Ανάμεσα στους Αγγέλους με σταυρωμένα χέρια, πάνω ακριβώς από τον παντοδύναμο Υιό έχει δικαίωμα να δεσπόζει μια μόνο γυναίκα: η Παναγιά. Στοργική, ήρεμη και προσηνής στέκεται πάνω από το Χριστό παίρνοντας και δίνοντας δύναμη από την άμωμη συνθήκη της Αγάπης. Η αγάπη είναι που τη μετατρέπει σε εικόνα παντοτινής στοργής, η αγάπη είναι που την καθιστά απόλυτο σύμβολο της αιώνιας μάνας. Το καλοκαίρι την είδαμε να στέκει αντί για τον υιό, πάνω από τη θρηνούσα κόρη στο απέριττο σκηνικό της "Γκόλφως" του Νίκου Καραθάνου ενώ λίγες μέρες αργότερα έφτασε να πρωταγωνιστεί τραγικά στην πραγματική ζωή ως η μάνα του αδικοχαμένου Παύλου Φύσσα. Αλλά αυτή ήταν ανέκαθεν η εικόνα της Παναγιάς στη μεταπολιτευτική Ελλάδα: φωλιασμένη για πάντα στο συλλογικό ασυνείδητο ως χτυπημένη από τη μοίρα η Παναγιά-μητέρα έσερνε το βάρος της πρόωρης απώλειας του τέκνου.
Οι Έλληνες παραμένουν, ακόμη και στην καρδιά της πόλης, νεοπλατωνιστές μέχρι τέλους μετατρέποντας ακόμη και την αρχαία εικόνα της Αθήνας στην παντοδύναμη μορφή της Παναγίας.
Από τη "Μητέρα του Αντάρτη" στο ομώνυμο τραγούδι που δοξάστηκε στα χείλη των αγωνιστών στα βουνά έως τη μητέρα των λαϊκών τραγουδιών η Παναγιά είχε παρηγορητικό ρόλο-κάτι που παρέμεινε ζωντανό στις μνήμες έως τώρα. Ακόμη κι η θαυματουργή Παναγιά-ανάλογα με τον τόπο, τις δοξασίες και τον χώρο-δεν γλύτωσε από τη μεταφυσική αφήγηση της απώλειας. Η σχέση μητέρας και γιου ήταν άμεσα συνυφασμένη με την αφειδώλευτη εικονοποιία της Παναγίας στις γωνιές της Ελλάδας. Ο Παπαδιαμάντης έγραφε πάντα σχεδόν εμμονικά, με την ίδια παρρησία και το ίδιο παραληρηματικό ένστικτο για την Παναγιά αποδίδοντας το σκηνικό που λίγο πολύ περιέγραφε κάθε θαυματουργή εικόνα: τα χέρια της Παναγιάς απλωμένα, ικανά να σκεπάσουν το σύμπαν των απροστάτευτων ψυχών. Στα γνωστά κι ως "θεομητορικά" του ποιήματα η Παναγιά προστατεύει τους ταξιδιώτες, τους θαλασσοδερμένους ναυτικούς, γίνεται η γυναίκα που συσπειρώνει δυνάμεις και προσδοκίες ανείπωτες. "Απάνω στην εικόν'αφιερώματα κρέμονται, καραβάκια, γολετίτσες, καίκα, βάρκες, μπάρκα τριοκάταρτα, όλ'αφιερώματα των πλοιάρχων".
Οι κατάφορτες από λουλούδια και κάθε λογής τάματα εικόνες της Παναγίας με τη μυρωδιά των μύρων να τις περιβάλλει και τη γαλήνη των ψαλμών δεν εγκαταλείπει το μυστικιστικό ελληνικό σύμπαν από τον Παπαδιαμάντη μέχρι σήμερα. Οι Έλληνες παραμένουν, ακόμη και στην καρδιά της πόλης, νεοπλατωνιστές μέχρι τέλους μετατρέποντας ακόμη και την αρχαία εικόνα της Αθήνας στην παντοδύναμη μορφή της Παναγίας. Η Πλατυτέρα των Ουρανών στέκει πάνω από την Πόλη ενώ η Παναγιά του κάθε τόπου-η Μεγαλόχαρη της Τήνου, η Παναγιά η Σουμελά, η Παναγιά η Λιμνιά στη Λίμνη Ευβοίας, η Αργοκιλιώτισσα στη Νάξο, η Θαλασσομαχούσα στη Ζάκυνθο-φέρει εντός της όλες τις δοξασίες, το φαντασιακό και της επιθυμίες των περαστικών και των ντόπιων. "Ψάλλοντές σου τὸν τόκον ἀνυμνοῦμέν σε πάντες ὡς ἔμψυχον ναόν, Θεοτόκε. Ἐν τῇ σῇ γὰρ οὶκήσας γαστρί ὁ συνέχων πάντα τῇ χειρὶ Κύριος, ἡγίασεν, ἐδόξασεν, ἐδίδαξε βοᾶν σοὶ πάντας" λένε οι φαντασιακές υπαγορεύσεις και δεήσεις του 'Ακάθιστου Ύμνου" αποδίδοντας μεταφυσικό περιεχόμενο στην εικόνα της αιώνιας Μάνας. Σαν αυτή που φωτογράφισε ιδανικά ο Κώστας Μπαλάφας αλλά σαν κι εκείνη που ύμνησε στα τραγούδια του με πόνο καρδιάς ο Στέλιος Καζαντζίδης.
Σταδιακά όμως η Παναγιά ξεριζωμένη από την δική της εστία, τον τόπο της μόνιμης ασφάλειας και θαλπωρής χάνει τον παντοδύναμο της ρόλο. Η παντοδυναμία της διαλύεται μέσα στην ανωνυμία. Σχεδόν χάνει την ντετερμινισιτκή της ταυτότητα-δεν είναι πια η Παναγία-Προστάτιδα, η Μάνα όλου του κόσμου και η Πλατυτέρα των Ουρανών αλλά εγκλωβίζεται σε μια άχρωμη πολυκατοικία. Στο θεατρικό έργο του Γιώργου Διαλεγμένου "Μάνα, μητέρα, Μαμά" αποτυπώνεται απόλυτα η ανοικονόμητη εικόνα της μητέρας, μιας Παναγιάς αποκαθηλωμένης, ξεπεσμένης στο χθόνιο στοιχείο της καθημερινότητας. Όχι μόνο είναι ανίκανη να προστατεύσει αλλά δεν έχει καν δικαίωμα στο θάνατο. Μετά τον Διαλεγμένο η απομυθοποίηση της Παναγιάς φτάνει μέχρι την πλήρη αποκαθήλωση και αποκτά τον χαρακτήρα της Νοσταλγίας: γίνεται εικόνα από τα παλιά, μνήμη αιώνιας θαλπωρής και ενότητας, μυρωδιά οικογενειακής εστίας. Η Παναγιά έτσι είναι πλέον η "Μάνα του Χριστού"από το ομώνυμο ποίημα του Κώστα Βάρναλη, αυτή που είχε λαχταρήσει μπροστά σε "κόκκινο σπίτι σ'αυλή με πηγάδι..και μια δράνα γιομάτη τσαμπιά κεχριμπάρι...νοικοκύρης καλός να γυρνάς κάθε βράδυ, το χρυσό, σιγαλό και γλυκό σαν τολάδι. Κι αμ'ανοίγεις την πόρτα με πριόνια στο χέρι, με τα ρούχα γεμάτα ψιλό ροκανίδι, (άσπρα γένια, άσπρα χέρια) η συμβία περιστέρι ν'ανασαίνει βαθιά τ'όλον κέδρον αγέρι".
Έτσι η εικόνα της μάνας στέκει πάνω από τα "τέκνα κι αγγόνια καθενού και κοπάδι, χωρα΄φι κι αμπέλι, τ'αργαστήρι εκεινού, που την τέχνη σου θέλει'. Η Παναγιά είναι και γίνεται η μάνα όλων-το νοσταλγικό απωθημένο και το αιώνιο μετερίζι των ανέστιων ψυχών.
σχόλια