Βαθύς Αύγουστος.
Σε κάποιο νησί
ξερακιανό και θυμαρίσιο
παλεύω με λέξεις
αγγλικές, στρογγυλεμένες.
Συζητήσεις βουτηγμένες
σε θαλασσινό νερό
κι άμμος στις κοιλιές των κλασικών
της Πέγκουιν.
Στο δωμάτιο
δύο παιδιάστικες, μικρές εικόνες
εκτός κλίμακας.
Οι σοβάδες πέφτουν απ' τους τοίχους.
Στην αρχή με πείραζε, τώρα με ηρεμεί.
Μη ζητάω πολλά.
Τα σεντόνια λεπτά, διάφανα σχεδόν
δροσερά στην αύρα του απογεύματος.
Το κρεβάτι τρίζει.
Επάνω στο γραφείο
τέσσερα μπουκάλια νερό
γυάλινα, άδεια, παραταγμένα.
Ένα αχρησιμοποίητο σταχτοδοχείο. Ένα στυλό.
Τα τζιτζίκια σκάνε
στο χαρτί σα φορτωμένες λέξεις
που δεν τολμώ να πλάσω.
Οι λεύκες απ' έξω μαδάνε λευκό.
Μια γκρίζα, στιλπνή γάτα λιάζεται
στην κίτρινη ξύλινη καρέκλα.
Ο Θησαυρός του Ρότζετ.
Το Λεξικό Αμερικανικής Κληρονομιάς της
Αγγλικής Γλώσσας.
Κι ένας άνδρας Αμερικανός
καθαρός και καλλιεργημένος
μα πάνω απ' όλα εραστής
κάθε τι ιδιαίτερου
και καλοδουλεμένου –
βιβλίων παπουτσιών φωνών
του καθαρού ιδιάζοντος φωτός
τα απογεύματα.
Δερμάτινα σανδάλια
βαμβακερό τσακισμένο παντελόνι
μυρωδιά σαπουνιού και κέδρου.
Κουτάκια για την ταξινόμηση του κόσμου.
Το μάρμαρο στο μπάνιο
ραγισμένο, χαλαρό.
Το συναρμολογώ
κάθε που ξεχνώ και το πατάω.
Το ντους μια στάζει μια ξεχύνεται.
Μα το πρωί, πλημμύρα,
για να χωρέσει μια απουσία
μες στο μικρό, μαρμάρινο τετράγωνο.
Πλύθηκα δυο φορές
απανωτά
έστρωσα το κρεβάτι
τράβηξα τα σεντόνια
δίπλωσα την κουβέρτα
τίναξα τα μαξιλάρια
πέταξα τα μπουκάλια
στοίβαξα τα βιβλία.
Τα πάντα στη θέση τους.
Το δωμάτιο καθαρό
σχεδόν ανέγγιχτο
light
wood
cotton
aloof marble
water
cedarwood
lemon
τορνευτές αγγλικές λέξεις
αφρίζουν κι εξατμίζονται
και μια απρόσμενη πνοή του αέρα
μυρίζει εφήμερα χειμώνα
και θυμίζει το βορρά
της πολιτείας της Νέας Υόρκης.
Κρυστάλλη Γλυνιαδάκη / Αστικά ερείπια / Εκδόσεις Πόλις
Πίνακας του Andrew Wyeth