Στο μεγαλύτερο μέρος της διαδρομής από τη Μαδρίτη μέχρι τη Σεβίλλη (συνολικά 540 χιλιόμετρα) τα μόνα δέντρα που συναντάς είναι ελιές, τεράστιες και καταπράσινες, οι περισσότερες από τις οποίες ανήκουν σε μια ποικιλία παράξενη, που θυμίζει περισσότερο βελανιδιά. Δεν έμαθα ποτέ πώς τη λένε, αλλά από αυτή βγαίνει η πράσινη ελιά που σερβίρουν ως ορεκτικό στα φαγάδικα της Σεβίλλης – μικρή σε μέγεθος, ούτε αλμυρή, ούτε πικρή, ίσως η πιο ωραία ελιά που έχω δοκιμάσει.
Αυτό που με εντυπωσίασε περισσότερο από οτιδήποτε άλλο στη διαδρομή των 1600 χιλιομέτρων στο ταξίδι στην Ανδαλουσία, ήταν η οδική συμπεριφορά των Ισπανών. Ούτε ένα αντικανονικό προσπέρασμα, ούτε μία παράβαση του ορίου ταχύτητας, ακόμα και στους επαρχιακούς δρόμους που κυκλοφορούσαν ελάχιστα αυτοκίνητα. Όλοι κινούνταν με το όριο που έγραφαν οι πινακίδες. Θα μου πεις μόνο ένας Έλληνας θα εντυπωσιαζόταν από το αυτονόητο, αλλά ο τρόπος που οδηγούσαν ήταν όντως πιο εντυπωσιακός και από τις ταμπέλες με τους ταύρους και από τους ανεμόμυλους που υπάρχουν διάσπαρτοι στο ξερό τοπίο.
Η βόλτα στις όχθες του Γουαδαλκιβίρ την ώρα που δύει ο ήλιος, ανάμεσα σε Σεβιλιάνους που κάνουν μανιωδώς τζόκινγκ μέσα στη ζέστη και κινούνται ομαδικά με ποδήλατα είναι μαγευτική
Φτάνοντας στο Trujillo, μια μικρή και μάλλον αδιάφορη πόλη, η πρώτη εικόνα που συναντήσαμε ήταν αρκετά ασυνήθιστη: σμήνη αετών αιωρούνταν κυκλικά πάνω από το ποτάμι, με τα φτερά τους ακίνητα, σαν βαλσαμωμένα. Υποτίθεται ότι οι αετοί είναι μοναχικά πουλιά. Κάναμε μια στάση στην κεντρική πλατεία, την Plaza Mayor, με την εκκλησία του San Martin ως μόνο αξιοθέατο και ανεβήκαμε στο λόφο για να δούμε την θέα από ψηλά. Η μεσαιωνική αρχιτεκτονική, τα πέτρινα δρομάκια και οι σκεπές κάνουν το Trujillo να δείχνει όμορφο. Οι πελαργοί που φωλιάζουν εδώ και εκατοντάδες χρόνια στους πύργους μέσα και γύρω από την πόλη και είναι τόσοι πολλοί που έχουν γίνει το σύμβολό της, κάνουν το τοπίο γραφικό με γερή δόση νοσταλγίας (είχα χρόνια να δω πελαργούς). Κατά τ’ άλλα, ερημιά και ανυπόφορη ζέστη.
Λίγα χιλιόμετρα πιο νότια είναι η Merida, μια ρωμαϊκή αποικία που χτίστηκε το 25 π.Χ. στις όχθες του ποταμού Guadiana -σε ένα σημείο που διασταυρώνονται οι δρόμοι από τη Leon για τη Σεβίλλη και το Τολέδο προς τη Λισαβόνα, κάποτε στρατηγικής σημασίας. Μου θύμισε λίγο την αρχαία Κόρινθο. Στη μικρή αυτή πόλη υπάρχουν δύο από τα πιο εντυπωσιακά ρωμαϊκά απομεινάρια της Ισπανίας: το θέατρο (απομεινάρι ένα) που είναι άριστα διατηρημένο και μπορεί να φιλοξενήσει έξι χιλιάδες άτομα. Κάθε Ιούλιο γίνεται εκεί ένα φεστιβάλ αρχαίου δράματος, αλλά τις μέρες που το επισκεφτήκαμε το ετοίμαζαν για ένα σόου του Ρίκι Μάρτιν. Δίπλα στο θέατρο υπάρχει το αμφιθέατρο (απομεινάρι 2), φτιαγμένο το 8 π.Χ. για να σκοτώνονταν μονομάχοι, στο οποίο 15 χιλιάδες θεατές διασκέδαζαν παρακολουθώντας ζωντανά δολοφονίες και τεμαχισμούς. Κάνοντας βόλτα ανάμεσα στα κελιά και τις γαλαρίες όπου οι άτυχοι σκλάβοι προετοιμάζονταν για να πεθάνουν, είναι αδύνατο να αποφύγεις τις μακάβριες σκέψεις: φαντάζεσαι τίγρεις και λιοντάρια να επιτίθενται στους ξεροψημένους από τον ήλιο Γιαπωνέζους, που βγάζουν selfies μέσα στην αρένα. Η πόλη έχει και μουσείο, αλλά λόγω καύσωνα ήταν κλειστό. Ευτυχώς. Λίγο πριν βράσει ο εγκέφαλός μας από το λιοπύρι και στα όρια της θερμοπληξίας, καθίσαμε σε ένα από τα μαγαζιά που βρίσκονται στη σειρά, παραταγμένα απέναντι από τον αρχαιολογικό χώρο, στο La Despensa del Castuo, και ζητήσαμε από την σερβιτόρα να μας φέρει «ό,τι θα έτρωγε κι αυτή». Δεν ξέρω αν χάρηκε από την εμπιστοσύνη που της δείξαμε ή αν το μαγαζί ήταν καλή επιλογή, αλλά μας έφερε απίθανα πιάτα. Το μόνο που θυμάμαι είναι ένα μαύρο λουκάνικο-σπεσιαλιτέ της περιοχής (morcilla de Guadalupe) -πολύ ωραίο, αλλά αν έχεις σκοπό να το δοκιμάσεις, καλύτερα να μην ξέρεις τι περιέχει.
Η Σεβίλλη είναι μια υπέροχη πόλη, χτισμένη κατά μήκος του ποταμού Γουαδαλκιβίρ, γεμάτη από κτίρια με μπαρόκ προσόψεις, στενά σοκάκια, γειτονιές με ιστορία και παλάτια (έχει και δικό της Αλκαζάρ, για το οποίο οι τουρίστες κάνουν ουρά, συγχέοντάς το, βλακωδώς, με το ασύγκριτα πιο πολυτελές Αλκαζάρ της Αλάμπρας –που βρίσκεται στη Γρανάδα). Η βόλτα στις όχθες του Γουαδαλκιβίρ την ώρα που δύει ο ήλιος, ανάμεσα σε Σεβιλιάνους που κάνουν μανιωδώς τζόκινγκ μέσα στη ζέστη και κινούνται ομαδικά με ποδήλατα είναι μαγευτική, και θα ήταν ακόμα πιο μαγευτική αν δεν μου είχε κολλήσει σε όλη τη διαδρομή το «Λούζεται η αγάπη μου στο Γουαδαλκιβίρ, και τ’ άνθη παίρνουν ευωδιά απ’ το γλυκό κορμί της», το οποίο χρειάστηκαν μέρες για να το διώξω απ’ το κεφάλι μου. Αργά το απόγευμα Σεβιλιάνοι κάθε ηλικίας βγάζουν ομαδικά βόλτα τα σκυλιά τους και οι δρόμοι γεμίζουν από τσιουάουα και Γκάλγκο Εσπανιόλ, τα λεπτά, ψηλά λαγωνικά που είναι από τα πιο κομψά σκυλιά του κόσμου.
Ο Αύγουστος δεν είναι καλός μήνας για να επισκεφτείς τη Σεβίλλη, και μάλλον δεν είναι και ο Ιούλιος, γιατί τα περισσότερα μαγαζιά της πόλης είναι κλειστά -κάποια για δυο ολόκληρους μήνες. Βρήκαμε κλειδαμπαρωμένα όλα σχεδόν τα φαγάδικα που μας είχαν προτείνει, εκτός από την ταβέρνα Τα Χελιδονάκια (Bar Las Golondrinas) στην Τριάνα και ένα πολύ ντιζαϊνάτο μπαρ με τάπας στην Alamela de Hercules –το οποίο πρέπει να επιλέγει τους σερβιτόρους του με πολύ σκληρό κάστινγκ. Ακόμα και με τις περιορισμένες επιλογές φάγαμε πολύ καλά, τυπική ανδαλουσιανή κουζίνα με πιάτα με μαυριτανικές επιρροές όπως ρεβίθια με σπανάκι και picatoste (κρουτόν), serranito de lomo (το σάντουιτς-σπεσιαλιτέ της πόλης), punta de salomillo, chipirones (τον τηγανητό μικροσκοπικό γόνο από καλαμάρι) και αβγοφέτες περιχυμένες με ζαχαρούχο γάλα. Αυτό που ήταν κορυφαίο και επιβάλλεται να δοκιμάσει κανείς στη Σεβίλλη είναι το παγωτό με άνθη πορτοκαλιάς και το μοναδικό Dulce de Torrijas (παγωτό αβγοφέτα με κρασί, λεμόνι, πορτοκάλι και μέλι) στην Heladeria la Fiorentina, ένα παραδοσιακό παγωτατζίδικο στο κέντρο με πολύ ιδιαίτερες γεύσεις που δεν έχει καμία σχέση με τα υπόλοιπα παγωτατζίδικα που βρίσκεις στην πόλη. Ήταν το καλύτερο παγωτό που πετύχαμε σε ολόκληρο το ταξίδι.
Η Σεβίλλη είναι όμορφη παντού, και στις γέφυρες που συνδέουν τις δύο όχθες του Γουαδαλκιβίρ, και στη βόλτα δίπλα στο ποτάμι, και στην παλιά γειτονιά με τους κεραμίστες και τους κορεαντόρ, και στην Εβραϊκή γειτονιά με τους φοίνικες στα μπαλκόνια. Αυτό που προσέχεις στην Santa Cruise εκτός από τα καλοφτιαγμένα σπίτια αυστηρής αισθητικής -που μυρίζουν συντήρηση και καταπίεση- είναι οι σιδεριές που σφαλίζουν πόρτες και παράθυρα σε όλο το μήκος των δρόμων, ένδειξη ότι οι διαρρήξεις είναι συχνές, -ή, τουλάχιστον, ήταν κάποτε (η Σεβίλλη έχει ακόμα από τα μεγαλύτερα ποσοστά ανεργίας και εγκληματικότητας στην Ισπανία). Έχει τόσα πολλά να δεις που δεν προλαβαίνεις να αφομοιώνεις καρτ-ποσταλικές εικόνες. Στο τέλος παθαίνεις overdose. Εδώ υπάρχει και το πιο μεγάλο γκόθικ κτίριο στον κόσμο: ο καθεδρικός της Σεβίλλης είναι η πιο ψηλή εκκλησία της Ισπανίας και η τρίτη μεγαλύτερη του κόσμου (μετά τον Άγιο Πέτρο της Ρώμης και τον Άγιο Παύλο του Λονδίνου). Οι αποικιοκράτες καθολικοί έχουν μια μανία με τις υπερβολικά μεγάλες εκκλησίες, ανταγωνίζονται ποιος την έχει πιο μεγάλη, μέσα-έξω χλίδα και τεράστια μεγέθη σε βαθμό ασυδοσίας, αν επισκεφτείς δύο-τρεις μετά δεν θέλεις να ξαναμπείς σε εκκλησία στη ζωή σου (άσε που πρέπει να πληρώσεις για να τις δεις). Τέλος πάντων, μπήκαμε να δούμε το μνημείο του Χριστόφορου Κολόμβου, γιατί είναι θαμμένος εκεί μέσα, το ίδιο κι ο γιος του, Φερνάντο Κολόν, δίπλα στους τέσσερις βασιλιάδες που αντιπροσωπεύουν τα τέσσερα μεσαιωνικά βασίλεια της Ισπανίας. Κατά τ’ άλλα, επιβάλλεται μια βόλτα στην Mercado de Triana (μία από τις αγορές της πόλης), νωρίς το πρωί, για να δοκιμάσεις ποικιλίες εξωτικών φρούτων που πωλούνται καθαρισμένα και ψιλοκομμένα μέσα σε πλαστικά ποτηράκια, χαμόν και ντόπια λουκάνικα, τάπας με ψαρικά και τοπικά μπισκότα. Και μετά να βολτάρεις στην περιοχή της Μακαρένα στο βόρειο άκρο της Σεβίλλης, σε μια περιοχή που έχει διατηρήσει το παλιό στοιχείο, ή στο μουσείο μοντέρνας τέχνης που είναι γεμάτο Χριστούς και Παναγίες από το μεσαίωνα μέχρι και τις αρχές του 20ου αιώνα. Περιέχει έργα κυρίως από τη Χρυσή Εποχή της σεβιλιάνικης ζωγραφικής, των Murillo, Zurbarán, Francisco de Herrera το νεότερο και Valdés Leal. Βέβαια, αν έχεις πάει πρώτα στα μουσεία της Μαδρίτης, το μουσείο της Σεβίλλης μοιάζει σαν φτωχός συγγενής.
Ανάμεσα στα μπαρόκ κτίρια της παλιάς περιοχής της πόλης, στην Πλατεία de la Encarnacion, βρίσκεται μια μοντέρνα κατασκευή που ξεπροβάλλει πραγματικά εντυπωσιακή και σου θυμίζει ότι βρίσκεσαι στον 21ο αιώνα. Δεν ξέρω αν είναι χρήσιμη και αν άξιζαν τα 100 εκατομμύρια ευρώ που ξοδεύτηκαν μέχρι να ολοκληρωθεί, αλλά είναι αδύνατο να προσπεράσεις χωρίς να θαυμάσεις το ξύλινο γλυπτό τιτανίων διαστάσεων που καταλαμβάνει ολόκληρο τον χώρο της πλατείας. Έως τον 19ο αιώνα στον συγκεκριμένο χώρο ήταν το κτίριο της αγοράς, το οποίο γκρεμιζόταν σταδιακά, από το 1948 μέχρι το 1973, και από τις αρχές των ’70 μέχρι το 1990 η περιοχή ήταν άδεια και άχαρη. Έτσι αποφάσισαν να την κάνουν υπόγειο πάρκινγκ και από πάνω να ξαναφτιάξουν το κτίριο της αγοράς. Κι εκεί που είχαν ξοδέψει 14 εκατομμύρια ευρώ και το έργο προχωρούσε, έπεσαν πάνω σε ρωμαϊκά ερείπια, με ίχνη από κάθε περίοδο της ανδαλουσιανής ιστορίας. Το έργο πάγωσε για περισσότερο από μια δεκαετία, μέχρι το 2004 που αποφάσισαν να ξανακάνουν μια προσπάθεια να αναπτύξουν την περιοχή. Έτσι σκέφτηκαν να προτείνουν στον Γερμανό αρχιτέκτονα Jürgen Mayer να φτιάξει μια τεραστίων διαστάσεων ξύλινη κατασκευή ύψους 26 μέτρων, μήκους 150 και πλάτους 70, την πιο μεγάλη ξύλινη κατασκευή του κόσμου, μπας και γίνει αξιοθέατο. Και τα κατάφεραν. Σήμερα είναι από τα μέρη με τις πιο πολλές επισκέψεις στη Σεβίλλη, με εξαιρετική θέα σε ολόκληρη την πόλη. Το Metropol Parasol είναι μια φουτουριστική σύνθεση εμπνευσμένη από τον θόλο του καθεδρικού ναού της πόλης και τον τεράστιο φίκο που βρίσκεται στην πλατεία. Η κατασκευή του ξεκίνησε τον Ιούνιο του 2005, υποτίθεται ότι θα ολοκληρωνόταν τον Ιούνιο του 2007 και θα κόστιζε 50 εκατομμύρια ευρώ, αλλά ολοκληρώθηκε τον Απρίλιο του 2011 και κόστισε 100. Τον σκοπό τους προφανώς τον πέτυχαν, όλη μέρα γίνεται λαϊκό προσκύνημα από τουρίστες που πίνουν σαγκρία, στους 50 βαθμούς, χαζεύοντας τη Σεβίλλη από ψηλά. Η βόλτα στους ξύλινους διαδρόμους της οροφής του που την διατρέχουν από τη μία μέχρι την άλλη πλευρά περιμετρικά, χάσκοντας στο χάος μπορεί να σε παραλύσει αν έχεις υψοφοβία, αλλά η πανοραμική θέα σε αποζημιώνει. Στο υπόγειο έχει και μουσείο με τα ευρήματα από τις ανασκαφές.
Φεύγοντας, συνειδητοποίησα ότι το περίφημο Seville orange που είχε φάει κόλλημα ο Λόρδος Βύρων και αναφέρει στο Δον Ζουάν (In Seville was he born, a pleasant city, / Famous for oranges and women,—he / Who has not seen it will be much to pity, / So says the proverb, and I quite agree; / Of all the Spanish towns is none more pretty, / Cadiz perhaps, but that you soon may see) είναι το ταπεινό νεράντζι που σαπίζει αχρησιμοποίητο στα δέντρα της Αθήνας. Οι Άγγλοι κάνουν σαν τρελοί για μαρμελάδα Seville orange.