FLASHBACK '85 (Αλέξης)
Είναι 1985, φθινόπωρο, απόγευμα. Στέκομαι έξω από το Χημείο και περιμένω τον Χρήστο. Το άλλο Σάββατο παίζουμε στον Πήγασο κι έχουμε μερικές αφίσες-φωτοτυπίες να κολλήσουμε στα στέκια της περιοχής. Με την ευκαιρία θα περάσουμε από το Art Nouveau του Νίκου Κοντογούρη για να δούμε τι γίνεται με το single – το «Midnight Hop» έχει κυκλοφορήσει την άνοιξη. Ο Νίκος ήταν ανάμεσα στους ανθρώπους που πίστεψαν σ' εμάς και αποφάσισε να κυκλοφορήσει το δισκάκι μας στη μικρή του εταιρεία. Για να «βγει» η ηχογράφηση βοήθησαν όλοι, ο Γρηγόρης, ο Έλτον και άλλοι, έβαλαν χρήματα για να μπούμε στο στούντιο. Το ηχογραφήσαμε μέσα σε ένα Σαββατοκύριακο. Η κυκλοφορία του «Midnight Hop» είναι μεγάλη υπόθεση για μας. Είναι η πρώτη φορά που κρατάμε στα χέρια μας ένα κομμάτι βινύλιο που γράφει το όνομά μας. Αυτό αρκεί για να μας εκτοξεύσει στα ουράνια.
Έχει λίγο κόσμο στη Ναυαρίνου, αλλά πριν από λίγους μήνες, τον Μάιο, σε αυτό το σημείο που στέκομαι τώρα το σκηνικό ήταν αλλιώς, ήταν οι μέρες του Χημείου. Είμαστε τρελοί κι ευτυχισμένοι. Η επιχείρηση «Αρετή» στα Εξάρχεια μετράει έναν χρόνο τώρα, το κλίμα είναι ηλεκτρισμένο, σαν πολλές μικρές φωτιές που σιγοκαίνε. Και μέσα σου μια άλλη φωτιά, «This Fire Inside». Πριν από λίγο ήμουν με τον Φώτη απ' το Περιστέρι, κανονίζαμε για ένα live παρέα με τους Φάντηδες σε ένα κλαμπ που έχουν εκεί οι ροκαμπιλάδες, σίγουρα θα γίνει της κακομοίρας. Είναι καλή χρονιά για το γκρουπ. Πέρα απ' το σινγκλάκι, έχουμε βρει ένα μέρος να κάνουμε πρόβες στη Νέα Ελβετία, στο στούντιο των Villa και των Yell. Παίζουμε συχνά αυτή την εποχή, στον Πήγασο που κρατάει ακόμα, στου Παπάγου, όπου το πράγμα παραλίγο να καταλήξει σε μακελειό, στο Berlin στη Θεσσαλονίκη, στο Chevrolet στα Γιάννενα, στο Θέατρο Ρεματιάς στο Χαλάνδρι, στο Άλσος Νέας Σμύρνης, παίζουμε σχεδόν ασταμάτητα· είμαστε άλλη μια μικρή αίρεση του rock'n'roll, μια αρρύθμιστη μηχανή θορύβου που ρολάρει συνεχώς, γιατί δεν υπάρχει τίποτα στη ζωή μας που να συγκρίνεται με αυτό που έχουμε στα χέρια μας παίζοντας στους Last Drive.
Θυμάμαι πολλή δημιουργικότητα, όλοι να κάνουν κάτι με όποιο μέσο διέθετε ο καθένας, φωτογραφίες, γραφιστικά, μουσική, γράψιμο, φανζίν, εκδόσεις. Από την άλλη, ένας άλλος κόσμος, που φαινόταν όλο και πιο σίγουρος ότι το χρήμα είναι η απάντηση σε όλα κι έχανε όλο και περισσότερο την επαφή του με την αληθινή ζωή, κάτι που δεν συνέβαινε μόνο στην Ελλάδα.
Κάπως έτσι ήταν η καθημερινότητά μας στα μέσα των '80s, κάπως έτσι κύλησε η φάση μας εκείνη τη δεκαετία. Μια παρέα που με τα προτερήματα και τις αδυναμίες της έφτιαχνε, όπως και πολλές άλλες, τον δικό της κόσμο μέσα σε μια Ελλάδα που προσπαθούσε αμήχανα να βρει το πρόσωπό της. Η εποχή είχε δύο πλευρές. Από τη μια όλες οι τάσεις που είχαν σιγήσει τα προηγούμενα χρόνια πάσχιζαν να βρουν τη γλώσσα τους, το πεδίο ήταν ακόμα αδιαμόρφωτο και αυτό «άνοιγε» τις επιλογές σου. Θυμάμαι πολλή δημιουργικότητα, όλοι να κάνουν κάτι με όποιο μέσο διέθετε ο καθένας, φωτογραφίες, γραφιστικά, μουσική, γράψιμο, φανζίν, εκδόσεις. Από την άλλη, ένας άλλος κόσμος, που φαινόταν όλο και πιο σίγουρος ότι το χρήμα είναι η απάντηση σε όλα κι έχανε όλο και περισσότερο την επαφή του με την αληθινή ζωή, κάτι που δεν συνέβαινε μόνο στην Ελλάδα. Όμως, ήταν η δεκαετία που ακούσαμε αυτά που μας διαμόρφωσαν και πυροδότησαν την περιπέτεια που ακολούθησε: εκπληκτική μουσική, βιβλία, ταινίες, ιδέες που έρχονταν απ' έξω, που έδεναν το παρελθόν με το παρόν και την ιδέα μας για το μέλλον. Αυτά τα πράγματα είχαν μια δύναμη που μας έκανε να νιώθουμε σίγουροι ότι αυτό που γινόταν μας αφορούσε, έστω και αν βρισκόμαστε χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά.
ΔΕΚΑΕΤΙΑ ΤΟΥ '90 (Χρήστος)
Η δεκαετία του '90 ξεκίνησε για τους Last Drive με ένα νέο άλμπουμ, το «Blood Nirvana». Τόσο στο δημιουργικό μέρος όσο και στον ήχο της μπάντας ήταν εμφανής η διάθεση να εξερευνήσουμε τα όριά μας – να περάσουμε από το ροκαμπίλι και το garage σε πιο σκληρή επικράτεια, έχοντας στον νου μας το ροκ του Μίσιγκαν και τη μετεξέλιξή του σε πανκ μία δεκαετία αργότερα. Έτσι κι αλλιώς, για μας όλη η ιστορία του rock'n'roll και τα συγκροτήματα που πάντοτε μας ενδιέφεραν χαρακτηρίζονταν –πέρα από μουσικές κατηγοριοποιήσεις– από το πνεύμα της εξέγερσης και της ανυπακοής.
Κομβικό σημείο για μας εκείνη την εποχή, η γνωριμία και η συνεργασία μας με τον Paul B. Cutler των 45 Grave και Dream Syndicate. Ο Paul έγινε το πέμπτο μέλος της μπάντας, έδεσε μ' εμάς και μας βοήθησε να βάλουμε σε τάξη τον καταιγισμό από εικόνες και ήχους που μαινόταν στο μυαλό μας.
Την ίδια εποχή, η ελληνική κοινωνία είχε αρχίσει σιγά-σιγά να περνάει στην εποχή της πλαστής ευδαιμονίας που θα άλωνε την ψυχοσύνθεση του κόσμου, οδηγώντας τελικά έναν λαό να πιστέψει ότι αρκούσε να διαβάζει καθημερινά τις οικονομικές εφημερίδες, να παίζει το Χρηματιστήριο στα δάχτυλα και να καταναλώνει, να καταναλώνει, να καταναλώνει, για να είναι ο πιο «γαμάτος» της Ευρώπης. Το κλίμα γινόταν ασφυκτικό, νιώθαμε ότι έπρεπε να αντιδράσουμε... Είχαμε ήδη αποφασίσει να ακολουθήσουμε τον δικό μας δρόμο, εκεί που ξέραμε, στις Autobahn και στα κλαμπ της Γερμανίας –γνωρίζοντας στην πορεία τους Dead Moon, γνωριμία που έμελλε να μεταμορφωθεί σε αδελφική φιλία– αλλά και σε οποιαδήποτε σκηνή της Ευρώπης και της Ελλάδας ήταν διατεθειμένη να μας φιλοξενήσει.
Πολύ σύντομα, όμως, οι ορίζοντες άρχισαν να «σκοτεινιάζουν» και για μας. Το επόμενο άλμπουμ, το «Fuckhead Entropy», ίσως ό,τι πιο «δύστροπο» και εσωτερικό έχουμε ηχογραφήσει, ήταν ένας δίσκος από μια μπάντα που ακροβατούσε στα όρια. Αυτό μπορεί να μην ήταν τόσο εμφανές στο κοινό, αλλά για τους Last Drive –αν και με νέο αίμα (ο Θάνος είχε αντικαταστήσει τον P.E.PP στην κιθάρα)– η δημιουργία του δίσκου ήταν μια διαδικασία επώδυνη, αφού εξωγενείς παράγοντες, καταχρήσεις, κάποια live που πήγαν στραβά και μια διαρκώς παρούσα αίσθηση αποδιοργάνωσης ροκάνιζαν την υπόστασή τους.
Υπήρχαν κινήσεις που έπρεπε να γίνουν, γιατί δεν γινόταν αλλιώς. Μετά από σχεδόν 10 χρόνια σε ανεξάρτητη εταιρεία, αποφασίσαμε να δεχτούμε την πρόταση μιας πολυεθνικής (τόσα ξέραμε, τόσα κάναμε...) και να επιχειρήσουμε να στήσουμε όλο το σκηνικό για τον νέο δίσκο μόνοι μας (πρόβες, ηχογράφηση, παραγωγή). Στο καλλιτεχνικό κομμάτι λειτουργήσαμε ως γκρουπ και νομίζω ότι τα πήγαμε πολύ καλά. Το «Subliminal» έγινε ένα από τα αγαπημένα μας άλμπουμ και η εποχή της προπαραγωγής και της ηχογράφησης ήταν μία απ' τις καλύτερες περιόδους που έχουμε ζήσει. Ως το «τέλος», που δεν θα αργούσε να έρθει...
Εξαρχής γνωρίζαμε ότι αυτό που κάναμε ήταν versus reality, όμως μέσα σε 12 χρόνια είχαν μαζευτεί πολλά. Κάθε φορά που περνούσαμε μια κρίση, το γκρουπ βίωνε μία σωτήρια εσωστρέφεια, επιστρέφαμε στον πυρήνα και παίρναμε δύναμη από τη μουσική και από τη σχέση μας, αλλά τώρα είχαμε αφήσει τους εξωγενείς παράγοντες να διαβρώσουν τον πυρήνα. Πρώτος αποχώρησε ο Γιώργος. Κάποιοι αποφάσισαν να εξερευνήσουν άλλους μουσικούς δρόμους, άλλοι να μαζέψουν τα κομμάτια τους... Ride into the sun...
2000-3000 (Γιώργος)
Κάθε τέλος έρχεται με μια καινούργια αρχή. Σιγά-σιγά όλα μοιάζουν πιο καθαρά. Δεν έχεις και πολλά περιθώρια επιλογής. Το ένστικτο είναι ο βασιλιάς. Και αυτό είναι που ξυπνάει τις επιθυμίες.
Μέσα σ' ένα αντιφατικό περιβάλλον πρέπει να χωρέσεις τα δύο πρόσωπα του αύριο. Πού ανήκεις. Τερμάτισε τους ενισχυτές. Κάρφωσε. Σκάψε. Εκεί είμαστε, και είμαστε καλύτερα από ποτέ. Γιατί ξέρεις ότι υπάρχει κάτι που σου ανήκει και δεν χρειάζεται να το εξηγήσεις. Απλώς τερμάτισέ τα όλα. («Reunion», 2007)
... Και ξαφνικά, το όνομά μου είναι φόβος
Και θα σε στοιχειώσω άμα νοιάζομαι
Απόκοσμα, το παιχνίδι μου είναι καθαρό
Και θα σε πιάσω αν τολμώ
Αλλά δεν υπάρχει χρόνος για να μείνω
Ίσως ήρθε η ώρα να καβαλήσω την ακτίνα
Ίσως το αύριο δεν έρθει ποτέ
Σαύρες που έρπουν στον ήλιο...
«Heavy Liquid», 2009
Και ξαφνικά υπάρχει χρόνος για όλα. Και είναι ακόμα πολλά αυτά που θέλεις να μοιραστείς. Γιατί ο εγωισμός μοιάζει σαν κάτι γκροτέσκο. Τώρα είσαι στον πυρήνα. Είσαι το κέντρο σου. Όλα τα άλλα είναι σημειολογία. Η μνήμη είναι πια φάρμακο και όχι δοκιμασία.
Γιατί τώρα ξέρεις:
(«First cut is the deepest», 2013)
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO τον Δεκέμβρη του 2013