιδρύτριες της γκαλερί Helene Winer και Janelle Reiring φυσικά το είχαν ανακοινώσει πολύ νωρίτερα στους καλλιτέχνες που εκπροσωπούσαν και όλοι αναρωτήθηκαν εύλογα σε ποια γκαλερί θα πάει η Σέρμαν, τα έργα της οποίας συγκαταλέγονται στα ακριβότερα του κόσμου.
Μια μέρα αφότου έκλεισε η γκαλερί, η Σέρμαν υπέγραψε με τους Hauser & Wirth, μια από τις μεγαλύτερες φίρμες του κόσμου στον χώρο της τέχνης. Προφανώς την «κυνήγησαν» όλοι οι γκαλερίστες, αφού στη δεκάδα με τις πιο ακριβές φωτογραφίες στον κόσμο η Σέρμαν κατέχει την τρίτη θέση, μετά τον Αντρέας Γκούρσκι και τον Ρίτσαρντ Τζόουνς.
Τέσσερις δικές της φωτογραφίες βρίσκονται στη δεκάδα και το έργο της «Untitled #96» πουλήθηκε το 2011 για 3.890.500 δολάρια. Πρόκειται για μια από τις πιο κλασικές φωτογραφίες της, με την ίδια ντυμένη με ρετρό, εφηβικά ρούχα, ξαπλωμένη στο πάτωμα. Η εικόνα τραβήχτηκε το 1981 και τυπώθηκε σε 10 αντίτυπα, ενώ δεν είναι τυχαίο ότι κάθε μουσείο στον κόσμο που έχει συλλογή σύγχρονης τέχνης έχει τουλάχιστον ένα έργο της, αφού θεωρείται μια από τους σημαντικότερους καλλιτέχνες παγκοσμίως.
Η Σέρμαν έχει καταφέρει με καταπληκτική συνέπεια και εικαστική δύναμη να εξερευνά την εμμονή με την ταυτότητα, να μας χαρίζει τα αλλόκοτα πορτρέτα ενός εαυτού που ανησυχεί και στοχάζεται, μεταμορφώνεται πέρα από κάθε όριο και δοκιμάζει τις αντοχές του.
Είναι παράξενο για μια γυναίκα της οποίας η καριέρα έχει χτιστεί με αυτοπροσωπογραφίες να είναι τόσο λίγο αναγνωρίσιμη αλλά και ανακουφιστικό για την ίδια, που δεν θέλει καμία δημοσιότητα, και ό,τι έχει να πει το λέει μέσω της τέχνης της. Είναι ξανθιά γιατί αυτό το χρώμα ταιριάζει στο δέρμα της και φωτογραφίζει μόνο τον εαυτό της κάνοντας τέχνη ακόμα και την πιο καθημερινή λειτουργία.
Η Σέρμαν έχει καταφέρει με καταπληκτική συνέπεια και εικαστική δύναμη να εξερευνά την εμμονή με την ταυτότητα, να μας χαρίζει τα αλλόκοτα πορτρέτα ενός εαυτού που ανησυχεί και στοχάζεται, μεταμορφώνεται πέρα από κάθε όριο και δοκιμάζει τις αντοχές του.
Λίγο πριν κλείσει η γκαλερί της, παρουσίασε στην Art Basel του Μαϊάμι, αντί για τις συνηθισμένες φωτογραφίες, δυο μόνο έργα της, τις πρώτες δυο ταπισερί-αυτοπροσωπογραφίες της, σε πέντε αντίγραφα την καθεμιά. Τα έργα προέρχονται από εικόνες που είχε ανεβάσει στο Instagram, των οποίων η ανάλυση δεν ήταν αρκετά καλή για να τυπωθούν σε μεγάλο μέγεθος.
Κάθε ταπισερί υφάνθηκε στο Βέλγιο, το λίκνο της ευρωπαϊκής κλωστοϋφαντουργίας, όπου οι συντεχνίες των ταπισερί έχουν παράδοση από τον Μεσαίωνα και τα μυστικά της ύφανσης με μαλλί και μετάξι μεταφέρονται από γενιά σε γενιά.
Η Σέρμαν, που έχει ένα πολύ ισχυρό fanbase και συλλέκτες πρόθυμους να αγοράσουν κάθε δουλειά της, είδε τα έργα να πωλούνται μέσα σε λίγες ώρες (οι δέκα ταπισερί πουλήθηκαν για 125.000 δολάρια η καθεμιά) και αποφάσισε να προχωρήσει το «πείραμα» και να υφάνει ακόμα μερικές από τις αγαπημένες της εικόνες από το Instagram.
Η νέα της γκαλερί στη Νέα Υόρκη παρουσιάζει την πρώτη ατομική της έκθεση «Cindy Sherman 1977-1982» που θα διαρκέσει μέχρι τις 29 Ιουλίου. Θα εκτεθούν περισσότερα από εκατό έργα από τις πιο πρωτοποριακές και επιδραστικές πρώιμες σειρές φωτογραφιών της – συμπεριλαμβανομένης της πλήρους σειράς «70 Untitled Film Stills», αλλά και των «Rear Screen Projections» και «Centerfolds». Με το πρώιμο έργο της έφερε επανάσταση στον ρόλο της φωτογραφικής μηχανής στην καλλιτεχνική πρακτική και έδωσε την ευκαιρία σε γενιές καλλιτεχνών και κριτικών να επανεξετάσουν τη φωτογραφία ως μέσο.
Προτιμώντας να εργάζεται μόνη της, εκτός από φωτογράφος είναι και μακιγιέζ, κομμώτρια, στυλίστρια και σκηνοθέτιδα, και πρωταγωνιστεί η ίδια σε σκηνοθετημένα, φανταστικά ταμπλό.
Με έμπνευση από τις απεικονίσεις των γυναικών στην τηλεόραση, τον κινηματογράφο και τη διαφήμιση, οι χαρακτήρες της εξερευνούν μια σειρά από στερεότυπα για τις γυναίκες –γυναίκα-θηλυκό, κορίτσι καριέρας, νοικοκυρά κ.λπ.– αλλά και τη φύση της ταυτότητας και της αναπαράστασης της γυναίκας στα μέσα ενημέρωσης, με τρόπο που παραμένει εκπληκτικά επίκαιρος σήμερα. Τα δυνατά και αινιγματικά αυτά έργα, που δημιουργήθηκαν πριν σαράντα και πλέον χρόνια, αποτελούν ορόσημα της σύγχρονης τέχνης και συνεχίζουν να εμπνέουν και να επηρεάζουν την πορεία της τέχνης.
Η Σέρμαν άρχισε να δημιουργεί τα «Untitled Film Stills» το φθινόπωρο του 1977, μόλις μετακόμισε στη Νέα Υόρκη, σε ηλικία είκοσι τριών ετών.Η εμβληματική σειρά ασπρόμαυρων φωτογραφιών σχεδιάστηκε αρχικά ως ένα σύνολο φανταστικών κινηματογραφικών στιγμιότυπων από την καριέρα μιας και μόνο ηθοποιού.
Αυτό που ξεκίνησε ως πείραμα για το πώς να υπονοηθεί η αφήγηση χωρίς τη συμμετοχή άλλων ανθρώπων θα εξελισσόταν σε 70 έργα μέσα στα επόμενα τρία χρόνια. Εμπνευσμένη από το Χόλιγουντ της δεκαετίας του 1950 και του 1960, το φιλμ νουάρ, τις B movies και τις ευρωπαϊκές art-house ταινίες, μιμήθηκε το ύφος των λήψεων που χρησιμοποιούσαν τα κινηματογραφικά στούντιο για να διαφημίσουν τις ταινίες τους.
Οι εικόνες παραπέμπουν σε ορισμένους τύπους χαρακτήρων αλλά είναι πάντα σκόπιμα διφορούμενες, αφήνοντας χώρο στον θεατή να εισέλθει στο έργο και να δημιουργήσει τις δικές του ερμηνείες. Ολόκληρη η σειρά «Untitled Film Stills» θα παρουσιαστεί σε αυτή την έκθεση, για πρώτη φορά από τότε που παρουσιάστηκε στο Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης, στην αναδρομική έκθεση του έργου της το 2012.
Η Σέρμαν σταμάτησε να δημιουργεί τα «Untitled Film Stills» το 1980 και άρχισε να εργάζεται με χρώμα. Συνέχισε να χρησιμοποιεί τον εαυτό της ως μοντέλο, και μεταμορφωνόταν με διάφορα κοστούμια, μακιγιάζ και περούκες, αφήνοντας σκόπιμα ασαφή την αφήγηση των σκηνών της.
Ωστόσο, αντί να κάνει χρήση του υπάρχοντος φωτός και των τοποθεσιών, επανέφερε τη δουλειά της στο ελεγχόμενο περιβάλλον του στούντιό της, ποζάροντας μπροστά σε τοποθεσίες που προβάλλονται σε μια μεγάλη οθόνη –μια τεχνική που χρησιμοποιείται σε αρκετές από τις ταινίες του Άλφρεντ Χίτσκοκ– για να δημιουργήσει τη σειρά που είναι πλέον γνωστή ως «Rear Screen Projections». Σε αντίθεση με τα «Untitled Film Stills», με τις τεχνητές αφηγήσεις τους που διαδραματίζονται σε πραγματικές τοποθεσίες, αυτή η σειρά παρουσιάζει γυναίκες που δεν δεσμεύονται πλέον από το φυσικό τους περιβάλλον.
Περίπου την ίδια εποχή ανέλαβε να δημιουργήσει νέες φωτογραφίες για το περιοδικό «Artforum». Συνεχίζοντας την εξερεύνηση της έντασης ανάμεσα στην επιτήδευση και την ταυτότητα μέσα στην καταναλωτική κουλτούρα, ανταποκρίθηκε με μια σειρά που είχε σαφείς αναφορές στις ερωτικές φωτογραφίες που τυπώνονταν στις κεντρικές σελίδες των ανδρικών περιοδικών της εποχής.
Αντιστρέφοντας τη δυναμική του άνδρα φωτογράφου και της γυναίκας pin-up με το να αναλάβει η ίδια και τους δύο ρόλους, ανέτρεψε το είδος, αντικαθιστώντας τα παραδοσιακά γυμνά μοντέλα με πλήρως ντυμένες γυναίκες ξαπλωμένες σε συναισθηματικά υποβλητικές αλλά και αποστασιοποιημένες, αμφίθυμες πόζες. Οι φωτογραφίες δεν δημοσιεύτηκαν ποτέ στο περιοδικό, από φόβο για τις αντιδράσεις του κοινού. Αντ' αυτού, έγιναν μια σειρά 12 οριζόντιων έγχρωμων έργων μεγάλης κλίμακας, γνωστή ως «Centerfolds». Σχεδιασμένη για να κάνει τους θεατές να αισθάνονται άβολα, η σειρά συνεχίζει να αμφισβητεί τις προσδοκίες που περιβάλλουν αυτό το είδος φωτογραφίας, εφιστώντας την προσοχή στον τρόπο με τον οποίο καταναλώνουμε εικόνες – ειδικά των γυναικών.
Η Σίντι Σέρμαν είναι σήμερα 67 ετών και ζει στη Νεα Υόρκη με τον σκύλο και τον παπαγάλο της Mister Frieda. Η φασαρία και η πολυκοσμία της πόλης τής επιτρέπει να ζει σχεδόν αόρατη, μακριά από τη δημοσιότητα, μια ξανθιά μικρόσωμη γυναίκα, μια απίστευτα ευγενική και διακριτική προσωπικότητα, η βασίλισσα των σέλφι πολύ πριν η λέξη μπει επίσημα στο Αγγλικό Λεξικό της Οξφόρδης το 2014, που διαμόρφωσε τις καθημερινές της μεταμορφώσεις-παραμορφώσεις σε ένα ατέλειωτο, προκλητικό, πολιτικό και βαθύ προσωπικό λεξιλόγιο του οποίου το εύρος δεν έχει αγγίξει κανένας άλλος καλλιτέχνης.
Οι αναρτήσεις της στο Instagram από το 2017, στις οποίες χρησιμοποιεί διάφορες εφαρμογές αλλοίωσης προσώπου, είναι αποπροσανατολιστικές και αλλόκοτες και αναδεικνύουν τον αποστασιοποιημένο χαρακτήρα του μέσου και την κατακερματισμένη αίσθηση του εαυτού στη σύγχρονη κοινωνία, την οποία η Σέρμαν έχει συμπυκνώσει μοναδικά από την αρχή της καριέρας της. Είναι η καλλιτέχνιδα των ψευδαισθήσεων, του γκροτέσκου, της ακμής και της παρακμής, των σπλαχνικών εικόνων, της οικειότητας και της ανησυχίας, είναι μια μεγάλη προσωπικότητα της εποχής μας.
Μερικά πολύ ενδιαφέροντα βίντεο για τη δουλεια της Σίντι Σέρμαν
Cindy Sherman: Characters | Art21 "Extended Play"
Robert Longo on Cindy Sherman's Untitled Film Still #25 (1978)
Untitled Film Stills. 1977-80 | SEEING THROUGH PHOTOGRAPHS