ΚΙΝΗΣΗ ΤΩΡΑ

Μήπως οι Έλληνες έγιναν πιο ευσυνείδητοι με το φαγητό που τους περισσεύει;

Μήπως οι Έλληνες έγιναν πιο ευσυνείδητοι με το φαγητό που τους περισσεύει; Facebook Twitter
Όλοι έχουμε αναρωτηθεί πού καταλήγει το φαγητό που περισσεύει από εστιατόρια, φούρνους, μαγαζιά με μικρογεύματα, ακόμα και από εκπομπές μαγειρικής.
0

Όλοι έχουμε αναρωτηθεί πού καταλήγει το φαγητό που περισσεύει από εστιατόρια, φούρνους, μαγαζιά με μικρογεύματα, ακόμα και από εκπομπές μαγειρικής.


Κάποιοι από εμάς, περισσότερο από ανθρωπιστικές ενοχές, ρωτάμε, προσπαθώντας ταυτόχρονα να μην πετάμε φαγητό ή, έστω, να το αφήνουμε σε σημεία όπου ξέρουμε ότι θα πιάσει τόπο.


Φυσικά, τίποτε από τα δύο δεν είναι πραγματικά αποτελεσματικό γι' αυτούς που πραγματικά αδυνατούν να εξασφαλίσουν κανονικές μερίδες γεύματος μέσα στη μέρα.


Σε μια κουβέντα που είχα πριν από μήνες με φίλους και γνωστούς που διατηρούν καταστήματα εστίασης στην Αθήνα, η απάντηση ήταν ότι υπάρχει μια σχετική μέριμνα, αλλά όχι κάτι συστηματικό.

Είτε μας αρέσει είτε όχι, το τι θα κάνει κάποιος, ιδιώτης ή φορέας, με το φαγητό που του περισσεύει (και σίγουρα θα καταλήξει στα σκουπίδια) είναι προσωπική υπόθεση. Όμως είναι τέτοια και η προσωπική έρευνα γύρω από φορείς, οργανισμούς και ομάδες που μπορούν να βοηθήσουν, ώστε κανείς να μην πεινάει στην Αθήνα του 2018.


«Κάθε βράδυ, με το κλείσιμο του μαγαζιού, αφήνω σακούλες με ό,τι περίσσεψε πάνω στην εξωτερική μπάρα όπου το πρωί οι πελάτες πίνουν τον καφέ τους» μου εξηγεί ο Γιάννης που διατηρεί ένα μικρό καφέ με τυρόπιτες και μικρογεύματα στην Αθήνα.


Υπάρχει, όμως, κάτι πιο οργανωμένο και συστηματικό από αυτή την ανθρώπινη σκέψη ή, έστω, από τα συσσίτια της Εκκλησίας και τα καλά οργανωμένα –αλλά συγκεκριμένων δυνάμεων και αντοχών– κοινωνικά παντοπωλεία;


Όταν ο Αλέξανδρος Θεοδωρίδης, ιδρυτικό μέλος και διαχειριστής της ομάδας «Μπορούμε», μου αναφέρει ότι πριν από λίγες μέρες «δικτύωσε» 54 τόνους πατάτες από την Αριδαία, αντιλαμβάνομαι ότι αυτού του είδους η συστηματοποίηση έχει συμβεί, έστω και από στόμα σε στόμα ή μέσω των social media.

Μήπως οι Έλληνες έγιναν πιο ευσυνείδητοι με το φαγητό που τους περισσεύει; Facebook Twitter
Κάποιοι από εμάς, περισσότερο από ανθρωπιστικές ενοχές, ρωτάμε, προσπαθώντας ταυτόχρονα να μην πετάμε φαγητό ή, έστω, να το αφήνουμε σε σημεία όπου ξέρουμε ότι θα πιάσει τόπο.


«Ξεκινήσαμε το 2011 με τρία άτομα. Από τότε, και μέσα σε περίπου 6 χρόνια, έχουμε μοιράσει 21 εκατ. μερίδες φαγητού. Το μότο μας είναι "καμία μερίδα φαγητού χαμένη" και συνεργαζόμαστε με όσους έχουν τη διάθεση να το δουν αυτό να υλοποιείται».


Μεγάλες αλυσίδες σούπερ-μάρκετ, διάσημοι φούρνοι, αγρότες και παραγωγοί απ' όλη την Ελλάδα συνεργάζονται εδώ και καιρό με τον οργανισμό. Πώς, όμως, διασφαλίζεται το ότι το τρόφιμο που φτάνει σε αυτόν που το έχει ανάγκη είναι ασφαλές;


«Σε ό,τι αφορά τους φούρνους, και ειδικά τις αλυσίδες, που τα ράφια τους είναι γεμάτα μέχρι αργά το βράδυ και για λόγους εικόνας, αυτά τα προϊόντα τα παίρνουμε στις 9 μ.μ., ακριβώς με το κλείσιμο δηλαδή, και διατίθενται άμεσα. Το ίδιο συμβαίνει και με τα λεγόμενα "άσχημα φρούτα και λαχανικά" – ξέρετε, καρότα με τρεις απολήξεις, πατάτες που μοιάζουν με καρδιά και συνήθως ξεχωρίζονται για λόγους ανομοιομορφίας.

Τα προϊόντα διατίθενται σε τρεις κατηγορίες κοινωφελών φορέων: σε συσσίτια εκκλησιών, κοινωνικά παντοπωλεία δήμων και σε όλους τους άλλους φορείς που έχουν εκδηλώσει ενδιαφέρον. Ανάμεσα στον αποδέκτη φορέα και στον δωρητή υπάρχει ένα συμφωνητικό που διασφαλίζει την ποιότητα του προϊόντος και τη μη μεταπώλησή του» εξηγεί ο κ. Θεοδωρίδης.


Είτε μας αρέσει είτε όχι, το τι θα κάνει κάποιος, ιδιώτης ή φορέας, με το φαγητό που του περισσεύει (και σίγουρα θα καταλήξει στα σκουπίδια) είναι προσωπική υπόθεση. Όμως είναι τέτοια και η προσωπική έρευνα γύρω από φορείς, οργανισμούς και ομάδες που μπορούν να βοηθήσουν, ώστε κανείς να μην πεινάει στην Αθήνα του 2018. Ας το δούμε λίγο και ως μάθημα διαχείρισης ενέργειας κι ας το εφαρμόσουμε.

Γεύση
0

ΚΙΝΗΣΗ ΤΩΡΑ

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Osteria Mamma 

Γεύση / Ένα νέο ιταλικό σερβίρει πιάτα που περιέχουν άγνωστες στην Αθήνα λέξεις

Θέλοντας να τιμήσει μια επιθυμία της μητέρας της, έπειτα από πολλά ταξίδια και γεύματα σε διαφορετικές ιταλικές πόλεις, η Ελένη Σαράντη ετοιμάζει στο Osteria Mamma πιάτα με μπόλικη comfort νοστιμιά.
ΖΩΗ ΠΑΡΑΣΙΔΗ
Τα γλυκά των φετινών Χριστουγέννων 

Γεύση / Όλα τα νέα χριστουγεννιάτικα γλυκά σε μία λίστα

Τετράγωνοι κουραμπιέδες, κρητική αλλά και γαλλική βασιλόπιτα, πολλά προζυμένια πανετόνε: Σε αυτή τη λίστα δεν θα βρείτε τα κλασικά γλυκά της Αθήνας -τα ξέρετε ήδη- αλλά όλες τις φρέσκες ιδέες των τριτοκυματικών φούρνων και των πιο δημιουργικών ζαχαροπλαστών.
ΖΩΗ ΠΑΡΑΣΙΔΗ
Μέσα στη νέα, πολυσυλλεκτική Αίγλη Ζαππείου

Γεύση / Μέσα στη νέα, πολυσυλλεκτική Αίγλη Ζαππείου

Ένα τοπόσημο της πόλης αλλάζει ριζικά, επενδύει σε μια dream team και σε ό,τι κλασικό, από το φαγητό και το ποτό μέχρι την αρχιτεκτονική του, ακόμα και τη μουσική του μερικές φορές, και περιμένει τη νέα γενιά Αθηναίων, ακόμα κι εκείνους που δεν το είχαν στο ραντάρ τους μέχρι τώρα.
ΖΩΗ ΠΑΡΑΣΙΔΗ
Η ξέφρενη πορεία του Nolan και η επόμενη μέρα του

Γεύση / Η ξέφρενη πορεία του Nolan και η επόμενη μέρα του

Μπορεί ένα εστιατόριο να είναι μια ιστορία πάθους, ταλέντου, απανωτών δυσκολιών και επιμονής; Φυσικά και μπορεί. Ο restaurateur Κώστας Πισιώτης αφηγείται την πορεία του μικρού εστιατορίου του Συντάγματος, λίγο πριν αυτό ξεκινήσει το νέο του κεφάλαιο. 
ΖΩΗ ΠΑΡΑΣΙΔΗ
Starata: Οι χωριάτικες πίτες των Εξαρχείων που μας έμαθε ένας σταρ σεφ

Γεύση / Starata: Οι χωριάτικες πίτες των Εξαρχείων που μας έμαθε ένας σταρ σεφ

Το πιο κλασικό ελληνικό πρωινό, η τυρόπιτα, φτιάχνεται και ψήνεται μπροστά μας σε ένα μικρό μαγαζί που συνεχίζει τη θεσσαλική παράδοση στην Αθήνα. Την πρότεινε ο Σωτήρης Κοντιζάς και τη δοκιμάσαμε.
ΖΩΗ ΠΑΡΑΣΙΔΗ
Ντρόμ(ι)σες: Ένα ξεχασμένο αρβανίτικο πιάτο και η ιστορία ενός απαγορευμένου έρωτα

Ηχητικά Άρθρα / Ντρόμ(ι)σες: Ένα ξεχασμένο αρβανίτικο πιάτο και η ιστορία ενός απαγορευμένου έρωτα

Φτιαγμένο με τα πιο απλά υλικά, αλεύρι, νερό και λάδι, συνδέθηκε, μαζί με την μπομπότα, με την Κατοχή. Ο M. Hulot περιγράφει τις αναμνήσεις που του φέρνει στο μυαλό αυτό το πολύ απλό «φαγητό των γιαγιάδων».
M. HULOT