Δημήτρης Σκύλλας Facebook Twitter
«Για μένα η ημέρα της κρίσης είναι ένα θέμα το οποίο αγγίζει όλο το spectrum των συναισθημάτων του ανθρώπου∙ ο καθένας έχει έναν παράδεισο, μια κόλαση και τον φόβο της κρίσης». Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/ LIFO

«Υπήρξα αλαζόνας από τη λαχτάρα μου να πετύχω»

0

Την καλλιτεχνική πορεία του Δημήτρη Σκύλλα την παρακολουθώ εδώ και δώδεκα χρόνια, πριν κάνει το ντεμπούτο του στο ιστορικό Αβαείο του Ουέστμινστερ και τη θριαμβευτική πρεμιέρα του έργου του «Kyrie Eleison» στο Barbican Centre. Από το 2016 μέχρι σήμερα έχει παρουσιάσει έργα του σε κάθε χώρο που μπορεί να ονειρευτεί ένας νέος συνθέτης, όπως στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση, στο Μουσείο Βικτώριας και Αλβέρτου, στο Royal Albert Hall, στην Επίδαυρο, στο Μέγαρο Μουσικής, έχει συνεργαστεί με την ορχήστρα του BBC, έχει γράψει μουσική για παραστάσεις του Εθνικού θεάτρου, ενώ είναι ο πρώτος resident artist του οργανισμού Istanbul Modern. 

Τη Μεγάλη Τετάρτη επιστρέφει στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών με ένα νέο έργο με τίτλο «Judgement Day», με την Κρατική Ορχήστρα Αθηνών, στο οποίο αντλεί την έμπνευσή του από την απέριττη ομορφιά της ελληνικής δημοτικής παράδοσης, ειδικά μάλιστα του ηπειρώτικου μοιρολογιού. Στην πασχαλινή συναυλία στις 16 του μήνα θα ακουστεί επίσης το «Ρέκβιεμ» του Βρετανού Άντριου Λόιντ Γουέμπερ, δημιουργού διάσημων μιούζικαλ, όπως το «Φάντασμα της όπερας» και το «Cats», σε μουσική διεύθυνση του μαέστρου Γιώργου Βράνου. 

«Δεν κάνω παρέα με συνθέτες, με δυσκολεύει η συνύπαρξη μαζί τους», λέει πίνοντας τον καφέ του. «Ψυχαναλυτικά αν το δεις, συνειρμικά έχει να κάνει με την κυριαρχία στον χώρο, με το να παραδεχτείς ότι θες να είσαι ο καλύτερος. Κι επειδή προσπαθώ πάρα πολύ να είμαι καλός άνθρωπος…».

«Ήμουν στο Λονδίνο 21 χρονών, έπαιζα Σοπέν στο πιάνο και είπα: "Γιατί ο Σοπέν και όχι κι εγώ;". Δεν είπα ότι θα γίνω σαν τον Σοπέν, αλλά σκεφτόμουν ότι δεν ήθελα να σερβίρω μόνο μουσική άλλων ανθρώπων, γιατί είχα καταπιεσμένη μέσα μου πάρα πολλή μουσική που ήθελα να βγάλω».

― Τι σημαίνει καλός άνθρωπος;
Καλός προς τους άλλους, καλός προς τον εαυτό σου; Προσπαθώ να πορεύομαι πάντα μόνος μου ως καλλιτέχνης, γεγονός που σε βάζει σε μια απομόνωση και σε βάζει και σε έναν συνεχή διάλογο, να λες «ανήκω κάπου; Μήπως είμαι εγώ προβληματικός, απροσάρμοστος, μήπως όλοι οι άλλοι είναι άσχετοι και εγώ έχω βρει την αλήθεια;». Εδώ και πολλά χρόνια με ελκύει η μεγάλη θεματολογία, που δεν αγγίζει την τρέχουσα επικαιρότητα, και όχι φυσικά επειδή δεν είμαι μέλος της κοινωνίας και δεν με ενδιαφέρει, είμαι outsider ή είμαι εγωιστής. Νομίζω ότι αυτή η ώθηση να κάνω έργα γενικής θεματολογίας και συμβολισμού τις περισσότερες φορές έχει να κάνει με τη θεολογική πλευρά των πραγμάτων. Και λέω θεολογική και όχι θρησκευτική γιατί κάπως ανησυχώ τα τελευταία χρόνια ότι ο κόσμος −τουλάχιστον εδώ, που παρεξηγούμε πολύ εύκολα τα πράγματα και είμαστε μικρότερη κοινωνία− θα θεωρήσει ότι ο Σκύλλας κάτι έχει πάθει και κάνει όλο θρησκευτικά έργα, ότι είναι θρησκευόμενος.

Με προβληματίζει όταν βγαίνουν καλλιτέχνες επώνυμοι και μιλάνε με δογματικό λόγο για τον θεό − κι όταν λέμε θεό, εννοούμε του χριστιανισμού. Η θεολογική άποψη των πραγμάτων θεωρώ ότι είναι ο μέγας συμβολισμός του ανθρώπου και της κοινωνίας και το πώς συνυπάρχουμε, οπότε με τραβάνε αυτά τα μεγάλα θέματα… Ξεκίνησα να σκέφτομαι ότι έχω μια συμφωνική ορχήστρα με 75 όργανα, μια μεγάλη πλατφόρμα, την πρώτη ορχήστρα της χώρας μας. Είχα κάνει τον «Χορό του Ζαλόγγου» στο Μέγαρο πάλι με την ΚΟΑ πριν από δυο χρόνια και ξαφνικά μου ξαναδίνουν ανάθεση. Ξέρεις, αυτές οι μεγάλες ορχήστρες είναι λίγο σαν την Επίδαυρο, δεν τις παίρνεις συχνά, οπότε είναι πολύ μεγάλη τιμή και δεν λες όχι, ασχέτως αν έχω πολύ κουραστεί γιατί έχω πολλά έργα μαζί. Μπορεί η δουλειά μου να πηγαίνει πιο καλά από ποτέ, αλλά μπορεί αύριο να μην έχω δουλειά.

Δημήτρης Σκύλλας Facebook Twitter
«Όταν αναζητάς τη μεγάλη αλήθεια, δεν σε ενδιαφέρει να είναι η τέχνη σου ινσταγκραμική −έτσι κι αλλιώς η δική μου τέχνη δεν μπορεί να είναι ινσταγκραμική, δεν είμαι εικαστικός ή σκηνοθέτης που μπορεί να βάλει εικόνες». Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/ LIFO

― Όταν ξεκινούσες, είχες όνειρο να γράφεις για τόσο μεγάλη κλίμακα; Για τόσο μεγάλες ορχήστρες; 
Έχω καταφέρει αυτό που ονειρευόμουν, αλλά αυτό που λες δεν ήταν το όνειρό μου. Ήμουν στο Λονδίνο 21 χρονών, έπαιζα Σοπέν στο πιάνο και είπα: «Γιατί ο Σοπέν και όχι κι εγώ;». Δεν είπα ότι θα γίνω σαν τον Σοπέν, αλλά σκεφτόμουν ότι δεν ήθελα να σερβίρω μόνο μουσική άλλων ανθρώπων, γιατί είχα καταπιεσμένη μέσα μου πάρα πολλή μουσική που ήθελα να βγάλω. Όταν ξεκίνησα, νιώθω ότι ήμουν πολύ αλαζόνας, όχι από πρόθεση, αλλά κυρίως από τη λαχτάρα μου να πετύχω. Ήμουν ένα παιδί που πήγε από τον Βόλο στο Λονδίνο μόνο του και ήθελε να πετύχει. Μου δόθηκε η ευκαιρία να πάω και έπρεπε να αντιμετωπίσω ένα σύστημα −που στα καλλιτεχνικά μεγεθύνεται− όπου δεν ήσουν cool αν ήσουν συνθέτης κλασικής μουσικής, ήσουν για τους γέρους και όλα αυτά τα χαζά, και σκέφτηκα ότι εγώ και άλλοι συνθέτες αξίζουμε ένα μεγαλύτερο βήμα. Οπότε είπα: «Έτσι θέλετε; Κι εγώ θα πάω σε περιοδικά που είναι δημοφιλή και για νεαρόκοσμο και θα φωτογραφηθώ όπως θέλω και θα αποδείξω ότι μπορούμε κι εμείς να τα κάνουμε αλλιώς τα πράγματα». Αυτό όταν είσαι μικρός σου δίνει ένα boost, αλλά σου παίρνει και λίγο τα μυαλά και μετά μαθαίνεις να το κατευνάζεις.

Το «Judgement Day» είναι το τρίτο μεγάλο έργο που γράφω στη σειρά − ετοιμάζω κι άλλα δύο. Όταν αναζητάς τη μεγάλη αλήθεια, δεν σε ενδιαφέρει να είναι η τέχνη σου ινσταγκραμική −έτσι κι αλλιώς η δική μου τέχνη δεν μπορεί να είναι ινσταγκραμική, δεν είμαι εικαστικός ή σκηνοθέτης που μπορεί να βάλει εικόνες−, νιώθεις ότι όλα τα άλλα δεν έχουν σημασία. Θεωρώ ότι όσο μεγαλώνω γίνομαι πιο απλός και έχω βρει μια αρχή για αυτό που θέλω να κάνω. Κάποτε έβλεπα τα βράδια ντοκιμαντέρ για το σύμπαν και τις θεωρίες της Φυσικής και τις μαύρες τρύπες και είχα σημειώσει τρεις λέξεις από αυτά τα ντοκιμαντέρ, τις οποίες, όταν τις έβαλα μαζί, σκέφτηκα ότι αυτός είναι ο στόχος της ζωής μου για τη μουσική μου: θα ήθελα να κάνω μουσική που να είναι λιτή, όμορφη και βαθιά, αυτό είναι το νόημα της θεολογικής, της ιερής πλευράς της τέχνης. Δηλαδή να κάνεις κάτι απλό, όμορφο −κι ας μην είναι μέσα από μαθηματικά και κρυμμένους συμβολισμούς, δεν χρειάζεται να τυραννάς το κοινό− και βαθύ, στοχευμένο, πράγμα που είναι πολύ δύσκολο, γιατί όσο ξεγυμνώνεσαι στο θέατρο, στη μουσική, τόσο πιο δύσκολο είναι να δημιουργήσεις κάτι πολύ άμεσο και βαθύ. Για μένα η ημέρα της κρίσης είναι ένα θέμα το οποίο αγγίζει όλο το spectrum των συναισθημάτων του ανθρώπου∙ ο καθένας έχει έναν παράδεισο, μια κόλαση και τον φόβο της κρίσης. Προφανώς αυτό ξεκίνησε από τους προμεσαιωνικούς πίνακες, τους βυζαντινούς, της ημέρας της κρίσης, και συνεχίστηκε με τους δυτικούς πίνακες και τους πίνακες του Bosch, οπότε άντλησα από εκεί και έφτιαξα μια μουσική παλέτα.

― Είπες ότι ήσουν αλαζόνας. Δεν είναι το μεγάλο όραμα ένα κίνητρο για να πετύχεις;
Δεν ξέρω αν ήμουν ή αν φαινόμουν, με έλεγαν και μαϊντανό τότε. Το εξοργιστικό είναι ότι πρέπει να παλέψεις πολλές φορές για να υπάρχεις σε αυτόν τον χώρο.

Δημήτρης Σκύλλας Facebook Twitter
Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/ LIFO

― Έχεις κάνει πολλά και τα έχεις κάνει και πολύ νωρίς. Αν έκανες ποπ μουσική θα ήσουν πολύ πιο γνωστός και εκτός του χώρου σου;
Δεν κάνω κλασική μουσική, αλλά είμαι αυτής της οικογένειας, κι ας μην έχω καμία σχέση με τον κλασικό συνθέτη που μπορεί να έχει κανείς στο μυαλό του. Θα ήθελα πολύ να είχα το κοινό ενός ποπ μουσικού. Με αυτό παλεύω, γιατί η μουσική μου όσο περνάνε τα χρόνια απλοποιείται, όπως και τα ρούχα μου∙ έχω πέντε ίδια πουλόβερ, πέντε ίδια παντελόνια, είκοσι ίδια μπλουζάκια, έχω τρεις «στολές» μόνο. Τι σημαίνει αυτό; Δεν με ενδιαφέρει τίποτα από τη φιοριτούρα, οτιδήποτε στα social media φαίνεται προσποιητό από ηθοποιούς, μουσικούς, με κάνει να με πιάνει το στομάχι μου. Δεν μπορώ να προσποιηθώ καθόλου, θέλω την αλήθεια που σου ανέφερα.

Τον μήνα που ξεκίνησα να γράφω την «Ημέρα της κρίσης» ξεκίνησα και ψυχανάλυση, για πρώτη φορά. Δεν είναι τυχαίο. Μου πήρε τρία χρόνια για να ξεκινήσω και ξεπέρασα πολλά κόμπλεξ με αυτό το έργο, και γι’ αυτό νιώθω ότι κλείνει μια περίοδος της ζωής μου ή ότι είμαι στη μετάβαση. Πέρσι έκανα για το Φεστιβάλ Κωνσταντινούπολης ένα έργο για τους πρόσφυγες και μετά κάναμε τις «Βάκχες» με τον Θάνο Παπακωνσταντίνου στο Εθνικό, τώρα κάνω έργο για συμφωνική ορχήστρα και μετά έχω ένα residency στο μουσείο Istanbul Modern, οπότε δεν έχω χρόνο για φιοριτούρες, δεν έχω χρόνο να σκεφτώ. Και όταν έχω χρόνο θέλω να πηγαίνω να πίνω ποτά και να κάθομαι σε ένα καφέ και να κοιτάω τον κόσμο. Δεν έχω χρόνο να ασχοληθώ με πράγματα τα οποία δεν μου δίνουν τίποτα, προτιμώ να κοιτάω το κενό. Μου αρέσει πολύ να κοιτάω το κενό. 

― Πες μου για την «Ημέρα της Κρίσης».
Έχω μια συμφωνική ορχήστρα, έχω την κρίση και δύο πολύ κλισέ θέματα, παράδεισος και κόλαση, και βλέποντας τους πίνακες που είναι φτιαγμένοι σε άλλες εποχές, βλέπω πως υπάρχουν στην κόλαση τέρατα, φωτιές, τρόμος. Ένας πίνακας δείχνει τη στιγμή που καταστρέφεται η γη και οι άνθρωποι μένουν πίσω. Οι βυζαντινές τοιχογραφίες είναι λίγο πιο απλές, αλλά έχουμε τα φίδια και τα τέρατα, ενώ ο παράδεισος είναι ένας κήπος − τι κάνεις στον 21ο αιώνα, το 2025, με αυτό το θέμα για να μην είσαι κιτς; Το να πω ήρθα να σας περιγράψω τον ήχο της κόλασης και του παραδείσου είναι καλλιτεχνικά μικροαστικό, ποιος είμαι εγώ να το κάνω και πώς ξέρω εγώ τι είναι; Οπότε μπαίνουμε στη μεγαλύτερη διάσταση της δημιουργίας, που είναι ο συμβολισμός. Εκεί ανοίγεται ένα πεδίο στο οποίο κάνεις ό,τι θες.

Εδώ και χρόνια έχω μια εικόνα που είναι σαν να βγαίνω από την κοινωνία και να την κοιτάω και να ξαναμπαίνω. Όλες οι στιγμές που γράφω είναι όταν είμαι έξω με κόσμο και χορεύω, αλλά το μυαλό μου είναι στη σύνθεση. Έχω αρχίσει να έχω πάρα πολύ την έννοια της Ανατολής στο έργο μου, σε βαθμό που ξεπέρασα τα ακαδημαϊκά κόμπλεξ, γιατί σε ευνουχίζει μουσικά ο ακαδημαϊσμός και σε εξουθενώνει, αλλά πάντα σου μένει ένα τραύμα. Άρχισα να σκέφτομαι τι είναι για μένα ο παράδεισος. Η αγάπη − πολύ κλισέ, θα μου πεις, αλλά άρχισα να σκέφτομαι την ένωση, κι εκεί πάνω που τη σκεφτόμουν μού βγήκε η κόλαση, η οποία είναι η καψούρα. Ήμουν στον Βόλο κι άρχισα να σκέφτομαι διάφορες μελωδίες που έχουν να κάνουν με τον νταλκά, έβλεπα τους πίνακες με τους ανθρώπους που καίγονται και κοιτάνε προς τα πάνω, «γιατί με άφησες, Θεέ μου;», αυτούς τους συμβολισμούς, και σκεφτόμουν αυτό το πράγμα σαν έναν χωρισμό, αποχωρισμό και εγκατάλειψη, οπότε άρχισαν να μου βγαίνουν σκυλάδικα εντελώς.

Γέλασα, αλλά τόλμησα και τελικά μπήκαν τα σκυλάδικα. Δεν ήξερα πώς θα το εκλάβουν αυτό οι μουσικοί, όμως πήγε μια χαρά. Προφανώς δεν πήρα ένα σκυλάδικο και το σάμπλαρα, έχει ένα πράγμα βαλκανικό, έχει κλαρίνο πολύ, οπότε ο παράδεισος είναι σαν τραγούδια του γάμου, σαν τραγούδια μιας γιορτής. Στο τέλος της ζωής μου θα ήθελα να είμαι με ανθρώπους στην ύπαιθρο, να τρώω, να πίνω, να είμαι σε ένα πάρκο ένα Πάσχα, και να είμαστε όλοι μαζί και να πίνουμε και να είναι σαν να σταματάει ο χρόνος. Η συλλογικότητα, αυτό είναι ο παράδεισος, οι ωραίες στιγμές που δεν σκέφτεσαι το μέλλον και το άγχος δεν σου δημιουργεί ψυχοσωματικά προβλήματα. Προσπάθησα να φέρω αυτές τις πολύ μεγάλες έννοιες, γιατί το τέλος του κόσμου, η μέρα της κρίσης, υπάρχει μεταμορφωμένο σε πολλές θρησκείες, στο Ισλάμ, στον ινδουισμό, είναι παντού, οπότε αυτό το concept προσπάθησα να το φέρω σε πολύ απτές, ανθρώπινες αισθήσεις. Θέλω ο άνθρωπος που θα ακούσει αυτό το έργο για κλαρίνο και ορχήστρα να συνδεθεί.

Δημήτρης Σκύλλας Facebook Twitter
Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/ LIFO

― Έχει κάποιο κόστος προσωπικό αυτό που κάνεις; Στην προσωπική σου ζωή εννοώ. 
Κοίταξε, είμαι μεγάλος τεμπέλης αλλά με μεγάλη περηφάνεια, αν δω ότι μου παίρνει παραπάνω χρόνο η σύνθεση από τη ζωή, τα οποία είναι ένα πράγμα για μένα, βάζω φρένο. Η μουσική μου είναι βγαλμένη από τη ζωή κυριολεκτικά, είναι σωματική, οπότε δεν μπορεί να περάσει εύκολα στη φόρμα της παρτιτούρας, είναι σαν να βγάλεις μια χορογραφία και να την κάνεις με σκίτσα. Ο ψυχικός μου εθισμός στη λίμπιντο κάποιες φορές και στο συνεχές κυνήγι αυτής της πρώτης αίσθησης του έρωτα, της βαμπιρικής, ακόρεστης πείνας, με καθυστερεί πάρα πολύ από το να κάνω τα έργα μου στην ώρα τους, κι αυτό είναι κάτι που δυσκολεύομαι πολύ να το σταματήσω. Αν δεν έχω χρόνο να πίνω καφέδες και να κοιτώ το κενό ή να βγω στο Santarosa το βράδυ, θεωρώ ότι είμαι ένας αποτυχημένος άνθρωπος.

― Εννοούσα αν η εσωτερική μοναξιά που υποτίθεται ότι προϋποθέτει η δημιουργία επηρεάζει τη ζωή σου. Σου επιτρέπει να κάνεις σχέσεις και να τις διατηρήσεις;
Είναι μοναχική η δουλειά του συνθέτη, όπως και του ζωγράφου και του συγγραφέα − του σκηνοθέτη δεν είναι. Όταν συνθέτεις, είσαι μόνος σου, με τη διαφορά ότι ο ζωγράφος και ο συγγραφέας που δουλεύουν μόνοι τους βλέπουν το έργο τους μπροστά τους να εξελίσσεται, εγώ δεν το βλέπω. Ανοίγεις τις παρτιτούρες και γράφεις για 70-80 άτομα και δεν ξέρεις τι κάνεις, μέχρι που θα πας στην ορχήστρα τρεις μέρες πριν από την πρεμιέρα, οπότε προφανώς αυτό απαιτεί μια άλλη συγκέντρωση. Αλλά αν ήταν μόνο αυτό, θα βαριόμουν πάρα πολύ, γιατί εγώ είμαι ένας επαρχιώτης από τον Βόλο, με μπαμπά απ' την Ιτέα και καταγωγή απ' τα Άγραφα, και μαμά με καταγωγή απ’ την Κωνσταντινούπολη. Είμαι το παιδί που μεγάλωσε στο downtown μιας μικρής πόλης, που θέλει να κυκλοφορεί σαν βλαχοδήμαρχος στο κέντρο της και να χαιρετάει τα μαγαζιά∙ από Ε΄ δημοτικού το κάνω αυτό. Πήγαινα στα εμπορικά μαγαζιά και ήξερα σχεδόν όλους τους ανθρώπους, καθόμουν με την κυρία που είχε το μαγαζί με τις κορνίζες, έτσι μεγάλωσα. Αυτή η αίσθηση −γιατί είναι σαν το ένστικτο− δεν φεύγει ποτέ.

Στο σπίτι, όμως, θέλω απόλυτη ησυχία, δεν μπορώ να ανεχτώ ούτε έναν θόρυβο από το διπλανό διαμέρισμα. Είναι ένα πολύ κλειστό σύστημα η σύνθεση, που πρέπει να είσαι με τον εαυτό σου, και θεωρώ ότι όσο κλείνεσαι σε αυτό τόσο πιο δύσκολο είναι να αφήσεις έναν άνθρωπο να μπει στη ζωή σου. Αυτό που σκεφτόσουν όταν με ρώτησες ισχύει, αλλά λαχταράω την επικοινωνία. Θεωρώ ότι στον έρωτα είμαι πολύ ανοιχτός, αλλά δεν ξέρω αν ισχύει. Θεωρώ αποτυχία το να σε φάει η δουλειά και να μη ζεις, ειδικά αν κάνεις τέχνη − ποιος είναι ο λόγος να την κάνεις, για να κάνεις τι; Για να παίρνεις λεφτά και να κάνεις συναυλίες; Πρέπει να έρχεται από τη ζωή η τέχνη και το παράπονο που έχω από την ελληνική καλλιτεχνική σκηνή είναι ότι βλέπω πως οι δημιουργοί όλων των τεχνών δεν βγάζουν τον πραγματικό τους εαυτό στο έργο τους. Όλοι μας έχουμε ανασφάλειες, αλλά βλέπω μια τεράστια άμυνα, μια εγκράτεια, έναν φόβο να μην εκτεθείς, γιατί αν εκτεθείς πολύ θα παρεξηγηθείς και θα σε παρασύρει αυτό. Κι εγώ έχω πολλές φορές παρεξηγηθεί ως άνθρωπος, γιατί δεν έχω εγκράτεια. Πρέπει όμως λίγο το ένστικτο να βγαίνει πιο πολύ, τη ζωώδη και την ενστικτώδη πλευρά σου πρέπει να τη βγάζεις στο έργο σου, και όχι απλώς να χαϊδεύεις το κοινό και τους δημοσιογράφους...

Βρείτε περισσότερες πληροφορίες για την συναυλία «Judgemenent Day / Andrew Lloyd – Webber Ρέκβιεμ» εδώ.

Μουσική
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Μια σπουδαία συμφωνία σε ένα μόνο μέρος

Συμφωνική Μουσική - Ιστορίες / Μια σπουδαία συμφωνία σε ένα μόνο μέρος

Η Ματούλα Κουστένη μιλά για την Έβδομη Συμφωνία του Γιαν Σιμπέλιους, ένα από τα πιο χαρακτηριστικά έργα του ρομαντικού κινήματος του 19ου αιώνα, που συνέθεσε ο δημιουργός-σύμβολο της Φινλανδίας.
ΜΑΤΟΥΛΑ ΚΟΥΣΤΕΝΗ
Όλες οι συναυλίες που θα δούμε το φετινό καλοκαίρι

Μουσική / Όλες οι συναυλίες που θα δούμε το φετινό καλοκαίρι

Ποπ, ροκ, ραπ, πειραματική ηλεκτρονική μουσική και ξέφρενα πάρτι με χορό δίνουν πολλές επιλογές για διασκέδαση με (σχεδόν) νέα αλλά και δημοφιλή ονόματα του παρελθόντος να διαμορφώνουν ένα καλοκαιρινό μουσικό τοπίο με μεγάλο ενδιαφέρον.
M. HULOT
Οι Blackpink επιστρέφουν αλλά σόλο

Μουσική / Έχετε έστω ακουστά τις Blackpink ή είστε τίποτα boomers;

Σε μια μουσική βιομηχανία που δεν μπορεί να συνέλθει από την απόλυτη κυριαρχία της Κ-pop, τα μέλη του πιο δημοφιλούς νοτιοκορεάτικου γυναικείου γκρουπ κυκλοφόρησαν σόλο δουλειές. Μαζί κατέκτησαν τον κόσμο, μόνες τους τι κάνουν;
ΜΑΡΙΑ ΠΑΠΠΑ
Η Ιεροτελεστία της Άνοιξης του Ιγκόρ Στραβίνσκυ: Τι συμβαίνει με αυτό το ερεθιστικό έργο;

Συμφωνική Μουσική - Ιστορίες / Η Ιεροτελεστία της Άνοιξης του Ιγκόρ Στραβίνσκυ: Τι συμβαίνει με αυτό το ερεθιστικό έργο;

Με αφορμή τη συναυλία της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών στο Μέγαρο Μουσικής στις 11 Απριλίου, η Ματούλα Κουστένη περιγράφει ένα από τα περιφημότερα έργα του συμφωνικού ρεπερτορίου, την εμβληματική Ιεροτελεστία της Άνοιξης του Ιγκόρ Στραβίνσκυ, αλλά και αφηγείται ένα από τα διασημότερα σκάνδαλα στην Ιστορία της Μουσικής. Η πρεμιέρα του έργου στο Παρίσι του 1913 συνοδεύτηκε από επεισόδια που οδήγησαν μέχρι και στην παρέμβαση της αστυνομίας.
ΜΑΤΟΥΛΑ ΚΟΥΣΤΕΝΗ
O Kristof και το τέλος του παιχνιδιού

Μουσική / «Αν δουν ένα αγόρι με ρούχα που θεωρούν ότι δεν είναι αντρικά, ξαφνικά το φετιχοποιούν»

Στο νέο άλμπουμ του, ο Kristof εμπνέεται από τα παιχνίδια κάθε είδους και τo fluidity, κυκλοφορώντας την πιο προσωπική δουλειά του μέχρι σήμερα, η οποία συνοδεύεται από ένα επιτραπέζιο.
M. HULOT