ΑΝΕΚΑΘΕΝ ΜΟΥ ΕΒΓΑΖΕ κάτι ευτελές και πιασάρικο το Black Mirror και ο πισώπλατος τρόπος με τον οποίο έξυνε, υπομειδιώντας, τις φοβίες (τεχνολογικές και μη), τα τραύματα, τις πληγές, τις ενοχές, τις προσμονές και τις λαχτάρες του κοινού. Στα καλύτερά της «κεφάλαια» όμως – για μένα, κορυφαίο απ’ όσα έχω δει ή απ’ όσα θυμάμαι, παραμένει το σπέσιαλ χριστουγεννιάτικο του 2014 με τίτλο “White Christmas” –η σειρά ανθολογίας του Τσάρλι Μπρούκερ επιτυγχάνει κάτι ιδιαίτερο.
Όχι μόνο εξάπτει κυριολεκτικά τη φαντασία του θεατή, αλλά τον φέρνει αντιμέτωπο με τον εαυτό του, σα να έχει ξυπνήσει απότομα από ένα αλλόκοτο, πλην όμως αλάνθαστα σημαδιακό, όνειρο. Δεν χρειάζεται καν να είναι αντικειμενικά καλό το επεισόδιο. Μια δυνατή ιδέα αρκεί. Και χρησιμοποιώντας ως υπόδειγμα αυτό που είδες και την θεματική που εξερευνά (λιγότερο ή περισσότερο αποτελεσματικά), μπορείς να δημιουργήσεις –στο μυαλό σου τουλάχιστον– το δικό σου, προσωπικό επεισόδιο.
Μια τέτοια περίπτωση είναι το πέμπτο επεισόδιο του άρτι αφιχθέντος, έβδομου κύκλου της σειράς, το οποίο έχει τίτλο “Eulogy” («Επικήδειος») και ήδη έχει χαρακτηριστεί από πολλούς, κριτικούς και μη, ως το καλύτερο ή το πιο σημαντικό ή το πιο συγκινητικό αυτής της φουρνιάς, στοιχείο που μ’ έπεισε να το αποτολμήσω, παρά τις συνολικές μου ενστάσεις για την σειρά. Βοήθησε φυσικά και ο πρωταγωνιστής.
Νομίζω ότι οι περισσότεροι άνθρωποι που είδαν αυτό το επεισόδιο, σκέφτηκαν, σε κάποια εκδοχή του, το ίδια παμπάλαιο και οικουμενικό γνωμικό: Στερνή μου γνώση να σ’ είχα πρώτα.
Ο Πολ Τζιαμάτι, ο οποίος ως γνωστόν μπορεί να μεταδώσει έναν βαθύ όσο και κλονισμένο συναισθηματισμό ακόμα και απαγγέλοντας τον τηλεφωνικό κατάλογο, υποδύεται έναν μοναχικό μεσήλικα ο οποίος πληροφορείται ότι μόλις πέθανε η κοπέλα με την οποία τα είχε στα «εναλλακτικά» νιάτα του (μπάντες, μπάφοι και grunge ρομαντισμός στη δεκαετία του ’90) μέχρι που εκείνη τον «πρόδωσε» –ή έτσι πίστευε πάντα ο ίδιος.

Πληροφορείται επίσης ότι μέσω μια συσκευής η οποία επιτρέπει στον χρήστη να «εισέλθει» σε παλιές φωτογραφίες προκειμένου να ανασύρει και να μεγεθύνει τις αναμνήσεις του από την γυναίκα που υπήρξε ο μεγάλος έρωτας (και συγχρόνως η ταφόπλακα) της ζωής του, συμβάλλοντας έτσι στον επικήδειό της. Υπάρχει όμως ένα τεχνικό πρόβλημα.
Του είναι αδύνατο να θυμηθεί τη μορφή της, αφού στις φωτογραφίες που έχει κρατήσει από εκείνα τα χρόνια, το πρόσωπό της είχε αφαιρεθεί τελετουργικά και χειρουργικά από τον ίδιον, πάνω στην οργή του για τον χωρισμό.
(Πάντα με εντυπωσίαζαν οι άνθρωποι που «αποκεφάλιζαν» τους πρώην τους από τις φωτογραφίες αλλά μετά τις κρατούσαν παρ΄όλα αυτά, σαν μακάβριο κειμήλιο ή σαν τεκμήριο ενός μεγάλου και τραγικού σφάλματος).
Και μόνο από την παραπάνω σύνοψη (το επεισόδιο διαρκεί 45 λεπτά), μπορεί να αντιληφθεί κανείς τον αντίκτυπο που μπορεί να έχει η θεματική του συγκεκριμένου επεισοδίου και οι αντικατοπτρισμοί που αποκαλύπτονται στον θεατή σε σχέση με τις δικές του αναμνήσεις, με τις δικές του αυταπάτες, με τις δικές του πικρίες, με το αφήγημα που έχει φτιάξει ο ίδιος για την ζωή.
Το “Eulogy” μοιάζει να θέλει να περάσει ένα ας πούμε τεχνο-φιλικό μήνυμα. Ότι δηλαδή, η σύγχρονη τεχνολογία (ο αλγόριθμος, η τεχνητή νοημοσύνη κλπ) μπορεί, έστω και μέσω μιας «κουλής» συσκευής σαν αυτή που βλέπουμε να χρησιμοποιείται στο επεισόδιο, να βοηθήσει κάποιον να συμφιλιωθεί με τα λάθη του και να εξορκίσει τα φαντάσματα που τον στοιχειώνουν. Νομίζω όμως ότι οι περισσότεροι άνθρωποι που είδαν αυτό το επεισόδιο, σκέφτηκαν, σε κάποια εκδοχή του, το ίδια παμπάλαιο και οικουμενικό γνωμικό: Στερνή μου γνώση να σ’ είχα πρώτα.
Μαύρος Καθρέφτης: Σεζόν 7 | Επίσημο τρέιλερ | Netflix