ΗΤΑΝ ΜΙΑ ΔΥΣΚΟΛΗ ΕΒΔΟΜΑΔΑ ΑΥΤΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ, με τα θέματα του γάμου των ομοφύλων και της επιστολικής ψήφου να κυριαρχούν στην πολιτική επικαιρότητα, επισκιάζοντας το θέμα του νομοσχεδίου Φλωρίδη για τη Δικαιοσύνη και την επικοινωνιακή κυβερνητική πολιτική για την αντιμετώπιση της ακρίβειας και της εγκληματικότητας. Στο θέμα του γάμου η κυβέρνηση εξακολουθεί να δέχεται σημαντική πίεση από την κομματική της βάση, ενώ με την επιστολική ψήφο έχασε μια σπάνια ευκαιρία συναίνεσης, εξαιτίας της προσπάθειάς της να στριμώξει τα κόμματα που είχαν ψηφίσει θετικά.
Η κυβέρνηση επέδειξε μια ανεξήγητη συμπεριφορά στον χειρισμό της επιστολικής ψήφου και από κει που υπήρχε συνεννόηση, βρέθηκε να κατηγορείται για επίδειξη αλαζονείας. Ενώ είχε πετύχει μια ευρεία συναίνεση, με τον ΣΥΡΙΖΑ, το ΠΑΣΟΚ και την Πλεύση Ελευθερίας να συμφωνούν αρχικά με τη βάση του νομοσχεδίου που είχε φέρει για διαβούλευση και στην αρμόδια επιτροπή –το οποίο αφορούσε αποκλειστικά τις ευρωεκλογές–, αντί να αξιοποιήσει αυτό το θετικό κλίμα, προσπάθησε να το εκμεταλλευτεί, προσθέτοντας από το «παράθυρο», εντελώς απροειδοποίητα, τροπολογία που το επέκτεινε και στις εθνικές εκλογές.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης ξεκίνησε την εισήγηση του με το θέμα αυτό, κατηγορώντας τα κόμματα της αντιπολίτευσης και υποστηρίζοντας ότι ήταν μια σημαντική ευκαιρία συναίνεσης, στην οποία για λόγους που δυσκολεύεται να καταλάβει το ΠΑΣΟΚ και ο ΣΥΡΙΖΑ γυρίζουν την πλάτη, αν και είχαν αρχικά συμφωνήσει σε αυτό.
Ήταν απολύτως αναμενόμενο να αντιδράσει η αντιπολίτευση, αφού για τις εθνικές εκλογές δεν υπήρχε καμία συμφωνία, ούτε καν ενημέρωση. Σχεδόν όλα τα κόμματα είχαν εκφράσει βάσιμους προβληματισμούς και με επιχειρήματα είχαν υποστηρίξει ότι η διαδικασία αυτή έπρεπε να εφαρμοστεί πρώτα στις ευρωεκλογές για να δοκιμαστεί. Η κυβέρνηση είχε συμφωνήσει και το νομοσχέδιο που έφερε σε διαβούλευση και στην αρμόδια επιτροπή ήταν μόνο για τις ευρωεκλογές και τα δημοψηφίσματα, οπότε η έκπληξη όλων την περασμένη Δευτέρα ήταν μεγάλη και εξαιρετικά δυσάρεστη, όταν άκουσαν την υπουργό Εσωτερικών, Νίκη Κεραμέως, να λέει από το βήμα της Βουλής ότι θα αφορά και τις εθνικές εκλογές, χωρίς να έχει προηγηθεί καμία ενημέρωση. Έτσι, από κει που η Νίκη Κεραμέως μπορούσε να κρεμάσει στο πέτο της ένα παράσημο, αφού το νομοσχέδιο του υπουργείου Εσωτερικών για την επιστολική ψήφο στις ευρωεκλογές είχε ψηφιστεί επί της αρχής από τη ΝΔ, τον ΣΥΡΙΖΑ, το ΠΑΣΟΚ και την Πλεύση Ελευθερίας, όχι μόνο τίναξε στον αέρα τη συμφωνία που υπήρχε αλλά καταγγέλθηκε και για τυχοδιωκτικούς τακτικισμούς. Η κυβέρνηση, με την ανεξήγητη αυτή συμπεριφορά, μόνο έχασε, καθώς επέδειξε έλλειψη σεβασμού προς τα κόμματα της αντιπολιτευσης και τη θεσμική διαδικασία.
Ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΠΑΣΟΚ, Μιχάλης Κατρίνης, που αντέδρασε άμεσα στη Βουλή, απαντώντας στην υπουργό, εξηγεί ότι το κόμμα του είχε αποφασίσει να υποστηρίξει το νομοσχέδιο για την επιστολική ψήφο στις ευρωεκλογές, αλλά ο αιφνιδιασμός με την επέκτασή της στις εθνικές εκλογές ήταν εντελώς αντιδεοντολογικός. «Νόμιζαν ότι μας είχαν εγκλωβίσει επειδή ψηφίσαμε θετικά και ότι θα συρόμασταν να πούμε “ναι” και στην αιφνιδιαστική, εκβιαστική και χωρίς εγγυήσεις επέκτασή του, αλλά έκαναν λάθος εκτίμηση», αναφέρει. Εκεί που όλοι περίμεναν την υπερψήφιση του νομοσχεδίου, στήθηκε ένα σκηνικό, με την υπουργό Εσωτερικών να αιφνιδιάζει την Ολομέλεια, και αμέσως μετά ο πρόεδρος της Βουλής, Κωνσταντίνος Τασούλας, να κάνει έκκληση στα κόμματα της αντιπολίτευσης να μην αλλάξουν την ψήφο τους για «να μη χαθεί η ευκαιρία».
Η διαδικασία της επιστολικής ψήφου δεν έχει δοκιμαστεί ξανά στην Ελλάδα και πέρα από το ζήτημα της μυστικότητας της ψήφου, την οποία δεν διασφαλίζει, και έχει αναδείξει ειδικά το ΚΚΕ, δεν υπάρχουν εγγυήσεις ούτε για το αδιάβλητο, με δεδομένο ότι θα εμπλακούν και ιδιωτικές εταιρείες (κούριερ). Για τους λόγους αυτούς και μερικούς ακόμα, η κυβέρνηση είχε συμφωνήσει να ψηφιστεί συναινετικά μόνο για τις ευρωεκλογές, να δοκιμαστεί η διαδικασία και μετά να εξεταστεί αν θα επεκταθεί και στις εθνικές εκλογές. Τη συμφωνία αυτή παραβίασε η κυβέρνηση, εισάγοντας την τελευταία στιγμή την επέκτασή της στις εθνικές εκλογές, επειδή εκτίμησε ότι θα ασκούσε επικοινωνιακή πίεση για να τους αναγκάσει να το δεχτούν και να άρουν τις επιφυλάξεις τους. Εκ των υστέρων, τα κυβερνητικά στελέχη παραδέχτηκαν ότι όταν είδαν τις 230 θετικές ψήφους, μπήκαν στον πειρασμό να περάσουν και την επέκταση της επιστολικής ψήφου στις εθνικές εκλογές, για την οποία απαιτούνται 200 ψήφοι, ενώ για τις ευρωεκλογές αρκεί και η απλή πλειοψηφία των 151.
Η εισήγηση του πρωθυπουργού στο υπουργικό συμβούλιο την Τετάρτη κατέστησε σαφές ότι ο αιφνιδιασμός δεν ήταν πρωτοβουλία της Νίκης Κεραμέως αλλά απόφαση του Μεγάρου Μαξίμου. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης ξεκίνησε την εισήγηση του με το θέμα αυτό, κατηγορώντας τα κόμματα της αντιπολίτευσης και υποστηρίζοντας ότι ήταν μια σημαντική ευκαιρία συναίνεσης, στην οποία για λόγους που δυσκολεύεται να καταλάβει το ΠΑΣΟΚ και ο ΣΥΡΙΖΑ γυρίζουν την πλάτη, αν και είχαν αρχικά συμφωνήσει σε αυτό. Παραβλέποντας όσα είχαν συμφωνηθεί για τη διαδικασία που δεν έχει δοκιμαστεί ξανά στη χώρα και τις επιφυλάξεις για το αδιάβλητο, ο πρωθυπουργός αναρωτήθηκε ρητορικά «πώς γίνεται, άραγε, να συμφωνούμε με την επιστολική ψήφο στις ευρωεκλογές και να μη συμφωνούμε με την επιστολική ψήφο στις εθνικές», διαβεβαιώνοντας ότι η συγκεκριμένη τροπολογία θα επανέλθει μετά τις ευρωεκλογές.
Για το θέμα της νομοθέτησης του γάμου των ομόφυλων ζευγαριών, μιλώντας στο υπουργικό συμβούλιο εξέφρασε την ικανοποίησή του επειδή, όπως είπε, «όλο αυτό το διάστημα συζητήθηκε νηφάλια και χωρίς ακρότητες μέσα στην ελληνική κοινωνία». Χαρακτήρισε «ώριμη διαβούλευση» τη συζήτηση που έγινε για το θέμα αυτό, αναφεροντας πως «η νέα ρύθμιση προσθέτει δικαιώματα σε μερικούς, χωρίς, όμως, να αφαιρεί κανένα δικαίωμα από τους πολλούς» – αυτήν τη φράση επαναλαμβάνει συχνά τελευταία.
Ο σχεδιασμός του Μεγάρου Μαξίμου είναι να ψηφιστεί ο σχετικός νόμος όσο πιο γρήγορα γίνεται ώστε να υπάρχει αρκετός χρόνος για να εκτιμήσουν το πολιτικό κόστος και να περιορίσουν τις απώλειες. Οσο για τη στάση του υπουργού Επικρατείας με το ακροδεξιό παρελθόν, Μάκη Βορίδη, σύμφωνα με το ρεπορτάζ δεν προκαλεί καμία ανησυχία στον πρωθυπουργό.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.