Τι συμβαίνει με τα κεραμικά του Μητροπολιτικού Μουσείου Νέας Υόρκης; Μια αποκαλυπτική έρευνα των ΝΥΤ δείχνει τη διαδρομή που ακολουθούν κεραμικά τεχνουργήματα, τα οποία φτάνουν στα μουσεία υπό μορφή θραυσμάτων, και τη μέθοδο συναρμολόγησής τους εκεί, μια πρακτική που αποκαλύπτει ένα ολόκληρο κύκλωμα το οποίο ξεκινά από τις λαθρανασκαφές και φτάνει στα μεγάλα μουσεία. Πρωταγωνιστούν τα ίδια πρόσωπα με αυτά του βιβλίου «Συνωμοσία Μέντιτσι» – άλλωστε και αυτή η ιστορία είναι μυθιστορηματική.
Η υπόθεση ξεκινά από τα πρώτα θραύσματα αρχαίων ελληνικών κεραμικών που έφτασαν στο Μητροπολιτικό Μουσείο Τέχνης το 1978 – μια δεύτερη παρτίδα αγοράστηκε από μια γκαλερί του Λος Άντζελες έναν χρόνο αργότερα. Τα κομμάτια αυτά φέρνουν ξανά στο προσκήνιο τον ύποπτο τρόπο απόκτησής τους από το μουσείο.
Στο μουσείο έφταναν συστηματικά θραύσματα αρχαίας ελληνικής κεραμικής, έτσι σταδιακά προέκυψε μια αξιοσημείωτη συλλογή με εκατοντάδες ανόμοια θραύσματα κεραμικών, κάποια αγορασμένα, κάποια ως δώρα. Αποδείχθηκε ότι δεκάδες από αυτά ήταν τμήματα της ίδιας ελληνικής κύλικας (κύπελλο) του 490 π.Χ. περίπου.
Το Met ανακατασκεύασε με ενθουσιασμό το επίμαχο κύπελλο και αποφάσισε ότι είχε δημιουργηθεί από δύο επώνυμους της αρχαίας κεραμικής: τον Ιέρωνα τον αγγειοπλάστη, και τον Μάκρωνα τον ζωγράφο.
Στο μουσείο έφταναν συστηματικά θραύσματα αρχαίας ελληνικής κεραμικής, έτσι σταδιακά προέκυψε μια αξιοσημείωτη συλλογή με εκατοντάδες ανόμοια θραύσματα κεραμικών, κάποια αγορασμένα, κάποια ως δώρα. Αποδείχθηκε ότι δεκάδες από αυτά ήταν τμήματα της ίδιας ελληνικής κύλικας του 490 π.Χ. περίπου.
Μια κύλικα από τερακότα, που είχε δημιουργηθεί στην Αθήνα 2.500 χρόνια νωρίτερα, είχε επιτέλους αποκατασταθεί. Έχει διάμετρο 13 ίντσες και απεικονίζει έναν άνδρα και μια γυναίκα που ξαπλώνουν σε ένα ανάκλιντρο: μια εικόνα αρχαίας ομορφιάς και μια απόδειξη της λειτουργίας της σύγχρονης επιστήμης και της τεχνικής εμπειρογνωμοσύνης.
Μερικοί, πιο σκεπτικιστές, υποστήριξαν ότι η άφιξη των θραυσμάτων δεν ήταν τυχαία και ότι αφού η κύλικα έσπασε, διασκορπίστηκε συνειδητά από εμπόρους που πούλησαν μεμονωμένα κομμάτια στο Met, καθώς το μικρό τους μέγεθος δεν θα κινούσε υποψίες.
Τον Σεπτέμβριο του 2022 η εισαγγελεία του Μανχάταν κατέσχεσε την κύλικα, η αξία της οποίας ξεπερνά πλέον το 1 εκατομμύριο δολάρια, και τη χαρακτήρισε προϊόν λεηλασίας λόγω φωτογραφιών που είχαν βρεθεί στα γραφεία του διαβόητου Ιταλού εμπόρου αρχαιοτήτων Τζιάκομο Μέντιτσι στη Γενεύη. Είναι αξιοπερίεργο ότι θραύσματα που φαινομενικά ήταν συγκεντρωμένα σε ένα μέρος για αιώνες κατέληξαν στα χέρια διαφορετικών εμπόρων ή συλλεκτών που τελικά τα πούλησαν ή τα δώρισαν στο Met.
Ένας από τους ενόχους ήταν ο Ντίτριχ φον Μπότμερ, επί δεκαετίες επικεφαλής επιμελητής ελληνικών και ρωμαϊκών αντικειμένων στο Met και γνωστός από την υπόθεση του Κρατήρα του Ευφρονίου που το μουσείο είχε αποκτήσει ως προϊόν αρχαιοκαπηλίας – επεστράφη στην Ιταλία το 2008. Ένα εκατομμύριο δολάρια ξοδεύτηκαν τότε γι' αυτή την αγορά. Κάποια από τα εν λόγω κεραμικά θραύσματα, που σχεδόν ολοκλήρωναν το έργο, βρέθηκαν «τυχαία» στη δική του ιδιωτική συλλογή.
Σύμφωνα με τα αρχεία του Met, πουθενά δεν ανέφερε ο ίδιος ή οποιοσδήποτε από τους άλλους εμπόρους πού βρήκαν τα θραύσματα.
Πολλοί ειδικοί πιστεύουν ότι η Κύλικα του Μάκρωνα ανασκάφηκε παράνομα λίγο πριν αρχίσουν να εμφανίζονται κομμάτια της στο μουσείο. Θεωρείται ότι πρόκειται για ένα ακόμη παράδειγμα μιας πρακτικής, στο πλαίσιο της οποίας γίνεται εμπορία παράνομων αρχαιοτήτων υπό μορφή θραυσμάτων, επειδή τα άθικτα αντικείμενα θα τραβούσαν κατευθείαν την προσοχή.
Λαθρεμπόριο θραυσμάτων, μια ρουτίνα της μαύρης αγοράς
Πολλοί ειδικοί πιστεύουν ότι το λαθρεμπόριο παράνομων θραυσμάτων έχει γίνει ρουτίνα στη μαύρη αγορά. Κάποιοι ειδικοί προχωρούν το συλλογισμό ακόμη περισσότερο, υποστηρίζοντας ότι οι κλέφτες κατά καιρούς έσπαζαν άθικτες αρχαιότητες, καταστρέφοντας ιστορικά τεκμήρια που είχαν επιβιώσει για χιλιετίες.
Ο Μάθιου Μπογκντάνος, ο οποίος ηγείται της Μονάδας Εμπορίας Αρχαιοτήτων στην εισαγγελεία του Μανχάταν και κατέσχεσε την κύλικα του Met, δήλωσε ότι τα σπασίματα σε ορισμένα κύπελλα φαίνεται να έχουν γίνει στρατηγικά, ώστε οι μορφές των αγγείων να παραμείνει άθικτες. Ωστόσο, άλλοι υποστηρίζουν πως τα θραύσματα ενός κύπελλου δεν θα έφταναν ούτε κατά διάνοια την τιμή ενός ακέραιου αντικειμένου.
Όσοι όμως ασπάζονται τη θεωρία των θραυσμάτων υποστηρίζουν ότι δεν έχει μεγάλη αξία ένα ακέραιο αγγείο αν δεν μπορεί να διακινηθεί με επιτυχία και ότι οι τιμές των θραυσμάτων εκτοξεύονται αν είναι αυτά που θα ολοκληρώσουν ένα αγγείο.
Πολύτιμα όσο οι τρούφες
Η κύλικα του Met φτιάχτηκε κατά τη διάρκεια της χρυσής εποχής της ελληνικής κεραμικής, από το 550 π.Χ. έως το 350 π.Χ. περίπου, όταν οι ζωγράφοι απεικόνιζαν κάθε είδους σκηνές από τη μυθολογία, από πολέμους, αθλήματα και ερωτικές συναντήσεις ανθρώπων, Σατύρων και θεών. Οι Έλληνες χρησιμοποιούσαν τα κύπελλα που κατασκευάζονταν από τον πλούσιο σε σίδηρο πηλό της χώρας στα συμπόσια. Πιστεύεται ότι η κύλικα ταξίδεψε στην Ιταλία στο πλαίσιο του εμπορίου με τους Ετρούσκους, ο πολιτισμός των οποίων κυριάρχησε στην κεντρική Ιταλία τους αιώνες πριν από την άνοδο της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας.
Οι πλούσιοι Ετρούσκοι προτιμούσαν την αττική κεραμική, αντικείμενα της οποίας πιθανότατα χρησιμοποιούσαν στα συμπόσια, στην καθημερινότητά τους και ως ιερά αφιερώματα σε μια θεότητα. Χιλιάδες παρόμοια τεχνουργήματα βρέθηκαν σε τάφους, ίσως κτερίσματα που προορίζονταν για τη μετά θάνατον ζωή. Ένας πρώιμος Βρετανός συλλέκτης, ο John Disney, εξερεύνησε μια αρχαία ιταλική τοποθεσία τη δεκαετία του 1820 και είπε ότι τα υπολείμματα αρχαίων αγγείων εκεί ήταν άφθονα, «σαν τις τρούφες που φυτρώνουν στο υπέδαφος».
Ο Michael Vickers, ομότιμος καθηγητής Αρχαιολογίας στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης και πρώην επιμελητής του Μουσείου Ashmolean, συγκαταλέγεται στους ειδικούς που δήλωσαν ότι οι αιχμηρές, τραχιές άκρες ορισμένων θραυσμάτων αποτελούν απόδειξη ότι τα σπασίματα συνέβησαν στη σύγχρονη εποχή και όχι στην αρχαιότητα. «Ένα κομμάτι κεραμικής θαμμένο στο έδαφος για 2.500 χρόνια θα είχε πιο στρογγυλεμένες, φθαρμένες άκρες», είπε.
Ο μυστηριώδης Ντίτριχ φον Μπότμερ και οι επαφές του
Το 1981, ο Φον Μπότμερ άρχισε να ανακατασκευάζει την κύλικα, χρησιμοποιώντας τα αρχικά θραύσματα που είχε αγοράσει το Met.
Είχε καθιερωθεί ήδη ως ένας από τους μεγαλύτερους γνώστες της αρχαίας ελληνικής τέχνης και ήταν αχόρταγος συλλέκτης. Η φήμη του ήταν μεγάλη, εν μέρει επειδή ήταν τόσο ικανός στην συναρμολόγηση αρχαίων αγγείων από θραύσματα με τη βοήθεια συντηρητών.
Ο Φον Μπότμερ δεν άφησε λεπτομερή αρχεία της διαδικασίας που ακολούθησε για την ανακατασκευή της κύλικας. Αλλά φωτογραφίες από την πρώτη ανακατασκευή του Met το 1981 δείχνουν περίπου δύο δωδεκάδες θραύσματα τοποθετημένα σε ένα σύγχρονο λευκό γύψινο μπολ. Τότε, αλλά και τώρα, οι συντηρητές χρησιμοποιούσαν μια ειδική αναστρέψιμη κόλλα, ώστε οι όποιες ενώσεις να μπορούν εύκολα να αποκολληθούν.
Το 1988, έφτασε στο Met η επόμενη παρτίδα θραυσμάτων, αγορασμένη από τον ιδιοκτήτη μιας γκαλερί στην Ελβετία. Την επόμενη χρονιά δύο ακόμη θραύσματα που ταίριαζαν στο κύπελλο έφτασαν στο μουσείο, αυτήν τη φορά ως δώρο από την εκτεταμένη ιδιωτική συλλογή του ίδιου του Φον Μπότμερ.
Σιγά-σιγά η κύλικα αποκτούσε «σώμα». Ο Φον Μπότμερ την είχε ήδη αποδώσει στον Μάκρωνα, έναν ζωγράφο που φημίζεται ιδιαίτερα για την απεικόνιση των γυναικών και των ενδυμάτων τους.
Στο εσωτερικό της ένας γενειοφόρος άντρας και μια γυναίκα ξαπλώνουν σε έναν καναπέ σε ένα συμπόσιο ή σε γλέντι οινοποσίας. Η γυναίκα, ίσως μια πόρνη, απεικονίζεται να πετάει κατακάθια κρασιού από ένα κύπελλο. Στο εξωτερικό μέρος, ηλικιωμένοι άνδρες κυνηγούν νεότερους. Ένας νεαρός κρατά έναν φαλλό, ένα ερωτικό δώρο. Ένας άλλος κρατά ένα σφουγγάρι για λάδια και μια στλεγγίδα. Τα ονόματα τριών ανδρών, του Ιπποδάμαντα, του Ευκράτη και του Ευρυπτόλεμου, είναι χαραγμένα στην εξωτερική πλευρά, το καθένα ακολουθούμενο από τη λέξη «κάλλος».
Το 1994, περίπου δεκαέξι χρόνια μετά την άφιξη των πρώτων θραυσμάτων, δόθηκε στο Met ένα τελευταίο μοναδικό θραύσμα, και πάλι δώρο του Φον Μπότμερ. Δεν άφησε κανένα αρχείο σχετικά με την αγορά ή την εύρεσή του, αλλά τότε πραγματοποίησε την τελική ανακατασκευή που ολοκλήρωσε το κύπελλο.
Σύμπτωση ή συνωμοσία;
Δεν είναι σαφές πώς τα δεκάδες θραύσματα που χρησιμοποιήθηκαν για την ανακατασκευή της κύλικας ήταν τόσο διασκορπισμένα. Αυτό που είναι σαφές, σύμφωνα με τους ερευνητές, είναι ότι τρεις από τους εμπόρους που τα πούλησαν στο Met έχουν συνδεθεί με την παράνομη διακίνηση αρχαιοτήτων. Και όλοι τους είχαν κάποιου είδους σχέση με τον Φον Μπότμερ.
Ο Φριτς Μπουρκί, ο οποίος πούλησε στο Met τα πρώτα θραύσματα το 1978, ήταν ειδικός στην επανασυναρμολόγηση θρυμματισμένων τεχνουργημάτων. Είχε ανακατασκευάσει τον περιβόητο Κρατήρα του Ευφρονίου για λογαριαμό του Ρόμπερτ Χεκτ, του εμπόρου που τον πούλησε στον Φον Μπότμερ και το Met. Το 2001, ο Μπουρκί παραδέχτηκε ότι γνώριζε πως πολλά αντικείμενα που αποκατέστησε είχαν λεηλατηθεί και ότι κατά καιρούς ενεργούσε ως προπομπός του Χεκτ στην πώληση τέτοιων αντικειμένων, σύμφωνα με τα δικαστικά αρχεία.
Το δεύτερο σετ θραυσμάτων της κύλικας προήλθε από τη Summa Gallery. Ο ιδιοκτήτης της αναγνώρισε ότι ο Χεκτ αγόραζε συχνά αντικείμενα από τον έμπορο Μέντιτσι που είχε Polaroids τα οποία έδειχναν τμήματα της κύλικας. Οι φωτογραφίες βρέθηκαν κατά τη διάρκεια εφόδου που πραγματοποιήθηκε το 1995 στην αποθήκη του Μέντιτσι στη Γενεύη, οπότε ήρθαν στο φως ένα σωρό λεηλατημένα αντικείμενα και χιλιάδες φωτογραφίες αντικειμένων που οι Αρχές θεωρούν κλεμμένα.
Κανείς στον κόσμο της τέχνης δεν έδειξε ιδιαίτερη ανησυχία, συμπεριλαμβανομένων των επιμελητών που πίστευαν ότι εξέθεταν αντικείμενα τα οποία διαφορετικά θα μπορούσαν να εξαφανιστούν σε ιδιωτικές συλλογές.
Ο Μακνάλ, ιδιοκτήτης της Summa Gallery, δεν κατηγορήθηκε ποτέ για διακίνηση αρχαιοτήτων και δήλωσε ότι δεν συμμετείχε εν γνώσει του σε κανένα οργανωμένο σχέδιο για την πώληση της κύλικας σε κομμάτια στο Met. Συμφώνησε όμως ότι οι έμποροι μοίραζαν τα θραύσματα όσο περνούσε ο καιρός, εν μέρει για να διασφαλίσουν την άνοδο των τιμών καθώς οι συλλέκτες ή τα μουσεία πλησίαζαν στην ολοκλήρωση ενός αντικειμένου.
Το τελευταίο από τα θραύσματα που πωλήθηκαν στο Met προήλθε από τη Φρίντα Τσάκος, μια έμπορο που το 1988 έδωσε στο Met ένα θραύσμα για ένα δεύτερο κύπελλο, προς τιμήν του Φον Μπότμερ. Η Τσάκος συνελήφθη από τις ιταλικές αρχές στην Κύπρο το 2002 με την κατηγορία της διακίνησης λεηλατημένων έργων τέχνης. Της επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης 18 μηνών με αναστολή.
Οι ερευνητές του γραφείου του εισαγγελέα του Μανχάταν δήλωσαν ότι με βάση μια μαρτυρία η Tσάκος είχε πάρει τα θραύσματα από τον Ραφαέλε Μοντιτσέλι, έναν άνδρα που οι αμερικανικές και οι ιταλικές αρχές αναγνώρισαν ως μεγάλο τυμβωρύχο – πέθανε πέρσι. Ο Μπογκντάνος δήλωσε ότι ένας ειδικός, όπως ο Φον Μπότμερ, «δεν θα μπορούσε να μη γνωρίζει ότι τα αντικείμενα αυτά είναι προϊόντα λεηλασίας».
Στα τέλη της δεκαετίας του 1970 τα μουσεία δεν ανησυχούσαν τόσο για τέτοιου είδους αντικείμενα όσο σήμερα.
Μέχρι τη δεκαετία του 1990, όμως, όταν ο Φον Μπότμερ (που πέθανε το 2009) δώρισε το τελευταίο του θραύσμα, τα μουσεία είχαν αυστηρότερες οδηγίες που αποδοκίμαζαν την απόκτηση αρχαίων αντικειμένων χωρίς ιστορικό υπόβαθρο. Ο Φον Μπότμερ κληροδότησε στο Met περίπου 16.000 θραύσματα, μερικά από τα οποία εκτίθενται σήμερα σε μία από τις δύο γκαλερί του μουσείου που έχουν πάρει το όνομά του. Τα κομμάτια από μια δευτερη κύλικα, που ακόμα δεν αποτελεί αντικείμενο έρευνας, έφτασαν στο Met από την ίδια ακριβώς ομάδα εμπόρων: τον Μπουρκί, την Τσάκος, την γκαλερί Μακνάλ και τον ίδιο τον Φον Μπότμερ, με ένα επιπλέον θραύσμα που δώρισε η σύζυγος του Χεκτ.
«Από το πρώτο κιόλας θραύσμα, ήταν ευθύνη του Met να ελέγξει ότι δεν έμπλεκε κάπου, ειδικά μετά την κατακραυγή για τον Κρατήρα του Ευφρονίου», δήλωσε ο Χρήστος Τσιρογιάννης, ερευνητής αρχαιολόγος και επικεφαλής της έρευνας για παράνομες αρχαιότητες στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο στην Ελλάδα.
Οι ειδικοί που αμφισβητούν τη θεωρία ότι τα θραύσματα χρησιμοποιούνται για να βοηθήσουν το λαθρεμπόριο υποστηρίζουν ότι αυτά θα μπορούσαν εύκολα να διασκορπιστούν σε μια αρχαιολογική ανασκαφή, αν κάποιος ανακάλυπτε πρώτα ένα βασικό θραύσμα και έδινε λιγότερη προσοχή σε άλλα κομμάτια που μπορεί να βρίσκονταν πιο μακριά, αφήνοντάς τα στο έδαφος για να τα βρουν άλλοι αργότερα, σε δεύτερη ή τρίτη ανασκαφή.
«Υπάρχουν δεκάδες χιλιάδες θραύσματα εκεί έξω», είπε. «Δεν με νοιάζει πόσο μεγάλη είναι η ατζέντα σας, δεν υπάρχει περίπτωση να τα βρείτε αν δεν έχετε ήδη γνώση και ενημέρωση ως προς το πού να αναζητήσετε, ας πούμε, το αριστερό χέρι κάποιου τύπου», είπε ο Μάρλοου, ιστορικός τέχνης από το Colgate, που δεν αποδέχεται τον συλλογισμό ότι κάποιοι επιμελητές ήταν απλώς «ευλογημένοι», γι' αυτό βρήκαν τα κομμάτια που χρειάζονταν. «Απ' όλα τα θραύσματα στον κόσμο, απ' όλα τα μουσεία, ξαφνικά βρέθηκαν τα σωστά, που ταίριαξαν μεταξύ τους; Κι αυτό είναι σύμπτωση;».
Με πληροφορίες από ΝΥΤ