Μικρός ήθελα να γίνω καπετάνιος.
Ήταν το ταβάνι των φιλοδοξιών μου στον λιμανίσιο περίγυρο που μεγάλωνα.
Στον Πειραιά οι καπετάνιοι ήταν άρχοντες με σεβασμό και φράγκα. Πολυταξιδεμένοι, ματσωμένοι, χορτασμένοι φαΐ, ποτό και γυναίκες.
Και ιστορίες.
Πολλές ιστορίες θρίλερ και νουάρ. Ξαφνικοί κυκλώνες, ναυάγια, μοιραίες γυναίκες, μαχαιροβγάλτες, μπουνίδια στα λιμάνια και στα μπαρ, λαθραίοι και λαθραία.
Στα χρόνια μου η θάλασσα ήταν καταφύγιο ψυχών και σωμάτων.
Αρκούσε το απολυτήριο Γυμνασίου για να μπαρκάρεις ως τζόβενο. Στον χρόνο πάνω γινόσουν δόκιμος, αμέσως σχεδόν τρίτος καπετάνιος και έμπαινες σε μια σχετικά σύντομη πορεία για πρώτος.
Πολλές ιστορίες θρίλερ και νουάρ. Ξαφνικοί κυκλώνες, ναυάγια, μοιραίες γυναίκες, μαχαιροβγάλτες, μπουνίδια στα λιμάνια και στα μπαρ, λαθραίοι και λαθραία.
Αλλά ήξερες δεν ήξερες γράμματα, το βαπόρι είχε μια θέση για σένα. Σκληρή ζωή, ζόρικη δουλειά, μακριά από το σπίτι, όμως χάρη σε σένα ζούσαν υποφερτά άλλοι δέκα.
Στα δύσκολα μεταπολεμικά χρόνια από το χρήμα των ναυτικών και των μεταναστών τρεφόταν και αναπτυσσόταν η Ελλάδα.
Τα παιδιά των νησιών αλλά και τα παιδιά των βουνοκορφών που δεν είχαν αντικρύσει ποτέ ακρογιάλι, κατέφταναν μιλλούνια στον Πειραιά για να μπαρκάρουν.
Σήμερα κανείς δεν ονειρεύεται να να γίνει ταξιδιάρης.
Παρά την τεράστια ανεργία η δουλειά στη θάλασσα δεν υπάρχει καν ως επιλογή.
Σε όσες χώρες ανεβαίνει το βιοτικό επίπεδο ο ναυτικός προσανατολισμός των νέων απομακρύνεται. Στα ελληνικά βαπόρια το πλήρωμα είναι Φιλιπινέζοι, Αιγύπτιοι, κλπ.
Έχω θείους, ξαδέρφια και ανήψια καπετάνιους.
Αισθάνονται τυχεροί αν έχουν έστω και έναν Έλληνα πλήρωμα στο βαπόρι του.
Αλλιώς τα μεγαλώσαμε τα παιδιά μας.
Με σχολεία, ξένες γλώσσες, πιάνο, καράτε, μπαλέτο και διακοπές.
Και αλλιώς τα βρήκαν.
σχόλια