«Ακούγεται κοινότοπο αλλά σε διάφορα μικροπράγματα κρύβεται για εμένα όλη η ουσία», λέει ο Αλέξης Μαρκαντωνάτος, ο 22χρονος μουσικός που μόλις κυκλοφόρησε το πρώτο του EP «Amidst my eyes an awakening call trespasses».
«Έχω περίεργη σχέση με τον ύπνο και πολύ συχνά, ειδικά τα τελευταία δύο χρόνια, μένω ξύπνιος όλο το βράδυ, ακόμα και μέρες που δεν έχω να κάνω κάτι. Μου αρέσει γιατί έχει αρκετή ησυχία, μπορείς να αφουγκραστείς πράγματα που κρύβει ο θόρυβος της μέρας. Αράζω στην αυλή του σπιτιού, ακούω μουσική και χαζεύω τη σκιά μου στους τοίχους του σπιτιού, την αντανάκλασή μου στο παράθυρο του αυτοκινήτου και τις γάτες στα κεραμίδια. Καπνίζω μέχρι να μπουχτίσουν τα πνευμόνια μου και όταν ξημερώσει και κλείσουν οι φανοστάτες στον δρόμο νιώθω ότι μπορώ να κοιμηθώ γαλήνια. Κάθε φορά που έχω την ευκαιρία να δω το χάραμα με διαπερνάει ένα ιδιόμορφο, ελπιδοφόρο συναίσθημα, σαν να κάνω κάποιον απολογισμό με ελάχιστη εν τέλει σημασία. Μετά πέφτω και κοιμάμαι, ελπίζοντας να είμαι λειτουργικός την επόμενη μέρα».
Ακούγοντας το EP, καταλαβαίνεις ότι είναι κάτι σαν σάουντρακ όσων λέει, Πρόκειται κατά βάση για τρία κομμάτια με ψιθυριστούς στίχους, ορχηστρικά, ταξιδιάρικα, που βλέπουν το post rock μέσα από ένα πιο σύγχρονο πρίσμα. Εξελίσσονται μέσα από folk κιθάρες, ηλεκτρονικά synths, drum machines, drone και post-rock συνθέσεις και ψυχεδελικό ambience (όπως αυτό του outro), με εξάρσεις αλλά και μακρόσυρτες μελωδίες.
Πάντα μου άρεσε να πιστεύω πως η τέχνη καθαυτή δεν έχει κάποιον σκοπό και ότι η ουδετερότητα αυτή σε απελευθερώνει. Νομίζω ότι όλη η ουσία βρίσκεται στο πώς εσύ νοηματοδοτείς οτιδήποτε και στο πόσο επενδύεις σε αυτό. Το μόνο που χρειάζεται είναι ειλικρινείς προθέσεις.
«Σε όλο αυτό εισέβαλαν και οι επιρροές του φίλου μου και παραγωγού Δημήτρη Γκότση (Insomnia Broadcast), που ενέταξε πολλά ’70s στοιχεία στη διαδικασία παραγωγής, και του Ματέο Βαλέρα (A Sudden Shutdown), που έκανε επιπρόσθετη παραγωγή», προσθέτει.
«Όλη η διαδικασία ηχογράφησης και παραγωγής πήρε περίπου έναν χρόνο, αλλά στις σημειώσεις μου από το 2020 και το 2019 βρήκα φράσεις και λέξεις του τίτλου και των στίχων. Μ’ αρέσει όταν κάτι απλώνεται δημιουργικά στον χρόνο και ωριμάζει από μόνο του. Αποκτά υπόσταση και αυτή την αίσθηση του magnum opus. Τον χειμώνα του ’21 έπαιξα το “Life is strange”, ένα βιντεοπαιχνίδι που μάλλον απευθύνεται σε εφήβους, αλλά με συντάραξε η θεματολογία του, που είχε μα κάνει με τον αποχωρισμό και το τι σημαίνει να αφήνεις πίσω πράγματα που σε βαραίνουν. Από κει είναι και ο τίτλος “Leaving Arcadia Bay” του εισαγωγικού κομματιού του EP ‒ Arcadia Bay ονομάζεται η περιοχή όπου εκτυλίσσεται η ιστορία του.
Έχω συνειδητοποιήσει πως όταν θες να αφήσεις πίσω πράγματα και αγκυλώσεις από το παρελθόν, αυτό δεν γίνεται με κάποια μεγάλη συναισθηματική έκρηξη. Απλώς κάποια στιγμή εκπλήσσεις τον εαυτό σου, όταν, γυρνώντας να κοιτάξεις πίσω, τα βλέπεις σε απόσταση και όχι να σε ακολουθούν. Γενικά, το “Amidst my eyes an awakening call trespasses” θα έλεγα ότι γυρίζει γύρω από τις έννοιες της ανάμνησης και της προσμονής, μάλλον τις αποδομεί προσπαθώντας να συμφιλιωθεί μαζί τους».
Leaving Arcadia Bay
Ο Αλέξης ανήκει σε μια γενιά που προσπαθεί να αφήσει το δικό της στίγμα στη μουσική, αδιαφορώντας για το αν αυτό που κάνει θα αντέξει στον χρόνο. «Αγαπώ και εκτιμώ πολύ τη γενιά μου δημιουργικά και πιστεύω ότι αυτό θα σκεφτόμουν σε οποιαδήποτε γενιά και αν ανήκα», λέει.
«Δημιουργία και έργο υπήρχαν και θα υπάρχουν πάντα, αν και η συντριπτική πλειονότητα όσων δημιουργούνται δεν θα φτάσει ποτέ σ’ εμάς, ειδικά στη σημερινή εποχή, του κορεσμού. Δεν καταλαβαίνω την τάση μυθοποίησης κάποιων δεκαετιών απλώς επειδή έτυχε να αναγνωριστεί το έργο κάποιων καλλιτεχνών που στη συνείδηση της μαζικής κουλτούρας καθιερώθηκαν ως οι απόλυτοι εκπρόσωποί της. Έτσι κι αλλιώς, η απήχηση είναι αρκετά συχνά παντελώς ασύνδετη με την καλλιτεχνική εγκυρότητα. Ο ουσιαστικός κριτής του έργου είναι ο δημιουργός του. Μου φαίνεται, λοιπόν, κάπως αφελής και ελλιπής αυτή η παρελθοντολαγνεία.
Πέρα από αυτό, εκτιμώ τη γενιά μου και για πολλούς άλλους λόγους. Βέβαια, δεν αναφέρομαι σε αυτήν ως ενιαίο πληθυσμιακό σύνολο, περισσότερο έχω κατά νου τους μικρόκοσμους στους οποίους είχα και έχω την τύχη να βρίσκομαι και να αλληλεπιδρώ μαζί τους.
Η γενιά μου μεγάλωσε τα χρόνια της οικονομικής και της κοινωνικής κρίσης και είδε τη ζωή της να ανακόπτεται βίαια από την κρατική καταστολή και τον περιορισμό. Το περιβάλλον ήταν πάντα νοσηρό και η ένταση καθημερινή σε όλους τους χώρους κοινωνικής συνύπαρξης. Δεν το αναφέρω με καμία διάθεση θυματοποίησης, πιο πολύ με μια διάθεσης αναγνώρισης και αποδοχής των συνθηκών. Και αισθάνομαι ότι της γενιάς μου δεν της αρκεί να επιβιώνει αλλά προσπαθεί να είναι και ευτυχισμένη.
Με συγκινούν πολύ όλα τα βήματα που γίνονται προς τη συμπερίληψη, τη διακοπή του γενεαλογικού τραύματος, τη συναισθηματική υγεία και την αλληλεγγύη. Με ενοχλούν αυτοί που στις εποχές του κοινωνικού αγώνα που ζούμε σήμερα αποφασίζουν να κρατήσουν ίσες αποστάσεις ή να βάλουν όρια και να κάνουν εκπτώσεις στα ανθρωπιστικά τους πιστεύω.
Καμιά φορά σκέφτομαι πως όλο αυτό λειτουργεί ως eco chamber και πως όσα λέμε τα φωνάζουμε για να τα ακούσουμε πάλι εμείς οι ίδιοι, αλλά και πάλι η αλληλεπίδραση που υπάρχει μεταξύ των μελών κάθε μικρόκοσμου παραμένει σημαντική».
«Γεννήθηκα και μεγάλωσα σε μια μονοκατοικία στα δυτικά προάστια της Αθήνας, στο μεταίχμιο μεταξύ του ανήσυχου κέντρου της πόλης και του πραγματικού ελληνικού suburbia. Το περιβάλλον μάλλον θυμίζει μια αρχετυπική αθηναϊκή γειτονιά, θορυβώδη τις καθημερινές, που ηρεμεί τα Σαββατοκύριακα.
Ακόμα εδώ μένω και από εδώ γράφω συνήθως μουσική και λέξεις. Η επιρροή του φυσικού περιβάλλοντος στον ψυχισμό και στο έργο μου είναι αναπόφευκτη σε ένα πρώτο επίπεδο. Ωστόσο, ταυτόχρονα αισθάνομαι ότι κατοικείς εξίσου στον χωροχρόνο του κεφαλιού σου. Παραμένεις, όμως, πάντα και ένας εκπρόσωπος της γενιάς σου και θεωρώ ότι αυτό είναι εν τέλει μια όμορφη συνθήκη.
Η μουσική και η τέχνη εν γένει είναι καταχωρισμένες στο μυαλό μου ως έννοιες αφηρημένες. Υπάρχουν τόσα πράγματα πάνω στα οποία δεν μπορείς να βάλεις το δάχτυλό σου πάνω και να τα δείξεις που δεν τα αντιλαμβάνεσαι, κι όμως η ανάγκη σου να τα προσεγγίσεις και να τα αγγίξεις είναι ζωτικής σημασίας.
Πάντα μου άρεσε να πιστεύω πως η τέχνη καθαυτή δεν έχει κάποιον σκοπό και ότι η ουδετερότητα αυτή σε απελευθερώνει. Νομίζω ότι όλη η ουσία βρίσκεται στο πώς εσύ νοηματοδοτείς οτιδήποτε και στο πόσο επενδύεις σε αυτό. Το μόνο που χρειάζεται είναι ειλικρινείς προθέσεις.
Fever Dream
Όλες τις φωτογραφίες και το οπτικό υλικό τα επιμελήθηκε ο αγαπημένος μου φίλος Μάνος Τζιβάκης. Το οπισθόφυλλο του δίσκου απεικονίζει έναν τοίχο με στένσιλ και συρματοπλέγματα και στο βάθος είναι η άλλη μεριά. Ποια είναι όμως η άλλη μεριά, τέλος πάντων, και από ποια μεριά βρισκόμαστε; Κοιτάμε πίσω ή κοιτάμε μπροστά; Το συρματόπλεγμα μας κρατάει ασφαλείς ή μας περιορίζει; Τι είναι ένα όριο και ένα σύνορο και πώς οριοθετούμαστε εμείς με βάση αυτό; Πού πάμε από δω; Ίσως η καλύτερη και μόνη επιλογή που έχεις είναι να χαζέψεις το στένσιλ και να συνεχίσεις τη βόλτα σου παράλληλα με τα σύνορα.
Το εξώφυλλο απεικονίζει μια φιγούρα που τρέχει με ένα πρόσωπο να ξεπροβάλλει από τον ουρανό. Όλο το αίσθημα του εξωφύλλου και του οπτικού υλικού επηρεάστηκε από την ταινία “Under the Silver Lake”, όπου ο Andrew Garfield, προσπαθώντας να λύσει ένα μυστήριο, βουτάει όλο και περισσότερο στον νεο-νουάρ παραλογισμό κάτω από τον καλιφορνέζικο ήλιο που λιώνει την άσφαλτο και διαστέλλει τον χρόνο. Καμιά φορά στη γειτονιά μου, κατά τη διάρκεια του golden hour, μου δημιουργείται το ίδιο συναίσθημα».
This Neverending Environmental Noise