Πολλοί νομίζουν ότι τα αγόρια που ντύνονται κορίτσια θέλουν να γίνουν βασίλισσες – γι’ αυτό τις αποκαλούν Queens, Drag-Queens. Υπάρχουν όμως και αγόρια που πλάθουν απ'τη σάρκα τους αναρχικά «πλάσματα» και κάνουν θρύψαλα τις «αρχές» που διέπουν το νόημα του σεξ, της ομορφιάς και του κύρους.
Φέτος το καλοκαίρι γνώρισα καλύτερα ένα τέτοιο φαινόμενο. Τη λένε Daglara και της αρέσει να αλλάζει κουστούμια και πρόσωπα με την ορμή μιας ηφαιστειακής λάβας που χύνεται χαρούμενη πάνω σ’ ένα όργιο –ή ένα τσίρκο– της Πομπηίας, κάνοντας άνω κάτω τους νόμους της ιστορίας και της τραγωδίας.
Την πρώτη φορά που τη συνάντησα ήταν ντυμένη casual. Ψιλόλιγνη, γλυκιά και διαχυτική, μου μίλησε σαν να με ήξερε από πάντα. Βγήκε από μια θεατρική πρόβα και μου είπε: «Σ'ευχαριστώ πολύ για τα λόγια που μου έγραψες». Με έκανε φίλο στο Facebook και χάθηκε μέσα στην πόλη.
Είχα περάσει ατελείωτους μήνες κάνοντας παρέα μόνο με την πολύχρωμη σκιά της, διδάσκοντας θέατρο σε ένα νησί της Μάγχης – μέσα σε ιδρύματα με αυστηρούς κανόνες ένδυσης. Για να ξεφύγω από την στιλιστική πειθαρχία της εκπαίδευσης, έγραφα και ξανάγραφα ένα χείμαρρο διαδραστικής ντραγκ τρέλας, με αναφορά στην μυθική απεικόνιση της παρενδυσίας. Η σκηνοθεσία του κειμένου επικεντρώθηκε τελικά στο σπαραγμό της βουκολικής παράδοσης, προσπερνώντας τις καλιαρντές εξάρσεις και το καρναβαλικό αλαλούμ της αρχαίας μυθολογίας (κλάμα ο συγγραφέας).
Στο καθαρτικό φινάλε της παράστασης έβγαινε από τη σκηνή και έλεγε διηγήσεις τύπου: «Τα νεαρά αλάνια της νύχτας σφίγγουν το τιμόνι της μοτοσικλέτας τους, κορνάρουν και μου φωνάζουν "έι δρακο-μάνα θα σε πνίξω στα φιλιά". Νιώθω τα χέρια τους στο λαιμό μου, σαν φτερωτό δράκο με καβαλάνε και διασχίζουμε σαν πύραυλοι την Εθνική οδό».
Να όμως, που μια αυθόρμητη ανταλλαγή τρυφερότητας, τα βάζει όλα στη θέση τους. Σαν σήμα αλληλεγγύης, από καμένη ντίβα προς καμένη ντίβα, ο τρόπος της απαλύνει γλυκά τα πάντα. Όλα μια χαρά. Της αρέσει η νέα προσέγγιση. Κάτι τέτοια μικρά στιγμιότυπα, με κάνουν να θέλω να επαναπατριστώ στην Αθήνα, ακόμη κι όταν το τοπίο γύρω μας τσουρουφλίζεται και η πείνα τρώει τα σωθικά της τέχνης.
Την επόμενη φορά που την είδα, ήταν ένα θηρίο τσαχπινιάς και οδυρμού, έμπαινε σε ένα αντίσκηνο και κυλιόταν στο χώμα. Υποδυόταν την Ελλάδα στο παραστατικό κονσέρτο –drag oratorio– των Bijoux de Kant, για το φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου. Ήταν ένα αφιέρωμα στο πολυσχιδές έργο του συνθέτη Γιάννη Κωνσταντινίδη και κυρίως στην οπερατική διασκευή –παρενδυσία– δημοτικών τραγουδιών. Η σκοτεινή ηδυπάθεια της Daglara τσιγκλούσε το λυρικό θάμβος της βαρυτόνου Νίνα Νάη όπως ένα λαϊκό σουξέ τα πλήκτρα ενός πιάνου (παιγμένο με τη μαεστρία του Γιώργου Ζιάβρα). Η δημοτική ποίηση λικνίζονταν μες στο φόρεμα της δυτικής μουσικής, όπως μια drag-queen στο πάλκο της λαϊκής φαντασίας.
Στο καθαρτικό φινάλε της παράστασης έβγαινε από τη σκηνή και έλεγε διηγήσεις τύπου: «Τα νεαρά αλάνια της νύχτας σφίγγουν το τιμόνι της μοτοσικλέτας τους, κορνάρουν και μου φωνάζουν "έι δρακο-μάνα θα σε πνίξω στα φιλιά". Νιώθω τα χέρια τους στο λαιμό μου, σαν φτερωτό δράκο με καβαλάνε και διασχίζουμε σαν πύραυλοι την Εθνική οδό. Στάχτη τα πάντα στο πέρασμα μας, σαν μνημείο Αγνώστου Στρατιώτη πάνω σε ρόδες, κάνουμε σούζες πάνω στη μοίρα και τρακάρουμε μετωπικά την ιστορία».
Η erotica του τρόμου συστηνόταν τώρα ως εθνικός μονόλογος: μια βρικόλακας-μαμά-πατρίδα μας έστελνε φιλάκια από την κόλαση. Της έγραψα να πει τέτοιες ατάκες, ζωγραφίζοντας σε ένα ελαφρώς μακάβριο-γκλαμ τόνο αυτό που θα μπορούσε να ταιριάζει στη φωνή, τη σιλουέτα και το νύχι της. Αλλά με ένα ανοιχτό τρόπο: δεν είναι μόνο μια φιγούρα του ερωτικού λυκόφωτος, αλλά μια φωνή που αγκαλιάζει όλα τα σώματα, όλες τις ηθικές γωνίες και όλα τα ένστιχτα της σκοτεινής υπαίθρου. Ένα θηρίο που γνέφει προς άγριες ρίζες και ξεριζωμένα αισθήματα. Μέσα από το σώμα της όλο το έθνος γίνεται ερωτικά ανήμερο (ή «queer» όπως λένε οι αρχαίοι ημών πρόγονοι), δηλαδή θριαμβεύει πάνω στη ντροπή του και κάνει πασαρέλα πάνω στον πόνο του, σαν αναστενάρης πάνω στα κάρβουνα.
Όμως η Daglara δεν ερμηνεύει απλά τα λόγια ή τα οράματα των άλλων, ούτε περιορίζεται στο βουκολικό μοιρολόι: το σώμα της είναι ένα κινητό ραδιόφωνο ύφους, εκπέμπει σε πολλές συχνότητες –και μετά τις ενορχηστρώνει όλες μαζί– πλάθοντας μια μοναδική, ανεξάρτητη φωνή. Performer, σχεδιάστρια ρούχων, πωλήτρια, φιλότεχνη, ντίβα, τέρας λαγνείας – εκπροσωπεί ίσως μια παραστατική τέχνη που δεν περιορίζεται στο θέατρο, τη μόδα ή το ντραγκ – αλλά διαχέεται με λίκνισμα και γρύλισμα σε ένα σωρό πίστες της καθημερινότητας και της απόδρασης. Όταν της είπα να κουβεντιάσουμε για ένα περιοδικό μου είπε: «θέλω να κάνουμε ένα ερωτοδικείο – ξέρεις εσύ».
Όταν τη ξανασυναντώ σε ένα κοκτέιλ μπαράκι μου επισημαίνει ότι αυτό που «πουλάει» –αυτό που την τροφοδοτεί και την ανάβει– πρωί και βράδυ είναι το fantasy. Και δεν έχει άδικο, τη βλέπω έξω από την πίστα του θεάτρου, μετά από μια οχτάωρη βάρδια πωλήτριας, εξαντλημένη αλλά λαμπερή, στιλάτη και αεικίνητη. Είναι σαν να παρατηρώ τις πρώτες σκηνές μιας ταινίας, όταν όλα μοιάζουν ήρεμα – ο κεντρικός ήρωας ρουφάει το ποτό του σε μια στιγμή χαλάρωσης– και μετά τσουφ όλα κυλάνε στον μπουρλέσκ, και να μια Φρέντι Κρούγκερ με καούκα και ζαρτιέρες να χορεύει μπαλέτο. Πάνω στην καρέκλα κάθεται σαν κινούμενο γλυπτό από οδοντογλυφίδες: μια κούκλα του σατανά ανοιχτή προς όλα τα ενδεχόμενα.
Το στόμα της εκτοξεύει καυστικές ατάκες, σαρδόνια σχόλια και πειραγμένες διαθέσεις. «Fantasy, μωρό μου», μου λέει και όταν το λέει, ό,τι υπάρχει γύρω μας –τα τραπεζάκια, οι τουρίστες, τα αγόρια με τα αμάνικα, οι βιτρίνες, τα σουβλατζίδικα– πάλλονται γύρω γύρω μας props του σκηνικού της. Πυροβολεί με το βλέμμα της, κάνει νάζια, ρουφάει τον καπνό της, κουνάει το κεφάλι της, λικνίζει τον ώμο της και αλλάζει διαρκώς σχήμα στα χείλη, τα φρύδια, τους γλουτούς της. Εδραιώνει λιτά κι απέριττα, χωρίς την ανάγκη ενός προβολέα, το ρόλο της ως σταρ, μαγνήτης, τάλισμαν και μάτι του κυκλώνα.
— Πόσο συχνά συναντάς ανθρώπους που καλωσορίζουν την αγριότητα σου με τρυφερότητα;
Δεν έχω παράπονο. Ευτυχώς τερατόφιλοι υπάρχουν πολλοί. Έχουν υπάρξει στη ζωή μου «μεγάλες κυρίες», στυλοβάτες της μεγάλης cross ιδέας, που με περιέθαλψαν και μου δίδαξαν τα μυστικά της καλλιτεχνίας και της πουτανιάς. Σε αυτές χρωστώ τα πάντα. Και φυσικά στο φιλοθεάμον κοινό –θαυμάστριες διαφόρων κλιμακίων– που αναγνωρίζουν στην «αγριότητα» την ανάγκη για ειλικρίνεια και αντίδραση.
— Πες μου μια γλυκιά ατάκα που σου'χει πει ποτέ ένα ‘τέρας’.
Ότι είμαι μεγάλη ψεύτρα.
— Στον Πειραιά που ζεις –που όπως και η Αθήνα– η λαϊκή ομορφιά ανακατεύεται με την πασαρέλα των νεοναζί. Εσύ που είσαι ένα θηρίο του στιλ πως αντιμετωπίζεις στο δρόμο τα ορκ του τρόμου;
Προτιμώ να περνάω κάτω από τα ραντάρ – αυτό που λέμε stealth mode. Γιατί αν είσαι μαχήτρια πρέπει να αναγνωρίζεις και τι επιβάλει το τερέν. Δεν έχω κανένα βίτσιο να επιδεικνύω κουτούρ στους δρόμους του Πειραιά, για να έρθω απλά σε αντιπαράθεση με μια βιομηχανία κατώτερων ενστίκτων.
Τρελαίνομαι και ηδονίζομαι με μεγάλες κυρίες που το πήγαν στον επόμενο επίπεδο και βασάνισαν πολύ τον άνδρα, που ξεκλείδωσαν πίστες, που κατέστρεψαν και καταστράφηκαν, που παραδόθηκαν ολοκληρωτικά στα βίτσια τους.
— Ποια έχει τη δύναμη αυτή που γαβγίζει ή αυτή που πετάει το κόκαλο;
Αυτή που γαυγίζει δουλεύει γι’ αυτήν που πετάει το κόκκαλο. Το ‘να χέρι νίβει τ’ άλλο και τα δυο το κόκαλο. Κι ο νοών νοείτω.
— Μίλησε μου για το πιο μυθικό μέρος της νύχτας που έχεις δουλέψει ποτέ;
Δεν έχω δουλέψει σε μέρη μυθικά, αλλά έχω κάνει συλλεκτικές εμφανίσεις από αρχαία θέατρα με φόντο κρατήρες ηφαιστείων, σε κατάλευκα υπόγεια γκαλερί, σε γάμους και γιορτές, μέχρι κωλόμπαρα στα στενά του Πασαλιμανίου. Ωραία πέρασα.
— Σε εξιτάρει καθόλου ο κίνδυνος; Ποιο είναι το μεγαλύτερο ρίσκο που έχεις πάρει ποτέ;
Από το πάλκο της μόδας στο πάλκο της νύχτας, το μεγαλύτερο ρίσκο μου είναι ότι αφιερώθηκα στο να εξποζάρω ιεροτελεστικά την cross αλήθεια μου μπροστά στο αιματοχαρές και αδηφάγο κοινό. Κι όλα αυτά με την ελπίδα της μετακένωσης της τερατώδους φαντασίωσης που γεννάει το τραύμα εντός μιας διεστραμμένης πραγματικότητας που απαιτεί την εμπορευματοποίηση και πακετοποίησή της. Ο κίνδυνος δεν με εξιτάρει πια, παρά μόνο η απόλυτη μορφή του, αυτό που βλέπω στον καθρέφτη, ο τρόμος. Για να παραφράσω και τον Πόε.
— Πες μου το πιο επικίνδυνο πράγμα που έχεις βάλει ποτέ για να πας στο σούπερμαρκετ.
Το πιο επικίνδυνο πράγμα που έχω φορέσει ποτέ είναι το στρινγκάκι μου, κι όχι μόνο στο σουπερμάρκετ. Και το έχουν δει όλοι.
— Όταν φτιάχνεις ρούχα, σκέφτεσαι τις ιστορίες που θα πουν; Δώσε μας αισθησιακά παραδείγματα.
Φτιάχνω ρούχα για μια φανταστική ζωή, πρωτίστως για μένα, ρούχα φετίχ στο realm του power dressing, ρούχα που δεν υπακούουν σε ιδεότυπους, και κουστούμια για κάθε είδους σκηνές. Τα πιο παρ-αισθησιακά παραδείγματα είναι τα κουστούμια που έφτιαξα για την βίντεο-όπερα ΟΡΦΕΑΣ 2021 των ΦΥΤΑ, και προσφάτως, τα κουστούμια για την περφόρμανς-drag ορατόριο «Τραγούδια του ελληνικού λαού» των bijoux de kant.
— Αν η λαγνεία είναι ένα ατελείωτο θέατρο, ποιοι ρόλοι θα ταίριαζαν σε σένα και στους παρτενέρ σου;
Τρελαίνομαι και ηδονίζομαι με μεγάλες κυρίες που το πήγαν στον επόμενο επίπεδο και βασάνισαν πολύ τον άνδρα, που ξεκλείδωσαν πίστες, που κατέστρεψαν και καταστράφηκαν, που παραδόθηκαν ολοκληρωτικά στα βίτσια τους – τις μεγάλες μαγίστρες της ιστορίας, από την Σαλώμη και την Ιουδήθ ως την Θεοδώρα την Μεγάλη και την Ελεονώρα της Ακουιτανίας. Και όλο αυτό με βαμπιρικό αισθησιασμό και alien ερωτισμό.
— Περίγραψέ μου την ιδανική πίστα για τα Ντάγκλαρα-σόου του μέλλοντος.
Ιδανικές πίστες δεν υπάρχουν. Εγώ εξυπηρετώ Επιδαύρια όπου υπάρχει budget και δίψα για ποιοτικό crossover θέαμα.
— Τί θα σε κάνε τόσο χαρούμενη ώστε να σκίσεις χαρούμενα τα ρούχα σου;
Η απόλυτη ανατροπή του καπιταλισμού· αλλά ούτε τότε θα έσκιζα τα πανάκριβα κουτούρ μου.
Βρες τη Daglara στο Instagram