Σε μια εποχή που η ροκπαραφιλολογία εστιάζει σε νοσταλγικέςsex, drugs androck and rollιστορίες από τα χαρακώματα περασμένωνηρωικών καιρών, προορισμένες για αγοράκιακάθε ηλικίας που επιζητούν να βιώσουνέστω διά της οσμώσεως κάτι από τη ροκμυθολογία του παρελθόντος, τα νηφάλιααπομνημονεύματα που κυκλοφόρησανπρόσφατα δύο παραλίγο αστέρες του«εναλλακτικού» ροκ των ‘90sμοιάζουν λίγο με πικρό καφέ μετά απόβαρύ μεθύσι. Απόσταγμα στερνής γνώσης,τα βιβλία του Dean Wareham(Galaxie 500/Luna)και της Juliana Hatfield,που βγήκαν λίγο πριν και λίγο μετά τοκαλοκαίρι αντίστοιχα, αποτελούνκαταγραφές -χωρίς φόβο, πάθος και ενοχές-της ζωής στο indie/εναλλακτικόσύμπαν και συγχρόνως μνημόσυνο σ'εκείνη την περίοδο της περασμένηςδεκαετίας όπου οι σπασίκλες/outsiders/εστέτεκπρόσωποι της «περίφημης»Generation Xφάνηκαν προς στιγμήν να κερδίζουν τοπαιχνίδι, έστω κι αν η νίκη αποδείχτηκεπύρρειος. Ο Wareham (46 χρονών)δεν κρύβει στο βιβλίο του με τίτλο BlackPostcards ότι παρά το«κουλτουριάρικο» παρελθόν του-περιφερόταν ως τροτσκιστής στοΠανεπιστήμιο του Χάρβαρντ- ήθελε ναγίνει ροκ σταρ, αλλά από το ξεκίνημασχεδόν της καλτ δημοσιότητας των Galaxie500 τα έβρισκε δύσκολα με το οξύμωρο του«ροκ ιδεαλισμού»: «... Μια μπάνταμπορεί να ξεκινήσει ως αγνή φιλικήσχέση. Μοιράζεσαι την αγάπη και τονενθουσιασμό για τη μουσική με κάποιουςανθρώπους... αλλά αν η μπάντα γνωρίσειέστω και μικρή επιτυχία, μπαίνει σε μιαάλλη λογική. Γίνεται μπίζνα και οι φίλοισου γίνονται συνέταιροι... Στην αρχήέχει πλάκα να ανήκεις μαζί τους σ' αυτήντη μυστική κοινότητα, σ' αυτήν τη σέκτα.Αλλά σταδιακά ανακατεύεσαι στις ζωέςτους πιο πολύ απ' ό,τι θα ήθελες. Αντίγια φίλοι, γίνονται κάτι σαν εραστές.Εραστές με τους οποίους συγκατοικείςμε το ζόρι, ενώ στην πραγματικότηταθέλεις να είσαι μόνος».
Όσο ενδιαφέρον όμως κιαν έχουν οι αναπολήσεις και ο σταδιακόςκλονισμός κολεκτιβιστικών ψευδαισθήσεων,εκεί που πετυχαίνουν φλέβα τα δύο βιβλίαείναι στην ειλικρινή πρόθεση των«συγγραφέων» τους να παραδεχτούνότι ίσως τελικά να μην είχαν το ροκγονίδιο. Ή απλά μεγάλωσαν και λαχταρούνάλλες νορμάλ πίστες -κανονικές, «γήινες»οικογένειες και όχι τις «εναέριεςοικογένειες» αιώνιων εφήβων τηςΓενιάς Χ. Παράλληλα δεν διστάζουν νακαταγράψουν τη δυσκολία τους μετά απότόσα χρόνια «παραμύθας» ναδιαχειριστούν αποτελεσματικά το «εδώκαι τώρα» ή ακόμα και τα πράγματα πουείναι αυτονόητα για την καθημερινή ζωήάλλων ανθρώπων. Σε κάποιο σημείο τουBlack Postcards oDean Warehamπεριγράφει μια συνεδρία με τον ψυχαναλυτήτου, στην οποία μιλά για το μικρό γιοτου:
«Ο Τζακ έχει αυτήτην απίστευτη ικανότητα να απολαμβάνειτη στιγμή. Χαμογελά διαρκώς, ενώ εγώνιώθω μόνιμα μια θλίψη για το παρελθόνκαι μια ανησυχία για το μέλλον».
«Κατουράς το παρόν».
«Παρντόν;»
«Έχεις το ένα πόδιστο παρελθόν και το άλλο στο μέλλον καικατουράς ενδιάμεσα το παρόν».
Ακολούθως, περιγράφειτη μέρα που χώρισε με τη γυναίκα του καιείδε το μικρό να φεύγει από το σπίτι μετην νταντά: «Πήγα στο στούντιο, έκατσαστο πάτωμα κι άρχισα να κλαίω. Περίεργοιήχοι έβγαιναν από το λαιμό μου από κάπουπολύ βαθιά - πρωτόγονοι θόρυβοι που δενείχα ιδέα ότι βρίσκονταν μέσα μου.Προφανώς όμως ήταν πάντα εκεί».
Προς το τέλος του βιβλίουτης, που έχει τίτλο When IGrow Up (ΌτανΜεγαλώσω) και κυκλοφόρησε παράλληλα μετο νέο της άλμπουμ, η JulianHatfield (41 χρονών) γράφει(αναστενάζοντας, μπορεί να φανταστείκανείς) για το χρόνιο και ψυχοφθόροκόλλημά της με ένα πολύ συγκεκριμένοτύπο ροκ γκόμενου σε μπάντα -το αρχέτυποτου «αιώνιου αγοριού», νάρκισσου,ανώριμου, ευαίσθητου και καλλιτεχνίζοντος-και την οριστική συνειδητοποίησή τηςπριν λίγα χρόνια ότι ζούσε σε λάθος τριπκαι στην πραγματικότητα επιζητούσε απότο σύντροφο αλλά κι από τον εαυτό τηςακριβώς τα αντίθετα: λογική, σιγουριά,υπομονή, γνώση, αυτοπεποίθηση, καλοσύνη...
«Αγαπούσατο rockand roll.Και τους άντρες που το ζούσαν. Ήθελανα είμαι ένας απ' αυτούς... Αλλά ήμουνεντελώς παραπλανημένη. Γιατί κατά βάθοςδεν είμαι rock androller. Κατά βάθος είμαιβιβλιοθηκάριος, καλόγερος, γεροντοκόρη.Ήμουν σαν το ψάρι έξω από το νερό στοσύγχρονο ροκ σύμπαν. Γι' αυτό και ένιωθαμονίμως δυσαρέσκεια και αβεβαιότητα.Βρισκόμουν σε λάθος περιβάλλον - γι'αυτό και πάντα μου φαινόταν ότι κάτιήταν τραγικά λάθος. Δεν θέλω εκκωφαντικόθόρυβο και δόξα και σκάνδαλα και ναρκωτικάκαι τρελά ξενύχτια και προβολείς. Θέλωηρεμία και τάξη - απομόνωση και χώρο γιαστοχασμό. Θέλω να ξυπνώ την αυγή, να πίνωτσάι και ν' ακούω τα πουλιά. Θέλω νααντικρίσω την πραγματικότητα. Κανένααπ' αυτά τα cool ροκ αγοράκια-αυτές οι αδύνατες, χλωμές, αναμαλιασμένες,moody αρσενικές καλλονές-δεν είναι όσο cool φαίνονταιστο αγύμναστο μάτι. Φυσικά δεν πρόκειταινα το παραδεχτούν ποτέ. Εγώ όμως έχω δειτην αλήθεια. Δεν είναι cool,ούτε κι εγώ είμαι cool.Κανείς μας δεν υπήρξε ποτέ cool.Αυτό που ήμαστε και παραμένουμε είναικρυφά φρικαρισμένοι...».
Άρνηση; Ωριμότητα;Ρεαλισμός; Πικρία; Η μοίρα του ευαίσθητουφλώρου; Ίσως ένας συνδυασμός απ' όλααυτά που βοηθούν σε μια υγιή επιβίωσηόταν ο χρόνος βαραίνει. Έχει κανείςπάντως την αίσθηση ότι οι μεσήλικεςμεταλλάδες και οι classicπουρόκερς δεν έχουν τέτοια προβλήματα.Μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύματι; Μπα,απλά διαφορετική αντίληψη, όπως μπορείνα βεβαιώσει οποιοσδήποτε έχει διαβάσειέστω και μια πρόταση από την αυτοβιογραφίατου 62χρονου Lemmy τωνMotorhead.
σχόλια