Ο Laurent Garnier ανήκει στη λίγκα των μεγάλων προσωπικοτήτων της ηλεκτρονικής μουσικής και η προσφορά του στον χώρο είναι αδιαμφισβήτητη. Συνειδητοποιώντας την αγάπη του για τα dancefloors στα disco clubs του Παρισιού, ο Laurent μετακόμισε στο Μάντσεστερ, όπου γνώρισε από πρώτο χέρι την ευφορία του acid house κινήματος στο εμβληματικό The Haçienda. Εκεί ξεκίνησε να παίζει μουσική επαγγελματικά ως DJ και γυρνώντας στη χώρα του σύστησε στο κοινό τη νέα αυτή τρέλα που είχε αρχίσει να λαμβάνει μεγάλες διαστάσεις, εκφράζοντας μουσικά, πολιτιστικά και κοινωνικά μια ολόκληρη γενιά.
Ακολουθεί η ίδρυση της θρυλικής δισκογραφικής F Communications, που έγραψε με χρυσά γράμματα τις πρώτες σελίδες της ιστορίας των γαλλικών labels ηλεκτρονικής μουσικής. Δημιούργησε το δικό του ραδιόφωνο, που μέχρι σήμερα παίζει διαμάντια, έγραψε μουσική για τον κινηματογράφο, την τηλεόραση και το θέατρο, ταξίδεψε την τέχνη του σε όλο τον πλανήτη. Δύο κομμάτια-techno μεγαθήρια, το «The Man with the Red Face», στο οποίο συνέδεσε την τζαζ με την techno, και το «Crispy Bacon», παραμένουν σημεία αναφοράς στην εξέλιξη του ήχου.
O Laurent Garnier ανήκει, πλέον, στο πολιτιστικό πάνθεο της Γαλλίας – έγινε ιππότης της Λεγεώνας της Τιμής το 2017 και θα μπορούσε κάλλιστα να επαναπαυθεί στις δάφνες του. Ο αεικίνητος, τελειομανής, με υψηλή κρίση και δυνατές κεραίες Garnier, όμως, συνεχίζει να κάνει τον πλανήτη να χορεύει 35+ χρόνια μετά, πάντα με την ίδια συγχρονικότητα και χωρίς εκπτώσεις. Άλλωστε πάνω απ’ όλα είναι DJ, όπως λέει και ο ίδιος. Με αφορμή τα 25 χρόνια του fabric, του σημαντικού κλαμπ και label, υπογράφει την επετειακή κυκλοφορία τους με ένα τετραπλό mix –house, techno, UK focus και downtempo–, αποτυπώνοντας 25 χρόνια στην εξέλιξη των συγκεκριμένων ειδών.
«Το καλύτερο gig είναι αυτό στο οποίο ο/η καλλιτέχνης/-ιδα θα μπορέσει να παίξει τη μουσική του/της σε άψογες συνθήκες, με απόλυτη ελευθερία και μπροστά σε ένα κοινό που καταλαβαίνει τι πρεσβεύει και τι σκατά κάνει. Τα σόσιαλ δεν βοηθάνε, βλέπεις να γίνονται πέντε Boiler Rooms τη μέρα και τον κόσμο μαζεμένο γύρω από το booth να πίνει και να χορεύει. Αν κοιτάξεις λίγο πιο πίσω από το κεντρικό πλάνο, ο κόσμος απλώς στέκεται και βαριέται».
Όταν άνοιξε η κάμερα, «μπήκα» στο στούντιο του Laurent Garnier, και κάθισα ακριβώς απέναντι από το booth του, σε έναν χώρο γεμάτο χιλιάδες βινύλια στους τοίχους. Στη διάρκεια της κουβέντας μας, οι σημειώσεις πήγαν περίπατο και απλώς αφέθηκα σε μια ειλικρινή κουβέντα με έναν άνθρωπο που θαυμάζω από την πρώτη στιγμή. Η ηχώ της συζήτησης στα αυτιά μου επισφραγίζει την άποψη που έχω δημιουργήσει, για άλλη μια φορά: η μετριοφροσύνη είναι η no.1 ποιότητα των πραγματικά μεγάλων καλλιτεχνών/-ιδων.
Laurent Garnier - The Man With The Red Face
— Είναι πραγματικά εξαιρετικό και τεράστιο το πρότζεκτ για το fabric.
Όντως τεράστιο, μια μεγάλη επέτειος. Έχοντας κάνει τόσο πολλά μέσα στα χρόνια, δεν θα μπορούσαν να γιορτάσουν ένα τέταρτο του αιώνα με κάτι απλό, κι έτσι τους είπα πως πρέπει να σκεφτούμε κάτι μεγάλο, να προσφέρουμε κάτι ενδιαφέρον και σημαντικό σε όλους αυτούς τους ανθρώπους που τους ακολουθούν όλα αυτά τα χρόνια. Είναι πολύ σπάνιο για ένα κλαμπ να επιβιώσει για 25 χρόνια.
— Άρα η αρχική ιδέα ήταν δική σου. Πώς το εξελίξατε;
Επικοινώνησαν μαζί μου πέρσι τα Χριστούγεννα και μου πρότειναν να κάνω ένα mix. Αρχικά είπα όχι, ήταν μια πολύ απαιτητική περίοδος και θεώρησα πως ένα mix δεν ήταν αρκετό για 25 χρόνια πορείας, είτε το έκανα εγώ είτε κάποιο άλλο άτομο. Το σκέφτηκα και επανήλθα λέγοντας ότι, αν είναι να το κάνουμε μαζί, θα πρέπει να σκεφτούμε πιο δημιουργικά. Τους πρότεινα να κάνουμε τέσσερα διαφορετικά mix – άλλωστε έχουν τρεις χώρους, το στυλ της μουσικής επικεντρώνεται στη house, την techno και τη UK music, και θα εφευρίσκαμε κι άλλον έναν χώρο. Ένα virtual δωμάτιο, που θα μπορούσε να είναι και το σαλόνι των ανθρώπων, όταν επιστρέφουν σπίτι τους μετά από ένα Σαββατοκύριακο στο fabric, και θα αποτυπώναμε εκεί αυτό που θα άκουγαν σε αυτήν τη συνθήκη.
— Αναρωτιέμαι πόσα κομμάτια χρειάστηκε να ακούσεις, τελικά. Το δελτίο Τύπου μιλάει για 400 τη μέρα.
Μα αυτό κάνω κάθε μέρα για το ραδιόφωνο, ώστε να έχω μια μικρή ιδέα για το τι κυκλοφορεί εκεί έξω. Δεν ακούω μόνο techno και house, αυτό κάνω και στην εκπομπή μου: παίζω και hip hop, jazz, κ.ά. Όταν γνωρίζεις πως κυκλοφορούν γύρω στα 150.000 κομμάτια μέσα σε μια μέρα, η δική μου, ελάχιστη συνεισφορά ως DJ ή καλλιτέχνη είναι να προσπαθώ να έχω μια ιδέα για αυτό που συμβαίνει. Δεν άκουσα περισσότερη μουσική λόγω του fabric και δεν ήθελα να συμπεριλάβω μόνο παλιά κομμάτια, να ακούγεται αραχνιασμένο το αποτέλεσμα. Είναι πολύ εύκολο να χρησιμοποιήσεις τη νοσταλγία σε ένα τέτοιο πρότζεκτ.
Για παράδειγμα, για το house mix έκανα πολλά πειράματα κι όταν τους το έστειλα, είπα ότι αμφισβητώ το αποτέλεσμα – κάποια παλιά κομμάτια Chicago house μού φαίνονταν παρωχημένα. Το ξαναέκανα αρκετές φορές μέχρι να νιώσω πως είχε τη σωστή εξέλιξη. Ήθελα σε αυτά τα 80 λεπτά να δώσω μια ακολουθία, να ξεκινάει από κάπου και να φτάνει κάπου. Για το house mix, λοιπόν, ξεκίνησα από την Αφρική, πήγα στην disco, στο Σικάγο, στη Νέα Υόρκη, συμπεριλαμβάνοντας νέες κυκλοφορίες. Το ίδιο και στο techno, ξεκίνησα με deep, πήγα στο electro, στο Ντιτρόιτ, ενδιάμεσα έβαζα πιο σκληρά κομμάτια, και στο UK ξεκίνησα από τα 126 bpm και έφτασα στα 170 και το drum & bass. Ήταν ένα δύσκολο εγχείρημα, δεν ήθελα να ακούγεται παλιό ή πιεστικό.
— Δηλαδή επικεντρώθηκες στη μουσική, όχι σε συγκεκριμένους/ες καλλιτέχνες/-ιδες, δισκογραφικές που ήθελες να συμπεριλάβεις.
Το επίκεντρο για μένα είναι πάντα η μουσική, δεν ήθελα να «επιβάλω» κάποιους/-ες καλλιτέχνες/-ιδες, ήθελα να είναι φρέσκο. Το house mix το έστειλα σε πέντε φίλους μου πριν το παραδώσω, π.χ. στον DJ Deep, που είναι παλιός φίλος και ο απόλυτος house-head για μένα. Ήξερα πως κάποια τραγούδια δεν θα του αρέσουν, ήθελα να μου πει αν το mix είναι συνεκτικό, αν μπορούσε να αντιπροσωπεύσει 25 χρόνια της πορείας αυτού του ήχου. Το ήξερα πως θα ήταν μια μεγάλη (μουσική) «δήλωση» και ήθελα να ξέρω αν είναι δυνατή.
— Πώς σου φαίνεται, λοιπόν, η εξέλιξη αυτών των ειδών σήμερα;
Πιστεύω πως οι μηχανές υπαγορεύουν το πού πηγαίνουν τα είδη, πλέον. Παλιότερα, οι καλλιτέχνες/-ιδες είχαν ένα όραμα και χρησιμοποιούσαν τις μηχανές για να το πετύχουν. Η διαδικασία παραγωγής σήμερα είναι πολύ διαφορετική, το βλέπω και στον εαυτό μου. Οι ίδιες οι μηχανές σού προτείνουν, κι έτσι ένα μεγάλο ποσοστό από εμάς άλλαξε τον τρόπο που φτιάχνει μουσική. Θεωρώ πως οι παραγωγοί σήμερα είναι πιο κοντά στην πραγματικότητα ενός/μιας sound engineer, όχι ενός/μιας μουσικού.
Ακόμα κι εγώ δεν έδινα τόση προσοχή σε κάποια κομμάτια της διαδικασίας, όπως το mixing, όμως τα τελευταία χρόνια προσπαθώ να μάθω περισσότερα. Στο UK mix που έκανα, για κάποια κομμάτια χρειάστηκε να ψάξω σε διάφορα websites για το πώς οι UK producers φτιάχνουν τη μουσική τους. Έχει μεγάλη διαφορά το mix ενός techno κομματιού με ένα house. Θέλω να κατανοήσω ακόμα πιο βαθιά πώς έχουν αυτό το αποτέλεσμα, τα βαριά μπάσα. Αυτή είναι η εξέλιξη που έφεραν οι μηχανές με τις νέες τους δυνατότητες.
Laurent Garnier - Crispy Bacon (1997 Original Version)
— Ενώ βλέπω και ακούω πολλούς/-ές καλλιτέχνες/-ιδες να προσπαθούν να μείνουν στην ουσία της πραγματικής techno, παρατηρώ ότι συγχρόνως υπάρχει πολύς ελιτισμός, ή καθαρολογία, τύπου «αυτό δεν είναι techno» στη συγκεκριμένη σκηνή.
Βλέπω κι εγώ πολλούς καθαρολόγους, αλλά ακούω και βλέπω πολλές μαλακίες, επίσης, πολλές μαριονέτες με τα χεράκια στον αέρα, να παίζουν μουσική έχοντας τα ακουστικά περισσότερο στον λαιμό παρά στα αυτιά. Αν δεις τη γενιά αυτών που αποκαλούν «TikTok DJs», ναι, υπάρχει ελιτισμός, αλλά υπάρχουν και πολλοί κλόουν εκεί έξω. Όσοι περισσότεροι κλόουν βγαίνουν στη σκηνή, τόσο θα αυξάνονται οι καθαρολόγοι. Πολλοί θα είναι οι άνθρωποι που θα θέλουν να υπερασπιστούν την πραγματική ιστορία και κουλτούρα της techno, αυτό που θα έπρεπε να πρεσβεύει σήμερα. Μάλλον κρατιέται μια ισορροπία ακόμα (γελάει).
— Άλλωστε είχαμε την business techno, που αναδείχθηκε ως δόκιμος όρος, τώρα έχουμε και την porn techno με τα αδυσώπητα bpm και τόσους/-ες καλλιτέχνες/-ιδες να καταλαμβάνουν σημαντικό χώρο και να έχουν φοβερή ζήτηση.
Τι σκατά είναι το porn techno, έτσι το αποκαλούν; Δεν το είχα ξανακούσει!
— Το οποίο, βέβαια, συνοδεύεται και από εμφανή ηλικιακό ρατσισμό. Πιστεύεις πως όλη αυτή η ιστορία θα φέρει μια νέα βάση;
Για πρώτη φορά στην ιστορία υπάρχει ένας μεγάλος techno χώρος που, όταν τον παρατηρώ, σκέφτομαι τι σκατά κάνουν, τι σκατά είναι αυτό και νιώθω αποσύνδεση από την πραγματικότητα, όχι γέρος. Δεν είναι η μουσική που παίζουν, την καταλαβαίνω –υπήρχε εμπορική techno και 20 χρόνια πριν–, όμως τα όρια ήταν πολύ διακριτά. Σήμερα δεν υπάρχουν πια όρια και είναι η πρώτη φορά που βλέπω κάποια άτομα και σκέφτομαι τι στο διάολο κάνουν – θα καταστρέψουν και θα σκοτώσουν όλη τη φάση κάνοντάς την υπερ-εμπορική, υπερ-κιτς και προσπαθώντας να βγάλουν όσο περισσότερα χρήματα γίνεται; Γιατί έχει γίνει μια τεράστια μπίζνα και δεν τη βρίσκω πολύ σέξι, για να είμαι ειλικρινής. Δεν τη βρίσκω ελκυστική και δεν μου φαίνεται και τόσο techno, σύμφωνα με τους όρους που γνωρίζουμε εμείς.
Νιώθω πολύ δυσάρεστα όταν το βλέπω και για πρώτη φορά σκέφτομαι «Ξέρεις κάτι; Καλύτερα να αποχωρήσω γιατί δεν νιώθω καμία σύνδεση με αυτήν τη βιομηχανία-τσίρκο. Είναι μια βιομηχανία που εκτοξεύθηκε τα τελευταία 5 χρόνια, γιατί όλο αυτό έγινε μετά τον Covid, και δεν την αναγνωρίζω, νιώθω πως δεν ανήκω σε αυτόν τον κόσμο. Πόσο περίεργο, πάντα υπήρχε μια διακριτή διαχωριστική γραμμή μεταξύ του EDM και του techno και τώρα δεν υπάρχει. Μας κοιτούν λέγοντας «είσαι παρωχημένος, γέρος, έτσι είναι τα πράγματα σήμερα, εξαφανίσου από εδώ». Όχι, δεν πάει έτσι, γιατί εσύ δεν έχεις καταλάβει πώς γίνεται και τι κάνεις, απλώς είσαι εδώ για τα χρήματα και η techno ποτέ δεν ήταν όλα αυτά τα σκατά. Αφορούσε τη μουσική, είχε κοσμοθεωρία και υποστηρίζαμε κάτι δυνατό και σημαντικό!
Όμως, κάθε φορά που συμβαίνει κάτι έντονο, υπάρχει και η ανάκρουση. Όπως είπαμε, υπάρχουν ακόμα πολύ ενδιαφέροντες/-ουσες καλλιτέχνες/-ιδες που είναι εκεί για τους σωστούς λόγους, με τον σωστό τρόπο. Ακόμα κι αν παίζουν σκληρά και γρήγορα, υποστηρίζουν αυτό που πραγματικά είναι η techno. Εύχομαι, λοιπόν, όλοι αυτοί οι «έμποροι», οι κλόουν, να μην καταφέρουν να καταστρέψουν τον χώρο. Είναι η πρώτη φορά στην καριέρα μου που τόσο πολλοί/-ές μού μιλούν για όλο αυτό και αναρωτιούνται τι στο διάολο συμβαίνει.
— Δεν μπορούμε να μην αποδώσουμε ευθύνες και στη βιομηχανία, όμως. Και αυτή προσανατολίστηκε στο κέρδος κι έχουμε αυτά τα αποτελέσματα.
Το εμπορικό κομμάτι υπήρχε και παλιά. Πιστεύω πως φταίει και ο τρόπος που προωθούμε, που παρουσιάζουμε αυτήν τη μουσική. Τη βλέπεις παντού, τα τηλέφωνα δεν βοηθούν καθόλου, τα κοινωνικά δίκτυα και οι μέθοδοι προώθησης εκεί δεν βοηθούν, οι καινούργιοι ατζέντηδες είναι τεράστιο πρόβλημα – απλώς θέλουν χρήματα, δεν μιλούν καν για μουσική! Δεν έχω μιλήσει ποτέ για τα λεφτά με τον ατζέντη μου στα 35 χρόνια συνεργασίας μας, δεν τον έχω ρωτήσει ποτέ «Πόσα θα πάρω για αυτή την εμφάνιση;», ποτέ δεν μου έχει πει «Κάν' το αυτό γιατί τα λεφτά είναι καλά». Πάντα έλεγα στους συνεργάτες μου ότι, αν αρχίσουμε να μιλάμε για χρήματα, τότε είμαστε στον λάθος χώρο. Φυσικά και θα πληρωθούμε για τη δουλειά μας, φυσικά και είναι άλλη η τιμή όταν θα πάμε σε ένα μικρό κλαμπ, ή σε ένα rave 20.000 ατόμων. Όμως η μουσική είναι πάντα στο επίκεντρο.
Πριν από λίγο καιρό μού πήραν μια συνέντευξη για ένα podcast και μου λέει ο τύπος «Μα αυτή δεν είναι η δουλειά του ατζέντη, να κλείσει το καλύτερο gig για τον/την DJ του;». Του απάντησα πως το καλύτερο gig δεν σημαίνει περισσότερα χρήματα. Τις περισσότερες φορές τα καλύτερα gigs είναι αυτά που δεν σου δίνουν τα πολλά, η ποιότητα δεν έχει καμία σχέση με την αμοιβή. Ναι, ο/η ατζέντης/-ισσα είναι εκεί για να σου προσφέρει το καλύτερο gig, όχι το πιο καλοπληρωμένο. Το καλύτερο gig είναι αυτό στο οποίο ο/η καλλιτέχνης/-ιδα θα μπορέσει να παίξει τη μουσική του/της σε άψογες συνθήκες, με απόλυτη ελευθερία και μπροστά σε ένα κοινό που καταλαβαίνει τι πρεσβεύει και τι σκατά κάνει. Τα σόσιαλ δεν βοηθάνε, βλέπεις να γίνονται πέντε Boiler Rooms τη μέρα και τον κόσμο μαζεμένο γύρω από το booth να πίνει και να χορεύει. Αν κοιτάξεις λίγο πιο πίσω από το κεντρικό πλάνο, ο κόσμος απλώς στέκεται και βαριέται.
Ζούμε στην εποχή της εικόνας και κρινόμαστε από αυτή. Πολλά άτομα πιστεύουν πως αυτό είναι το DJing, να έχεις 20 άτομα γύρω σου που χοροπηδάνε με τα χέρια ψηλά και να σε σπρώχνουν όταν προσπαθείς να μιξάρεις. Δεν είναι αυτό, λοιπόν, και ξέρεις κάτι; Ο χρόνος είναι πολυτέλεια. Κάποιες φορές μου λένε «το σετ σου ήταν χάλια, έφυγα στο πρώτο μισάωρο». Αλήθεια, με άκουσες για 30 λεπτά και έβγαλες συμπέρασμα; Δεν κατάλαβες τίποτα, το DJing είναι να προσπαθείς να πεις μια ιστορία, κι αν ήθελες κάτι άλλο ίσως να έπρεπε να κάτσεις για μιάμιση ώρα, που μάλλον θα έφτανα σε αυτό το σημείο, και τότε ίσως καταλάβαινες την «ιστορία». Ζούμε στην εποχή της στιγμής, όλα πρέπει να γίνουν τώρα κι αυτό δεν έχει καμία σχέση με την techno.
— Βλέπεις, όμως, και τα slots – τα πιο πολλά είναι μιάμιση ή δύο ώρες.
Δεν δέχομαι να παίξω σε αυτήν τη συνθήκη. Το λιγότερο που θέλω να παίξω είναι τρεις ώρες.
Laurent Garnier - Tales from the Real World feat. Alan Watts
— Πιστεύεις πως το DJing όπως το ξέραμε μέχρι τώρα θα εξαφανιστεί;
Όχι, γιατί αν δεις κλαμπ όπως το fabric, το Grelle Forelle στη Βιέννη, το Nordstern στη Βασιλεία, το Rex Club στο Παρίσι και αρκετά άλλα εστιάζουν στη μουσική, σε αυτά θέλω να επιστρέφω. Πέρσι είπα στον ατζέντη μου «χέσε τα φεστιβάλ, θέλω να επιστρέψω στα κλαμπ». Όσο έχουμε ακόμα μέρη σαν κι αυτά, όπου μπορούμε να κάνουμε κάτι διαφορετικό και να προσφέρουμε μια σωστή εμπειρία, μια χαρά. Παλιά ο κόσμος ξεκινούσε την επαφή με αυτήν τη μουσική στα κλαμπ και μετά πήγαινε σε φεστιβάλ, σήμερα συμβαίνει το αντίθετο.
Ίσως όταν μεγαλώσουν αυτά τα παιδιά να επιλέξουν τα κλαμπ. Δεν νομίζω, λοιπόν, πως θα εξαφανιστεί, αλλά πιστεύω πως θα υπάρξει ένα νέο χάσμα, οι άνθρωποι που πηγαίνουν στα φεστιβάλ δεν θα πηγαίνουν στα κλαμπ και οι άνθρωποι που πηγαίνουν στα κλαμπ θα αρνούνται να πάνε σε φεστιβάλ, αφού δεν θα τους ικανοποιούν μουσικά. Τα έχουμε ξαναπεράσει αυτά, πριν από 20 χρόνια έλεγαν πως πέθανε η techno, μετά ότι πέθανε το clubbing και όλα είναι ακόμα εδώ, απλώς έχουμε περάσει σε μια περίοδο ανασχηματισμού. Το τραύμα του Covid παραμένει, ίσως χρειάζονται σκληρή και γρήγορη μουσική για να το διαγράψουν από το σύστημά τους. (γελάει)
— Δυστυχώς έχει χαθεί και η έννοια και η φιλοσοφία των resident DJs, που ενίσχυσε όλη αυτήν τη νέα πραγματικότητα.
Αυτή είναι μια μεγάλη αλήθεια. Ο γιος μου είναι 20 ετών και ασχολείται λίγο με το DJing. Του είπα πως δεν έχω να του μάθω κάτι ή να του δώσω συμβουλές. «Το πιο σημαντικό που πρέπει να μάθεις είναι το πώς να είσαι resident DJ, το πώς να ανοίγεις μια βραδιά και το πώς να κλείνεις μια βραδιά». Το να έχεις κόσμο με τα χέρια στον αέρα είναι το πιο εύκολο, απλώς αγοράζεις πέντε επιτυχίες. Το να μάθεις τον τρόπο να υποδέχεσαι τον κόσμο στο κλαμπ, να ξεκινάς μαλακά, να αρχίζεις να τους «δείχνεις» τον δρόμο προς στο dancefloor και μέσα σε μία ώρα να έχουν αρχίσει να κουνιούνται, αυτό είναι τέχνη. Αυτά τα sets λατρεύω, όταν ανοίγω τη βραδιά, να παίρνω το κλαμπ άδειο και να ξεκινάω από εκεί. Ήμουν resident για 15 χρόνια, ξέρω ακριβώς τι λες και τι εννοείς.
Πριν από έναν μήνα άνοιξα στο Rex Club, έπαιξα 12 με 4, είχα καιρό να παίξω και πολλά άτομα του προσωπικού είχαν αλλάξει. Ξεκίνησα, λοιπόν, με κλασική μουσική, συνέχισα με ambient, το πήγα σε πολύ deep και τελείωσα με techno. Στο τέλος ήρθε ένα παιδί από την ασφάλεια του χώρου και με ευχαρίστησε για τη μουσική, μου είπε ότι δεν του αρέσει η techno κι όμως τρελάθηκε εκείνο το βράδυ. Όταν τον ρώτησα γιατί, μου απάντησε πως έχει σιχαθεί τους/τις DJs που μπαίνουν στο booth σε ένα άδειο μαγαζί και αρχίζουν να βαράνε αλύπητα στα 140 bpm, ότι είναι ανυπόφορο και δεν το καταλαβαίνει. Του επιβεβαίωσα πως έχει δίκιο. Όποιο κι αν είναι το στυλ της μουσικής που παίζεις, πρέπει να μπορείς να προσφέρεις μια συνολική εμπειρία ανάλογα με το slot που έχεις.
— Βλέπω και στα δικά μας κλαμπ εδώ τη διαχείριση των slots. Τα νέα παιδιά που μπαίνουν στη φάση δεν έχουν την ευκαιρία να εξερευνήσουν τις δυνατότητές τους, αυτό που τελικά θα τους αρέσει να κάνουν, αφού τα περισσότερα εστιάζουν στα main names και στους ξένους guests, πράγμα που αποδυναμώνει και την τοπική σκηνή αλλά και τα ταλέντα.
Και πάλι έχεις δίκιο. Πρέπει να επιστρέψουν οι resident DJs, είναι πάρα πολύ σημαντικό. Μόνο έτσι μπορείς να κάνεις ένα κλαμπ δυνατό. Αν κοιτάξεις όλα τα κλαμπ που έχουν χτίσει ένα όνομα και μια παρακαταθήκη παγκοσμίως, όλα δουλεύουν ή έχουν πλέον resident DJs. Δες το Fuse στις Βρυξέλλες, αν δεν είχαν τον Pierre και την Trish να παίζουν εξαιρετική μουσική δεν θα γίνονταν αυτό που είναι σήμερα. Ναι, έχουν guests, αλλά όταν δεν έχουν το ξέρεις ότι η μουσική θα είναι καλή.
— Κι όμως η NTIA (The Night Time Industries Association) έκρουσε πρόσφατα τον κώδωνα του κινδύνου, λέγοντας με επίσημα στοιχεία πως μέχρι το τέλος του 2029 ίσως να μην υπάρχουν πια κλαμπ, αρχής γενομένης από το Ηνωμένο Βασίλειο.
Αλήθεια; Δεν το είδα. Τι λόγους έδωσαν;
— Παρατηρείται συστηματική διάλυση της νυχτερινής οικονομίας πανευρωπαϊκά, λόγω των νόμων περί αδειοδότησης, των επιχειρηματικών συντελεστών, του ΦΠΑ, του gentrification και της ευρείας οικονομικής κρίσης. Φυσικά, πρώτα επηρεάζονται οι underground χώροι, αφού τόσο οι επιχειρηματίες όσο και το κοινό δεν έχουν τo οικονομικό back up για να τους στηρίξουν.
Ίσως να μην τα λένε κλαμπ σε 5 χρόνια, ίσως τα κλαμπ όπως τα ξέραμε εμείς να μην υπάρχουν σε 10 χρόνια, όμως πάντα θα υπάρχουν άνθρωποι που θα θέλουν να συνυπάρξουν με άλλους ανθρώπους για να μοιραστούν την κοινή τους αγάπη για το είδος της μουσικής ή το φαγητό που τους αρέσει. Ίσως μεταλλαχθούν τα εστιατόρια κι αφού έχουν τελειώσει με το φαγητό θα σπρώχνουν τα τραπέζια και θα ξεκινούν να χορεύουν. Ένα πράγμα θεωρώ σίγουρο: οι άνθρωποι δεν θα σταματήσουν ποτέ να ακούνε μουσική. Ίσως αλλάξουν τα μέρη και οι τίτλοι, αλλά η ουσία θα παραμείνει ίδια. Δεν μπορώ να πιστέψω ότι θα σταματήσουμε να ακούμε καλή, underground μουσική, δεν μπορεί το mainstream να αποκτήσει καθολική αποδοχή, γιατί πάντα θα υπάρχουν άτομα που θα έχουν αυτιά και θα λένε «διαφωνώ, δεν θέλω να ακούσω αυτή τη μαλακία, θέλω να ακούσω κάτι άλλο».
— Είσαι ένα από τα άτομα που έχουν προσφέρει πολλά στην ιστορία της ηλεκτρονικής/χορευτικής μουσικής.
Έχω συνεισφέρει, έχω βάλει κι εγώ ένα τουβλάκι στο οικοδόμημα, αλλά όχι περισσότερο από χιλιάδες άτομα σε αυτόν τον πλανήτη. Υπήρχαν άτομα που έγραψαν μουσική, που άνοιξαν δισκογραφικές και κλαμπ στα οποία κατάφερα να παίξω για να μοιραστώ την αγάπη μου και να εκφραστώ. Πάντα πίστευα σε όσα έκανα, άρα μάλλον μπορώ να είμαι χαρούμενος γι' αυτά και για το ότι βοήθησα πολλούς ανθρώπους μέσω της δισκογραφικής και των πρότζεκτ μου.
Laurent Garnier - Wake Up
— Στο μυαλό μου η Γαλλία έπαιξε έναν πολύ ιδιαίτερο ρόλο. Θαυμάζω το πώς φίλτραρε τις μόδες και τις έκανε δικές της, π.χ. όταν μεγαλουργούσε η house, εσείς δημιουργήσατε τη french house σκηνή.
Μας πήρε κάποιο χρόνο, όμως. Στην Αγγλία έγινε το μπαμ το 1987-88, εμείς ξεκινήσαμε περίπου το 1994. Έχουμε εξαιρετικούς/-ές παραγωγούς, ακόμα έχουμε ταλέντα, δισκογραφικές, πολύ καλά κλαμπ… Είμαστε τυχεροί/-ές γιατί έχουμε μια αρκετά σταθερή σκηνή μέσα στα χρόνια, αλλά και μια δυνατή underground σκηνή που υποστηρίζει όλα τα διαφορετικά είδη της ηλεκτρονικής μουσικής. Ποτέ, όμως, δεν φτάσαμε τα μεγέθη της Αγγλίας ή της Αμερικής.
— Το αποδίδεις σε συγκεκριμένα άτομα, σε μια γενική κοσμοθεωρία ή κοινωνική ευαισθησία;
Δεν ξέρω πού να το τοποθετήσω ακριβώς. Η disco κατέχει ένα μεγάλο κομμάτι της γαλλικής μουσικής ιστορίας, η techno δεν είχε τόσο μεγάλη διείσδυση γιατί η Γαλλία είναι μια rock’n’roll χώρα, πιο κοντά στη μουσική των λευκών, παρά στη μαύρη μουσική. Συγχρόνως, αν δεις την τζαζ ή το hip hop, είμαστε η δεύτερη χώρα σε πωλήσεις, οι μαύροι Αμερικανοί τζαζίστες είχαν τεράστια παρουσία στα κλαμπ του Παρισιού τις δεκαετίες του ‘60 και του ‘70. Ή αν δεις την ιστορία του hip hop, συγχρονιστήκαμε άμεσα, για παράδειγμα η βασίλισσα των Zulu Nation ήταν ένα κορίτσι από τη Γαλλία. Έπαιξε μεγάλο ρόλο η σύνδεσή μας με την Αφρική. Τώρα που το σκέφτομαι, πάλι έχεις δίκιο, λοιπόν.
— Γι’ αυτό ανέφερα το κοινωνικό κομμάτι, δες τι έγινε με τις εκλογές σας, την ύστατη στιγμή κινητοποιηθήκατε και ανατρέψατε το αναμενόμενο.
Ναι, αλλά δυστυχώς, όπως και στην Αμερική, υπάρχει διάσπαση, εξακολουθούμε να φοβόμαστε ότι πάμε προς τη λάθος κατεύθυνση και ίσως αυτό αποτυπωθεί στις επόμενες εκλογές. Ο πλανήτης είναι σε μια πολύ περίεργη τροχιά και είναι λίγο τρομακτικό. Ελπίζουμε να τη γλιτώσουμε, αλλά είναι πολύ περίπλοκο πια.
— Κλείνοντας, πού πιστεύεις ότι θα σε οδηγήσει αυτό το πρότζεκτ με το fabric;
Δεν νομίζω πως θα με οδηγήσει κάπου. Έχω κάνει 4-5 mix πρότζεκτ στην καριέρα μου και στα 58 μου μάλλον είναι το τελευταίο που κυκλοφόρησα, και τους το είπα αυτό, για να τους εξηγήσω γιατί πρότεινα κάτι μεγάλο. Εύχομαι να γίνει διαχρονικό κι όταν το ακούς σε 10 χρόνια να σου φαίνεται φρέσκο, να έχει σύνδεση με την ιστορία της house και της techno. Αν, τελικά, είναι το τελευταίο μου ηχογραφημένο mix, ελπίζω να είναι ένα ωραίο κλείσιμο αυτής της πλευράς της καριέρας μου.
Laurent Garnier - On The Way Home (Bonus Track)
Το fabric presents Laurent Garnier κυκλοφορεί και μπορείτε να το ακούσετε εδώ.