Ηλίας είναι ο ποιητής και Λάγιος τ' όνομά του!

Ηλίας είναι ο ποιητής και Λάγιος τ' όνομά του! Facebook Twitter
Ηλίας Λάγιος
0

1.

Ο ποιητής Ηλίας Λάγιος γράφει: Ευδαίμων είμαι, το ξέρω τώρα, μα δεν θα πεθάνουμε ποτέ./ Η ακριβής στιγμή αυτή είναι κορυδαλλός, νερό σγουρό και πικραμύγδαλο,/ το κάθε κίνημα του χεριού μου αφηγείται μια υπόσχεση:/στην Κλεομένους 34 που σου μιλώ, συλλάβισέ με.// Δεν έχω μετακινηθεί, όλα σε με προφτάσανε·/ Πλούσια μού αφιερώθηκαν καθώς το θερινό φως./ Κάμαρή μου, να μεταμορφώνεσαι σε απεριόριστο τοπίο,! τηλέφωνο, κόκκινο κρασί, έλλειμμα ανάμνησης.// Μόνο το ν' αγαπάς δεν είναι τίποτε./ Εύκολα ο ένας διαχέεται στον άλλο./ Πρέπει να έχης την αγάπη προσδιορίσει,/ Σε τόπο και καιρό, με τρόπο, μέχρι τέλους!

2.

Ο ποιητής Ηλίας Λάγιος ομνύει: 04:49' Η ΔΗΩ ΤΗΝ ΩΡΑ ΤΟΥ ΛΥΚΟΥ / Αυτό το ποίημα είναι η Δηώ, με προεξάρχουσα / την υπόσταση της Δηούς./ Σ' αυτό το ποίημα η Δηώ μια βάναυση είναι λυκοθυγατέρα / που φωνάζει./ Κόρη μου, σ' ευγνωμονώ που μου έδωσες τόση από έλλαμψη πολλή·/ στο άλλο ποίημα η Δηώ θρυμμάτιζε το φως καθώς λυκάκι.// Λυκάκι λοιπόν. Έτσι είπα σε κάποιο άλλο ποίημα / (ποτέ δεν το 'γραψα· προς τι; Επί ματαίω)./ Κάτι τις αν τα 'παιρνα στα σοβαρά· θα θύμιζε ίδρυση της Ρώμης./ Πού να βρεις λεφτά για ν' αναθρέψεις δίδυμα;// Ρώμος, Ρωμύλος· το λυκάκι ουρλιάζει·/ δεν έχω αίμα και ψυχή, δεν έχω πρόσωπο·/ δεν μπορεί να εκδώσει τίποτε από εμένα παρά,/ ένα στοιχείο από αλατισμένο δάκρυ./ Η λύκαινα η κυρά μου τρέχει αναζητώντας τον χαμό•// χαμού χαμός, χαμότατος, δικός μου ή δικός της,/ για μας αδιάφορο!

3.

Ο ποιητής Ηλίας Λάγιος ψαλμωδεί: Άρχοντά μου, σβησμένη σάρκα, μάτια χωρίς τα μάτια σου,/ σβώλε από χώμα, αχερουσία, μεσάνυχτα του κανενός,/ μα πώς βαστάς την τόση απουσία;/ Δεν σ' το 'πανε, ψυχούλα μου, που ο θάνατος νικήθηκε για πάντα;/ Σφαλισμένη η πόρτα μου· κλειστά τα παραθυρόφυλλα· μπορείς/ να μπης./ Παλιέ μου και μονώτατε, έλα να με γιορτάσης,/ ν' ανάψη η μια στιγμή χαράς, δικιά σου και δικιά μου,/ κι αχ, μου δίνεις το χέρι σου κι αχ, μου λες τ' όνομά σου.// Απόψε οι πεθαμένοι ξαγρυπνούν μες στων κεριών τις φλόγες,/ Και μοναχή παρηγοριά τα παιδικά της χρόνια στην Αθήνα··/ γίνε αγερίτσα του Θεού και πέταξε εδώ πάνω./ Δεν το 'νιωσες, κορμάκι μου, που ο θάνατος μας κέρδισε για πάντα;!

4.

ΥΓ. Γράφει ο Ευγένιος Αρανίτσης για τον Ηλία Λάγιο: Έτσι, ο Λάγιος, αφού έμαθε να εξαπατά τον θάνατο παριστάνοντας τον νεκρό, ώστε ο θάνατος να μην τον αρπάξει, αισθανόταν ξαφνικά ασφαλής και ξαναπετούσε στα μούτρα του θανάτου το γάντι. Τώρα βρίσκεται εκεί ακριβώς απ' όπου έρχονταν πάντοτε οι φωνές που τον δαιμόνιζαν, οι φωνές που του υπαγόρευαν την ποίησή του, εν ολίγοις οι φωνές των πεθαμένων συγγραφέων. Βρίσκεται στο σημείο σύγκλισης όλων των λυρικών τίτλων, κατοικεί –πώς να το πω;– σ' έναν τόπο σαν τα Ακασικά Αρχεία, όπου όλα τα ποιήματα, αυτά που έχουν ήδη γραφτεί κι εκείνα που δεν έχουν γραφτεί ακόμη, όλο αυτό το απόθεμα της αιθερικής διακειμενικότητας που τον συγκινούσε μέχρι παροξυσμού – λοιπόν σ' αυτόν τον ομφαλό είναι τώρα εγκατεστημένος για να υπαγορεύσει τα δικά του σκιρτήματα στους ανθρώπους που πρόκειται να επηρεάσει με τη σειρά του. Μπορεί, ποιος ξέρει, να ζήσουμε μια μικρή άνθηση των υποκοριστικών, μέσα από τα κρύσταλλα των οποίων εκείνος διέκρινε περιστασιακά λίγο απ' το φως ενός χρυσαφένιου απογεύματος σε κάποιον κήπο, το κυμάτισμα των βρύων γύρω απ' το πηγάδι. Σε μια εποχή αχαλίνωτης γιγάντωσης, αυτός επέμεινε στο φυλλαράκι, στο νεράκι, στις λεπτομέρειες των γάμων της μοναχής, όπου παρίσταντο σαν παράνυμφοι οι φωνές των λουλουδιών και των καρπών του ευκαλύπτου. Λίγοι έδειξαν τέτοια τρυφερότητα προς τα σιγανά ιντερλούδια του μικρόκοσμου. Ας υπογραμμίσω ότι δεν αναφέρομαι αποκλειστικά στο μήκος κύματος της φιλολογικής επίδρασης που θα ασκήσει –μικρής ή μεγάλης μένει να αποδειχτεί–, αλλά και της συγκινησιακής, εφόσον αυτή είναι σίγουρη, κι έπειτα, καθώς πιστεύω, τίποτα δεν θα δονούσε τον ίδιο περισσότερο από τη σκέψη ότι μερικοί φανατικοί ίσως να απαγγέλουν αύριο τα ποιήματά του καλλιεργώντας την ψευδαίσθηση ότι η ψυχή του ανασαίνει εκεί, παρούσα σαν μια πνευματική πυκνότητα, γεμίζοντας το δωμάτιο με αντήχηση. Αυτή η προσδοκία του, εννοείται, δεν ήταν καβαφική αλλά υπάκουε στην απεριόριστη λατρεία για τους ήχους της ελληνικής γλώσσας όπως την έμαθε παιδί. Τον ενθουσίαζε η παλιομοδίτικη αλλά ανθεκτική άποψη ότι γλώσσα και ψυχή ήταν ένα και το αυτό. Και να ο λόγος που η ψυχή του έκανε τόσα λάθη, να γιατί μπλέχτηκε σε τόσους αδιέξοδους ελιγμούς!

radiobookspotting.blogspot.gr/

Βιβλίο
0

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Βιογραφίες: Aπό τον Γκαρσία Μάρκες στην Άγκελα Μέρκελ

Βιβλίο / Πώς οι βιογραφίες, ένα όχι και τόσο δημοφιλές είδος στη χώρα μας, κατάφεραν να κερδίσουν έδαφος

Η απόλυτη επικράτηση των βιογραφιών στη φετινή εκδοτική σοδειά φαίνεται από την πληθώρα των τίτλων και το εύρος των αφηγήσεων που κινούνται μεταξύ του autofiction και των βιωματικών «ιστορημάτων».
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
ΕΠΕΞ Λευτέρης Αναγνώστου, ένας μεταφραστής

Λοξή Ματιά / Λευτέρης Αναγνώστου (1941-2024): Ένας ορατός και συγχρόνως αόρατος πνευματικός μεσολαβητής

Ο Λευτέρης Αναγνώστου, που έτυχε να πεθάνει την ίδια μέρα με τον Θανάση Βαλτινό, ήταν μεταφραστής δύσκολων και σημαντικών κειμένων από τη γερμανική και αυστριακή παράδοση.
ΝΙΚΟΛΑΣ ΣΕΒΑΣΤΑΚΗΣ
Κυκλοφόρησε η πιο διεξοδική μελέτη της δεκαετίας 1910-1920, μια τρίτομη επανεκτίμηση της «μεγαλοϊδεατικής» πολιτικής του Βενιζέλου

Βιβλίο / Κυκλοφόρησε η πιο διεξοδική μελέτη της δεκαετίας 1910-1920, μια τρίτομη επανεκτίμηση της «μεγαλοϊδεατικής» πολιτικής του Βενιζέλου

Ο Ιωάννης Στεφανίδης, καθηγητής Διπλωματικής Ιστορίας στη Νομική του ΑΠΘ και επιμελητής του τρίτομου έργου του ιστορικού Νίκου Πετσάλη-Διομήδη, εξηγεί γιατί πρόκειται για ένα κορυφαίο σύγγραμμα για την εποχή που καθόρισε την πορεία του έθνους.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Μανώλης Ανδριωτάκης: «Δεν φοβάμαι τις μηχανές, τους ανθρώπους φοβάμαι»

Βιβλίο / Μανώλης Ανδριωτάκης: «Δεν φοβάμαι τις μηχανές, τους ανθρώπους φοβάμαι»

Με αφορμή το τελευταίο του μυθιστόρημα «Ο θάνατος του συγγραφέα» ο δημοσιογράφος μιλά για την τεχνητή νοημοσύνη, την εικονική πραγματικότητα και την υπαρξιακή διάσταση της τεχνολογίας.
ΕΙΡΗΝΗ ΓΙΑΝΝΑΚΗ
Άλαν Χόλινγκερστ: «Η γραμμή της ομορφιάς»

Το πίσω ράφι / Η γραμμή της ομορφιάς: Η κορυφαία «γκέι λογοτεχνία» του Άλαν Χόλινγκχερστ

Ο Χόλινγκχερστ τοποθέτησε το βραβευμένο με Booker μυθιστόρημά του στα θατσερικά '80s και κατάφερε μια ολοζώντανη και μαεστρική ανασύσταση μιας αδίστακτης δεκαετίας.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Η συγγραφέας που έδωσε στον Στάινμπεκ το υλικό για «Τα σταφύλια της οργής» καταδικάζοντας το δικό της βιβλίο στην αφάνεια

Βιβλίο / Η συγγραφέας που έδωσε στον Στάινμπεκ το υλικό για «Τα σταφύλια της οργής» καταδικάζοντας το δικό της βιβλίο στην αφάνεια

Η Σανόρα Μπαρμπ είχε περάσει πολύ καιρό στους καταυλισμούς των προσφύγων από την Οκλαχόμα που είχαν πληγεί από την Μεγάλη Ύφεση και την ξηρασία, προκειμένου να γράψει το μυθιστόρημά της. Έκανε όμως το λάθος να δείξει την έρευνά της στον διάσημο συγγραφέα, ο οποίος την πρόλαβε.
THE LIFO TEAM
Μαρξ - Βάγκνερ - Νίτσε: Oι σπουδαιότερες μορφές του 19ου αιώνα

Βιβλίο / Μαρξ - Βάγκνερ - Νίτσε: Oι παρεξηγημένοι του 19ου αιώνα

Το βιβλίο του Γερμανού θεωρητικού και πανεπιστημιακού Χέρφριντ Μίνκλερ αναλαμβάνει να επαναπροσδιορίσει το έργο τους, που άλλαξε τα δεδομένα του αστικού κόσμου από τον 19ο αιώνα μέχρι σήμερα.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Νίκος Ψιλάκης: Mια ζωή αφιερωμένη στην καταγραφή της κρητικής παράδοσης και κουζίνας

Βιβλίο / Νίκος Ψιλάκης: Mια ζωή αφιερωμένη στην καταγραφή της κρητικής παράδοσης και κουζίνας

Ο Νίκος Ψιλάκης ερευνά και μελετά την κρητική παράδοση εδώ και τέσσερις δεκαετίες. Τα βιβλία του είναι μνημειώδεις εκδόσεις για το φαγητό, τις λαϊκές τελετουργίες και τα μοναστήρια της Κρήτης που διασώζουν και προωθούν τον ελληνικό πολιτισμό.
M. HULOT
«Δυστυχώς ήταν νυμφομανής»: Ανασκευάζοντας τα στερεότυπα για τις γυναίκες της αρχαίας Ρώμης

Βιβλίο / «Δυστυχώς ήταν νυμφομανής»: Ανασκευάζοντας τα στερεότυπα για τις γυναίκες της αρχαίας Ρώμης

Ένα νέο βιβλίο επιχειρεί να καταρρίψει τους μισογυνιστικούς μύθους για τις αυτοκρατορικές γυναίκες της Ρώμης, οι οποίες απεικονίζονται μονίμως ως στρίγγλες, ραδιούργες σκύλες ή λάγνες λύκαινες.
THE LIFO TEAM
Γιώργος Συμπάρδης: «Ήθελα οι ήρωές μου να εξαφανίζονται, όπως οι άνθρωποι στη ζωή μας»

Βιβλίο / Γιώργος Συμπάρδης: «Ήθελα οι ήρωές μου να εξαφανίζονται, όπως οι άνθρωποι στη ζωή μας»

Σε όλα τα έργα του πρωταγωνιστούν οι γυναίκες και μια υπόγεια Αθήνα, ενώ ο ίδιος δεν κρίνει τους ήρωές του παρά το αφήνει σε εμάς: Μια κουβέντα με τον χαμηλόφωνο συγγραφέα του «Άχρηστου Δημήτρη» και της «Πλατείας Κλαυθμώνος».
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ