Ιωάννα Τσιβάκου: «Δεν έχει χρόνο ο σημερινός άνθρωπος να γνωρίσει τον άλλον κι εδώ βρίσκεται η δυστυχία του»

Ιωάννα Τσιβάκου: «Δεν έχει χρόνο ο σημερινός άνθρωπος να γνωρίσει τον άλλον κι εδώ βρίσκεται η δυστυχία του» Facebook Twitter
Η δίψα για ζωή συντροφευμένη από τη δίψα για δημιουργικότητα είναι τα βασικά μας όπλα στην καθημερινή μας μάχη με τον θάνατο. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO
0

Ποια είναι η ευθύνη των μεγάλων στοχαστών όπως ο Σπινόζα και ο Μαρξ για την υποταγή του πολιτισμού μας στις απαιτήσεις της λειτουργικότητας; Γιατί η σκέψη μας έχει αλωθεί από το κατά πόσον αυτά που μας περιβάλλουν μάς είναι χρήσιμα; Αυτά είναι μερικά απ’ τα ερωτήματα που επιδιώκει να απαντήσει η ομότιμη καθηγήτρια του Παντείου Πανεπιστημίου, Ιωάννα Τσιβάκου, στο τελευταίο της βιβλίο «Περίπλους στις ακτές του νοήματος». Καθ’ όλη τη διάρκεια της διδασκαλίας και του ερευνητικού της έργου έχει ασχοληθεί ενδελεχώς με τη θεωρία των κοινωνικών συστημάτων, την κοινωνιολογία των οργανώσεων, τις κοινωνιολογικές θεωρίες των θεσμών αλλά και με τους τρόπους με τους οποίους επηρεάζεται η συνείδηση από τον σύγχρονο πολιτισμό. 

Η συνάντησή μας γίνεται στο ευρύχωρο διαμέρισμά της με τις μεγάλες τζαμαρίες και τον όμορφο κήπο. Παντού υπάρχουν βιβλιοθήκες, πίνακες ζωγραφικής και οικογενειακές φωτογραφίες με τον σύζυγό της, Αιμίλιο Ζαχαρέα, ένα από τα πιο γνωστά και φωτεινά πρόσωπα της ανανεωτικής αριστεράς. Έχει περάσει μόλις ένας χρόνος από τον θάνατό του και, όπως θα μου πει, της είναι πολύ δύσκολο να ταξιδεύει χωρίς συντροφιά. 

Σε λίγες μέρες θα παρευρεθεί στο Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών, το οποίο θα πραγματοποιηθεί από τις 10 ως τις 13 Απριλίου, και στη συνέντευξη που ακολουθεί μιλά για το κυρίαρχο νόημα της εποχής μας, για την κρίση του εκπαιδευτικού συστήματος, για το πόσο την εκπλήσσει η ανθρώπινη αντοχή στον πόνο και στον θάνατο, αλλά και για το πώς τα άτομα σήμερα καταναλώνουν χρόνο και προσπάθεια για την ωραιοποίηση της εικόνας τους. 

Με εκπλήσσει η ανθρώπινη αντοχή στον πόνο και στον θάνατο. Παρά το ότι κινούμαστε σ’ ένα ανασφαλές και πράγματι επικίνδυνο περιβάλλον, με εκπλήσσει η τόση ομορφιά και δύναμη της ζωής που δεν μας εγκαταλείπει και μπροστά στη μεγαλύτερη δυστυχία.

— Ποιο είναι το κυρίαρχο νόημα στις μέρες μας; Και το λέω με αφορμή το τελευταίο σας βιβλίο «Περίπλους στις ακτές του νοήματος».
Το νόημα αναφέρεται σε σκοπούς. Οι σκοποί της ατομικής και κοινωνικής δράσης φανερώνουν το νόημα της δράσης. Σήμερα ο σκοπός αναφέρεται κυρίως στην υλική χρησιμότητα των πραγμάτων του κόσμου. Άρα στο πώς θα αποκτήσω ή πώς θα κατασκευάσω κάτι του οποίου η λειτουργία θα εξασφαλίζει τους όρους της χρησιμότητάς του, γι’ αυτό και επιμένω πως η λειτουργικότητα δεσπόζει στον πυρήνα του νοήματος. Αυτού του είδους το νόημα εγκαταστάθηκε στον σύγχρονο πολιτισμό, αφ’ ης στιγμής ο άνθρωπος αντιμετωπίστηκε από τη φιλελεύθερη σκέψη ως αυτόνομη ύπαρξη, ως άτομο ικανό μόνο του να ορίζει τον δρόμο του προς την ευτυχία. Η ευτυχία συνοδεύτηκε με τη στροφή προς το εμπόρευμα, γιατί αυτό ήταν το αίτημα της βιομηχανικής παραγωγής. Συνεπώς τα εμπορεύσιμα προϊόντα έγιναν τα μέσα και οι δείκτες για την ατομική ευτυχία, οπότε η χρησιμότητά τους και τελικά η λειτουργικότητά τους, το αν δουλεύει κάτι καλά, έγιναν τα βασικά αξιολογικά κριτήρια για τις ατομικές επιλογές, κατακλύζοντας έτσι όλο το κοινωνικό νόημα.

— Αναφερθήκατε στη διαμόρφωση του νοήματος στις σύγχρονες δυτικές κοινωνίες, ποιες είναι οι μεγάλες διαφορές αντιλήψεων, δηλαδή νοήματος, σε σχέση με το παρελθόν;
Το πρώτο που αξίζει να διευκρινίσουμε είναι πως κάθε κοινωνία διαθέτει μια μεγάλη δεξαμενή νοήματος, ένα σύνολο δηλαδή εννοιών και τρόπων σύνταξής τους, θα λέγαμε, ένα εν δυνάμει νόημα. Το ποιες όμως έννοιες επιλέγει σε κάθε εποχή μια κοινωνία για να δώσει περιεχόμενο στη ζωή, εξαρτάται από τον αξιακό άξονα που συγκροτεί και τον τρόπο βίου που αυτός υπαγορεύει. Είπαμε ήδη πως στις μέρες μας το νόημα ορίζεται από τη χρηστικότητα και τη λειτουργικότητα των πραγμάτων. Στην αρχαία Ελλάδα όμως ο άξονας των αξιών περιστρεφόταν γύρω από την ανδρεία, τη δικαιοσύνη, την προστασία της πόλης, τον σεβασμό στους γηραιότερους. Στον Μεσαίωνα, με την επικράτηση του χριστιανισμού, άλλαξε ο άξονας των αξιών, γι’ αυτό και έχουμε νέο πολιτισμό. Στη διάρκειά του, ο άξονας των αξιών συμβάδιζε με τη θρησκεία και τις υπαγορεύσεις της, πράγμα που έφερε στην επιφάνεια του νοήματος νέες αξίες, συμβατές με το θρησκευτικό δόγμα, όπως την προσευχή ως δρόμο προς μια ευτυχή μετά θάνατον ζωή, τον σεβασμό στα θεία, την υπακοή στους θρησκευτικούς και πολιτικούς ηγέτες, την ελεημοσύνη. 

Ιωάννα Τσιβάκου: «Δεν έχει χρόνο ο σημερινός άνθρωπος να γνωρίσει τον άλλον κι εδώ βρίσκεται η δυστυχία του» Facebook Twitter
Παντού υπάρχουν βιβλιοθήκες, πίνακες ζωγραφικής.. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO

— Πρόσφατα ο βραβευμένος συγγραφέας Τζορτζ Σόντερς είπε ότι στο μέλλον θα αποκαλούν την εποχή μας μια «εποχή με αλλοιωμένα μυαλά» εξαιτίας της τεχνολογίας και των αλγoρίθμων. Συμφωνείτε ή διαφωνείτε; 
Για μένα, καρδιά της τεχνολογίας είναι ο χρόνος. Από την Αναγέννηση κι έπειτα, με την επανάσταση στη Φυσική και τα Μαθηματικά στη δυτική Ευρώπη, πέραν των κοινωνικών και πολιτικών μεταβολών που συντελέστηκαν, σημειώθηκαν δύο μεγάλες αλλαγές. Η πρώτη αναφέρεται στην έννοια και στη βίωση του χρόνου (εξού και η εφεύρεση του ρολογιού και του χρονομέτρου), και η δεύτερη στην ενσωμάτωση της επιστήμης στην τεχνική, με αποτέλεσμα τη μετατροπή της σε τεχνολογία. Ο χρόνος, συνεπώς, έγινε συστατικό στοιχείο της τεχνολογίας. Αναφέρομαι στον κοινωνικό χρόνο, σ’ αυτόν που ρυθμίζει την κοινωνική δράση, και όχι στον κοσμολογικό ή βιωματικό χρόνο. Οι ανακαλύψεις του ατμού ή του ηλεκτρομαγνητισμού είναι τεχνολογίες επιταχύνσεως του χρόνου.

ΠΕΡΙΠΛΟΥΣ
ΚΑΝΤΕ ΚΛΙΚ ΕΔΩ ΓΙΑ ΝΑ ΑΓΟΡΑΣΕΤΕ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ. Ιωάννα Τσιβάκου, Περίπλους στις ακτές του νοήματος, εκδ. Σιδέρη.

Με την τεχνολογία, όμως, των πληροφοριών ο χρόνος δεν επιταχύνθηκε, αλλά σχεδόν εκμηδενίστηκε, καθώς έγινε χρόνος του παρόντος, του εδώ και τώρα. Αυτό σημαίνει ότι παρελθόν και μέλλον συμπυκνώνονται στο σήμερα. Σε έναν τόσο βραχύ χρόνο δεν υπάρχουν περιθώρια για στοχασμό και περισυλλογή, μόνο για ταχύτατη διακίνηση πληροφοριών. Ο ανθρώπινος νους εθίζεται στο να αντιδρά στιγμιαία, ώστε να ανταποκρίνεται στην ταχύτητα του δικτυακού χρόνου, εξού και ο περιορισμός της ανάγνωσης. Ο κόσμος δεν διαβάζει, παρά διατρέχει γρήγορα ατάκες που προσπαθούν να συλλάβουν παιγνιωδώς μια περίπλοκη πραγματικότητα. Νομίζω πως ο Σόντερς, ένας λάτρης της ανάγνωσης, αυτό εννοεί όταν μιλά για αλλοιωμένα μυαλά. Υπ’ αυτήν την έννοια, συμφωνώ μαζί του, διαφωνώ όμως στο ότι η ανθρώπινη ύπαρξη τελικά θα υποκύψει στον τεχνολογικό χρόνο. Οι συναισθηματικές αλλά και διανοητικές δυνατότητες του ανθρώπου είναι αστείρευτες, ώστε τελικά νομίζω θα αντιδράσει απέναντι στα κελεύσματα της τεχνολογίας και στην εξαφάνιση των καταγωγικών του θεμελίων, στην εξαφάνιση της μνήμης και, κυρίως, στην εξαφάνιση των μελλοντικών του προσδοκιών.

— Στο βιβλίο σας αναφέρεστε στον Σπινόζα και στον Χέγκελ. Μπορείτε να μας πείτε λίγα λόγια για τη διάσταση απόψεών τους όσον αφορά το ανθρώπινο  πνεύμα; 
Για τον Σπινόζα πηγή του πνεύματος είναι ο Θεός, όχι όμως όπως τον εννοούσε μέχρι τότε ο χριστιανισμός, ως ομοούσια τριάδα με τρεις υποστάσεις, με τρεις δηλαδή τρόπους ύπαρξης, παρά ως μια ουσία και μια μορφή ύπαρξης που έχει την αιτία της στον εαυτό της, και ως τέτοια είναι ακίνητη, αμετάβλητη και αδιάφορη απέναντι στο σύμπαν που η ίδια, λόγω της φύσεώς της και όχι λόγω βουλήσεως, δημιούργησε. Ο Θεός του Σπινόζα είναι η αρχή του παντός, όμως χαρακτηριστικό του είναι οι τρόποι που έχει για να συγκροτεί, ασυνείδητα, άσκεπτα, τις μορφές του κόσμου, μεταδίδοντάς σε αυτές τις μορφές κάποιες από τις ιδιότητές του. Κύριες ιδιότητες που μεταδίδει στον άνθρωπο είναι η έκταση, δηλαδή το σώμα, και ο νους. Για πρώτη φορά μετά τον Μεσαίωνα, η δυτική σκέψη συλλαμβάνει τον άνθρωπο όχι μόνο ως πνεύμα, αλλά ως φυσικό, ενσώματο ον που παλεύει για την επιβίωσή του. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, ο Σπινόζα εισάγει τον άνθρωπο στην κοινωνία και στον μόχθο τον αναγκαίο για την αυτοσυντήρησή του. 

Με τον Χέγκελ εδραιώνεται η λογική του γίγνεσθαι, της ιστορίας. Το Είναι δεν είναι μια θεία, ακίνητη ουσία, υπερκόσμια ή ενδοκοσμική, αλλά μια ιδέα η οποία μορφοποιείται χρονικά ως πνεύμα, ως συλλογική συνείδηση, θα λέγαμε. Δεν μιλά για σώμα, παρά επιχειρεί να δείξει πως όλα τα φυσικά σώματα τα αντιλαμβανόμαστε μέσα από το πνεύμα, μέσα δηλαδή από τις έννοιες που έχουμε για αυτά. Στον Χέγκελ το πνεύμα είναι ένας σκοπός που επιτελέστηκε ή ζητά την εκπλήρωσή του ώστε να γίνει υπαρκτό-πραγματικό, γι’ αυτό και είναι κίνηση και μορφή του γίγνεσθαι. Με αυτόν τον τρόπο ο Χέγκελ εισάγει τον ανθρώπινο νου στην ιστορία.

Οι συναισθηματικές αλλά και διανοητικές δυνατότητες του ανθρώπου είναι αστείρευτες, ώστε τελικά νομίζω θα αντιδράσει απέναντι στα κελεύσματα της τεχνολογίας και στην εξαφάνιση των καταγωγικών του θεμελίων, στην εξαφάνιση της μνήμης και, κυρίως, στην εξαφάνιση των μελλοντικών του προσδοκιών.

— Μπορούμε να αναζητήσουμε το «είναι» μας σε μια περίοδο που κυριαρχεί η απόσπαση προσοχής; Πώς μπορεί δηλαδή ένας άνθρωπος να νοηματοδοτήσει τη ζωή του;
Η νοηματοδότηση της ζωής σχετίζεται με το να γνωρίσουμε τον εαυτό μας μέσα στις ανθρώπινες και κοινωνικές σχέσεις. Μέσα σ’ αυτές τις σχέσεις αναδύεται και εκφράζεται ρητά ή υπόρρητα το νόημα που έχουμε επιλέξει για να νοηματοδοτούμε τη ζωή μας. Με άλλα λόγια, εκεί διαμορφώνουμε τις επιλογές μας για το πώς να ερμηνεύουμε την πραγματικότητα. Είναι αλήθεια πως στην εποχή μας, καθώς ο επικοινωνιακός λόγος δεν έχει προκύψει από την εστίαση της προσοχής μας στο ποιος είναι και τι θέλει να πει ο άλλος, οι σχέσεις είναι συνήθως προσωρινές και επιπόλαιες. Η επιπολαιότητα των σχέσεων δεν επιτρέπει στο εγώ να κοιταχτεί στα μάτια του άλλου, δεν του επιτρέπει να συγκροτήσει αυτάρκη εαυτό, ικανό στη συνέχεια να προχωρήσει σε προσωπική ενδοσκόπηση. Δεν έχει χρόνο για κάτι τέτοιο ο σημερινός άνθρωπος κι εδώ βρίσκεται η δυστυχία του. Εξαναγκάζεται να προχωρεί σε επικοινωνίες βατές και γρήγορες, υπαγορευμένες από την τεχνολογία και από ένα νόημα λειτουργικού τύπου, γεγονός που τον εμποδίζει στο να εμβαθύνει στην προσωπική του συνείδηση ή να γνωρίσει ουσιαστικά τον άλλον. 

— Πώς ορίζετε τον συνειδητό πολίτη; 
Με τον όρο «πολίτη» εννοούμε το άτομο μιας δημοκρατικής πολιτείας, μέτοχο στην κοινωνία πολιτών. Υπ’ αυτό το πρίσμα, τον εννοώ ως πρόσωπο που έχει αναπτύξει κοινωνική υπευθυνότητα. Που έχει συλλάβει τι σημαίνει να ζει εν κοινωνία, όπως και τι σημαίνει να ζει σε συντεταγμένη πολιτεία. Εκείνον ο οποίος ακόμη κι όταν αγωνίζεται ενάντια στα κακώς κείμενα, αναγνωρίζει και τις υποχρεώσεις του απέναντι στους άλλους. Συνειδητός πολίτης και συνειδητός αγωνιστής είναι όποιος έχει φροντίσει να θεμελιώσει ηθικό χαρακτήρα, πράγμα που προϋποθέτει ότι σέβεται τη ζωή και το περιβάλλον∙ επίσης, ότι αναλαμβάνει την ευθύνη των πράξεών του, όχι εκ των υστέρων, αλλά στη διάρκεια του αγώνα που διεξάγει. 

— Δεν είναι παράδοξο το πόσο λίγα είναι διατεθειμένοι να κάνουν οι άνθρωποι σήμερα γι’ αυτά που λένε πως τα επιθυμούν πολύ; 
Εάν έχουν συλλογιστεί πάνω στο τι αλήθεια επιθυμούν, τότε πράγματι προσπαθούν και κοπιάζουν να το πετύχουν. Συνήθως όμως οικειοποιούνται τις διαχεόμενες επιθυμίες μιας εποχής, ενός τρέχοντος κοινωνικού νοήματος, μιας συγκεκριμένης δηλαδή κουλτούρας. Σ’ αυτή την περίπτωση, οι επιθυμίες είναι είτε ενστικτώδεις είτε μιμητικές, δεν πηγάζουν από μια συνειδησιακή πορεία συντροφευμένη από τη βούληση, οπότε σε κάθε εμπόδιο που συναντούν φταίνε οι άλλοι, φταίνε οι συνθήκες, ποτέ οι ίδιοι, κι αυτό γιατί στο βάθος δεν επιθυμούν κάτι τόσο πολύ ώστε να αποδεχτούν τη θυσία που προϋποθέτει. 

Ιωάννα Τσιβάκου: «Δεν έχει χρόνο ο σημερινός άνθρωπος να γνωρίσει τον άλλον κι εδώ βρίσκεται η δυστυχία του» Facebook Twitter
Με στενοχωρεί που ένας λαός με παράδοση στη ρητορική τέχνη κατέληξε στη διαστρέβλωση των απόψεων των άλλων και στον προσωπικό κομπασμό. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO

— Ο καταναλωτικός απομονωτισμός έχει ενισχύσει τα υπαρξιακά κενά των ανθρώπων;
Ο όρος «καταναλωτικός απομονωτισμός» χρησιμοποιείται κυρίως από την ψυχολογία για να επισημάνει πως άτομα που δεν έχουν σκοπό ζωής και δεν συμμετέχουν σε κοινωνικές σχέσεις, ενώ κατατρύχονται από τον φόβο του θανάτου, καταφεύγουν συχνά στην κατανάλωση, είτε για να ικανοποιήσουν ναρκισσιστικές φαντασιώσεις είτε για να πληρώσουν το ψυχικό τους κενό. Όμως η κατανάλωση δεν είναι μόνο διέξοδος για ψυχικά πάσχοντα άτομα. Σε μεγάλη έκταση έχει αναχθεί σε τρόπο ζωής του σύγχρονου ανθρώπου, ο οποίος την αντιμετωπίζει ως κοινωνική πρακτική ικανή να εγκαθιδρύει ένα στυλ ζωής αρεστό στο υποκείμενο-καταναλωτή, ενδεικτικό της αισθητικής και του κοινωνικού του στάτους. Δεν υπάρχει ωστόσο αμφιβολία πως στις μέρες μας τα άτομα καταναλώνουν χρόνο και προσπάθεια για την ωραιοποίηση της εικόνας του εαυτού τους και μάλιστα για την επαναφορά του σε μια κατάσταση νεότητας μέσω φωτογραφιών αναρτημένων στα διαδικτυακά κοινωνικά μέσα. Τα τελευταία είναι τα σύγχρονα πεδία οικειότητας όπου ο ίδιος ο εαυτός μετατρέπεται σε καταναλωτικό αντικείμενο. 

— Στις μέρες μας έχουν νόημα οι ιδέες ή οι ιδεολογίες;
Εάν θεωρήσουμε την ιδεολογία ως ένα corpus ιδεών και αξιών που όχι απλώς ερμηνεύουν μια κοινωνική πραγματικότητα αλλά και χαράσσουν σκοπούς ζωής για τα άτομα και τις ομάδες που την ασπάζονται, τότε θα μπορούσε κανείς να πει ότι δεν υπάρχει το τέλος των ιδεολογιών. Υπάρχει όμως για τον δυτικό άνθρωπο το τέλος των ιδεολογιών ως σωτηριολογικό σύστημα, ως ένα είδος διανοητικής θρησκείας, αναμφισβήτητων αληθειών, για τις οποίες τον εικοστό αιώνα θυσίαζε κανείς και τη ζωή του. Η ύπαρξη των ιδεολογιών είναι προφανής και από τον τρόπο που τις χρησιμοποιούν τα κόμματα προκειμένου να ορίσουν την ιδιοπροσωπία τους. Παρόλο που κανείς δεν πιστεύει στις διακηρύξεις τους, αν σταθούμε σε αυτές βλέπουμε τις ρίζες τους σε δύο μεγάλα ιδεολογικά ρεύματα που έχουν μακραίωνη ζωή παρά τις μεταβολές τις οποίες υπέστησαν, τον συντηρητισμό και τον προοδευτισμό. Ο σκεπτικισμός κλονίζει την πίστη σε ιδεολογίες, όμως δεν αρκεί για να τις εξαφανίσει, διότι οι ιδέες είναι, έστω και ασυνείδητα, η κινητήρια δύναμη ατόμων και κοινωνιών.

Μεταξύ αυτών των δύο, του συναισθήματος και του δυτικού ορθολογισμού, κυμαίνεται η ελληνική ιστορία και πολιτική των τελευταίων χρόνων και μαζί τους η νεοελληνική ταυτότητα με όλες της τις αντιφάσεις και αμφιρρέπειες.

— Γράψατε σε πρόσφατο άρθρο σας ότι «θρησκευτικά και πολιτικά ιδεώδη έχουν εκπέσει από το παραδοσιακό ιδεολογικό τους βάθρο, με αποτέλεσμα την επικράτηση –στις νεανικές ιδιαίτερα συνειδήσεις– ενός πνεύματος όχι σχετικισμού, αλλά μηδενισμού». Θα θέλατε να μας το εξηγήσετε; 
Ως εκπτωτική ιδεολογική πορεία εννοώ το πέρασμα από τον σκεπτικισμό και τον σχετικισμό στον μηδενισμό. Ο σχετικισμός αναδύθηκε κατά τις αρχές του 20ού αιώνα, ύστερα από τη θεωρία της σχετικότητας, των κβάντων και του χάους. Ήταν η στιγμή όπου η κλασική αρχή της αναγκαιότητας συνοδεύτηκε από την έννοια της τύχης, οπότε ο προηγηθείς γνωστικός σκεπτικισμός του Χιουμ ξεπέρασε τα όρια της γνώσης και έγινε και ηθικός σκεπτικισμός. Ο Νίτσε, ένας από τους πρώτους φιλόσοφους μηδενιστές, ανακαλύφθηκε εκ νέου ως κήρυκας της αποδέσμευσης του ανθρώπου από κάθε ψεύτικη ιδεολογία. Η νίκη όμως της Ρωσικής Επανάστασης έδωσε ξανά ελπίδες για μια ηθική κοινωνικής απελευθέρωσης. Μετά την ήττα των σοσιαλιστικών δημοκρατιών και της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας, τα ηθικά ιδεώδη αποκαθηλώθηκαν οριστικά από τη συνείδηση μεγάλης μερίδας πληθυσμού, γεγονός που συνέβαλε στο πέρασμα από τον γνωστικό και ηθικό σκεπτικισμό στον μηδενισμό. Θύματα του μηδενισμού υπήρξαν κυρίως οι νέοι, διότι αυτοί δεν είχαν προλάβει να εντρυφήσουν σε καμιά αξία, καθώς γεννήθηκαν σε κοινωνίες που ευνοούν τον μηδενισμό, την αήθη πρόταση τού «όλα επιτρέπονται». Όμως, αυτά είναι προσωρινά ρεύματα ιδεών χωρίς μακροχρόνιο ορίζοντα, διότι δεν συντείνουν στη διατήρηση της κοινωνικής ζωής. Εξού και η μη επικράτηση του αρχαίου σκεπτικισμού αλλά ενός μετρίου σκεπτικισμού διατυπωθέντος αργότερα από τον Χιουμ.

— Αν σας ζητούσα να μου πείτε ποια είναι η χειρότερη παθογένεια στον χώρο της εκπαίδευσης τι θα μου απαντούσατε;
Όταν ένας πολιτισμός, όπως ο σύγχρονος δυτικός, πάσχει, η κρίση γίνεται αισθητή κατεξοχήν στο σύστημα της εκπαίδευσης. Οι δυτικές κοινωνίες μετασχηματίζονται από δυνάμεις που δεν πειθαρχούν στη βούληση του πολιτικού συστήματος, αλλά και από δυνάμεις που εξαπέλυσαν οι ίδιες χωρίς να δύνανται πια να τις ελέγξουν. Ιδιαίτερα οι ηγεσίες τους, υιοθετώντας τη λογική της λειτουργικότητας, όπως πλέον τη μεγεθύνει και την υπαγορεύει η νεοφιλελεύθερη λογική, αντιμετωπίζουν λειτουργικά και το εκπαιδευτικό σύστημα, εξού και η αγωνία τους να το συνδέσουν με την αγορά της εργασίας. Ανοίγοντας όμως τις πύλες της εκπαίδευσης στην οικονομία, το επόμενο βήμα ήταν να την ωθήσουν προς την τεχνολογία και τις απαιτήσεις των μεγάλων εταιρειών του διαδικτύου. Η εκπαίδευση έπαψε να είναι πεδίο για την καλλιέργεια πολιτών με ταυτότητα υπεύθυνου πολίτη, αλλά και σφυρηλατήσεως μιας ανθρώπινης ύπαρξης που να ενδιαφέρεται για τη συνέχιση της ζωής και του ανθρώπινου είδους. Μέσα σ’ αυτό το γενικευμένο κλίμα, το ελληνικό πανεπιστήμιο, παρ’ όλες τις υλικές του καχεξίες, χάρη στην προσπάθεια του ανθρώπινου δυναμικού του, διατηρεί ακόμη κάποιες κόγχες καλλιέργειας της ανθρωπινότητας. Το κακό είναι πως τα λεγόμενα «προοδευτικά» κόμματα έχουν υιοθετήσει κι αυτά τη λογική της συνδέσεως της εκπαίδευσης με την αγορά εργασίας, και έχουν εμποτίσει μ’ αυτήν τη λογική κα το φοιτητικό κίνημα. Το είδαμε αυτό και στις τελευταίες κινητοποιήσεις των φοιτητών κατά των μη κρατικών, μη ιδιωτικών πανεπιστημίων, όταν σημαία τους ήταν ο υποβιβασμός των πτυχίων στην αγορά εργασίας. Εδώ, βεβαίως, μπαίνει, εκτός των άλλων, και το ερώτημα για ποια αγορά μιλάμε, όταν η αυριανή αγορά δεν θα έχει σχέση με τη σημερινή, η δε Ελλάδα θα κινείται ακόμη στην αγορά του χθες.

Ιωάννα Τσιβάκου: «Δεν έχει χρόνο ο σημερινός άνθρωπος να γνωρίσει τον άλλον κι εδώ βρίσκεται η δυστυχία του» Facebook Twitter
Οικογενειακή φωτογραφία με τον σύζυγό της, Αιμίλιο Ζαχαρέα, ένα από τα πιο γνωστά και φωτεινά πρόσωπα της ανανεωτικής αριστεράς. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO
Ιωάννα Τσιβάκου: «Δεν έχει χρόνο ο σημερινός άνθρωπος να γνωρίσει τον άλλον κι εδώ βρίσκεται η δυστυχία του» Facebook Twitter
Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO

— Αν κάνατε την ανατομία της ταυτότητας του νεοέλληνα, τι θα εμπεριείχε; 
Συνοπτικά μιλώντας, θα έλεγα πως κάθε ένας από μας έχει τρεις ταυτότητες: την προσωπική ή ταυτότητα του εαυτού, εν συντομία την ιδέα που έχουμε για τον εαυτό μας, την κοινωνική μας ταυτότητα που την καθορίζει σε μεγάλο βαθμό η εργασία και η κοινωνική μας θέση, και την εθνική ή θρησκευτική μας ταυτότητα. Ο ιστορικός σχηματισμός αυτών των τριών ταυτοτήτων και ο συγκερασμός τους θα μας έδινε μια πιο επιστημονικά θεμελιωμένη απάντηση. Σε κάθε περίπτωση, οι τρεις αυτές ταυτότητες δεν λειτουργούν ξεχωριστά αλλά αλληλεπιδραστικά, συχνά σε βαθμό συγχωνεύσεως. Εάν αποκαλέσουμε «ταυτότητα του νεοέλληνα» το αποτέλεσμα αυτής της συγχώνευσης, θα έλεγα πως η προσωπική και η εθνική τελούν κυρίως υπό την επίδραση του συναισθήματος. Ενός συναισθήματος καλλιεργημένου από το οικογενειακό περιβάλλον αλλά και από μια εκπαιδευτική διαπαιδαγώγηση η οποία, εντρυφώντας συχνά επιφανειακά στην ελληνική λογοτεχνία ή μεταδίδοντας στρεβλά μια μεγάλη πολιτισμική κληρονομιά, καλλιεργεί είτε την εθνική περηφάνια είτε την κυνική αδιαφορία. Αντίθετα, η κοινωνική ταυτότητα διαποτίζεται από τη λειτουργική λογική των τόπων δουλειάς, αλλά και από τη ρητορική της πολιτείας περί εκσυγχρονισμού, όπως εννοούν οι Έλληνες πολιτικοί τον δυτικό ορθολογισμό. Μεταξύ αυτών των δύο, του συναισθήματος και του δυτικού ορθολογισμού, κυμαίνεται η ελληνική ιστορία και πολιτική των τελευταίων χρόνων και μαζί τους η νεοελληνική ταυτότητα με όλες της τις αντιφάσεις και αμφιρρέπειες.

— Τι σας ενοχλεί στη δημόσια σφαίρα;
Όπως σας είπα προηγουμένως, η αποφυγή της ευθύνης από πολίτες και πολιτικούς. Η έλλειψη προσωπικής ευθύνης μαρτυρά άτομα που δεν έχουν εγκύψει στον εσωτερικό τους κόσμο, γι’ αυτό και καταπολεμούν την ανεπάρκειά τους με λόγους ηχηρούς προκειμένου να επιβάλουν την άποψή τους. Με στενοχωρεί που ένας λαός με παράδοση στη ρητορική τέχνη κατέληξε στη διαστρέβλωση των απόψεων των άλλων και στον προσωπικό κομπασμό.

— Πού βρίσκεται η ουσία της ζωής; Στο χρήμα, τη δόξα ή την ελευθερία; 
Το χρήμα και η δόξα είναι παράγωγα ενός πολιτισμού, η ελευθερία όμως είναι εγγενής ιδιότητα του ανθρώπινου όντος. Ο άνθρωπος είναι βιοψυχική οντότητα και η πνευματική του φύση, αν αναλυθεί, εσωκλείει τη δύναμη της ελευθερίας. Το παρατηρούμε αυτό στην ελευθερία της ανθρώπινης βούλησης, όταν, από το ένα μέρος, υποτάσσεται στον φυσικό και κοινωνικό ντετερμινισμό και, από το άλλο, παλεύει, με υψηλό συχνά προσωπικό κόστος, για την ελευθερία. Πρόκειται για αντινομία η οποία όμως εξαφανίζεται όταν τίθεται σε κίνδυνο η ελευθερία.  

— Τι σας εκπλήσσει περισσότερο στη σύγχρονη ζωή;
Με εκπλήσσει η ανθρώπινη αντοχή στον πόνο και στον θάνατο. Παρά το ότι κινούμαστε σ’ ένα ανασφαλές και πράγματι επικίνδυνο περιβάλλον, με εκπλήσσει η τόση ομορφιά και δύναμη της ζωής που δεν μας εγκαταλείπει και μπροστά στη μεγαλύτερη δυστυχία. Κι από εδώ πιστεύω αναβλύζει η ελπίδα πως ο άνθρωπος δεν θα υποδουλωθεί τελικά στα ίδια του τα κατασκευάσματα. Η δίψα για ζωή συντροφευμένη από τη δίψα για δημιουργικότητα είναι τα βασικά μας όπλα στην καθημερινή μας μάχη με τον θάνατο.

— Tο βιβλίο είναι αφιερωμένο στον σύζυγό σας, Αιμίλιο Ζαχαρέα. Τι θυμάστε περισσότερο από εκείνον; 
Μα τα θυμάμαι όλα. Το σώμα του, την ομορφιά της κίνησης και έκφρασής του, το χαμόγελό του. Το απίθανο πνευματικό και σωματικό του θάρρος. Τη γενναιοδωρία του και κυρίως την εμμονή του στις αξίες της ανθρώπινης ελευθερίας και ισότητας, που τις διατήρησε αμόλυντες ως τον θάνατό του. Όμως όλα αυτά διυλίζονται μέσα μου από την αγάπη. Μπορεί αφετηρία της ανθρώπινης σχέσης να είναι η κοινή εμπειρία της πρωταρχικής σωματικής αντίληψης, πάνω σ’ αυτήν όμως οικοδομείται στη συνέχεια η αγάπη, όταν η σκέψη και το συναίσθημα του ενός συναντιέται συμπληρωματικά με τη σκέψη και το συναίσθημα του άλλου. Αυτή την αίσθηση της αμοιβαιότητας και της συνεχούς συμπληρωματικότητας με τον Αιμίλιο κρατώ πάντα μέσα μου σαν κάτι ζωντανό που θα πεθάνει μόνο μαζί μου. 

— Τι θεωρείτε σημαντικό στη ζωή; 
Την αγάπη στις διάφορες μορφές της. Από το ωκεάνειο αίσθημα της ερωτικής αγάπης έως την οικογενειακή, τη φιλία και τη συντροφικότητα. Πιστεύω πως κανείς δεν εξέφρασε καλύτερα τη δύναμη της αγάπης από τον Απόστολο Παύλο στην προς Κορινθίους επιστολή του: «Και εάν έχω προφητείαν και ειδώ τα μυστήρια πάντα και πάσαν την γνώσιν, και εάν έχω πάσαν την πίστιν, ώστε όρη μεθιστάνειν, αγάπην δε μη έχω, ουδέν ειμί».

ΑΓΟΡΑΣΤΕ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΕΔΩ

Βιβλίο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Βάσω Κιντή: «Όταν βραδιάζει, τα πανεπιστήμια είναι νεκρά. Κι αυτό είναι ντροπή»

Άκου την επιστήμη / «Όταν βραδιάζει, τα πανεπιστήμια είναι νεκρά. Κι αυτό είναι ντροπή»

Ποια είναι τα προβλήματα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και με ποιους τρόπους μπορούν να επιλυθούν; Τι πάει λάθος με τα πανεπιστήμια; Και γιατί χρειάζονται προστασία; Η καθηγήτρια Φιλοσοφίας στο ΕΚΠΑ, Βάσω Κιντή, απαντά.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Παναγιώτης Ροϊλός: «Ζούμε ήδη στη μετά-ανθρώπινη εποχή»

Άκου την επιστήμη / «Ζούμε ήδη στη μετα-ανθρώπινη εποχή»

Τι μας επιφυλάσσει η μεταβατική περίοδος του ανθρωπόκαινου που διανύουμε; Και ποιες θα είναι οι συνέπειες από τη διείσδυση των νέων τεχνολογιών στη σύγχρονη Δημοκρατία; Ο καθηγητής Συγκριτικής Σκέψης και Γραμματολογίας στο Χάρβαρντ και πρόεδρος στο Ευρωπαϊκό Πολιτιστικό Κέντρο Δελφών εξηγεί.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Χρήστος Γιανναράς: «Το μεγαλύτερο δώρο στη ζωή είναι ν’ αγαπήσεις και ν’ αγαπηθείς»

Άκου την επιστήμη / Χρήστος Γιανναράς: «Το μεγαλύτερο δώρο στη ζωή είναι ν’ αγαπήσεις και ν’ αγαπηθείς»

Πόσο αφορά τους πολίτες σήμερα η πολιτική; Έχει νόημα η πίστη στις θρησκείες στις μέρες μας; Και γιατί το σχολείο έχει εξελιχθεί σε ό,τι πιο παρακμιακό υπάρχει; Ο διακεκριμένος φιλόσοφος και στοχαστής, Χρήστος Γιανναράς, απαντά.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Άγγελος Χανιώτης: «Ταυτίσαμε την πολιτική με λέξεις όπως “αηδία” και “βρομιά”»

Άκου την επιστήμη / «Ταυτίσαμε την πολιτική με την αηδία και τη βρομιά»

Ήταν οι αρχαίοι Έλληνες ρατσιστές; Πώς αντιμετώπιζαν την ομοφυλοφιλία; Ποιες είναι οι αναλογίες με την εποχή μας; Και τι πάει λάθος με την εκπαίδευση στη χώρα μας; Ο καθηγητής Αρχαίας Ιστορίας και Κλασικών Σπουδών στο Ινστιτούτο Προηγμένων Μελετών του Πρίνστον, Άγγελος Χανιώτης, εξηγεί.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Οι γυναίκες ενός χωριού γράφουν τη γαστρονομική ιστορία της Λέσβου

Βιβλίο / Η ζωή και τα ήθη ενός λεσβιακού χωριού μέσα από το φαγητό

Στον Μανταμάδο οι γυναίκες του Φυσιολατρικού–Ανθρωπιστικού Συλλόγου «Ηλιαχτίδα» δημιούργησαν ένα βιβλίο που συνδυάζει τη νοσταλγία της παράδοσης με τις γευστικές μνήμες της τοπικής κουζίνας.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Ο Γκάρι Ιντιάνα δεν μένει πια εδώ 

Απώλειες / Γκάρι Ιντιάνα (1950-2024): Ένας queer ήρωας του νεοϋορκέζικου underground

Συγγραφέας, ηθοποιός, πολυτάλαντος καλλιτέχνης, κριτικός τέχνης, ονομαστός και συχνά καυστικός ακόμα και με προσωπικούς του φίλους, o Γκάρι Ιντιάνα πέθανε τον περασμένο μήνα από καρκίνο σε ηλικία 74 ετών.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Τζούλια Τσιακίρη

Οι Αθηναίοι / Τζούλια Τσιακίρη: «Οι ταβερνιάρηδες είναι ευεργέτες του γένους»

Με διαλείμματα στο Παρίσι και τη Νέα Υόρκη, έχει περάσει όλη της τη ζωή στο κέντρο της Αθήνας - το ξέρει σαν την παλάμη της. Έχει συνομιλήσει και συνεργαστεί με την αθηναϊκη ιντελεγκέντσια, είναι άλλωστε κομμάτι της. Εδώ και 60 χρόνια, με τη χειροποίητη, λεπτολόγα δουλειά της στον χώρο του βιβλίου και με τις εκδόσεις «Το Ροδακιό» ήξερε ότι δεν πάει για τα πολλά. Αλλά δεν μετανιώνει για τίποτα απ’ όσα της επιφύλαξε η μοίρα «εις τον ρουν της τρικυμιώδους ζωής της».
ΖΩΗ ΠΑΡΑΣΙΔΗ
«H woke ατζέντα του Μεσοπολέμου», μια έκδοση-ντοκουμέντο

Βιβλίο / Woke ατζέντα είχαμε ήδη από τον Μεσοπόλεμο

Μέσα από τις «12 queer ιστορίες που απασχόλησαν τις αθηναϊκές εφημερίδες πριν από έναν αιώνα», όπως αναφέρει ο υπότιτλος του εν λόγω βιβλίου που έχει τη μορφή ημερολογιακής ατζέντας, αποκαλύπτεται ένας ολόκληρος κόσμος βαμμένος στα χρώματα ενός πρώιμου ουράνιου τόξου.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Αθηναϊκές πολυκατοικίες: Η πιο ζωντανή ιστορία της πρωτεύουσας

Βιβλίο / Αθηναϊκές πολυκατοικίες: Η πιο ζωντανή ιστορία της πρωτεύουσας

Μια νέα ερευνητική έκδοση του Ιδρύματος Ωνάση, ευχάριστη και ζωντανή, αφηγείται την ιστορία της πολυκατοικίας αλλά και της πόλης μας με τις μεγάλες και τις μικρότερες αλλαγές της, μέσα από 37 ιστορίες.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Χυδαιότητα, ένα ελάττωμα της νεωτερικότητας

Βιβλίο / Χυδαιότητα, ένα ελάττωμα της εποχής μας

Το δοκίμιο «Νεωτερικότητα και χυδαιότητα» του Γάλλου συγγραφέα Μπερτράν Μπιφόν εξετάζει το φαινόμενο της εξάπλωσης της χυδαιότητας στην εποχή της νεωτερικότητας και διερευνά τη φύση, τα αίτια και το αντίδοτό της.
ΕΙΡΗΝΗ ΓΙΑΝΝΑΚΗ
«Μαθαίνεις να υπάρχεις μέσα στο γράψιμο και αυτό είναι επικίνδυνο»

Βιβλίο / «Μαθαίνεις να υπάρχεις μέσα στο γράψιμο και αυτό είναι επικίνδυνο»

Μια κουβέντα με τη Δανάη Σιώζιου, μία από τις πιο σημαντικές ποιήτριες της νέας γενιάς, που την έχουν καθορίσει ιστορίες δυσκολιών και φτώχειας και της οποίας το έργο έχει μεταφραστεί σε πάνω από 20 γλώσσες.
M. HULOT
«Τα περισσότερα περιστατικά αστυνομικής βίας εκδηλώνονται σε βάρος ειρηνικών διαδηλωτών»  

Βιβλίο / «Τα περισσότερα περιστατικά αστυνομικής βίας εκδηλώνονται σε βάρος ειρηνικών διαδηλωτών»  

Μια επίκαιρη συζήτηση με την εγκληματολόγο Αναστασία Τσουκαλά για ένα πρόβλημα που θεωρεί «πρωτίστως αξιακό», με αφορμή την κυκλοφορία του τελευταίου της βιβλίου της το οποίο αφιερώνει «στα θύματα, που μάταια αναζήτησαν δικαιοσύνη».
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ