Το έγκλημα που συντελέστηκε στον μυθικό αυτό τόπο, στην όαση που ξεχώριζε, σαν θείο δώρο, στην καρδιά της ερήμου και στην πόλη που δέσποζε εκεί θριαμβευτικά ανά τους αιώνες δεν είναι μόνο τεράστιο, αλλά και ανυπολόγιστων συνεπειών. Κανείς δεν μπορεί να αποτιμήσει το μέγεθος της συμβολικής και πραγματικής απώλειας από την καταστροφή του ναού του Βαάλ, τη λεηλασία του μουσείου, το γκρέμισμα των αγαλμάτων με βαριοπούλες και τη θυσία 25 Σύριων μπροστά στις κάμερες μέσα στο ρωμαϊκό θέατρο της Παλμύρας από τους εξτρεμιστές του ISIS. Οι εικόνες προκαλούν πόνο και νοερές μαχαιριές σαν αυτές που ένιωθε ο βαθύς γνώστης της ελληνορωμαϊκής αρχαιότητας Πωλ Βεν όταν έγραφε το συναρπαστικό βιβλίο του Παλμύρα - Ένας αναντικατάστατος θησαυρός που μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις της Εστίας σε μετάφραση Ειρήνης Μητούση και επίμετρο του Τάκη Αναστασόπουλου. Το πέπλο του θανάτου έχει σκεπάσει σήμερα τα μέρη όπου συνήθιζαν να ξαποσταίνουν τα αρχαία χρόνια οι ταξιδιώτες κατά το μακρύ ταξίδι τους από την Κίνα και να χαίρονται τη «νύφη της ερήμου», όπως αποκαλούσαν την Παλμύρα – τη δροσιά από τους φοίνικες, τα λιόδεντρα και τα αμπέλια. Από εδώ, ως γνωστόν, περνούσε ο δρόμος του μεταξιού, η πανάρχαια οδική αρτηρία που έκανε την περιοχή περίοπτη, αναδεικνύοντάς την αργότερα, τον καιρό της Ζηνοβίας, σε ζείδωρη νησίδα πολιτισμού για ολόκληρο τον κόσμο. Αναγνωρίζοντας, λοιπόν, την ύψιστη σφραγίδα του κοσμοπολιτισμού που δεν επέτρεψε στην πόλη αυτή να έχει μονοδιάστατη ταυτότητα, ο Πωλ Βεν την κατατάσσει, στη συνέχεια, στις σπουδαίες ηγεμονικές πόλεις των ρωμαϊκών χρόνων και της αποδίδει ελληνορωμαϊκό μάλλον, παρά ανατολίτικο χαρακτήρα. Λόγω του αναγνωρίσιμου ελληνορωμαϊκού χαρακτήρα της, των επιβλητικών ναών και της λεωφόρου των κιόνων, η πόλη ξεκούραζε και καθησύχαζε τους επισκέπτες της ακριβώς γιατί δεν είχε τίποτα ασυνήθιστο ή άγνωστο σε σχέση με τις υπόλοιπες.
Και μπορεί από τα αρχαία χρόνια οι κάτοικοι της Παλμύρας να μιλάνε αραμαϊκά, η κοσμοπολίτικη ματιά της όμως αποκαλύπτει, στη συνέχεια, ελληνικές και ρωμαϊκές επιρροές, αφού πολλές από τις επιγραφές γράφονταν και στις δύο γλώσσες.
Με το γνωστό ταμπεραμέντο και το ταλέντο του μοναδικού και ιδανικού αφηγητή, ο 86χρονος σήμερα Πωλ Βεν αφουγκράζεται τη σπουδαιότητα της Παλμύρας, παρακολουθώντας τον τρόπο που αντιδρούσαν οι κάτοικοί της, ανιχνεύοντας τις μικρές λεπτομέρειες που μόνο αυτός, ο αυθεντικός και ανυπότακτος πανεπιστημιακός, καταφέρνει να εντοπίσει, εντοπίζοντας πολιτισμικές διαφορές ακόμα και στον τρόπο μελέτης των μικροβίων! Χτισμένη στη συριακή έρημο κι ενώνοντας τις «φιλόξενες όχθες του Ευφράτη με τα εύφορα εδάφη της Περσίας», η Παλμύρα υπήρξε καταρχάς ένας σημαντικός σταθμός για τις διαδρομές των καραβανιών που έρχονταν από τη Μεσόγειο και κατευθύνονταν προς τον Ευφράτη. Αυτό εξηγεί και τον πλούσιο χαρακτήρα της, καθώς οι διερχόμενοι αναγκάζονταν να πληρώσουν στην πόλη τελωνειακούς φόρους αλλά και να αναζητήσουν, όπως τονίζει ο Βεν, τις συμβουλές των ντόπιων καμηλιέρηδων, οι οποίοι παράλληλα αναλάμβαναν να μεταφέρουν εγγυημένα τα εμπορεύματά τους. Αυτό τους μετέτρεψε σε εμπόρους που μπορούσαν «να διαπραγματεύονται με Έλληνες συναδέλφους τους στη Σελεύκεια του Τίγρη» και να αναδειχτούν στους καλύτερους «συνοδιάρχες». Και μπορεί από τα αρχαία χρόνια οι κάτοικοι της Παλμύρας να μιλάνε αραμαϊκά, η κοσμοπολίτικη ματιά της όμως αποκαλύπτει, στη συνέχεια, ελληνικές και ρωμαϊκές επιρροές, αφού πολλές από τις επιγραφές γράφονταν και στις δύο γλώσσες. Χαρακτηριστικό είναι το περίφημο «δασμολόγιο της Παλμύρας» –που αυτήν τη στιγμή βρίσκεται στο Ερμιτάζ της Αγίας Πετρούπολης– το οποίο είναι γραμμένο στα ελληνικά αλλά και στην τοπική διάλεκτο. Εξελληνισμένοι ήταν και οι άρχοντες, καθώς «τα παιδιά τους μάθαιναν ελληνικά από τους μύθους του Αισώπου (ανακαλύφθηκαν στην Παλμύρα πλάκες ενός μαθητή που τους αντέγραφε), ενώ οι ίδιοι έφεραν τους επίσημους αυτοκρατορικούς τίτλους και ανήκαν στους κυρίαρχους του κόσμου», όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο Βεν.
Αλλά αυτή που ανέδειξε την περιοχή όσο καμία είναι μια γυναίκα, η Ζηνοβία. «Τώρα που έγινε η Ζηνοβία βασίλισσα πολλών χωρών μεγάλων, τώρα που τη θαυμάζει όλη η Ανατολή και τη φοβούνται και οι Ρωμαίοι ακόμη, γιατί το μεγαλείο της να μην είναι πλήρες;» αναρωτιόταν στο ποίημά του ο δικός μας Καβάφης που γνώριζε τη σπουδαιότητά της αλλά και την αδυναμία της να καταστεί η νέα ηγέτιδα της Ρώμης. Η γυναίκα που κληρονόμησε από τον δολοφονηθέντα σύζυγό της Οδαίναθο «το βασίλειο, τον στρατό και τους οπαδούς του» είναι εκείνη που πίστεψε ότι η Παλμύρα μπορεί να γίνει η νέα αυτοκρατορία. Και ως φέρελπις Ρωμαία αυτοκράτειρα θεώρησε ότι στο επίκεντρό της η πόλη πρέπει να έχει τη γνώση: «Σαν ελληνιστική βασίλισσα, περιβάλλεται από λογίους. Ο Καλλίνικος, Άραβας γεννημένος στην Πέτρα που κατείχε τη δημόσια έδρα της ρητορικής στην Αθήνα, της αφιερώνει ένα βιβλίο, όπου την παραλληλίζει με την Κλεοπάτρα. Η ανώτερη τάξη οφείλει να βρίσκεται σε επαφή με όλες τις σχολές Φιλοσοφίας. Έχει τον δικό της φιλόσοφο, τον πλατωνιστή Λογγίνο» γράφει με θαυμασμό και πάθος ο Πολ Βεν. Μετά τη Ζηνοβία ήρθε το τέλος μιας τέτοιας πόλης, που για τον Γάλλο ιστορικό αποτελεί υπόδειγμα όλων, αφού η Παλμύρα υπήρξε το πιο εύγλωττο και αδιάψευστο κομμάτι της ρωμαϊκής πολυπολιτισμικότητας. Σε αυτή την πολύφερνη κόρη της Συρίας, σε ένα μυθικό παρελθόν που όριζαν οι θεϊκές φιγούρες της γνώσης και των άστρων και σε μια πόλη που τόλμησε να επιτρέψει σε μια γυναίκα να τη διαφεντέψει φώλιασαν όλες οι δημιουργικές επιρροές του αστικού μεγαλείου.
Γι' αυτό και ο Βεν εξακολουθεί να την επικαλείται ως κατεξοχήν ιδανικό παράδειγμά του: «Η ιστορία της Παλμύρας θα μείνει ως η ιστορία μιας μικρής κοινωνίας που ζούσε στη μεθόριο του μεγάλου πολιτισμού, από τον οποίο είχαν επηρεαστεί, λιγότερο ή περισσότερο, οι τοπικές της ελίτ, γεγονός που είχε οδηγήσει στη δημιουργία μιας μεικτής κουλτούρας. Διατρέχοντας με το βλέμμα τον χάρτη της αυτοκρατορίας, δεν βλέπουμε σε ποιο άλλο σημείο θα μπορούσαν να διασταυρωθούν τόσο πολλές επιδράσεις: η παλιά Μεσοποταμία, η αρχαία αραμαϊκή Συρία, η Φοινίκη, λίγο Περσία, περισσότερο Αραβία, με αρμό όλων αυτών την ελληνική κουλτούρα και το ρωμαϊκό πλαίσιο». Όπως γράφει ο Έρνεστ Βιλ: «Ο πολιτισμικός σοβινισμός, επινόηση του 19ου αιώνα, δεν ίσχυε στην αρχαιότητα». Κι αυτό ακριβώς κρατάει ο σπουδαίος αυτός συγγραφέας και ιστορικός, ο οποίος διαπιστώνει πως ο εθνικισμός είναι ένα νεόκοπο, σχετικά, κατασκεύασμα για να αποδοθεί ως χαρακτηρισμός στην Παλμύρα και πως η ελευθερία, ο κοσμοπολιτισμός και ο σεβασμός της κουλτούρας του άλλου έφτασαν εδώ στο απόγειό τους. Από την αυγή του ρωμαϊκού κόσμου, η γη της Παλμύρας στάθηκε πηγή ανεξάντλητης γοητείας, για να φτάσει να είναι σήμερα πηγή θλίψης, καθώς τα δοξασμένα σύμβολά της διαδέχτηκαν ο θρησκευτικός ρεβανσισμός και το μίσος.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO