ΠΟΣΕΣ ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΠΙΘΑΝΟΤΗΤΕΣ να συλληφθεί ο Μπέντζαμιν Νετανιάχου ή ο υπουργός του ή οι ηγέτες της Χαμάς, αν γίνει αποδεκτό το ένταλμα εναντίον τους για εγκλήματα πολέμου που ζήτησε ο Βρετανός εισαγγελέας του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου Καρίμ Χαν;
Λιγότερες από μηδέν ή τέλος πάντων όσες είναι και οι πιθανότητες να συλληφθεί ο Βλαντίμιρ Πούτιν, για τον οποίον εκκρεμεί αντίστοιχο ένταλμα εδώ και έναν χρόνο από τον ίδιο οργανισμό – έναν οργανισμό και έναν θεσμό που είτε δεν έχει αναγνωριστεί είτε έχει αποκηρυχθεί εκ των υστέρων από πανίσχυρους παίκτες όπως οι ΗΠΑ, το Ισραήλ, η Ρωσία, η Κίνα και η Ινδία (έτσι ώστε να μην μπορεί να τους ενοχλεί στις διάφορες εξορμήσεις τους), ασχέτως αν τον επικαλούνται όποτε αυτό μπορεί να βολεύει την γεωπολιτική τους ατζέντα.
Παρ’ όλα αυτά, ήταν μια αν όχι πραγματικά ελπιδοφόρα, σίγουρα μια πολύ ευχάριστη είδηση, έστω κι αν η υπόθεση παραμείνει στο συμβολικό επίπεδο, αλλά και μια ιστορική πρωτοβουλία, καθώς το Ισραήλ είναι η πρώτη «δυτική» (ή με τόσο στιβαρές δυτικές πλάτες) χώρα που αντιμετωπίζει τέτοιες κατηγορίες.
«Καταθέτοντας κατηγορίες εναντίον μεμονωμένων ατόμων, ο εισαγγελέας απομακρύνει τη συζήτηση από τους ευρείς και επικίνδυνους ισχυρισμούς περί συλλογικής ευθύνης που έχουν κυριαρχήσει στη διχαστική συνθηματολογία που επικρατεί από τις 7 Οκτωβρίου και μετά».
Ό,τι και να γίνει, είναι σημαντικό το αρχικό συμπέρασμα του Δικαστηρίου, ότι δηλαδή η Στρατιωτική και Ανώτατη Δικαιοσύνη του Ισραήλ αποδεικνύεται ανεπαρκής, εξαρτημένη, και διαβλητή και ως εκ τούτου δεν είναι ικανή να αποδώσει δικαιοσύνη για τα εγκλήματα που τελούνται στη Γάζα, ενεργοποιώντας έτσι την αρμοδιότητα του ΔΠΔ.
«Τώρα, περισσότερο από ποτέ, πρέπει να αποδείξουμε συλλογικά ότι το διεθνές ανθρωπιστικό δίκαιο, η θεμελιώδης βάση για την ανθρώπινη συμπεριφορά κατά τη διάρκεια συγκρούσεων, ισχύει για όλα τα άτομα και εφαρμόζεται εξίσου σε όλες τις καταστάσεις που αντιμετωπίζει το δικαστήριο», δήλωσε ο Χαν και μακάρι να μετουσιωθεί το αίτημά του σε επίσημο ένταλμα σύλληψης, ασχέτως της πιθανότητας εφαρμογής του.
Όπως σχετικά σχολίαζε χθες σε άρθρο του στους New York Times, ο καθηγητής της Νομικής στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια, Ντέιβιντ Κέι: «Καταθέτοντας κατηγορίες εναντίον μεμονωμένων ατόμων, ο εισαγγελέας απομακρύνει τη συζήτηση από τους ευρείς και επικίνδυνους ισχυρισμούς περί συλλογικής ευθύνης που έχουν κυριαρχήσει στη διχαστική συνθηματολογία που επικρατεί από τις 7 Οκτωβρίου και μετά. Οι κατηγορίες αποφεύγουν οποιαδήποτε γλώσσα που θα μπορούσε να αμφισβητεί τη νομιμότητα και την κρατική υπόσταση του Ισραήλ ή το δικαίωμα των Παλαιστινίων στην αυτοδιάθεση.
Αντίθετα, το αίτημα αποτελεί επιβεβαίωση της αρχής ότι τα άτομα έχουν τη δυνατότητα και τη δύναμη να συμπεριφέρονται εντός των ορίων του διεθνούς δικαίου και να φέρουν ακέραιη την ευθύνη όταν παραβιάζουν τους πιο σοβαρούς κανόνες του… Η εναντίωση στο Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο έχει παγκόσμιο κόστος. Οι επιθέσεις εναντίον του ωφελούν μόνο εκείνους, όπως ο κ. Πούτιν, που επιδιώκουν να απονομιμοποιήσουν την ύπαρξή του…Το δικαστήριο πρέπει να επιτελέσει το έργο του εκπληρώνοντας τις υποσχέσεις περί απόδοσης ατομικών ευθυνών, προσφέροντας στον κόσμο μια πολύτιμη ένδειξη ότι οι διεθνείς θεσμοί μπορούν ακόμη να λειτουργήσουν και να συμβάλουν στην απονομή δικαιοσύνης».