Τράβηξα αυτήν τη φωτογραφία γύρω στα τέλη Οκτώβρη με αρχές Νοέμβρη του 2015, στον καταυλισμό των Αφγανών στη Λέσβο. Βρέθηκα, καλεσμένη, να κάνω ένα ρεπορτάζ για την υποδοχή του 21χρονου Ασέμ Ασάν και δύο συνταξιδιωτών του που έρχονταν από την Ιορδανία, και συγκεκριμένα από το κέντρο παροχής βοήθειας του Dave Levin. Πρόκειται για έναν οργανισμό που βοηθά Σύριους πληγέντες με κάθε δυνατό τρόπο: αποκατάσταση, κατάρτιση, σπουδές, πρακτική. Ο Ασέμ Ασάν πήγε εκεί όταν έχασε το πόδι του κατά τη διάρκεια βομβαρδισμού και ενόσω βοηθούσε, μεταφέροντας με το νοσοκομειακό διάφορους τραυματίες. Στον οργανισμό έμεινε τρία χρόνια και έμαθε τη μέθοδο αναγέννησης των οστών μέσω τρισδιάστατης εκτύπωσης. Έτσι, έφτιαξε ένα πρόσθετο μέλος για το δικό του πόδι, αλλά μπόρεσε να βοηθήσει κι άλλους συνανθρώπους του.
Ο Ασέμ, λοιπόν, ερχόταν από την Ιορδανία μαζί με δύο άλλους φίλους (ο ένας τυφλός και ο άλλος με σοβαρά κινητικά προβλήματα). Εδώ τον περίμενε ο φίλος και συνεργάτης του, που ήθελε να επιβεβαιώσει πως έφτασε σώος και αβλαβής από το δύσκολο ταξίδι στη θάλασσα, από την Ιορδανία ως τη Μυτιλήνη. Μαζί τους ήμουν κι εγώ, που τους ακολούθησα από τη Μυτιλήνη και σε όλη τη μακρά και επίπονη διαδρομή ως τον τελικό προορισμό τους, στο Βερολίνο.
Στη Μυτιλήνη υπάρχουν δύο καταυλισμοί: ο Καρά Τεπέ, στον οποίο μένουν κυρίως οι οικογένειες Σύριων, και ο άλλος, στη Μόρια, όπου φιλοξενούνται οι υπόλοιποι Αφγανοί, Κούρδοι, Ιρανοί, Αφρικανοί. Στις δύο αυτές περιοχές ο κόσμος περιμένει σε τεράστιες ουρές για να καταγραφεί, ώστε μετά να ακολουθήσει η επίπονη διαδρομή ως τα Σκόπια, από εκεί στη Σερβία, στην Αυστρία και, τέλος, στη Γερμανία, με όσα συνεπάγεται η πολύωρη αναμονή στο κρύο και τη βροχή.
Είμαι, λοιπόν, στον καταυλισμό στη Μόρια ένα βράδυ, για να φωτογραφίσω. Το πρώτο πράγμα που παρατηρεί κανείς σε αυτούς τους ανθρώπους είναι η ψυχολογία τους. Έχεις την αίσθηση πως βρίσκεσαι σε ένα φεστιβάλ! Οι άνθρωποι αυτοί έχουν υποστεί τόσα: έχουν βασανιστεί, έχουν χάσει τους δικούς τους, έχουν ταξιδέψει στριμωγμένοι 50 άτομα σε μια βάρκα που μόλις και μετά βίας χωράει 10, και μάλιστα πληρώνοντας 1.500 ευρώ το κεφάλι. Με το που πατάνε το πόδι στους στην Ευρώπη, στην Ελλάδα δηλαδή, αλλάζουν. Θεωρούν πως έχουν φτάσει στα μισά της οδύσσειάς τους, πως πάει, το δύσκολο πέρασε πια.
Εκείνο το βράδυ, λοιπόν, περνάω στα μουλωχτά, μέσω μιας τρύπας στο συρματόπλεγμα, και όπου περπατάω, βλέπω στις σκηνές παρέες αντρών (που έρχονται μόνοι τους) να έχουν ανάψει φωτιές και, μαζεμένοι γύρω από αυτές, να μιλούν, να τραγουδούν, να παίζουν μουσική. Είναι αργά, έχουν ηρεμήσει οι εντάσεις, το κλίμα είναι όμορφο και ανθρώπινο. Κατευθύνομαι στο δάσος, εκεί όπου έχουν καταφύγει άνθρωποι που δεν έχουν χωρέσει στους καταυλισμούς και ψάχνουν καταφύγιο στα δέντρα. Εκεί, λοιπόν, στο δάσος, υπάρχει ένα εγκαταλελειμμένο στρατόπεδο με γκράφιτι στους τοίχους. Από εκεί είναι και η φωτογραφία που τράβηξα. Μπροστά στα παλιά μαγερειά βρίσκεται μια παρέα αντρών και ένα πιτσιρίκι γύρω στα 12 που έχουν μαζευτεί γύρω από τη φωτιά.
Αυτό που είδα, αυτό που με κέρδισε σε αυτήν τη λήψη, είναι πως η παρέα της φωτογραφίας αντιπροσωπεύει την αίσθηση του κύκλου της ζωής: όλα συνδέονται, όλα γίνονται ένα, ζωή, κλάμα, γέλιο, θάνατος. Είναι άνθρωποι που έχουν χάσει τα πάντα, που έχουν τραβήξει τα πάνδεινα, που έχει κινδυνέψει η ζωή τους. Και όμως, βρίσκουν πάλι κουράγιο και δύναμη για να συνεχίσουν, για να χαμογελάσουν, πότε όμως χωρίς τη φιλία. Αυτό ήταν το άλλο δυνατό σημείο που αγάπησα στη φωτογραφία. Η φιλία και η ανάγκη του ανθρώπου για φίλους, για συνοδοιπόρους στη ζωή. Δεν νομίζω πως υπάρχει κάτι κρυφό, κάτι που οι θεατές δεν μπορούν να αποκωδικοποιήσουν σε αυτήν τη φωτογραφία. Αλλά προσκαλώ κι εσένα που με ρωτάς και όλους όσοι τη δουν να πουν τι συναισθήματα εγείρει στον καθένα.
Πρόκειται για μια σχετικά πρόσφατη φωτογραφία, το θέμα της όμως, η προσφυγιά, είναι διαχρονικό. Η προσφυγιά είναι στο αίμα μας. Δεν θα σταματήσει να με συγκινεί η προσφυγιά, χωρίς να έχω καταβολές αυτού του είδους. Θυμάμαι, δηλαδή, μικρή ακόμα, ν' ακούω τη Μοσχολιού να τραγουδά «μιλώ για τα παιδιά μου και δακρύζω» και να πονάω – πονούσε η καρδιά μου. Αυτά τα συναισθήματα, η ανάγκη για φιλία, ο πόνος του ξεριζωμού, η συντροφικότητας της φωτογραφία, δεν θ' αλλάξουν όσος καιρός και αν περάσει.
CV
Γεννημένη:Σπάρτη, 1971
Σπουδές: Σπούδασα φωτορεπορτάζ σε διάφορα workshops και στη σχολή Focus. Τώρα διδάσκω σε workshops στην Ελλάδα και το εξωτερικό.
Επιρροές:Ο Πλάτων Ριβέλλης και οι φωτογράφοι του πρακτορείου Magnum. Με εντυπωσιάζει το πώς η δουλειά είναι η ζωή τους. Το ρεπορτάζ είναι ο μόνος τρόπος ζωής που ξέρουν. Το βλέπω και σ' εμένα την ίδια: είναι η δουλειά που έχει διαμορφώσει τον χαρακτήρα, την καρδιά μου, είναι ό,τι με κάνει πολύ ευτυχισμένη.
Καλύτερη στιγμή:Οι έννοιες καριέρα και ζωή είναι απολύτως συνυφασμένες για μένα, έτσι δεν μπορώ να διακρίνω μία και μοναδική σπουδαία στιγμή. Σπουδαία είναι κάθε φορά που δημιουργώ, γιατί το κάνω πάντα με μεγάλη αγάπη. Σπουδαίες στιγμές είναι τα ταξίδια που μοιράζομαι στη ζωή
Χειρότερη στιγμή: Η περίοδος κατάθλιψης που δεν είχα δουλειά, ένα μικρό στάδιο που πέρασα άπραγη. Έμαθα, όμως, κάτι από αυτό, το φιλοσόφησα. Έφυγα από το απόλυτο, από την εξάρτηση της δουλειάς. Είδα πως αν δεν υπάρχει δουλειά, η ζωή δεν έχει τελειώσει. Υπάρχουν τόσα που αξίζει ν' αγαπά και να χαίρεται κανείς
Top tip:Δεν έχω καμία συμβουλή να δώσω, δεν μου αρέσει. Απλώς, όσοι θέλουν να ασχοληθούν με το φωτορεπορτάζ, πρέπει σίγουρα να ξέρουν ότι χρειάζεται κότσια και τρέλα. Να το έχεις στο αίμα σου που λέμε, να είναι αυτό και τίποτε άλλο.
σχόλια