ΟI ANAΙΣΘΗΣΙΟΛΟΓΟΙ ΕΙΝΑΙ είδος υπό εξαφάνιση στο Εθνικό Σύστημα Υγείας και ταυτόχρονα είναι μια ιατρική ειδικότητα περιζήτητη, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και στο εξωτερικό. Η έλλειψή τους είναι ένα διεθνές πρόβλημα, το οποίο οφείλεται στην αλματώδη αύξηση των χειρουργικών επεμβάσεων παγκοσμίως.
Στην Αμερική η αναισθησιολογία θεωρείται η πιο καλά αμειβόμενη εργασία, ενώ βρίσκεται στο top 10 των πιο καλοπληρωμένων επαγγελμάτων στον κόσμο.
Στην Ευρώπη υπάρχει συνεχής ανάγκη για απασχόληση ολοένα και περισσότερων αναισθησιολόγων, και σε χώρες όπως το Λουξεμβούργο, η Ελβετία, το Βέλγιο αλλά και η Γαλλία η ζήτηση γιατρών της συγκεκριμένης ειδικότητας είναι πολύ μεγάλη.
Η έλλειψη αναισθησιολόγων αλλά και νοσηλευτικού προσωπικού είναι οι βασικοί λόγοι για τους οποίους μακραίνουν οι λίστες αναμονής των χειρουργικών επεμβάσεων στη χώρα μας.
Το γεγονός ότι το πρόβλημα είναι γενικό δεν αποτελεί δικαιολογία για να λέμε ότι δεν μπορούμε να το λύσουμε στην Ελλάδα. Είναι άλλο ένα πρόβλημα για την Ελλάδα, επειδή ακριβώς υπάρχουν μεγάλες ανάγκες στο εξωτερικό και γίνεται brain drain. Το να λέμε όμως ότι έτσι είναι παντού και δεν μπορούμε να λύσουμε το πρόβλημα δεν βοηθά.
Μια ειδικότητα υψηλού ρίσκου
«Η αναισθησιολογία είναι μια ειδικότητα υψηλού ρίσκου, με μεγάλες ευθύνες και ιδιαιτέρως αγχωτική. Γι’ αυτό και δεν αποτελεί μια από τις δημοφιλείς ειδικότητες της Ιατρικής», όπως μας είπαν οι γιατροί με τους οποίους μιλήσαμε.
Εκτός από τις χειρουργικές επεμβάσεις, οι γιατροί που έχουν τη συγκεκριμένη ειδίκευση καλύπτουν αναισθησιολογικά μια σειρά σημαντικών επεμβατικών πράξεων που διενεργούνται εκτός χειρουργείου, στις Μονάδες Εντατικής Θεραπείας, στα Τμήματα Επειγόντων Περιστατικών, στο ΕΚΑΒ, στα ιατρεία και στις μονάδες πόνου και ανακουφιστικής/παρηγορητικής φροντίδας στα νοσοκομεία, αλλά και στις ομάδες καρδιοπνευμονικής αναζωογόνησης, με 24ωρη κάλυψη του εκάστοτε νοσοκομείου.
Κατά την περίοδο της πανδημικής κρίσης, σήκωσαν το βάρος των χιλιάδων διασωληνώσεων και είναι μια από τις ειδικότητες στις οποίες καταγράφονται οι περισσότερες μετακινήσεις από το ένα νοσοκομείο στο άλλο για να καλύψουν κενά και ανάγκες: «Η δουλειά βγαίνει με το φιλότιμο και την υπερεργασία. Οι αναισθησιολόγοι υπερεφημερεύουν και τρέχουν σε μία βάρδια μεταξύ χειρουργείων, μονάδων εντατικής θεραπείας, τμημάτων επειγόντων περιστατικών και διακομιδών», λένε.
Το γεγονός που έφερε στο προσκήνιο με δραματικό τρόπο το ζήτημα της έλλειψης γιατρών της συγκεκριμένης ειδικότητας συνέβη τον περασμένο Ιανουάριο, όταν μια 44χρονη αναισθησιόλογος που εργάζεται στο Νοσοκομείο Παπανικολάου υπέστη εγκεφαλικό επεισόδιο μετά τη λήξη 24ωρης εφημερίας, κατά την οποία βρισκόταν 16 συνεχόμενες ώρες στη χειρουργική αίθουσα.
Στην τελευταία απογραφή που έκανε η Ελληνική Εταιρεία Αναισθησιολογίας για το 2024, σε 78 από τα 124 νοσοκομεία ήταν καλυμμένο το 71% των θέσεων. Ένα πολύ μεγάλο ποσοστό των εν ενεργεία αναισθησιολόγων μέσα στο ΕΣΥ είναι διευθυντές και οδεύουν προς τη συνταξιοδότηση. Στη μαζική προκήρυξη για την πρόσληψη 704 γιατρών που πραγματοποίησε το υπουργείο Υγείας τον περασμένο Μάρτιο υπήρχαν 72 θέσεις αναισθησιολόγων.
Το πρόβλημα όμως είναι ότι στα νοσοκομεία υπάρχουν περί τις 300 κενές οργανικές θέσεις. Από τα πρώτα στοιχεία της τελικής κατάταξης που συνέλεξε η Ελεάνα Γαρίνη, πρόεδρος της Ελληνικής Αναισθησιολογικής Εταιρείας και αναισθησιολόγος στο Παίδων «Αγία Σοφία», καταγράφεται ότι δήλωσαν ενδιαφέρον μόνο 26 γιατροί για τις 72 συνολικά προκηρυσσόμενες θέσεις.
Ανάμεσα σ’ αυτούς όμως είναι πολύ πιθανό να περιλαμβάνονται γιατροί οι οποίοι είναι είτε ήδη υπηρετούντες στο Εθνικό Σύστημα Υγείας που θέλουν να μετακινηθούν σε άλλο νοσοκομείο, είτε επικουρικοί γιατροί που εργάζονται με συμβάσεις ορισμένου χρόνου και θέλουν να μονιμοποιηθούν: «Παρά τις προσπάθειες του υπουργείου, φαίνεται ξεκάθαρα ότι η εποχή που η προκήρυξη κάποιων θέσεων μπορούσε να λύσει το πρόβλημα έχει παρέλθει», υποστηρίζει η Ελεάνα Γαρίνη.
Αυτός είναι άλλωστε και ο λόγος για τον οποίο οι ενώσεις των γιατρών ζητούν από την εποχή που ξέσπασε η κρίση της πανδημίας να γίνει ενιαία ταυτόχρονη προκήρυξη για όλες τις κενές θέσεις στο ΕΣΥ, ούτως ώστε οι γιατροί που θα προσληφθούν να μην καλύπτουν με υπερεργασία και υπερεφημέρευση τα κενά, μετακινούμενοι μάλιστα από νοσοκομείο σε νοσοκομείο. Τι γίνεται όμως όταν υπάρχουν 300 κενές θέσεις και προκηρύσσονται 72;
Στην 3η Υγειονομική Περιφέρεια (ΥΠΕ), που έχει υπό την εποπτεία της τα νησιά και τον Πειραιά, προκηρύχθηκαν 7 θέσεις και το ενδιαφέρον είναι μηδενικό. Δεν εμφανίστηκε ούτε ένας υποψήφιος. Στην 4η ΥΠΕ, στην οποία υπάγονται τα νοσοκομεία Μακεδονίας και Θράκης, από τις 14 προκηρυσσόμενες θέσεις υπήρξε ενδιαφέρον μόνο για τις 4. «Και στις δύο αυτές ΥΠΕ, που καλύπτουν τα νησιά, μεγάλα νοσοκομεία του Πειραιά και τη Β. Ελλάδα, υπάρχει τρομακτική έλλειψη αναισθησιολόγων και η λύση που δίνεται είναι να μετακινούνται οι γιατροί με “εντέλλεσθε”», λέει η πρόεδρος της Αναισθησιολογικής Εταιρείας.
«Σήμερα», μας εξηγεί, «βρισκόμαστε σε ένα σημείο όπου η υποστελέχωση των αναισθησιολογικών τμημάτων στο ΕΣΥ έχει δημιουργήσει σοβαρή υγειονομική κρίση και συνθήκες ανασφαλούς λειτουργίας σε πολλά νοσοκομεία, ενώ τα ωράρια για τους υπηρετούντες αναισθησιολόγους είναι εξοντωτικά».
Γιατί τελείωσαν τα ψέματα
Το μεγάλο πρόβλημα της έλλειψης αναισθησιολόγων δεν έπεσε ως κεραυνός εν αιθρία. Με την έναρξη της οικονομικής κρίσης, ένα πολύ μεγάλο ποσοστό από τους γιατρούς που έφυγαν στο εξωτερικό ήταν αναισθησιολόγοι: «Η Ελληνική Αναισθησιολογική Εταιρεία με συνεχή υπομνήματα προς το υπουργείο Υγείας, που χρονολογούνται από τον Μάιο του 2014, προειδοποιούσε αρχικά για τη διαφαινόμενη κρίση στην ειδικότητα της αναισθησιολογίας και στα επόμενα χρόνια περιέγραφε τις ολοένα επιδεινούμενες συνέπειές της», αναφέρει η Ε. Γαρίνη.
Υποστηρίζει, μάλιστα, πως «το γεγονός ότι το πρόβλημα είναι γενικό δεν αποτελεί δικαιολογία για να λέμε ότι δεν μπορούμε να το λύσουμε στην Ελλάδα. Είναι άλλο ένα πρόβλημα για την Ελλάδα, επειδή ακριβώς υπάρχουν μεγάλες ανάγκες στο εξωτερικό και γίνεται brain drain. Το να λέμε όμως ότι έτσι είναι παντού και δεν μπορούμε να λύσουμε το πρόβλημα δεν βοηθά. Έτσι είναι παντού, αλλά οι χώρες που έχουν το μεγαλύτερο πρόβλημα θα τροφοδοτήσουν τις χώρες όπου είναι λίγο καλύτερα τα πράγματα, και αυτό γίνεται».
Τι μπορεί όμως να συγκρατήσει το κύμα διαρροής; «Πρέπει να δοθούν κίνητρα. Γιατί να πάει ο υποψήφιος στη Ρόδο ή στα Κύθηρα ή στη Λευκάδα; Τελείωσαν τα ψέματα. Δεν γίνεται να υπάρχει ένα τόσο ανταγωνιστικό περιβάλλον και να περιμένεις από τη φιλοπατρία των Ελλήνων. Δεν μπορεί να συνεχιστεί άλλο αυτό», λέει η πρόεδρος της Ελληνικής Αναισθησιολογικής Εταιρείας.
Για να συγκρατήσει τη διαρροή και να προσελκύσει νέους γιατρούς να επιλέξουν την ειδικότητα της αναισθησιολογίας, η κυβέρνηση από το 2022 έδωσε μηνιαίο επίδομα 400 ευρώ στους γιατρούς του ΕΣΥ και 250 ευρώ στους ειδικευόμενους: «Την πρώτη χρονιά πήραμε το επίδομα αυτό αφορολόγητο. Είχε γίνει δεκτό με θετικό τρόπο από την αναισθησιολογική κοινότητα. Θεωρήθηκε ως μια ανταμοιβή και μια αναγνώριση για τον μεγάλο φόρτο εργασίας. Την επόμενη χρονιά όμως φορολογήθηκε και έμεινε μισό. Τότε όλοι αισθάνθηκαν ότι τους κοροϊδεύουν. Με το ένα χέρι το δίνουν και απ’ το άλλο το παίρνουν. Δηλαδή μας δίνει το κράτος δανεικά για να τα πάρει πίσω στο τέλος του χρόνου», λέει.
Υπερεργασία με ερωτηματικό ασφάλειας για ασθενείς και γιατρούς
Για τα επί πληρωμή απογευματινά χειρουργεία και τη δυνατότητα των γιατρών του ΕΣΥ να δουλεύουν παράλληλα στην ιδιωτικό τομέα, η Ε. Γαρίνη λέει ότι «είναι η η μόνη λύση που προκρίνεται σε ένα προσωπικό που πάσχει από υπερεργασία. Με αυτές τις θεσμικές αλλαγές δεν ανακαλύπτεται η Αμερική∙ και σε διάφορα συστήματα στο εξωτερικό υπάρχει αυτή η ευελιξία». Υποστηρίζει ότι είναι ένα μέτρο που θα δελεάσει κάποιους γιατρούς. «Στο εξωτερικό, ο γιατρός που θέλει να κάνει ιδιωτικό έργο παίρνει λιγότερες ώρες εργασίας. Κάνει part time. Στην Ελλάδα, όμως, εμείς ήδη υπερεργαζόμαστε μέσα στα νοσοκομεία και με τις επιπλέον ώρες στον ιδιωτικό τομέα υπάρχει ένα ερωτηματικό για το πόσο ασφαλείς μπορούμε να είμαστε για τους ασθενείς και για τον εαυτό μας».
Η πρόεδρος της Ελληνικής Αναισθησιολογικής Εταιρείας υποστηρίζει ότι μπορεί η λύση αυτή να έχει δοκιμαστεί στο εξωτερικό, ωστόσο η αντίρρηση που υπάρχει είναι ότι «για να κάνεις ευέλικτο ένα σύστημα πρέπει να είναι ισχυρό και να λειτουργεί καλά. Αν δεν λειτουργεί καλά, ο φόβος είναι ότι τέτοιες κινήσεις μπορεί να αποδιοργανώσουν τη δουλειά μας περισσότερο».
«Γιατί το ΕΣΥ πρέπει να είναι εργασιακός εγκλωβισμός;»
Ο Άδωνις Γεωργιάδης, υπουργός Υγείας, έχει πει ότι τα νέα μέτρα θα κάνουν, εκτός των άλλων, το ΕΣΥ πιο ελκυστικό, υποστηρίζοντας ότι αν μπει κάποιος στο ΕΣΥ δεν θα είναι εγκλωβισμένος. Το ερώτημα όμως που θέτει η πρόεδρος της Αναισθησιολογικής Εταιρείας είναι «για ποιον λόγο το ΕΣΥ θα πρέπει να είναι ιδωμένο ως ένας εργασιακός εγκλωβισμός; Για ποιον λόγο δεν μπορούμε να φτιάξουμε ένα εύρωστο, ποιοτικό ΕΣΥ;».
Η Ελεάνα Γαρίνη υποστηρίζει ότι «σε όλα τα ευρωπαϊκά συστήματα υγείας ο πυλώνας είναι το Εθνικό Σύστημα Υγείας, που θέτει τα υψηλά στάνταρ για τον ιδιωτικό τομέα υγείας. Όσο πιο υψηλά στάνταρ έχει το δημόσιο, τόσο αναγκάζεται να ακολουθήσει και το ιδιωτικό. Αν ο πυλώνας είναι διαλυμένος, αρκεί λίγο καλύτερο να είναι το ιδιωτικό και είμαστε όλοι ευχαριστημένοι», λέει με πικρία.
Η εικόνα εκ των έσω: «Δεν υπάρχει φως στο τούνελ»
Τον Νοέμβριο του 2023 διανεμήθηκε ηλεκτρονικά από την Ελληνική Αναισθησιολογική Εταιρεία στα μέλη της ένα ερωτηματολόγιο σχετικά με τα σοβαρά προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι αναισθησιολόγοι. Οι γιατροί ρωτήθηκαν για τις πιθανές λύσεις που έχουν προταθεί από την Ελληνική Αναισθησιολογική Εταιρεία προκειμένου να τις αξιολογήσουν και να προτείνουν τις δικές τους. Στην πρωτοβουλία ανταποκρίθηκαν 511 γιατροί, μεταξύ των οποίων επιμελητές ΕΣΥ (29,22%), διευθυντές ΕΣΥ (28,63%), μέλη ΔΕΠ (1,79%), στρατιωτικοί (2,19%), επικουρικοί (1,39%), ιδιώτες (10,34%) και ειδικευόμενοι (26,44%).
Το 53,38% περιέγραψε την κατάσταση στο εργασιακό του περιβάλλον ως «απογοητευτική». Ένα ποσοστό 30,65% δήλωσε ότι η κατάσταση είναι ικανοποιητική, ενώ το ποσοστό των γιατρών που απάντησαν ότι οι συνθήκες είναι πολύ καλές ανήλθε στο 3,43%.
Στα κοινώς παραδεκτά προβλήματα όσον αφορά την άσκηση της αναισθησιολογίας στο ΕΣΥ, την πρώτη θέση κατέχουν οι χαμηλές οικονομικές απολαβές (54,37%). Ακολουθούν η έλλειψη προσωπικού, η υπερεργασία, οι μετακινήσεις/«εντέλλεσθε» και οι πολλές διακομιδές. Ενδιαφέρον παρουσιάζουν και τα ποιοτικά χαρακτηριστικά της έρευνας, όπου οι γιατροί περιγράφουν την καθημερινότητά τους, μέσα από την οποία προκύπτουν τα παραπάνω ποσοστά: «Είμαστε τέσσερις αναισθησιολόγοι, με burn out syndrome όλοι», γράφει κάποιος. «Δεκαπέντε εφημερίες εγώ και ένας αναισθησιολόγος ιδιώτης με σύμβαση, εξαντλητικά ωράρια, εξουθενωτικές εφημερίες», αναφέρει κάποιος άλλος. «Οκτώ αναισθησιολόγοι για 26 οργανικές θέσεις, κλειστές αίθουσες, κάκιστες εφημερίες, μεγάλος φόρτος εργασίας», είναι ένα ακόμη σχόλιο. «Δεν υπάρχει φως στο τούνελ», «πίεση, καμία δυνατότητα αδειών, απαξίωση», έγραψαν άλλοι γιατροί. «Καμία προσπάθεια διασφάλισης εργασιακής αξιοπρέπειας, η έξοδος από το ΕΣΥ είναι σχεδόν μονόδρομος».
Μοιρασμένοι για το ιδιωτικό έργο
Οι απαντήσεις που δόθηκαν από τους αναισθησιολόγους για το νέο μέτρο της απασχόλησης στον ιδιωτικό τομέα είναι μοιρασμένες. Εντελώς αντίθετο δήλωσε το 16,85%, ενώ το 31,07% των ερωτηθέντων ανέφερε ότι είναι επιφυλακτικό.
Θετικό υπό όρους χαρακτήρισε το μέτρο το 37,86% και, τέλος, εντελώς υπέρ δήλωσε το 14,22%. Ενδιαφέρον παρουσιάζουν και σ’ αυτήν την περίπτωση τα σχόλια των γιατρών, που αναδεικνύουν τα ποιοτικά χαρακτηριστικά των απαντήσεων: «Η εργασία στον ιδιωτικό τομέα θα είναι εις βάρος της εργασίας του ΕΣΥ. Στην ουσία είναι άμεση ιδιωτικοποίηση του ΕΣΥ», αναφέρει κάποιος από τους αναισθησιολόγους που τίθεται κατά του μέτρου. «Η νομοθεσία για την άρση της αποκλειστικότητας στο ΕΣΥ είναι το δέλεαρ για να μη διεκδικήσουμε αυξήσεις», γράφει κάποιος άλλος, που αντιμετωπίζει μάλλον με καχυποψία το νέο μέτρο. «Υπέρ υπέρ υπέρ», αναφέρει ένας άλλος που τίθεται αναφανδόν υπέρ του νέου μέτρου. Παρόμοια ήταν τα αποτελέσματα για τον νόμο σχετικά με τη λειτουργία απογευματινών χειρουργείων: εντελώς υπέρ δήλωσε το 12,91% των ερωτηθέντων. Θετικό μέτρο υπό όρους κρίνει ότι είναι το 42,23%, επιφυλακτικό δήλωσε το 30,63% και εντελώς αντίθετο απέναντι στο μέτρο ήταν το 14,22%: «Είναι μια πρόχειρη λύση σε ένα σημαντικά υποστελεχωμένο σύστημα υγείας», γράφει ένας από τους ερωτώμενους. «Ας λειτουργήσουν όπως πρέπει τα πρωινά και συζητάμε για τα απογευματινά, γιατί δεν έχουν ιδέα τι προσωπικό χρειάζεται για αυτό και τι ανισότητες δημιουργούνται», αναφέρεται σε ένα ακόμη σχόλιο.
«Προς το παρόν δεν υπάρχει επάρκεια προσωπικού για την υποστήριξη των απογευματινών χειρουργείων. Με πολύ κόπο και προσπάθεια υποστηρίζουμε τα τακτικά πρωινά χειρουργεία. Δύσκολες ημέρες εφημέρευσης με συνεχή απασχόληση πέραν του 20ώρου», αναφέρει κάποιος άλλος.
Φυσικά υπάρχουν και σχόλια στα οποία εκφράζονται απόψεις που υποστηρίζουν θερμά την αλλαγή: «Κατάργηση του αναχρονιστικού και άδικου νόμου πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης που αφορά μόνο τους γιατρούς του ΕΣΥ. Οι σύγχρονες συνθήκες εργασίας απαιτούν αυτοδιαχείριση του εκτός ωραρίου χρόνου του δημόσιου λειτουργού, ακόμη και αν ικανοποιούνταν οι οικονομικές απαιτήσεις του».
Στην έρευνα παρατίθενται οι απαντήσεις των γιατρών σε αντίστοιχες ερωτήσεις σχετικά με τα κίνητρα που πρέπει να δοθούν για να μη φυλλορροήσει το Εθνικό Σύστημα Υγείας, τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν για να προσελκυσθούν νέοι γιατροί στον χώρο της αναισθησιολογίας αλλά και για να θελήσουν νέοι ειδικευμένοι γιατροί να παραμείνουν και να υπηρετήσουν τον νευραλγικό χώρο του ΕΣΥ.
Καταγράφονται συνολικά 14 προτάσεις, τις οποίες το αρμόδιο υπουργείο προφανώς έχει λάβει, και οι απαντήσεις όλων των ερωτώμενων είναι συντριπτικά υπέρ αυτών μέτρων, σε ποσοστά που κυμαίνονται από 83 έως 94%. Τίποτα από όλα αυτά δεν έχει προχωρήσει. Ανάμεσα σ’ αυτά που προκαλούν ενδιαφέρον είναι μια νομοθετική ρύθμιση που εκκρεμεί από το 2018. Αφορά την ανανέωση του νομοθετικού πλαισίου για τη στελέχωση και την ασφάλεια στην αναισθησία.
«Είκοσι έξι χρόνια από την έκδοση του νόμου “Περί ασφαλούς χορήγησης αναισθησίας’’, έχουν προκύψει νέα δεδομένα για την ασφάλεια τόσο των ασθενών όσο και του προσωπικού των αναισθησιολογικών τμημάτων», αναφέρουν από την Ελληνική Αναισθησιολογική Εταιρεία.
Υποστηρίζουν ότι «η ολοκληρωμένη πρόταση αναρτήθηκε στο Κεντρικό Συμβούλιο Υγείας στις 02.12.2018 με τη μορφή κατευθυντήριων οδηγιών. Παρακαλούμε για την έκδοση υπουργικής απόφασης με τη μορφή νόμου, που θα έχει δεσμευτική ισχύ και θα θέσει τους σύγχρονους και απαραίτητους κανόνες ασφαλείας οι οποίοι θα εναρμονίζουν τα ελληνικά στάνταρ της ασφάλειας στην αναισθησία με τα αντίστοιχα ευρωπαϊκά», λένε.
Το πρόβλημα της έλλειψης αναισθησιολόγων είναι μεγάλο και δυσεπίλυτο, όπως έχει εξελιχθεί η κατάσταση στα δημόσια νοσοκομεία. Το ενδιαφέρον των γιατρών αυτών για τη στελέχωση του ΕΣΥ είναι αναιμικό και πολλοί γιατροί της συγκεκριμένης ειδικότητας, όπως φάνηκε από την έρευνα της Ελληνικής Αναισθησιολογικής Εταιρείας, θα αναζητήσουν διέξοδο στον ιδιωτικό τομέα.
«Όταν η πιο ευχάριστη στιγμή σε μια δουλειά που αγαπάς έχει γίνει πλέον η ώρα που φεύγεις, τα λόγια περιττεύουν. Και το πιο απογοητευτικό είναι ότι κάθε χρόνο τα πράγματα χειροτερεύουν». Το σχόλιο αναισθησιολόγου που συμμετείχε στην έρευνα τα λέει όλα, για όσους ψάχνουν τα πώς και τα γιατί.