ECM Records: Η σύγχρονη μουσική στα νέα άλμπουμ της γερμανικής εταιρείας

ΔΕΥΤΕΡΑ ECM Records: η σύγχρονη μουσική στα νέα άλμπουμ της γερμανικής εταιρείας Facebook Twitter
Την ECM φαίνεται πως δεν την αγγίζει ο χρόνος. Ανανεώνοντας διαρκώς το ρόστερ της, κι έχοντας πιστούς φίλους σε κάθε γωνιά του κόσμου, η γερμανική εταιρεία έχει κατορθώσει να διαφυλάξει και το ύφος της, και την παραγωγή της, σε υψηλά και πάντα ζηλευτά επίπεδα.
0

Η γερμανική ECM Records (AN Music) είναι μια εταιρεία με τεράστια και αδιαπραγμάτευτη ιστορία. Δεν είμαστε σίγουροι δε, κι ενώ σημειώνουμε αυτές τις γραμμές, αν υπάρχει άλλη ανεξάρτητη δισκογραφική, σήμερα, σε όποιο είδος μουσικής, που να «ζει» τόσο πολλά χρόνια.

Από το 1969 η ΕCM, όπως απλά την λέμε, παραμένει και ανεξάρτητη (κάτι καθόλου εύκολο) και πάντα στην πρώτη γραμμή της contemporary music.

Πώς το καταφέρνει, για τόσο πολλές δεκαετίες, να πρωταγωνιστεί, στην «άλλη» μουσική –αναλογιζόμενοι, εν τω μεταξύ, το τι έχει αλλάξει στην μουσική παραγωγή, όλον αυτόν τον μισό plus αιώνα– είναι απορίας άξιον.

Κάθε χρόνο, τα τελευταία χρόνια, η ECM κυκλοφορεί περί τους 30 δίσκους. Δεν είναι λίγοι, για μιαν ανεξάρτητη ετικέτα, των δικών της υψηλών τεχνικών και αισθητικών στάνταρντ. Όμως πέρα από την ποσότητα εκείνο που μετράει είναι η ποιότητα των εκδόσεών της, που παραμένει πάντα top of the top.

Την ECM φαίνεται πως δεν την αγγίζει ο χρόνος. Ανανεώνοντας διαρκώς το ρόστερ της, κι έχοντας πιστούς φίλους σε κάθε γωνιά του κόσμου, η γερμανική εταιρεία έχει κατορθώσει να διαφυλάξει και το ύφος της, και την παραγωγή της, σε υψηλά και πάντα ζηλευτά επίπεδα.

Κάθε χρόνο, τα τελευταία χρόνια, η ECM κυκλοφορεί περί τους 30 δίσκους. Δεν είναι λίγοι, για μιαν ανεξάρτητη ετικέτα, των δικών της υψηλών τεχνικών και αισθητικών στάνταρντ. Όμως πέρα από την ποσότητα εκείνο που μετράει είναι η ποιότητα των εκδόσεών της, που παραμένει πάντα top of the top.

Κινούμενη, μονίμως, στο χώρο των «απαιτητικών» μουσικών, η ECM ξέρει πως υπάρχει, ακριβώς επειδή δεν αλλάζει... όλα εκείνα, που δεν πρέπει ν’ αλλάξουν. Αυτό εκτιμούν οι φίλοι της, νεότεροι και παλαιότεροι, και πάνω σ’ αυτό στηρίζεται και ο σημερινός κατάλογός της.

Επτά από τις νεότερες κυκλοφορίες της ECM (παραγωγές του 2022 εννοείται) σχολιάζουμε αμέσως...

1.

KEITH JARRETT: Bordeaux Concert
[ECM Records, 2022]

ECM Records: η σύγχρονη μουσική στα νέα άλμπουμ της γερμανικής εταιρείας Facebook Twitter
Keith Jarrett Φωτ.: Daniela Yohannes/ ECM Records

Το 2016 ο Keith Jarrett περιόδευσε, για τελευταία φορά, σε Αμερική και Ευρώπη, δίνοντας οκτώ συναυλίες, τρεις στις ΗΠΑ (σε Νέα Υόρκη, Λος Άντζελες και Σαν Φρανσίσκο) και πέντε στην Γηραιά Ήπειρο (σε Βουδαπέστη, Μπορντώ, Βιέννη, Ρώμη και Μόναχο).

Είναι γνωστό πως από το 2018 ο μεγάλος αυτός πιανίστας της σύγχρονης μουσικής έχει αποσυρθεί από τα δρώμενα, μετά από τα δύο σοβαρά εγκεφαλικά επεισόδια που υπέστη και που θα του άφηναν, τελικώς, σοβαρά προβλήματα στο αριστερό χέρι του. Έτσι, και με τα σημερινά δεδομένα, ο Keith Jarrett δεν αναμένεται να ξαναπαίξει πιάνο (τουλάχιστον δημοσίως).

Μένουν λοιπόν οι απειράριθμες ηχογραφήσεις του από το παρελθόν, με όλων των ειδών τους σχηματισμούς ή σόλο και με μεγάλη ποικιλία αισθητικών υφών και βεβαίως υπάρχουν και τα καινούρια άλμπουμ του, αυτά που κυκλοφορεί η ECM και στα οποία καταγράφονται ανέκδοτες όψεις της πιο σύγχρονης δημιουργίας του.

Και κάπως έτσι, απ’ αυτήν την τελευταία ευρωπαϊκή περιοδεία τού κορυφαίου πιανίστα, το 2016, η γερμανική εταιρεία θα έδινε τα πιο πρόσφατα χρόνια, τα άλμπουμ “Munich 2016” (2019) και “Budapest Concert” (2020), ενώ τώρα... τριτώνει το καλό με την έκδοση του άλμπουμ “Bordeaux Concert” – δηλαδή με την καταγραφή του «τζαρετικού» live, της 6ης Ιουλίου 2016, στην Auditorium Opéra National της γαλλικής πόλης Μπορντώ.

Να πούμε πως και σ’ αυτή την περίπτωση, τού σχεδόν 80λεπτου καταγραμμένου live, το ρεπερτόριο του Keith Jarrett δεν είναι «σαφές» και, γι’ αυτό, δεν φέρει τίτλους – χωρίζεται, εννοούμε, σε δεκατρία μέρη, με αριθμήσεις από “I” έως “XIII”.

Όπως έχουμε γράψει και στο παρελθόν, για τα προηγούμενα «ευρωπαϊκά» CD του... όλα τα χαρακτηριστικά τής τέχνης τού Keith Jarrett βρίσκονται κι εδώ παρόντα. Και τα τεχνικής φύσεως, και τα εκφραστικής, και τα συνθετικής, και τα αυτοσχεδιαστικής.

Το λέμε αυτό και υπό την έννοια πως είναι τελείως αξεδιάλυτο τι ακριβώς είναι τι, αφού συνθέσεις και αυτοσχεδιασμοί απεμπολούν τα μεταξύ τους όρια, αφήνοντας στη θέση τους απλώς τη Μουσική – με το «Μ» κεφαλαίο.

Και τούτο, γιατί ο Keith Jarrett έχει την μαγική ικανότητα να κινείται σε όλο το μουσικό φάσμα, από το μπαρόκ και την κλασική, μέχρι την jazz, το blues, το folk και τα σύγχρονα ιδιώματα, μεταπηδώντας από το ένα στο άλλο εντελώς ανεπαίσθητα και χωρίς ποτέ να «εκβιάζει» καταστάσεις.

Νοιώθεις, δηλαδή, πως η μουσική του, που, κατά βάθος και καθ’ ύψος, παράγεται εκείνη τη στιγμή (το αντιλαμβάνεσαι αυτό απλώς και μόνον από τον τρόπο που την συνοδεύει με τη φωνή του), είναι το αποτέλεσμα όχι μόνον ενός σπάνιου ταλέντου, αλλά και πολύχρονης μελέτης, πολλών και διαφορετικών μεταξύ τους παραδόσεων – παραδόσεις, που, κάτω από τα πλήκτρα του Keith Jarrett, μετατρέπονται σ’ ένα απόλυτο, και πέρα από το χρόνο, μουσικό παλίμψηστο.

Αυτός ο καθηλωτικός τρόπος που παίζει πιάνο ο Keith Jarrett, και που βασικά «αντιπαραβάλλεται» μόνο με τον χρόνο, ούτε καν με τον τόπο (ο οποίος, τόπος, δεν παίζει κανέναν απολύτως ρόλο στην εξέλιξη τού... φαινομένου), είναι οπωσδήποτε μία διαρκής συνομιλία και με το «χθες», αλλά κυρίως με το παρόν. Τι θα ειπωθεί, και πώς ακριβώς θα ειπωθεί (δηλαδή θα παιχθεί), ούτως ώστε όλα να ολοκληρωθούν μέσα σ’ ένα μιαμισάωρο.

Ο Keith Jarrett έχει εκπαιδεύσει τον εαυτό του σκληρά και απόλυτα, προκειμένου να κατορθώσει να χωρέσει όλα αυτά, που θέλει να προβάλλει, εντός ενός συγκεκριμένου χρονικού πλαισίου. Κάτι δύσκολο και επίπονο από την φύση του – και αυτός ο κάματος φαίνεται σε κάθε δευτερόλεπτο (και) αυτού του προφανώς εντυπωσιακού CD.

Το πάθος και η ένταση των χειροκροτημάτων (καθώς το να παρακολουθούσες, ζωντανά, τον Keith Jarrett αποτελούσε πάντα μια σπάνια, όσο και μοναδική εμπειρία) μαρτυρούν για όλα.

Keith Jarrett - Part XI (Live)

2.

JULIA HULSMANN QUARTET: The Next Door
[ECM Records, 2022]

ECM Records: η σύγχρονη μουσική στα νέα άλμπουμ της γερμανικής εταιρείας Facebook Twitter
Julia Hülsmann Φωτ.: Johanna Diehl

Η πιανίστρια Julia Hülsmann έχει μια σταθερή θέση στον κατάλογο της ECM τα τελευταία χρόνια, καθώς την συναντάμε, εκεί, είτε σε ηχογραφήσεις με το τρίο της (“The End of a Summer” 2008, “Imprint” 2011, “Sooner and Later” 2017), είτε με το κουαρτέτο της (“In Full View” 2013, “A Clear Midnight” 2015, “Not Far From Here” 2019), είτε σε πιο προσωπικές στιγμές (“Fasil” 2009).

Στο παρόν “The Next Door” η Hülsmann συνεργάζεται ξανά (όπως και στο “Not Far From Here”), με τους Uli Kempendorff τενόρο σαξόφωνο, Marc Muellbauer κοντραμπάσο και Heinrich Köbberling ντραμς σε μια σειρά πρωτότυπων συνθέσεων, δικές της και των μελών του γκρουπ, διασκευάζοντας περαιτέρω και το “Sometimes it snows April” (γνωστό από το ρεπερτόριο του Prince).

Το ύφος της Hülsmann θα το χαρακτηρίζαμε «τυπικό» και πλήρως ενταγμένο μέσα στον ευρύτερο ήχο της ECM. Λέγοντας «τυπικό» δεν εννοούμε φυσικά κάτι το τετριμμένο και το μανιερίστικο. Απεναντίας εννοούμε κάτι με σαφείς αρετές και με συγκεκριμένη «προσωπικότητα».

Η γερμανίδα συνθέτρια και πιανίστρια, που, στα 54 πλέον χρόνιας της, θεωρείται κάπως σαν μια μουσικός με ιστορία, έχει εντρυφήσει από χρόνια και στις δύο κυρίαρχες απόψεις της contemporary jazz – την ευρωπαϊκή και την αμερικανική.

Υπάρχει, λοιπόν, στις συνθέσεις της η ευρωπαϊκή παράδοση, αλλά υπάρχει και το blues. Κι ένας συνδυασμός αυτών αποτελεί τη βάση, πάνω στην οποία η Hülsmann κτίζει το υλικό της.

ECM Records: η σύγχρονη μουσική στα νέα άλμπουμ της γερμανικής εταιρείας Facebook Twitter
Julia Hülsmann Quartet - The Next Door

Βεβαίως, εδώ, δεν είναι όλα τα κομμάτια δικά της, καθώς από τα έντεκα πρωτότυπα tracks μόλις πέντε της ανήκουν (υπάρχουν, ακόμη, τρία του μπασίστα Muellbauer, δύο του ντράμερ Köbberling και ένα του τενορίστα Kempendorff), είναι όμως αρκετά αυτά για να δείξουν και να υποδείξουν τις κατευθύνσεις του “The Next Door”, ενός άλμπουμ σοβαρού, πυκνού, με κομμάτια αργά και γρήγορα, «ατμοσφαιρικά» και δυναμικά, με πολύ ωραίες προσωπικές καταδείξεις απ’ όλα τα όργανα (αλλά βασικά από το πιάνο και το τενόρο σαξόφωνο), με ρυθμική ποικιλία και ευπλαστότητα και φυσικά με έντονα μελωδικά χαρίσματα.

Μια jazz, λοιπόν, φαινομενικά και μόνον απλή, και πάντως δουλεμένη σε κάθε λεπτομέρειά της από την Julia Hülsmann και τους συνεργάτες της.

3.

ENRICO RAVA / FRED HERSCH: The Song Is You
[ECM Records, 2022]

ECM Records: η σύγχρονη μουσική στα νέα άλμπουμ της γερμανικής εταιρείας Facebook Twitter
Εnrico Rava & Fred Hersch

Πλέον δεν διερωτάσαι, γιατί ένας πιανίστας της κλάσης και του ύφους του Αμερικανού Fred Hersch να μην έχει ηχογραφήσει, έως σήμερα, κάτι για την ECM (δείτε και εδώ). Και δεν είναι να διερωτάσαι, γιατί αυτό συμβαίνει τώρα, μέσω του κοινού άλμπουμ του, “The Song Is You”, με τον μάστερ Ιταλό Εnrico Rava (φλούγκελχορν).

Fred Hersch και Enrico Rava, σε ντούο πιάνο-φλούγκελχορν λοιπόν, ηχογραφημένοι τον Νοέμβριο του 2021 στο Auditorio Stelio Molo RSI, του Lugano.

Ρεπερτόριο; Κλασικό θα λέγαμε. Μία σύνθεση του Rava, μία του Hersch, ένας κοινός αυτοσχεδιασμός και πέντε versions. Ένας A.C. Jobim για εισαγωγή, δύο στάνταρντ και δύο συνθέσεις του Thelonious Monk. Δεν περίμενες κάτι άλλο, από δύο μουσικούς τής δικής τους ιστορίας, κλάσης και κατατεθειμένου ρεπερτορίου.

Το άλμπουμ ανοίγει (“Retrato em Branco e Preto”), απλώνεται (“I’m getting sentimental over you”, “The song is you” κ.λπ.) και καταλήγει (“Misterioso”, “’Round midnight”), μέσα σ’ ένα αδιαφιλονίκητο κλίμα αληθινής συντροφικότητας, απόλυτης επικοινωνίας και βεβαίως αισθητικής συνταύτισης, μαρκάροντας την πλήρη ωριμότητα δύο μεγάλων μουσικών, που παίζουν (και ηχογραφούν) οπωσδήποτε για την χαρά της γνωριμίας και της διαπροσωπικής επαφής, μα ταυτοχρόνως και για την ανάγκη τής μουσικής συνοδοιπορίας και δημιουργίας

Γιατί, ναι μεν το πρωτότυπο υλικό μπορεί να είναι ελάχιστο εδώ (βασικά, το μόνο τέτοιο track είναι ο 4λεπτος «Αυτοσχεδιασμός», αφού ακόμη και οι δύο πρωτότυπες συνθέσεις των Rava και Hersch προέρχονται από το ηχογραφικό παρελθόν τους), αλλά είναι έτσι διαμορφωμένες οι γενικώς γνωστές ή και πασίγνωστες αυτές συνθέσεις, ώστε να σου δημιουργούν τη βεβαιότητα πως ό,τι ακούς είναι κάτι που αναδύεται και αναδεικνύεται εκείνη τη στιγμή, και όχι κάτι που υπάρχει κάπου έτοιμο, από πριν.

Ένα απλό (για τα μέτρα των δύο μάστερ Enrico Rava και Fred Hersch), σίγουρο και απολαυστικό άλμπουμ είναι το “The Song is You”.

Εnrico Rava, Fred Hersch - Retrato em Branco e Preto

4.

BENJAMIN LACKNER / MATHIAS EICK / JEROME REGARD / MANU KATCHE: Last Decade
[ECM Records, 2022]

ECM Records: η σύγχρονη μουσική στα νέα άλμπουμ της γερμανικής εταιρείας Facebook Twitter
Benjamin Lackner, Mathias Eick, Jérôme Regard, Manu Katché

Ένα κλασικό στο ύφος του ευρωπαϊκό τζαζ κουαρτέτο έχουμε εδώ, αποτελούμενο εκ των Benjamin Lackner πιάνο (Γερμανοαμερικανός), Mathias Eick τρομπέτα, φωνή (Νορβηγός), Jérôme Regard κοντραμπάσο (Γάλλος) και Manu Katché ντραμς (Γάλλος).

Ο Eick και ο Katché έχουν ηχογραφήσει ξανά στην ECM, αλλά οι άλλοι δύο όχι (σίγουρα όχι ο Lackner και μάλλον όχι και ο Regard). Lackner και Regard είναι, όμως, για πολλά χρόνια μαζί, καθώς τους συναντάμε, σε σχήμα trio ήδη από το 2004.

Αυτοί οι τέσσερις μουσικοί, με τις σημαντικές πορείες μέσα στις δεκαετίες, συνευρίσκονται εδώ, σ’ ένα άλμπουμ που αποκαλείται “Last Decade” και που περιέχει οκτώ πρωτότυπα του Lackner κι ένα του Regard (το σόλο κοντραμπάσο “Émile”), με την ηχογράφηση να συμβαίνει στα γαλλικά Studios La Buissone, τον Σεπτέμβριο του 2021.

Η jazz του κουαρτέτου είναι ήσυχη, αργή βασικά, νωχελική, cool (όχι “cool jazz”), ούλτρα μελωδική και οπωσδήποτε χαλαρωτική – σε κάνει να αφήνεσαι και να ονειροπολείς.

ECM Records: η σύγχρονη μουσική στα νέα άλμπουμ της γερμανικής εταιρείας Facebook Twitter
Benjamin Lackner, Mathias Eick, Jérôme Regard, Manu Katché - Last Decade

Είναι άψογα δουλεμένη, σε τετράλεπτους-πεντάλεπτους χρόνους, συμμετρική, χωρίς γωνίες και ακρότητες, κάπως «ποιητική» και σίγουρα απολύτως «εύκολη» και «άνετη» για τους φίλους του «ήχου ECM».

Εντάξει, δεν είναι ρηξικέλευθη, ριζοσπαστική, πρωτοποριακή κ.λπ., αλλά αυτό δεν σημαίνει κάτι αναγκαστικώς. Δεν ζούμε και στο 1972 εξάλλου, μα στο 2022, με όλα να έχουν ειπωθεί πια (έτσι δεν λέμε γενικώς;), οπότε μια ολόσωστη και ακριβής «επανάληψη» κάποιων κλασικών μοτίβων και χρήσιμη είναι, και δεν μπορεί από τίποτα να συσκοτιστεί.

5.

WOLFERT BREDERODE / MATANGI QUARTET / JOOST LIJBAART: Ruins and Remains
[ECM Records, 2022]

ECM Records: η σύγχρονη μουσική στα νέα άλμπουμ της γερμανικής εταιρείας Facebook Twitter
Wolfert Brederode, Matangi Quartet, Joost Lijbaart

Ένα πολύ ιδιαίτερο, έξτρα λυρικό και υποβλητικό CD έχουμε εδώ. Αποκαλείται “Ruins and Remains” και υπεύθυνοι γι’ αυτό είναι ο Ολλανδός Wolfert Brederode πιάνο, το ολλανδικό Matangi Quartet (Maria-Paula Majoor βιολί, Daniel Torrico Menacho βιολί, Karsten Kleijer βιόλα, Arno van der Vuurst βιολοντσέλο) και ο επίσης Ολλανδός Joost Lijbaart ντραμς, κρουστά.

Έξι Ολλανδοί με άλλα λόγια, που αποδίδουν δεκατέσσερις συνθέσεις του Brederode – συνθέσεις που συνδέονται με μια πολύ ιδιαίτερη επέτειο, τα 100 χρόνια (το 2018) από την λήξη του Α Παγκοσμίου Πολέμου.

Το “Ruins and Remains” παρουσιάστηκε για πρώτη φορά ζωντανά, όπως γίνεται αντιληπτό, εκείνη την χρονιά (2018), για να ηχογραφηθεί, κάπου στην Βρέμη, τον Αύγουστο του 2021.

Γενικώς θα γράφαμε για ένα έργο πολύ ενδιαφέρον, που κινείται στο μεταίχμιο της ευρωπαϊκής τζαζ και της σύγχρονης κλασικής, με πιάνο, κρουστά και κουαρτέτο εγχόρδων να συνεργάζονται αρμονικά και σίγουρα φορτισμένα (επηρεασμένα προφανώς από το concept), αφήνοντας ένα αίσθημα θλίψης να πλανιέται στο χώρο.

Ένα αίσθημα, που σε κάποιες φάσεις μετατρέπεται προς κάτι περισσότερο αναπτερωτικό και αισιόδοξο, προσπερνώντας τη μεγάλη καταστροφή.

Η μουσική, λοιπόν, δεν μπορεί παρά να εκφράζει όλα αυτά που συμβαίνουν στις ψυχές των έξι ανθρώπων, δημιουργώντας όλα τα ενδιάμεσα περιβάλλοντα (από την καταστροφή, μέχρι το ψυχολογικό ξεπέρασμά της εννοούμε), προσδίδοντας στο άκουσμα μιαν αίσθηση συγκρατημένης ελεγείας.

Swallow - Wolfert Brederode, Matangi Quartet, Joost Lijbaart

6.

PAUL GIGER: Ars Moriendi
[ECM New Series, 2022]

ECM Records: η σύγχρονη μουσική στα νέα άλμπουμ της γερμανικής εταιρείας Facebook Twitter
Paul Giger

Ο ελβετός βιολιστής Paul Giger (γενν. 1952) έχει μακρά ιστορία στην ECM και βασικά στην ECM New Series. Αυτό σημαίνει πως οι δίσκοι του είναι a priori «προχωρημένοι», με πολλές κλασικές, σύγχρονες κλασικές και avant-garde αναφορές.

Οπωσδήποτε μέσα σε αυτά τα 30+ χρόνια του στην γερμανική εταιρεία ο Giger έχει κάνει πολλά και καλά άλμπουμ, με το “Ars Moriendi” εν τω μεταξύ, να αποτελεί, σίγουρα, ένα από τα ωραιότερά του.

Από τα εννέα κομμάτια που περιέχει το πιο πρόσφατο άλμπουμ του Paul Giger τα οκτώ προέρχονται από το σάουντρακ της ταινίας-ντοκιμαντέρ του Christian Labhart “Giovanni Segantini – Magie des Lichts” και είναι ηχογραφημένα, το 2015, στην Maloja της Ελβετίας (λέμε για μια ταινία αφιερωμένη στο ιταλο-ελβετό ζωγράφο των Άλπεων Giovanni Segantini, που δημιούργησε στα τέλη του 19ου αιώνα – ποιμενικά έργα του Segantini διανθίζουν και το booklet), ενώ το ένα, και πρώτο στο track list, είναι ηχογραφημένο στην πόλη Walenstadt της Ελβετίας, το 2021.

Ξεκινώντας από αυτό το πρώτο track, το “Guggisberglied”, που είναι και το πιο μακρύ στο χρόνο, καθώς αγγίζει τα 19 λεπτά, θα λέγαμε πως ο Paul Giger εντυπωσιάζει από την αρχή – καθώς ό,τι ακούς εδώ, και ακούς πολλά, προέρχονται (εκτός από τους ήχους νερού) μόνον από το 11χορδο violino d’ amore του, με τις πέντε κανονικές χορδές του και τις έξι συμπαθητικές.

Υπάρχει, φυσικά, επεξεργασία στο στούντιο, αλλά αυτό δεν σημαίνει κάτι. Δηλαδή δεν σημαίνει τίποτα. Το κομμάτι κυλάει μέσα σε μία zen κατάσταση, ενώ μετά από το ενδέκατο λεπτό του αποκτά μία improv folk-psychedelic διάσταση.

Όμως και το “Agony I (Atmosphere)” που ακολουθεί διαθέτει μόνο κρουστό παίξιμο από τον Pudi Lehmann (gongs, singing bowls, conch shell, frame drum), γεγονός το οποίον κατανοείς, αφού πρώτα το πληροφορηθείς.

Παρακάτω ακούγονται μερικές συνθέσεις του J.S. Bach, τρεις στον αριθμό, στις θέσεις 3, 5 και 7, που είναι καταπληκτικές. Πιο, συγκεκριμένα στην πρώτη (“Ich ruf’ zu dir”) και στην δεύτερη (“Largo”) μόνο με την συνοδεία βιολιού (Paul Giger) και τσέμπαλου (Marie-Louise Dähler), ενώ στην τρίτη ακούγονται κοντρα-τενόρος (Franz Vitzthum), βιολί (Paul Giger), το Carmine Quartett και η Marie-Louise Dähler σε truhenorgel (κινητό εκκλησιαστικό όργανο).

ECM Records: η σύγχρονη μουσική στα νέα άλμπουμ της γερμανικής εταιρείας Facebook Twitter
Paul Giger - Ars Moriendi

Οι υπόλοιπες συνθέσεις του δίσκου, δηλαδή οι 2, 4, 6, 8 και 9 είναι και αυτές εντυπωσιακές, με πολύ ιδιαίτερες χρήσεις τσέμπαλου (και με παίξιμο από το μέσα μέρος του οργάνου) και κρουστών, με αλλαγές μοτίβων ή ακόμη και υφών (εκεί όπου ακούς κάτι σε μπαρόκ, ξαφνικά μεταφέρεσαι κάπου άλλου, σε πολύ πιο μεταγενέστερα αισθητικά περιβάλλοντα, σύγχρονης μουσικής, πειραματικού folk κ.λπ.), με το τελευταίο track, το 12λεπτο “Altus solo II” (Paul Giger βιολί, Franz Vitzthum κόντρα-τενόρος, Pudi Lehmann rahmentrommel-κρουστό, Marie-Louise Dähler τσέμπαλο) να υποβάλλει με τον υπνωτιστική αύρα του.

Το “Ars Moriendi” του Paul Giger είναι ένα καταπληκτικό CD!

7.

BARRE PHILLIPS / GYORGY KURTAG JR.: Face à Face
[ECM Records, 2022]

Ο μεγάλος αμερικανός κοντραμπασίστας Barre Phillips ζει, είναι πλέον 88 ετών, και εξακολουθεί να ηχογραφεί. Και όχι απλώς να ηχογραφεί, αλλά και να προτείνει καίρια άλμπουμ.

Τελευταία εμφάνισή του στην ECM, αν δεν μας απατά η μνήμη μας, ήταν το 2018, με το σόλο κοντραμπάσο άλμπουμ του “End To End”, ενώ η πρώτη, στην γερμανική εταιρεία, θα μας πάει πολλά χρόνια πίσω, στο 1971 και στο άλμπουμ “Music from Two Basses”, την συνεργασία του δηλαδή με τον David Holland.

Η πιο νέα παρουσία του Barre Phillips στην ECM έχει τίτλο “Face à Face” και αφορά στην συνεργασία του με τον ούγγρο χειριστή ηλεκτρονικών György Kurtág jr. (γιος του τρανού 96χρονου πλέον συνθέτη György Kurtág), σ’ ένα άλμπουμ που είναι ηχογραφημένο στο διάστημα Σεπτέμβριος 2020-Σεπτέμβριος 2021, στα studios La Buissonne, στην Pernes-les-Fontaines της Γαλλίας.

Όλα ξεκίνησαν το 2013, όταν ένας σκηνοθέτης, που ετοίμαζε κάποιο φιλμ για τον Barre Phillips ήθελε να τον φέρει κοντά με τον πατέρα György Kurtág (έναν άνθρωπο της γενιάς του).

Όταν όμως ο Phillips άκουσε την πρόταση σκέφτηκε αμέσως τον γιο Kurtág, τον οποίον είχε ακούσει στο Le Havre festival και που τον είχε εντυπωσιάσει (αυτά, μεταξύ άλλων, σημειώνει ο Steve Lake στο booklet του CD). Και κάπως έτσι το ντούο έδωσε ένα πρώτο live στο Radio France το 2014, για ν’ ακολουθήσει ένα δεύτερο στην Βουδαπέστη κ.ο.κ.

Στο “Face à Face” οι Phillips και Kurtág καταγράφονται σε δώδεκα μικρής γενικώς διάρκειας κομμάτια (από 1: 17 έως 4:23), που ναι μεν ακούγονται αυτοσχεδιαστικά, αλλά δεν είναι ταυτοχρόνως και εικονοκλαστικά. Υπάρχουν βεβαίως «ακρότητες», αλλά ακόμη κι αυτές ακούγονται σωστά δουλεμένες και εναρμονισμένες μ’ ένα γενικότερο ηχητικό concept, κάπως abstract βεβαίως (το concept), αλλά ταυτοχρόνως «γεμάτο», «συνεχές», δίχως «κοιλιές», και με αυτό που θα λέγαμε «αρχή, μέση και τέλος».

Τα σύνθια Yamaha DX7 ΙΙ FD, Korg T3, Roland JD 800 και Roland Handsonic digital percussion κάνουν πολύ καλή δουλειά, σε συνδυασμό πάντα με τα ευφάνταστα και δημιουργικά παιξίματα του Barre Phillips, που τέλος πάντων είναι γνωστά παλαιόθεν και δεν αποτελούν έκπληξη.

Εκπληκτικό, όμως, είναι ολάκερο το “Face à Face”.

Barre Phillips, György Kurtág jr. - Two by Two

Μουσική
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

«Yacht Rock»: Το πιο απολαυστικό μουσικό ντοκιμαντέρ της χρονιάς 

Daily / «Yacht Rock»: Το πιο απολαυστικό μουσικό ντοκιμαντέρ της χρονιάς 

Από τους Steely Dan, τους Toto και τον Kenny Loggins μέχρι τον Questlove, τον Thundercat και τον Mac De Marco, τo ντοκιμαντέρ του HBO συνδέει τις κουκίδες ενός φαινομένου που αποτελεί λιγότερο ένα μουσικό είδος και περισσότερο μια αίσθηση, μια ιδέα, ένα vibe.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΛΙΤΑΚΗΣ
40 χρόνια Last Christmas: Η αμφιθυμία του George Michael και η «κατάρα των Χριστουγέννων»

Μουσική / 40 χρόνια Last Christmas: Η αμφιθυμία του George Michael και η «κατάρα των Χριστουγέννων»

Το αθάνατο «εορταστικό» κομμάτι παραμένει ένα δείγμα της γλυκόπικρης φύσης που χαρακτηρίζει την ιδανική ποπ: ακούγεται σχεδόν πρόσχαρο παρότι αντικατοπτρίζει το πένθος μιας διαλυμένης σχέσης.
THE LIFO TEAM
10 πράγματα για τον Folamour

Μουσική / Τα εντυπωσιακά disco και house ηχοτοπία του Folamour

Γνωστός για τα δυναμικά sets του, ο Γάλλος παραγωγός έχει εμφανιστεί σε πάνω από 500 shows διεθνώς σε εμβληματικούς χώρους και φεστιβάλ όπως το Glastonbury, το Tomorrowland και το Coachella, ενώ το Σάββατο 7 Δεκεμβρίου θα παίξει για το κοινό της Αθήνας.
ΦΩΦΗ ΤΣΕΣΜΕΛΗ