ΔΙΑΒΑΖΩ ΑΥΤΕΣ ΤΙΣ ΜΕΡΕΣ ένα βιβλίο που ο αναγνώστης ο οποίος ξέρει τα δικά μου πολιτικά και πνευματικά «κολλήματα» δεν θα το περίμενε. Είναι το κείμενο του Χρήστου Λάσκου με τον τίτλο «Να ξαναμιλήσουμε για την εκμετάλλευση» και υπότιτλο «Απλοϊκά μαθήματα πολιτικής οικονομίας» (εκδόσεις Τόπος). Ο Λάσκος, άνθρωπος με εξοικείωση τόσο με τη φιλοσοφία όσο και με τις φυσικές επιστήμες, έχει ασκήσει έντονη κριτική σε διάφορα δικά μου κείμενα, αφού από χρόνια είναι ένας από τους λίγους επίμονους γραφιάδες μιας ριζοσπαστικής, μαρξιστικής θεώρησης των πραγμάτων. Στέκομαι τώρα σε αυτήν τη νέα του κατάθεση γιατί συνοψίζει τη θεώρησή του, δοκιμάζοντάς τη με μια ανάγνωση συγκεκριμένων θεμάτων. Ένας τέτοιος στοχασμός λείπει ή υπολειτουργεί στη χώρα μας, καθώς πολλοί θεωρούν ότι δεν πουλάει ή ότι είναι μια υπεκφυγή από την εκλογική μάχη για τη διακυβέρνηση, μοναδικό πλέον μέλημα των περισσότερων παικτών της πολιτικής σκηνής.
Ο Λάσκος μιλάει και με αριθμούς και με στοιχεία. Δεν κάνει όμως «οικονομολογία» γιατί συνδέει πάντα το θέμα των κοινωνικών αναγκών, του μισθού και της υλικής ζωής με τα μεγάλα, προταγματικά ερωτήματα που επανέρχονται διαρκώς στη δική του παράδοση σκέψης: το ερώτημα για μια μη εκμεταλλευτική κοινωνία και φυσικά για την έξοδο από την καπιταλιστική συνθήκη. Ο ορίζοντας του συγκεκριμένου δεν είναι ούτε μια κοινωνική και οικολογική δημοκρατία, ούτε κάποια αριστερή σοσιαλδημοκρατία (όπως των περισσότερων από μας), αλλά κατευθύνεται σε μια πιο ριζική απελευθερωτική προοπτική.
Οι δημόσιες ιδέες που φιλοδοξούν να εξηγήσουν ή να ερμηνεύσουν πλευρές του κόσμου μας δεν υπάρχει περίπτωση να «τα βρουν μεταξύ τους». Προβάλλουν άλλους στόχους και συχνά ξεκινούν από πολύ διαφορετικές αξιολογήσεις μιας πολιτικής και κοινωνικής κατάστασης.
Θα αναρωτηθεί κανείς τι δουλειά έχει μια σκέψη περί εκμετάλλευσης (με αιχμή την αντίθεση κεφαλαίου - εργασίας) στην εποχή των ταυτοτήτων, των πολιτισμικών πολέμων και του γεωπολιτικού χάους. Ο Λάσκος όμως αμφισβητεί πολλά από τα πορίσματα της σύγχρονης κοινωνικής και πολιτισμικής θεωρίας. Είναι από αυτούς που δεν θεωρούν ότι ζούμε σε έναν πολιτισμό της εξατομίκευσης και σε κάποιον πολιτισμικό καπιταλισμό. Έχω την εντύπωση πως βλέπει όλη τη ρητορική περί νέας μεσαίας τάξης, για τον ατομικισμό και τις πληθυντικές υποκειμενικότητες, ως μια λόγια υπόθεση που λέει ψέματα για την πραγματική κατάσταση των εργαζόμενων. Κατά τον Λάσκο ισχύει (και μάλιστα με εντονότερο τρόπο) η κοινωνική-ταξική πόλωση, όχι μόνο σε εθνικό επίπεδο αλλά κυρίως στο επίπεδο του πλανήτη.
Τα κείμενα ανοίγουν πολλά θέματα και δεν κρύβονται σε περιφράσεις. Επιστρέφουν διαρκώς στον κλασικό τόπο της μαρξιστικής κριτικής, στη σχέση εκμετάλλευσης. Τα τελευταία χρόνια υπάρχει μια διεθνής συζήτηση για το θέμα, αν και οι περισσότερες ριζοσπαστικές θεωρίες πήγαν σε άλλα ιδιώματα: στο θέμα των διακρίσεων, σε μια θεωρία της περιφρόνησης, στο ζήτημα της αναγνώρισης και φυσικά στις πολιτικές της ταυτότητας.
Διαβάζοντας τον Λάσκο έχω την αίσθηση ότι ο ίδιος επείγεται να ξαναστήσει στα πόδια του έναν πυκνό λόγο κοινωνικής κριτικής. Τα παραδείγματά του αφορούν την κοινωνική χειραφέτηση και όχι θέματα των τρόπων ζωής ή διαμάχες αξιών και θεσμών. Στη δική του σκέψη (αν την καταλαβαίνω) οι αξίες είναι πάντα ενσαρκωμένες σε πρακτικές και σε ανταγωνισμούς, δεν είναι απλώς ρητορικές περί του δέοντος.
Κινούμαι σε άλλες παραδόσεις σκέψης και με διαφορετικές κριτικές προτεραιότητες. Σε αντίθεση με τον Λάσκο, πιστεύω ότι η υποκειμενική αυτοκατανόηση των ανθρώπων έχει μεγάλη σημασία για την κοινωνική τους ύπαρξη. Μπορεί «αντικειμενικά» να αμείβεσαι με πολύ χαμηλό μισθό ή να βρίσκεσαι σε μια εργασιακή σχέση που πληροί όλα τα κριτήρια για να ανήκεις στην «εργατική τάξη». Υπάρχουν όμως πολλά άλλα πράγματα, ιδέες, νοοτροπίες και ζωτικά συναισθήματα που καθορίζουν, επίσης, το πώς κινούνται και ζουν τα συγκεκριμένα άτομα. Στη ζωή μιας κοπέλας σε πολυκατάστημα της Θεσσαλονίκης μπορεί να έχει μεγαλύτερη σημασία η θρησκεία, ο οικογενειακός δεσμός ή και η παρέα του Σαββάτου από όσο η θέση της στην εργατική τάξη. Θέματα όπως ο κατακερματισμός σε «φυλές» (πολιτισμικές κόγχες), οι οπαδικές/ αθλητικές ταυτίσεις, η στάση απέναντι στα είδωλα του TikTok (λ.χ. ο μεγάλος θαυμασμός πολλών λαϊκών παιδιών για τους υπερπλούσιους και επιτυχημένους ινφλουένσερ) είναι σημαντικά όχι μόνο για τη συνείδηση αλλά και για την πρακτική ζωή των συγκεκριμένων ανθρώπων.
Κάτι άλλο όμως είναι για μένα ακόμα πιο επιτακτικό. Στα άρθρα και στις αναλύσεις ριζοσπαστών σαν τον Λάσκο δεν συναντώ μια διακριτή, ηθικοπολιτική αγωνία και για δεινά ή εγκλήματα που δεν ανάγονται στον δυτικό νεοφιλελευθερισμό. Για μένα υπάρχουν ποικίλα δεινά, που μπορεί να σχετίζονται κάπως μεταξύ τους (αφού η δυναμική της παγκοσμιοποίησης ανακατεύει πρότυπα, εργαλεία, γλώσσες και συμφέροντα) αλλά το καθένα διατηρεί τη σχετική του αξία. Ιδεολογίες αρχαϊκής/μεταμοντέρνας βίας που ανθούν και στον παγκόσμιο Νότο, λόγου χάρη σε απάνθρωπες θρησκευτικές και εγκληματικές οργανώσεις (ένα τόξο βαναυσότητας από την υποσαχάρια Αφρική στο Αφγανιστάν των Ταλιμπάν, όπου βεβαίως μετέχουν πολυεθνικές αλλά και ισλαμο-γκάνγκστερ και φυλετικοί πόλεμοι κ.λπ.). Και βεβαίως οι αυταρχικοί σχηματισμοί όπου ακυρώνονται στοιχειώδεις πολιτικές και πολιτισμικές ελευθερίες ή όσοι τις διεκδικούν αντιμετωπίζουν μεγάλο σωματικό κίνδυνο − από τη Ρωσία του Πούτιν, το Ιράν, τις μοναρχίες του Κόλπου, σε ένα μεγάλο τόξο που περιλαμβάνει δυτικόφιλες αλλά και πολλές αντιδυτικές ή ψευδο-αντιστασιακές δυνάμεις και καθεστώτα. Η πολιτική υπεράσπιση δημοκρατικών δημόσιων χώρων (με τις ελάχιστες θεσμικές και αξιακές προϋποθέσεις τους) απέναντι σε θεοκρατικούς δεσποτισμούς ή εθνικιστικές και λαϊκιστικές δικτατορίες είναι μια άλλη εκδοχή αγώνων χειραφέτησης που συχνά περνάει σε δεύτερο πλάνο (κακώς).
Αν λοιπόν η εκμετάλλευση είναι κάτι που δεν πρέπει να το ξεχνάμε, χρειαζόμαστε και μέριμνα για τις αυθαίρετες κυριαρχίες και καταδυναστεύσεις αλλά και για την ανασυγκρότηση μιας νέας δημόσιας κουλτούρας.
Οι δημόσιες ιδέες που φιλοδοξούν να εξηγήσουν ή να ερμηνεύσουν πλευρές του κόσμου μας δεν υπάρχει περίπτωση να «τα βρουν μεταξύ τους». Προβάλλουν άλλους στόχους και συχνά ξεκινούν από πολύ διαφορετικές αξιολογήσεις μιας πολιτικής και κοινωνικής κατάστασης. Σημασία έχει όμως να υπάρχουν ιδέες και να μην παραιτούμαστε από το έργο της κριτικής, να μην κολυμπάμε δηλαδή στη μίζερη διαχείριση της πολιτικής μας εχθροπάθειας.