Όταν η Σοφία Νικολαΐδου συνάντησε τον καρκίνο, αποφάσισε να κρατήσει ημερολόγιο. Το καινούργιο της βιβλίο με τίτλο Καλά και σήμερα. Το χρονικό του καρκίνου στο δικό μου στήθος (που μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Μεταίχμιο) δεν είναι τίποτε άλλο παρά αυτό το απροσδόκητο ημερολόγιο αυτής της απροσδόκητης συνάντησης.
«(...) Διαγνώστηκα με καρκίνο του μαστού στις 22 Σεπτεμβρίου 2014. Έκανα μαστεκτομή την 1η Οκτωβρίου και άρχισα χημειοθεραπεία στις 29 του ίδιου μήνα. Αυτό είναι το χρονικό του καρκίνου στο δικό μου στήθος. Μέχρι να νοσήσω είχα την αλαζονεία του υγιούς. Δεν πίστευα ότι μπορούσε να μου συμβεί. Είχα φίλες που νόσησαν. Νόμιζα ότι καταλάβαινα τι πέρασαν. Δεν είχα ιδέα.(...)».
Γύρισα στο σπίτι, ακύρωσα όλες τις δουλειές, κανόνισα τι θα γίνει με το παιδί. Ήθελα να τελειώσουν όλα γρήγορα. Να το πετάξω απ' το στήθος μου, να τελειώνω. Να βρω έναν καλό γιατρό, να εμπιστευτώ τον εαυτό μου στα χέρια του.
Όσοι ξέρουν τη Σοφία Νικολαΐδου (τη Σοφία συγγραφέα, τη Σοφία δασκάλα, τη Σοφία φίλη, μαμά, σύζυγο, τη Σοφία χίλια δύο κι άλλα τόσα) το 'χαν σιγουράκι πως η αρρώστια θα 'βρισκε μπελάδες μαζί της. Η Σοφία (με μια σοφία που μόνον όποιος βλέπει πέρα απ' τις λέξεις που γράφει μπορεί να κατέχει) γνώριζε καλά πως μόνο αν πεις τα πράγματα με τ' όνομά τους μπορείς να τα πολεμήσεις. Η Σοφία είπε τον καρκίνο καρκίνο κι αυτός (σαν το παραμύθι με τον Ρουμπελστίλτσκιν) το 'βαλε στα πόδια.
Ήθελα να μιλήσουμε για όλα αυτά. Της το ζήτησα. Δεν αρνήθηκε.
— Το μαθαίνεις. Ξέρεις επίσημα ότι έχεις καρκίνο. Ποια ήταν η πρώτη-πρώτη σκέψη;
Δεν υπήρξε πρώτη σκέψη, υπήρξε κραυγή. Από μέσα μου. Απ' έξω έβλεπα τον ακτινολόγο στον υπέρηχο να κοκκινίζει την περιοχή, να μετρά διαστάσεις. «Είναι καρκίνος»; ρώτησα. «Κατά πάσα πιθανότητα, ναι» απάντησε. «Και τώρα»; «Τώρα θα πρέπει να ελέγξουμε τις μεταστάσεις». Ως τότε, ο καρκίνος ήταν μια θεωρητική πιθανότητα. Όπως το να πέσει το αεροπλάνο. Μέσα σε μισό δευτερόλεπτο έγινε η ατομική μου πραγματικότητα. Κι επειδή το σώμα έχει τη δική του τοπική αυτοδιοίκηση και δεν λογαριάζει τίποτε και κανέναν, με έπιασε αμέσως ρίγος. Στον καύσωνα. «Μην κουνιέστε, δεν μπορώ να φωτογραφίσω» παραπονέθηκε ο χειριστής του αξονικού τομογράφου. «Τι νας σας πω, δεν εξαρτάται από μένα» γέλασα. «Έχω ρίγος». Λίγο αργότερα, άκουσα τη φωνή της γιατρού. Βγήκε απ' το δωματιάκι της, ήρθε και μου έπιασε το χέρι στο μηχάνημα: «Σοφία» (Μα, πού ξέρει το όνομά μου; Α, θα το διάβασε στον φάκελο). «Σοφία» επέμεινε. «Σε ένα τέταρτο θα δώσω τη διάγνωση της αξονικής. Αλλά φαίνεται καθαρό». Το ρίγος μού κόπηκε μαχαίρι. Μια μέρα μετά περπατούσα στην παραλία με τα αποτελέσματα των εξετάσεων παραμάσχαλα. Είχε αέρα, θυμάμαι, έκλαιγα, τα δάκρυα στέγνωναν στα μάγουλά μου. Σκέφτηκα «θα γίνει όμως ένα ωραίο βιβλίο». Χαζό, ξεχαζό, εμένα αυτή η σκέψη με παρηγόρησε.
— Ήσουν πραγματικά αισιόδοξη; Aληθινά και βαθιά αισιόδοξη;
Φυσικά και δεν ήμουν. Ούτε αισιόδοξη ούτε απαισιόδοξη. Άλλωστε, ποιος μπορεί να είναι; Ο καρκίνος είναι μια πανάρχαια, πολύ έξυπνη ασθένεια – πράγμα που δεν μας συμφέρει καθόλου. Αυτό που είχα (λέω εκ των υστέρων) ήταν μια παγιωμένη πρακτική αντιμετώπιση των πραγμάτων. Γύρισα στο σπίτι, ακύρωσα όλες τις δουλειές, κανόνισα τι θα γίνει με το παιδί. Ήθελα να τελειώσουν όλα γρήγορα. Να το πετάξω απ' το στήθος μου, να τελειώνω. Να βρω έναν καλό γιατρό, να εμπιστευτώ τον εαυτό μου στα χέρια του.
— Θύμωσες ποτέ με τους γιατρούς; Toυς είδες ως διεκπεραιωτές χωρίς ενσυναίσθηση;
Δεν με έπαιρνε να θυμώσω με τους γιατρούς. Όταν παίζεται η ζωή και ο θάνατος, αυτά είναι πολυτέλειες. Είμαστε τέκνα της δυτικής ιατρικής, ο ορθολογισμός είναι το κοινό μας ταπέτο. Διαλέγουμε τον γιατρό, που θα πει τον εμπιστευόμαστε και κάνουμε υπακοή. Υπήρχαν λίγα χρήματα στην άκρη. Με βοήθησαν να διατηρήσω την αξιοπρέπειά μου. Δεν θέλω να μπω στη συζήτηση για τα νοσοκομεία, την ασφάλιση του εργαζομένου και τα συναφή, τα γράφω στο βιβλίο. Οι ασφαλιστικοί φορείς και οι πάσης φύσεως μηχανισμοί βρίσκουν τον πιο σατανικό κάθε φορά τρόπο να ξυρίζουν την ανθρώπινη αξιοπρέπεια και να δυναμιτίζουν την ηρεμία. Τα ξέρετε, έχετε ακούσει ατελείωτες ιστορίες κι εσείς, όπως όλοι μας. Κατά την ταπεινή μου άποψη (την άποψη της ασθενούς που ήμουν), οι γιατροί δεν χρειάζεται να έχουν ενσυναίσθηση, αυτά είναι για τους συγγενείς και τους φίλους. Οι γιατροί οφείλουν να κάνουν καλά τη δική τους δουλειά, δηλαδή ό,τι είναι ιατρικώς δυνατόν. Σου λένε αλήθεια. Στηρίζουν, ακούν, φροντίζουν. Φυσικά και υπήρχαν μαύρες, κατάμαυρες στιγμές. Ιδίως την περίοδο της χημειοθεραπείας. Πετάει ο ογκολόγος μια ναπάλμ στο σώμα σου. Καίγονται τα ξερά, καίγονται και τα χλωρά. Δεν υπάρχει πιο σκληρό, πιο ανεξίτηλο μάθημα από τη χημειοθεραπεία. Εκ των υστέρων, θα μπορούσα να την παρομοιάσω με βασανιστήρια: πόσο αντέχει κανείς; Πότε σπάει; Υπάρχει στιγμή που θέλει να πηδήξει απ' το παράθυρο; (Για μένα, επί παραδείγματι, υπήρξε). Εκείνες τις μέρες, εξήγησα στους γιατρούς (με τρόπο οξύ κι ανυποχώρητο) ότι, παρόλο που με θεωρούσαν σκληρό καρύδι («αυτή που δεν γκρινιάζει, έτσι σε λέμε μεταξύ μας, Σοφία»), έσπασα. Αυτό σήμαινε ότι επανάληψη του ίδιου ακριβώς κοκτέιλ φαρμάκων την επόμενη φορά δεν θα με έστελνε απλώς στα Τάρταρα («αυτό με βάζετε να κάνω, κάθε φορά», τους είπα, «να σκύψω το κεφάλι, να κατεβώ στον Κάτω Κόσμο, να μαζέψω χώμα από κει και μετά να ανεβώ. Δεν μου μένει ψυχή, μόνο η πέτσα»). Το κατάλαβαν και μετρίασαν τη δόση. Το μόνο που νιώθω είναι ευγνωμοσύνη και σέβας για τους γιατρούς. Αυτοί μας σώζουν.
Ξέρεις, κάθε άρρωστος είναι η ατομική του περίπτωση. Δεν υπάρχει πιο σκληρό, πιο απάνθρωπο πράγμα από τις στατιστικές, όταν μιλούμε για ανθρώπους.
— Tι φοβήθηκες πιο πολύ;
Τον θάνατο, φυσικά. Ξέρεις, όλοι έχουμε ένα ποσοστό θανάτου να επικρέμαται πάνω απ' το κεφάλι μας. Όμως λίγοι έχουμε το σκληρό προνόμιο να βλέπουμε τον γιατρό με την άσπρη μπλούζα απέναντί μας να μας αποκαλύπτει το ατομικό μας ποσοστό. Τη μέρα που ο ογκολόγος με ενημέρωσε για το δικό μου νούμερο, επέστρεψα από το Μέγαρο Μουσικής (όπου ήταν το ιατρείο του) ως την Ευαγγελίστρια (όπου ήταν το σπίτι μου) σε είκοσι λεπτά. Από την παραλία, με τα πόδια. Με την παροχέτευση και τα σωληνάκια στην τσάντα. Όσοι ξέρουν τη Θεσσαλονίκη, καταλαβαίνουν. Κανονικά, είναι μία ώρα διαδρομή.
— Πιστεύεις σε κάποιο είδος «νομοτέλειας» των πραγμάτων; Θεωρείς ότι υπήρχε κάποιο νόημα πίσω από τη «βόμβα» της αρρώστιας;
Αφού τα καταφέρνουμε κι επιβιώνουμε, κάθε εμπόδιο για καλό, που έλεγαν και οι παλιές μαμάδες. Κάτι κερδίζεις, κάτι χάνεις. Χάνεις την ησυχία σου. Κερδίζεις μια πιο βαθιά αίσθηση της ζωής και των πραγμάτων.
— Στήριξες τους ανθρώπους γύρω σου;
Είχα να στηρίξω τον εαυτό μου (γέλια). Κοίτα, το βράδυ που επιστρέψαμε από τη διάγνωση καθίσαμε με τον Σάκη, τον άντρα μου, στον καναπέ αμίλητοι. Έπρεπε πρώτα να λύσουμε τα πρακτικά θέματα. Είπε: «Μακάρι να το πάθαινα εγώ. Θα μου ήταν πιο εύκολο». Είπα: «Αν χρειαστεί να σε παρηγορήσω γιατί εγώ έχω καρκίνο, τη γαμήσαμε». Αυτός ήταν ο λόγος, πιστεύω, που χρησιμοποίησα από την αρχή τη λέξη «καρκίνος». Ήταν το παιχνιδάκι μου: την έλεγα με το καλημέρα σας παντού, για να ξεμπερδεύω με τα μισόλογα και τα ψουψουρίσματα. Εγώ είχα να αντιμετωπίσω την αρρώστια. Οι υπόλοιποι ας τα έβγαζαν πέρα με τη λέξη.
— Στηρίχθηκες από τους ανθρώπους γύρω σου;
Ναι. Ξέρεις, υπάρχουν πολλά είδη του ίδιου καρκίνου. Ο καρκίνος που περνάς εσύ. Ο δικός σου καρκίνος, όπως τον περνούν οι άνθρωποι δίπλα σου: ο άντρας, το παιδί, η μάνα, τα αδέλφια, οι φίλοι. Ο καρκίνος των γνωστών, ο εξ ακοής. Ο καρκίνος των άλλων, όταν τον έχεις περάσει και ξέρεις. Δέχτηκα πολλά κιλά αγάπης και φροντίδας. Όταν μια σχέση περνάει μέσα απ' αυτό, όταν μια οικογένεια το βγάζει πέρα, όταν μια φιλία αντέχει στα δύσκολα, ε, τότε έχει ρίξει γερά μπετά. Δεν την πτοούν πολλά πράγματα μετά.
— Έμαθες, τελικά, τι είναι ο καρκίνος;
Φυσικά και όχι. Εδώ δεν το ξέρουν οι γιατροί (γέλια). Αυτό που έμαθα ήταν κάποια πράγματα για τον καρκίνο στο δικό μου στήθος. Ξέρεις, κάθε άρρωστος είναι η ατομική του περίπτωση. Δεν υπάρχει πιο σκληρό, πιο απάνθρωπο πράγμα από τις στατιστικές, όταν μιλούμε για ανθρώπους. Αυτό που έμαθα (βοήθησε η χημειοθεραπεία σ' αυτό) είναι πως εγκέφαλος και σώμα, σώμα και ψυχή δεν είναι τόσο διακεκριμένα όσο νομίζουμε. Σωματόψυχο. Δεν γίνεται να πονάει το ένα, χωρίς να αλαλιάζει το άλλο. Ούτε είμαι σίγουρη πώς μπορούμε να καταλάβουμε (ασθενείς και γιατροί) ποιο από τα δύο, το σώμα ή η ψυχή (ο εγκέφαλος, αν είστε πιο επιφυλακτικοί και πούροι αγνωστικιστές), δίνει τις εντολές και ποιος υπακούει. Έχω πάντως την αίσθηση πως το αφεντικό δεν είναι μόνιμο: κάποιες φορές το σώμα, άλλες φορές η ψυχή, παίρνει τις αποφάσεις κι έχει το πάνω χέρι.
— Γιατί έγραψες αυτό το βιβλίο; Γιατί έγραψες από την πρώτη στιγμή αυτό το βιβλίο;
Γιατί αυτό ήταν το φάρμακο και η θεραπεία μου. Τώρα που έχω έναν καρκίνο πίσω μου και ζωή (ελπίζω) μπροστά μου είναι η ευκαιρία να κάνω λογαριασμό. Να μετρήσω με ψυχραιμία και καλή καρδιά τι κέρδισα και τι έχασα με την αρρώστια. Να διασκεδάσω τους φόβους, να ονομάσω εκ των υστέρων το άρρητο. Αυτό το βιβλίο γράφτηκε μέρα-μέρα. Από τη στιγμή της διάγνωσης μέχρι την τελευταία χημειοθεραπεία. Είναι το πιο προσωπικό, το πιο δικό μου βιβλίο. Γιατί το έχω γράψει με το σώμα μου.
— Tι σημαίνει «σήμερα ζω τη ζωή πιο βαθιά»;
Το πολύ απλό: όταν έχεις δει το βαθύ, το στερεό σκοτάδι, το φως είναι τροπαιοφόρο και πανηγυρικό. Δεν είσαι ο ίδιος άνθρωπος μετά. Έχεις πετάξει τα βαρίδια. Απολαμβάνεις τη στιγμή με την επίγνωση αυτού που δεν σπαταλά χρόνο και καρδιά σε βλακείες.
— Σου είπα ποτέ «ευχαριστώ» για όσα είσαι;
Α, ρε Γλυκερία. Το ξέρεις πως μετά την τελευταία χημειοθεραπεία μού είχες γράψει την πιο ωραία ευχή;
«λαστ/λαστ/λαστ (τρις)
να το κάνουμε ξόρκι και επωδό, να πάει στα όρη τ' άγρια βουνά, σοφάκι.
Να το σκέφτεσαι σαν να έγινε κάπου αλλού. Να κρατήσεις την έξτρα σοφία, τα μανόν και την αλήθεια σου».
ΙNFO
Η Σοφία Νικολαΐδου έχει εκδώσει συλλογές διηγημάτων, μυθιστορήματα, μελέτες για τη Φιλολογία, τις Τεχνολογίες της Πληροφορίας και της Επικοινωνίας, τη Δημιουργική Γραφή, μεταφράσεις αρχαίου δράματος και ροκ στίχων. Το μυθιστόρημά της «Απόψε δεν έχουμε φίλους» (Μεταίχμιο, 2010) τιμήθηκε με το Athens Prize for Literature. Το τελευταίο της μυθιστόρημα είναι το «Χορεύουν οι ελέφαντες» (Μεταίχμιο, 2012), το οποίο κυκλοφόρησε στις ΗΠΑ και τον αγγλόφωνο κόσμο τον Φεβρουάριο του 2015 με τον τίτλο «The Scapegoat» από τις εκδόσεις Melville House, σε μετάφραση Karen Emmerich. Aυτές τις μέρες η Σοφία βρίσκεται στην Αμερική, πραγματοποιώντας μια σειρά από ομιλίες και βιβλιοπαρουσιάσεις σε φημισμένα αμερικανικά πανεπιστήμια της Ανατολικής Ακτής (Princeton, Brown, Harvard κ.ά.), τη διοργάνωση των οποίων ανέλαβε το Onassis Foundation (New York).
Το νέο της βιβλίο «Καλά και σήμερα» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μεταίχμιο.
σχόλια