Δεν πάει πολύς καιρός από τότε που ντρεπόμουν να κρατήσω βεντάλια έξω. Aν και μου αρέσει πολύ το grandmillennial στυλ, με αυτό το αξεσουάρ δεν το είχα, μάλλον γιατί δεν έβλεπα και πολύ κόσμο στην ηλικία μου να το χρησιμοποιεί, σε αντίθεση με το φετινό καλοκαίρι, που συναντάω βεντάλιες παντού. Πλέον τις κρατάμε στο χέρι ενώ περπατάμε στον δρόμο, και ας μην τις χρησιμοποιούμε εκείνη τη στιγμή.
Τους τελευταίους μήνες έχω κι εγώ μία πάντα στην τσάντα μου, μου έκαναν και μία ξύλινη δώρο, η οποία, όταν ανοίγει, βγάζει αυτόν τον χαρακτηριστικό ήχο που βρίσκω απολαυστικό. Ζητάω να παρατηρήσω και τις βεντάλιες των άλλων, κουνάω τη δική μου δίχως συστολή, ακόμα και αν είμαι μέσα σε κάποιο μαγαζί. Μία από αυτές τις μέρες του καύσωνα, και ενώ είχα δώσει ραντεβού στο Οντεόν του Μετς, γύρισα το κεφάλι μου και είδα ένα πολύχρωμο κύμα από βεντάλιες που κινούνταν ρυθμικά για να δροσίσουν αυτούς τους τελευταίους που έχουν μείνει να φυλάνε τα τείχη της πόλης ‒ μέχρι να φύγουν κι αυτοί. Στα techno πάρτι θα μπορούσαν να μοιράζουν τέτοιες σαν άλλο starter kit, ενώ βεντάλιες σαν αυτές που κυκλοφορεί η Broste Copenhagen σε japandi στυλ αποτελούν το νέο διακοσμητικό trend.
Μία από αυτές τις μέρες του καύσωνα, και ενώ είχα δώσει ραντεβού στο Οντεόν του Μετς, γύρισα το κεφάλι μου και είδα ένα πολύχρωμο κύμα από βεντάλιες που κινούνταν ρυθμικά για να δροσίσουν αυτούς τους τελευταίους που έχουν μείνει να φυλάνε τα τείχη της πόλης ‒ μέχρι να φύγουν κι αυτοί.
Προφανώς οι βεντάλιες δεν είναι μόδα μόνο εντός Αθηνών, ενώ πια είναι και statement με διαφορετικό τρόπο απ’ ό,τι τον 19ο αιώνα, όταν ο Jean-Pierre Duvelleroy, ο ιδρυτής του παριζιάνικου οίκου που ειδικεύεται στις πολυτελείς βεντάλιες μέχρι σήμερα, κυκλοφόρησε ένα διαφημιστικό φυλλάδιο με τίτλο «Η γλώσσα της βεντάλιας», το οποίο περιλάμβανε έναν κατάλογο χειρονομιών που μπορούσε να κάνει κανείς με μια τέτοια και εξηγούσε τη σημασία της καθεμίας. Σύμφωνα με αυτό το φυλλάδιο, μια βεντάλια ανοιχτή στο αριστερό χέρι σήμαινε «έλα να μου μιλήσεις», ενώ τοποθετημένη στο αριστερό αυτί έλεγε «θέλω να σε ξεφορτωθώ».
Πλέον, όπως σημειώνουν και οι «New York Times» στην τελευταία τους λίστα με τις καλύτερες μοντέρνες βεντάλιες, «όταν οι θερμοκρασίες γίνονται από ζεστές καυτές, όπως συμβαίνει τελευταία σε μεγάλο κομμάτι του κόσμου, το άνοιγμα μιας βεντάλιας μπορεί να δηλώσει κάτι που ισχύει γενικά, ότι κάνει πολλή ζέστη. Στην αγορά υπάρχουν βεντάλιες για κάθε γούστο. Πολλές μπορούν να βοηθήσουν κάποιον να φτάσει από το μετρό στο γραφείο κάπως στεγνός. Επίσης, ο τρόπος που κάποιος την κρατάει αλλά και το στυλ της μπορεί να δηλώσει κάτι για τον κάτοχό της. Το να κρατάς τη βεντάλια που πουλήθηκε στην παγκόσμια περιοδεία “Renaissance World Tour” της Beyoncé, για παράδειγμα, σηματοδοτεί έναν σκληροπυρηνικό φανατισμό».
Έχουμε όμως κι εμείς τη δική μας δημιουργό βεντάλιας που εδώ και έντεκα χρόνια πια βάζει την υπογραφή της σε χειροποίητα αξεσουάρ που αποτελούν statement και μας δροσίζουν, χαρίζοντας ταυτόχρονα αυτό το κάτι παραπάνω στο ντύσιμό μας. Πολιτική μηχανικός και conceptual artist, η Νατάσσα Δουρίδα ταξίδεψε και κρέμασε τις πρώτες δέκα δικές τις βεντάλιες το καλοκαίρι του 2012 στο κάμπινγκ της Αντιπάρου και έπειτα στα κλαδιά που κάνουν λίγη σκιά στον Κέδρο της Δονούσας. Βέβαια, η στιγμή που έγινε μέσα της το κλικ και άρχισε να αναπτύσσει μια σχέση με το συγκεκριμένο αντικείμενο ήταν το 2006, όταν σε ένα ταξίδι της στην Ισπανία άρχισε να φτιάχνει μια μικρή συλλογή από βεντάλιες.
Τo 2011 είχε μόλις ξεκινήσει ένα απαιτητικό μεταπτυχιακό που δεν της άφηνε χρόνο να ασχοληθεί με τον βιοπορισμό, όπως περιγράφει. «Χωρίς κάποια βοήθεια, το ζήτημα είχε γίνει πολύ πιεστικό, και με αυτό το κίνητρο ξεκίνησα να φτιάχνω κοσμήματα. Μία φίλη υποσχέθηκε να αγοράσει και μία άλλη μού έδωσε τα πρώτα υλικά. Το ένα έφερε το άλλο και η “δουλειά” κατέληξε να είναι αποδοτική, μα επίσης έγινε παρηγοριά, έμπνευση, δημιουργία και παιχνίδι. Πειραματιζόμουν με δέρμα και φελλό, με υφάσματα, χάντρες και ό,τι υλικό μπορεί να έβρισκα σε μαγαζιά με εργαλεία».
Υπέγραφε τα κοσμήματά της ως Dida, όπως κάνει και με τις βεντάλιες της. «Πάντα έψαχνα μια αφορμή να χρησιμοποιήσω τα υφάσματα που μου έκλειναν το μάτι στην Ευαγγελιστρίας του εμπορικού τριγώνου και καθώς στον πυρήνα μου είμαι πάντα μηχανικός, ήταν θέμα χρόνου να διαλύσω την πιο απλή μου βεντάλια, αυτή που φαινόταν πιο εύκολη να ξαναφτιαχτεί, και να αρχίσω να την αντιγράφω. Από τότε είμαι σε συνεχή διάλογο με τους χρήστες, φίλους designers και δημιουργούς προκειμένου να βελτιώνω την τεχνική και τα υλικά συνεχώς».
Η εμφάνιση του brand της συνέπεσε με τη δημιουργία πολλών άλλων μικρών και ανεξάρτητων που το κοινό της Αθήνας στήριξε. Το μεταπτυχιακό της το τελείωσε και εξελίχθηκε επαγγελματικά στον κλάδο της, αλλά οι βεντάλιες συνεχίζουν να είναι μια παράλληλη ασχολία της. Πρόκειται για χειροποίητες κατασκευές, κανένα pattern δεν βγαίνει παραπάνω από επτά με οκτώ φορές και το αποτέλεσμα είναι κάθε φορά μοναδικό. Τα υλικά που χρησιμοποιεί είναι φυσικά: ξύλο και ύφασμα για τις βεντάλιες, δέρμα και φελλός για τις θήκες. Κατόπιν παραγγελίας, οι βεντάλιες Dida φτιάχνονται ειδικά για αριστερόχειρες. Συχνά ζωγραφίζει σε αυτές, ενώ επίσης δέχεται παραγγελίες για συγκεκριμένα υφάσματα ή κάποια ειδική χάραξη στο ξύλο.
«Σε εκείνο το ταξίδι στην Ισπανία είχα παρατηρήσει με θαυμασμό πώς είχαν τις ρίζες τους στον πολιτισμό τους, αλλά τον επαναπροσδιόριζαν με τον δικό τους σύγχρονο τρόπο και δημιουργούσαν πάνω σε αυτήν τη βάση. Παρατήρησα ότι αυτό έλειπε από την κουλτούρα μας και αποφάσισα να προωθήσω, όπως μπορούσα, αυτήν τη νοοτροπία μέσω της δουλειάς μου σε κάθε τομέα. Ως προς τις βεντάλιες, ωστόσο, ποτέ δεν λειτούργησα βάσει σχεδίου. Περισσότερο με επηρέασαν οι άπειρες βόλτες και ανακαλύψεις υφασμάτων στο εμπορικό τρίγωνο του κέντρου, η σχέση με τους ανθρώπους του, δώρα που μου έγιναν, παλιά ρούχα που, αντί να πεταχτούν, αξιοποιήθηκαν και μεταμορφώθηκαν σε πανέμορφες βεντάλιες. Και μετά είναι οι γεωμετρίες, οι συνδυασμοί που προκύπτουν από τα ερεθίσματα που παίρνει κανείς από τη φύση και τις όμορφες στιγμές κοντά σε αυτήν».
Όσο εξελισσόταν το brand της, άρχισε να συλλέγει υφάσματα απ’ όλο τον κόσμο και να δημιουργεί με αυτά βεντάλιες-μικρά έργα τέχνης, ενώ παρέδιδε και σχετικά σεμινάρια ως επικεφαλής της πρωτοβουλίας του Communitism, του ανεξάρτητου πολιτιστικού κέντρου. Πρόσφατα αναγκάστηκε να αφήσει το κτίριο της Κεραμεικού και πλέον βρίσκεται σε αναζήτηση νέου χώρου.
Μέσα στο Communitism έκανε την τελευταία φωτογράφιση για τις Dida με έντεκα μοντέλα και επτά φωτογράφους, όλοι τους μέλη της κοινότητας του κτιρίου, στο οποίο έδωσαν μια δεύτερη ζωή. «Έτσι συνδύασα τις τρεις ειδικότητες και αγάπες μου, τις βεντάλιες, την κοινότητα, και ένα ιστορικό κτίριο. Θέλαμε να δείξουμε πώς, μέσα από αυτό το μικρό κομμάτι ύφασμα, μπορούμε να εκφράσουμε την προσωπικότητά μας, ακόμα και αν κατά τα άλλα είμαστε γυμνοί».
Όταν είχαμε πρωτομιλήσει πριν από μερικά χρόνια, η Νατάσσα Δουρίδα επιβεβαίωσε την αίσθησή μου πως οι νεότεροι δεν κρατούσαν βεντάλιες, «λίγες κοπέλες είχαν το θάρρος να χρησιμοποιήσουν το “gadget της γιαγιάς”», όπως μου είχε πει τότε. «Ωστόσο είναι ένα πολύ πρακτικό αντικείμενο για όλους όσοι κυκλοφορούν στο κέντρο της Αθήνας και όχι μόνο, είναι ένα αξεσουάρ που θα μπορούσε να έχει ο καθένας μαζί του τους καλοκαιρινούς μήνες. Άρα το θέμα είναι κάθε χρήστης να βρει το κατάλληλο σχέδιο γι’ αυτόν, εκείνο που θα μπορεί να χρησιμοποιεί ανερυθρίαστα όπου και αν βρίσκεται».
Περισσότερες πληροφορίες για τις χειροποίητες βεντάλιες Dida θα βρείτε εδώ.