ΑΠΟ ΤΟΝ ΓΙΩΡΓΟ-ΙΚΑΡΟ ΜΠΑΜΠΑΣΑΚΗ
Συγκλονισμός. Έτσι, ότι είχε υποστεί συγκλονισμό, χαρακτήρισε ο μέγας Joseph Beuysτην επαφή του με κάποια καταλυτικά έργα και φιλοσοφήματα, και τη μύχια επεξεργασία αυτών των έργων και φιλοσοφημάτων, μια επεξεργασία που τον ώθησε στην πιο δημιουργική του φάση. Αυτή είναι η λέξη: συγκλονισμός. Η λέξη που εκφράζει στην εντέλεια τι αισθάνθηκα ερχόμενος σε επαφή με δύο ανυπέρβλητα έργα, κτήμα εσαεί της ανθρωπότητας το καθένα, και την επίσης ανυπέρβλητη και ανοξείδωτη, είμαι σίγουρος, παρουσία τους στην ελαφρώς στραπατσαρισμένη καλαισθησία μας και στο σαραβαλιασμένο μέσα και έξω τοπίο της εποχής μας. Πρόκειται για το Μόμπι Ντικ του Χέρμαν Μέλβιλ, όπως μας το έδωσαν ο χαλκέντερος Α.Κ. Χριστοδούλου και οι εκδόσεις Gutenberg, και για την Ιστορία του Θουκυδίδη, όπως μας την έδωσαν η πυραυλοκίνητη εξαδέλφη του Tόμας Πίντσον και του Ντον Ντελίλο, η Άννα Κοκκίνου και οι εκδόσεις Πόλις, παρέα με τον επίσης χαλκέντερο Ν.Μ. Σκουτερόπουλο.
Λεπτομέρειες. Με καθήλωσε και με απογείωσε μαζί η μεταβιομηχανική ανάπλαση του Θουκυδίδη από την Άννα Κοκκίνου: Stephen Hawkingκαι Einstuerzende Neubauten, καταβύθιση στο ταραγμένο παρελθόν και ολική επαναφορά στο αποδιαρθρωμένο παρόν που χρειάζεται κατεπειγόντως μια στρατηγική/λυτρωτική επαφή με τα δεινά του παρελθόντος, μια στρατηγική/λυτρωτική εξοικείωση με τα παρελθόντα κρίματα, με τις παρελθούσες δίνες δεινών. Εμμένει στις λεπτομέρειες ο Θουκυδίδης, εμμένει στις λεπτομέρειες η Κοκκίνου. Το ίδιο και ο Μέλβιλ, εμμένει στις λεπτομέρειες. Για να αναδειχθεί από το χθαμαλό το υψηλό, για να φανεί ότι από τα μικρά και φαινομενικά ασήμαντα γεννιούνται και θάλλουν και πάλλονται τα μεγάλα και τα υψηλά. Αμφότεροι οι Θουκυδίδης και Μέλβιλ μιλάνε λεπτομερώς για ενδυμασίες, για τρόφιμα, για καθημερινές συνήθειες που γίνονται μέσα από τη μεγέθυνση των γεγονότων, κοσμοϊστορικά ταράγματα και τραντάγματα.
Μιλάει ο Θουκυδίδης. Πρώτοι οι Αθηναίοι έπαψαν να οπλοφορούν και υιοθετώντας έναν χαλαρό τρόπο ζωής έγιναν αβροδίαιτοι. Και δεν πάει πολύς καιρός που οι πιο ηλικιωμένοι πλούσιοι Αθηναίοι έπαψαν να φορούν λινούς χιτώνες και να δένουν ψηλά προς τα επάνω κότσο τα μαλλιά τους, συγκρατώντας τα με χρυσές καρφίτσες που έμοιαζαν με τζίτζικα, όπως συνηθιζόταν παλαιότερα εξαιτίας του τρυφηλού τρόπου της ζωής τους. Και έκτοτε αυτό το ντύσιμο επικράτησε για πολύ καιρό και στους γεροντότερους Ίωνες, λόγω της συγγένειάς τους με τους Αθηναίους. Από την άλλη, ρούχο απλό, σαν αυτό που συνηθίζεται σήμερα, χρησιμοποίησαν πρώτοι οι Λακεδαιμόνιοι, και γενικά οι πιο ευκατάστατοι ανάμεσά τους καθιέρωσαν έναν τρόπο ζωής πάρα πολύ κοντά στον τρόπο των απλών ανθρώπων.
Μιλάει ο Μέλβιλ. «Ωστόσο, ένας ζεστός, ορεκτικός αχνός από την κουζίνα διέψευσε τη θλιβερή, όπως έδειχναν τα πράγματα, προοπτική μπροστά μας. Όταν, όμως, εκείνη η κακκαβιά που άχνιζε ήρθε, το μυστήριο είχε μια ευχάριστη εξήγηση. Ω, αγαπητοί φίλοι, ακούστε με! Ήταν φτιαγμένη από μικρές αχηβάδες, όλο ζουμί, λίγο μεγαλύτερες από φουντούκια, ανάμεικτες με τριμμένη γαλέτα και παστό χοιρινό, κομμένο λεπτές φλουδίτσες· κι όλα αυτά μες στο βούτυρο, με μπόλικο πιπέρι και αλάτι. Καθώς η όρεξή μας είχε ανοίξει από το παγωμένο ταξίδι και, ιδιαίτερα, βλέποντας ο Κουίκουεγκ τα ψαρικά που αγαπούσε εμπρός του, και καθώς η κακκαβιά ήταν ασύγκριτα νόστιμη, την καταβροχθίσαμε στο λεπτό [...] Σε λίγα λεπτά ο ορεκτικός αχνός έκανε πάλι την εμφάνισή του, αλλά με διαφορετική μυρουδιά, κι αμέσως μια ωραία μπακαλιαροκακκαβιά σερβιρίστηκε μπροστά μας. Ξαναπιάσαμε δουλειά».
Ανοίξτε τα παράθυρα, ανοίξτε τις ψυχές. Σε ημισαλταρισμένες εποχές, σε μέρες παράξενες, η επιστροφή στην παλαιά, άφθαρτη λογική και στην παλαιά, ανόλεθρη ευαισθησία, στην πάντοτε πολύτιμη σημασία στη λεπτομέρεια και στην εξαγωγή κρίσιμων συμπερασμάτων από αδιόρατα σημάδια από ανεπαίσθητες λεπτομέρειες, είναι αναγκαία και συντελείται με έργα όπως η Ιστορία και ο Μόμπι Ντικ. Αναγκαίες είναι, επίσης, οι αναπλάσεις τέτοιων έργων και η επαναφορά τους στις συνειδήσεις, στις συζητήσεις, στις συνδιαλλαγές τις καθημερινές μας. Το επίτευγμα της Άννας Κοκκίνου είναι αυτό, η επαναφορά του Θουκυδίδη, μέσα από μια μαύρη post-industrialwastelandκαι μια ιδιοφυή χρήση της λαλιάς (θυμίζω Καρούζο: δυνατότητες και χρήση της ομιλίας), στα σημερινά πράγματα, μια επαναφορά, ας το επαναλάβω, πολύτιμη. Η παράλληλη ανάγνωση του Μόμπι Ντικ (έτσι ξενυχτάω αυτό τον καιρό), η προσήλωση στις λεπτομέρειες της αφήγησης και η άντληση συμπερασμάτων από αυτές είναι λαμπρός τρόπος να ανοίξουμε τα παράθυρα, να ανοίξουμε τις ψυχές. Ας ακούσουμε, μέσα από την Άννα Κοκκίνου, τις σμιλευμένες λέξεις του Θουκυδίδη: «Αγαπάμε την ομορφιά παραμένοντας απλοί· αγαπάμε τη θεωρητική σκέψη χωρίς αυτό να μας αποχαυνώνει. Τον πλούτο τον χρησιμοποιούμε περισσότερο ως ευκαιρία για δράση παρά ως αφορμή για κομπασμό, και το θεωρούμε ντροπή να μην παραδέχεται κανείς πως είναι φτωχός, χειρότερη όμως ντροπή να μην προσπαθεί με την εργασία να ξεφύγει από τη φτώχεια [...] Είμαστε εξαιρετικά τολμηροί και συνάμα προσεκτικοί σε ό,τι θα επιχειρήσουμε· στους άλλους η άγνοια γεννάει θράσος και η περίσκεψη δισταγμό. Όμως την πιο μεγάλη δύναμη ψυχής θα ήταν σωστό να κριθεί ότι την έχουν όσοι γνωρίζουν ολοκάθαρα ποια είναι τα φοβερά και ποια τα ευχάριστα και εντούτοις δεν υποχωρούν εξαιτίας αυτού μπροστά στους κινδύνους».
σχόλια