Νεκροζώντανος στην Ελ-Ααράφα
Ένας Έλληνας 20% ζωντανός και 80% πεθαμένος στην πόλη των 100% πεθαμένων (και άλλων με κυμαινόμενα ποσοστά).
ΖΟΥΝ μέσα και ανάμεσα στους μεσαιωνικούς τάφους. Υπάρχουν και εκτάσεις με κενοτάφια που αφότου κατοικήθηκαν, έχουν εγκαταλειφθεί. Παράξενο θέαμα, σαν βομβαρδισμένο χωριουδάκι. Υποτυπώδεις δομές, αλλά με ηλεκτρισμό και νερό. Πανωσηκώματα δίπλα σε ανεωγμένους λάκκους, ακόμη και τριόρωφα σουλουπωμένα, μαγαζάκια. Τουκ-τουκ διασχίζουν τους χωματόδρομους, κάρα με άλογα― αλλά το πιο αλλόκοσμο, μια σιγαλιά που βράζει μέσα στην ακραία ζέστη. Ίσως είναι η ώρα που όλοι έχουν αράξει σε σκιερές καβάτζες (όπως και τα σκυλιά που είναι άπειρα και δεν γαβγίζουν), αλλά ελάχιστους συναντώ στη βόλτα μου ― σπανίως εμφανίζεται κάποια μαύρη σκιά στο βάθος που χάνεται πίσω από το χωματένιο δαίδαλο.
Δεν τίθεται θέμα, εδώ μένουν οι τελευταίοι, οι παρίες, σε ένα ήδη πάμφτωχο έθνος. Κι όμως, σα να τα ξέρω αυτά τα πράγματα, ειλικρινά. Την ξέρω αυτή την ένδεια περίπου από το νησί μου, στα 60's, έχω ξαναδεί σπίτια με ένα σκαμνί κι ένα κρεβάτι.
Όσο για τους τάφους, τα έχουμε ξαναπεί. Με γεμίζουν ευθυμία. Κακώς το κάνουμε τόσο θέμα αφού είμαστε όλοι σε ένα ποσοστό νεκροζώντανοι εκ γενετής. Ακόμα και τα μωρά που παίζουν έχουν ένα 3% - 4% θάνατο στην τσέπη τους. Εγώ, ας πούμε, στην ηλικία μου είναι 20% ζωντανός και 80% πεθαμένος. Και είμαι τυχερός. Ο Δάντης έθετε ότι η κατηφόρα της ζωής αρχίζει στα 30.
Οι Αιγύπτιοι ανέκαθεν ήταν κουλ με το θέμα. Εξ ου κι αυτή η πόλη, η επονομαζόμενη στους οδηγούς «Πόλη των νεκρών» ― Ελ Ααράφα.
Ίσως αυτό είναι που κάνει τόσο ακαταμάχητο το χαμόγελό των Αιγυπτίων. Ξέρουν από ένστικτο ότι θάνατος ίσον ζωή και ζωή ίσον θάνατος.