Η πρόσκληση να δώσω διάλεξη στη Latin American Society of Hypertension που φέτος γινόταν στην Κολομβία ήρθε εν αιθρία.
Οι συνειρμοί αυτόματοι και στεροτυπικοί: Narcos, απαγωγές, Pablo Escobar, τέτοια. Όμως, η τιμή της πρόσκλησης ήταν μεγάλη. Προς επίρρωση έβαλα και το Curse of the Traveller του Chris Rea που ευλαβικά συμπεριλαμβάνω στο playlist κάθε πτήσης και δεν το πολυσκέφτηκα άλλο. Την αποδέχτηκα και το ξαναθυμήθηκα τρεις μήνες μετά, όταν έπρεπε να προγραμματίσω τα δρομολόγια.
Πληροφορήθηκα για την Cartagena de Indias, την πόλη όπου γινόταν το Συνέδριο. Πολύχρωμη και ιστορική: το δεύτερο μεγαλύτερο λιμάνι εισδοχής Αφρικανών σκλάβων στην Νέα Γη, το μεγαλύτερο αποικιακό θησαυροφυλάκιο που φύλασσε το ακριβό κράμα χρυσού, ασημιού και αίματος ιθαγενών, το θέατρο της ιστορικής ναυμαχίας το 1741 που διατήρησε την ισπανική κυριαρχία στη Λατινική Αμερική όταν την επιβουλεύτηκαν οι Άγγλοι, οι οποίοι έβλεπαν την παντοκρατορία τους ανά τον κόσμο να φθίνει, και, τέλος, ο υποθετικός τόπος όπου διαδραματίζεται ο «Έρωτας στα Χρόνια της Χολέρας» του Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες.
Αν θέλεις να κάνεις ένα τελευταίο τηλεφώνημα, τώρα είναι η ευκαιρία - για τις επόμενες μέρες δε θα έχουμε σήμα» μου είπε ο Μπρούνο. Δεν μου ακούστηκε πολύ καθησυχαστικό αυτό πρέπει να πω, και ασφαλώς δεν έφταιγε η επίκτητη no-mob-phobia της εποχής μας.
Εκείνο το αυγουστιάτικο βράδυ του προγραμματισμού έγινε κάτι ανεξήγητο. Ενώ υπό κανονικές συνθήκες θα με γοήτευε φωτογραφικά η Cartagena, στο μυαλό μου κυριάρχησαν τα εμπρηστικά λόγια του Κάτωνα του πρεσβύτερου για τη συνώνυμη πόλη «Carthago delenda est» (H Καρχηδόνα πρέπει να καταστραφεί) και μου είπα αποφασιστικά: «Άσε την Cartagena, ο στόχος είναι οι ιθαγενείς της Κολομβίας». Το παράξενο είναι ότι δεν ήξερα τίποτε για αυτούς ή, ακριβέστερα, δεν ήξερα καν ότι υπήρχαν.
Οι ιθαγενείς Tairona της Κολομβίας ζουν στην τροπική ζούγκλα της Sierra Nevada de Santa Marta, του δεύτερου υψηλότερου (5.700 μ.) παραθαλάσσιου βουνού στον κόσμο και είναι από τους ελάχιστους πληθυσμούς στον κόσμου που ζουν με αναλλοίωτο τρόπο επί αιώνες.
Στη γλώσσα τους, το όνομά τους σημαίνει «τα παιδιά του Τίγρη». Αρχικά κατοικούσαν στα φιλόξενα παράλια της Καραϊβικής. Η εγκατάσταση στη ζούγκλα υπαγορεύτηκε από την εξολόθρευση των προκολομβιανών ιθαγενών από τους επιγόνους του Κορτέζ. Όσοι απέμειναν αναζήτησαν δυσπρόσιτες και συνεπώς ασφαλείς περιοχές στα βάθη της ζούγκλας.
Αν και πια λεηλατημένοι και ενδεείς, οι ιθαγενείς δεν ήταν ούτε εκεί ασφαλείς. Οι κήρυκες του λόγου του θεού τούς θεωρούσαν απογόνους του Πεπτωκότος Αγγέλου. Ο Εωσφόρος, πριν από την πτώση, έφερνε το φως, οι ιεραπόστολοι θα έστελναν πίσω τον ιό της ευλογιάς σε όσους δεν ασπάζονταν τη νέα θρησκεία.
Σε ένα πρωτόλειο παράδειγμα βιολογικού πολέμου, απελευθέρωναν έναν αιχμάλωτο ιθαγενή που είχε προσβληθεί από τον ιό που έφεραν οι «γαλέρες του θανάτου» από τον Παλαιό Κόσμο.
Ο δυστυχής με την επιστροφή του στη ζούγκλα μόλυνε τους οικείους του, οι οποίοι με το ανοσοποιητικό τους απροετοίμαστο στη νέα απειλή πέθαιναν μαζικά. Τελικά, με συνεχείς μετακινήσεις όλο και πιο βαθιά, απομονώθηκαν πλήρως και ξεχάστηκαν στους αιώνες.
Κανείς δεν μπορούσε να μου πει πώς θα πήγαινα εκεί. Τα μεγάλα πρακτορεία στην Ελλάδα μετά την αρχική έκπληξη δήλωναν παντελή άγνοια.
Τα αντίστοιχα της Κολομβίας έθεταν ανυπέρβλητες δυσκολίες: ανάγκη για εξατομικευμένο αλλά ασαφές (!) δρομολόγιο, δυσθεώρητο κόστος και αδυναμία υλοποίησης στις τρεις μέρες που διέθετα. Αργότερα κατάλαβα ότι ήθελαν να ανταποκριθούν αλλά δεν ήξεραν πώς.
Αυτό που με έβαζε όμως σε ανησυχία ήταν οι στερεότυπες ερωτήσεις: «ποια είναι η ηλικία σας, η φυσική σας κατάσταση; Έχετε καρδιακά προβλήματα;»
Σιγά. Ένας έμπειρος φυσιολάτρης θα έβρισκε την επικείμενή μου εμπειρία μέτριας δυσκολίας, αλλά σε μένα που αναβάλλω τη βόλτα στην Πάρνηθα αντί να βάλω αλυσίδες φάνταζε ήδη θεόρατο.
Η απογοήτευση σε διαρκή διαπάλη με την εμμονική μου προσωπικότητα διογκωνόταν καθημερινά. Αίφνης, ένα βράδυ σε μια ευνοϊκή συναστρία «λέξεων-κλειδιών» στο Διαδίκτυο, και ενώ η προθεσμία έκδοσης των εισιτηρίων εξέπνεε, έπεσα πάνω στο Magic Tours Colombia που υποσχόταν αυτό που ζητούσα!
«Πρόσεξε μη σε απαγάγουν!» μου επεσήμαναν οι διεθνείς συνάδελφοι και φίλοι το προηγούμενο βράδυ στην Cartagena με ένα μείγμα αστεϊσμού, γνήσιας ανησυχίας, αλλά και απορίας για την αναζήτησή μου.
Φυσικά και εγώ ανησυχούσα, αρκετά μπορώ να πω. Η έρευνα στην επιστήμη μου είναι το πάθος μου αλλά μέχρι τώρα η μεγαλύτερη ταλαιπωρία μου από αυτή ήταν η ολιγόωρη κακουχία όταν αυτοεμβολιάστηκα με το εμβόλιο της σαλμονέλας για να δω τι κάνει η φλεγμονή στη σκληρία των αρτηριών. Όπως όμως συμβαίνει με όλες τις προκαταλήψεις και τα στερεότυπα, η αλήθεια είναι εντελώς διαφορετική.
«Οι ιθαγενείς είναι απόλυτα φιλειρηνικοί» μου είπε o Μπρούνο, ο προσωπικός μου ξεναγός που με παρέλαβε από την Santa Marta, την πόλη στους πρόποδες της Sierra Madre μαζί με τον Χεσούς, τον οδηγό του Land Cruiser, του ακάματου υποζυγίου μας για τις τρεις επόμενες μέρες.
«Δεν είναι απλό, αλλά σου υπόσχομαι ότι θα σε πάω εκεί που θες» συνέχισε εμφατικά και με αυτοπεποίθηση. Μιγάς ο ίδιος, με ρίζες από άλλη φυλή ιθαγενών της Κολομβίας, τους Wayuu.
Μια ώρα μετά από τη Santa Marta ο ασφαλτοστρωμένος δρόμος τελείωσε και μπήκαμε στο αμαξιτό αλλά δύσβατο μονοπάτι της ζούγκλας. «Αν θέλεις να κάνεις ένα τελευταίο τηλεφώνημα, τώρα είναι η ευκαιρία – για τις επόμενες μέρες δεν θα έχουμε σήμα» μου είπε ο Μπρούνο. Δεν μου ακούστηκε πολύ καθησυχαστικό αυτό, πρέπει να πω, και ασφαλώς δεν έφταιγε η επίκτητη no-mob-phobia της εποχής μας.
Οι Tairona χωρίζονται σε 4 φυλές, τους Kogi που είναι και οι πολυπληθέστεροι, τους Wiwa, τους Arhuacos και τους Kankuamo. Είναι διακριτοί μεταξύ τους, μιλούν διαφορετικές διαλέκτους, έχουν διαφορετική τεχνοτροπία στην κατασκευή των καλυβιών, όμως μοιράζονται τη χαρακτηριστική λευκή ένδυση και κυρίως την αντίληψη για τη ζωή και τον κόσμο.
Κατά μία εκδοχή, τα λευκά ρούχα που τους κάνουν να ξεχωρίζουν χαρακτηριστικά μέσα στη ζούγκλα τούς επιβλήθηκαν από τους ιεραπόστολους, πριν από τη μεγάλη καταδίωξη, ως μέσο εξαγνισμού.
Καθότι δεν έχουν γραφή, η προκολομβιανή τους ιστορία αναμιγνύεται με τον μύθο. Θαυμαστή είναι η εξαιρετική ισορροπία με τη φύση που ανέπτυξαν με τα χρόνια. Βίαια αποστερημένοι από τον παραδοσιακό τρόπο εξασφάλισης των βιοτικών τους αναγκών, όταν ζούσαν στα παράλια, ανακάλυψαν νέους τέτοιους στη ζούγκλα, τους οποίους και ενέταξαν στην κοσμοθεωρία τους.
Όλοι είμαστε γεννημένοι από την Aluna, τη «Μεγάλη Μητέρα». Τόσο η Γη που είναι ένα ζωντανό ον, όσο και οι άνθρωποι είμαστε τα τέκνα της.
Οι Kogi είναι οι «γηραιότεροι αδελφοί», ταγμένοι στη διαφύλαξη του τρόπου ζωής που εξασφαλίζει την ισορροπία στη φύση, κι εμείς οι υπόλοιποι, οι «νεότεροι αδελφοί» που κατά περίπτωση τη διαταράσσουμε.
Η αποστολή τους είναι να μας πουν πώς θα διαφυλάξουμε την αρμονία. Σε έναν φρενιτιωδώς εξελισσόμενο τεχνολογικά κόσμο ακούγεται απλοϊκό. Όμως, με μεθόδους καλλιέργειας και κτηνοτροφίας που διέπονται από το «τόσο, όσο», η ζούγκλα συνεχίζει να υπάρχει και να φιλοξενεί τα τζάγκουαρ που έδωσαν στους Kogi το όνομά τους.
Ο Χεσούς και το Land Cruiser έδιναν μάχη με τη φύση και τον καιρό που προσπαθούσαν να επαναφέρουν τον χωμάτινο δρόμο στην αρχική, πριν από την διάνοιξή του, κατάσταση.
Δεν μπορούσα να φανταστώ πώς αυτοκίνητο μπορεί να διασχίσει αυτή την περιοχή. Επί 3,5 ώρες τα είχα δει όλα. Συχνά η διαδρομή διακοπτόταν για να διευρύνουν τον δρόμο ο Μπρούνο και ο Χεσούς με πέτρες και κλαδιά που έκοβαν με τη μανσέτα, ώστε να πατήσουν και οι 4 ρόδες του 4x4 στο φρύδι του γκρεμού.
Στη διαδρομή παρατήρησα αποψιλωμένα τμήματα του δάσους. «Είναι οι πρώην φυτείες κόκας και μαριχουάνας» μου είπε με φυσικότητα ο Μπρούνο.
Στις δεκαετίες '70 και '80 διαδραματίστηκε η bonanza, όπως την ονομάζουν, των ναρκωτικών. Τα καρτέλ είδαν σε αυτές τις δύσβατες και κατά συνέπεια δύσκολο να αστυνομευτούν περιοχές το ιδανικό «ναρκορυχείο».
Ή εκδίωξαν για μία ακόμη φορά τους ιθαγενείς από τη γη τους, ή τους εξανάγκασαν να καλλιεργήσουν μαριχουάνα και κόκα σε μαζική βάση, ή προσπάθησαν να τους εκμαυλίσουν με μια πανίσχυρη δύναμη, το χρήμα, κάτι άγνωστο μέχρι τότε για αυτούς, καθότι η επιβίωσή τους βασιζόταν στο ανταλλακτικό εμπόριο.
Ο παράνομος πλουτισμός τράβηξε επιπλέον με μαγνητικό τρόπο παραστρατιωτικές οργανώσεις, αντάρτες, αλλά και τις κρατικές δυνάμεις καταστολής του ναρκεμπορίου.
Οι Tairona βρέθηκαν σε διασταυρούμενα πυρά. Έκαναν ξανά αυτό που έσωσε τους προγόνους τους. Χώθηκαν πιο βαθιά στη ζούγκλα. Τώρα δεν υπάρχουν πια καρτέλ και οι ιθαγενείς ανακτούν τις εκτάσεις καλλιεργώντας τες.
Αλλά και αυτή η εποχή δεν είναι άμοιρη κινδύνων. Καθότι δεν έχουν επίσημους κρατικούς τίτλους ιδιοκτησίας, κάτι ασύμβατο με την κοσμοθεωρία τους, έρχονται αντιμέτωποι με επιτήδειους, οι οποίοι με υπόγειες διαδρομές «αγοράζουν» εκτάσεις προσβλέποντας σε μελλοντική τουριστική αξιοποίηση.
«Σε 20 λεπτά φτάνουμε, μόλις ανέβουμε και αυτή την κορυφή» είπε ο Μπρούνο. Μου ακούστηκε σωτήριο γιατί τα σκληροτράχηλα αμορτισέρ του τζιπ υπέμεναν αδιαμαρτύρητα, όμως οι μεσοσπονδύλιοι δίσκοι μου, τα δικά μου σκελετικά αμορτισέρ, είχαν καταπονηθεί πρωτοφανώς.
Δευτερόλεπτα μετά όμως ο Χεσούς σταμάτησε απότομα στην ανηφόρα. Ένα τεράστιο δέντρο είχε πέσει από τις βροχές και τις κατολισθήσεις της προηγούμενης μέρας και είχε κλείσει τον δρόμο.
Ήταν αδύνατο να το μετακινήσουμε, ήταν αδύνατο να περάσουμε. Απογοήτευση και ματαίωση, αναμεμιγμένες με θυμό, με κυρίευσαν. Δεν θα έβλεπα τους Kogi.
Με απρόσφορο, όπως το εκλάμβανα εκείνη τη στιγμή, χαμόγελο με πλησίασε ο Μπρούνο. «Φίλε μου, αυτό είναι το σχέδιο εδώ! Δεν υπάρχει σχέδιο!» Και επειδή καταλάβαινε ότι η απογοήτευσή μου φούντωνε, συνέχισε. «Δεν θα πάμε στους Kogi σήμερα. Θα πάμε στους Wiwa!». Όπερ και εγένετο, αλλά με άλλες 3 ώρες σκληρής διαδρομής «εκτός/εντός» προγράμματος.
Φτάσαμε λίγο πριν νυχτώσει. Μετά από σύντομες συνεννοήσεις, φορτωθήκαμε τα πράγματά μας και ετοιμαστήκαμε να διασχίσουμε ένα μικρό ποτάμι που διαιρούσε το χωριό στα δύο, καθότι ο μικρός ξενώνας των Wiwa ήταν στην άλλη μεριά.
Όμως, μετά τα πρώτα βήματα ο Μπρούνο με σταμάτησε ακούγοντας έναν έφηβο Wiwa που χειρονομούσε στην κορυφή της απέναντι όχθης. «Πίσω γρήγορα! Το ποτάμι θα φουσκώσει απότομα».
Οι αντιρρήσεις μου ότι προλαβαίνουμε απορρίφθηκαν αυτοστιγμεί και φυσικά υπάκουσα πειθήνια. «Πρέπει να ακούς τη Μητέρα Γη! Έβρεξε κατακλυσμιαία στην κορυφή του βουνού και οι Wiwa άκουσαν το νερό να κατεβαίνει!».
Περιττό να πω ότι σε λίγα λεπτά το ποταμάκι είχε γίνει ορμητικός χείμαρρος. Δεύτερη απογοήτευση σε μια μέρα μου έπεφτε πολύ. Το χώμα δεν φάνταζε ιδανικό στρώμα και τα έντομα και ερπετά δεν είναι η καλύτερη παρέα σε αυτά τα μέρη.
Πρέπει να φαινόμουν πολύ απελπισμένος. Όμως, από μηχανής θεός, γόνος του Ξένιου Δία της Sierra Nevada, εμφανίστηκε ένας νεαρός Wiwa ο οποίος μας παραχώρησε την καλύβα του για το βράδυ εκτοπίζοντας τη δικιά του οικογένειά του σε μια γειτονική.
Η απουσία ηλεκτρικού και τρεχούμενου νερού έκανε την επαφή μου με τη φύση πιο στενή. Για προστασία από ανεπιθύμητες επαφές με τους μικρούς και μικρότερους έρποντες και πτερόεντες κατοίκους του δάσους οι ιθαγενείς κοιμούνται σε αιώρες. Δεν ήταν και πολύ βολικό.
Ξυπνούσα από το δυνατό κρουστικό soundtrack της βροχής, αλλά με έναν υποβλητικό τρόπο αισθανόμουν στο απόλυτο σκοτάδι μέρος της Αluna.
Το επόμενο πρωί είχε κανονιστεί συνάντηση με τον Mamo της φυλής. Ο Mamo είναι το κεντρικό πρόσωπο του οικισμού. Αρχηγός, σαμάνος, θεραπευτής, λαμβάνει εκπαίδευση από μικρό παιδί όταν το ξεχωρίζουν για αυτό τον ρόλο, ώστε να γίνει άξιος διαμεσολαβητής της Aluna.
Στην κοσμολογία των Tairona κυριαρχεί το δυαδικό σύστημα. Άνδρας/γυναίκα, μέρα/νύχτα, ήλιος/σελήνη κοκ. Αυτό όμως που τους διαφοροποιεί από άλλες αντίστοιχες θεωρήσεις είναι ότι τα συστατικά μέρη του ζεύγους δεν εκλαμβάνονται ως αντίθετα αλλά ως συμπληρωματικά.
Η ενοποιός αντίληψη αυτών εκφράζεται με τη Yuluka, την «εν συμφωνία» και «εν ισορροπία». Κάθε πράξη που πληγώνει τη Μεγάλη Μητέρα πρέπει να συνοδεύεται από μια καλή για να διατηρείται η Yuluka.
Εγώ, μετά τον εξαγνισμό μου από τον Mamo, ήμουν φορέας θετικής δύναμης που κατά την επιστροφή μου στον κόσμο μου θα εξισορροπούσα εν μέρει τις δυνάμεις που καταστρέφουν τη φύση. Αφελές; Δίπλα στο ποτάμι, στα βάθη της ζούγκλας δεν φάνταζε τόσο.
Οι ιθαγενείς είναι φιλικοί αλλά πολύ ντροπαλοί. Ύστερα από λίγη ώρα όμως ήμουν μέρος του περιβάλλοντός τους και μπορούσα να τους φωτογραφίσω στην καθημερινότητά τους απαρατήρητος.
Τα παιδιά, όπως σε όλο τον κόσμο, ήταν απόλαυση. Πολύ επιφυλακτικά στην αρχή, αλλά μετά από λίγο η επικοινωνία ήταν γάργαρη με γλώσσα χτισμένη με χειρονομίες, γκριμάτσες και χαμόγελα. Η μικρότερη της παρέας έφυγε με ένα ουρανόμηκες γέλιο όταν της χάρισα ένα από τα βραχιόλια μου, φιλοτεχνημένο από τους συγχωριανούς της
Εκεί έβαλα και τον θρύλο της κόκας στις πραγματικές του διαστάσεις. Η μάσηση φύλλων κόκας εντείνει τη σύνδεση με τη φύση και αποτελεί πολιτισμικό τους στοιχείο.
Κάθε ενήλικος άνδρας έχει το poporo του, ένα δοχείο από κολοκύθα που περιέχει πούδρα από κονιορτοποιημένα κοχύλια. Μια στο τόσο βάζουν λίγη από τη σκόνη στο στόμα για να αλκαλοποιήσουν τον πολτό που μασούν γιατί αλλιώς δεν απορροφάται η δραστική ουσία των φύλλων από το στομάχι.
Ο τρόπος και ο ρυθμός εξασφαλίζουν τέτοιες ποσότητες στο αίμα που πόρρω απέχουν από παραισθήσεις ή υπερβολικές ευφορικές καταστάσεις.
Τελευταία μέρα. Έχει επίσκεψη στους Kogi. Η βροχή που δυνάμωνε δεν ήταν σύμμαχος. Όμως στην υγρή περίοδο αυτή είναι η κανονικότητα. «Μέχρι εδώ ήταν τα εύκολα (!)» είπε ο Μπρούνο μετά από δύο ώρες διαδρομή. «Το Land Cruiser δεν μπορεί να περάσει το ποτάμι. Πρέπει να το διασχίσουμε με τα πόδια. Άσ' τα όλα στο τζιπ και πάρε μόνο τη φωτογραφική μηχανή».
Μπήκα στο νερό μέχρι το στήθος κρατώντας τη μηχανή με τα χέρια ψηλά μέσα στο αδιάβροχό της.
Σκεφτόμουν με διπολικό τρόπο το «Αποκάλυψη Τώρα». Προτιμούσα την «ηρωική» εκδοχή του Martin Sheen στο ποτάμι με το όπλο ψηλά, παρά την εσχατολογική αφήγηση του Hollow Men του T.S. Eliot από τον Marlon Brando στην ίδια ταινία: «ο κόσμος θα τελειώσει... με έναν υπόκωφο λυγμό».
Υπερβολές. Η βροχή συνέχιζε καταρρακτώδης, αλλά το νερό ήταν ζεστό και λιγότερο ορμητικό από ό,τι περίμενα. Όταν πέρασα στην άλλη μεριά εγώ ήμουν μούσκεμα αλλά η μηχανή μου όχι.
Ο οικισμός πιο μικρός από των Wiwa, όπως και οι καλύβες. Οι φυσιογνωμίες διαφορετικές. Εκεί φωτογράφισα το πιο εκφραστικό παιδί όλου του εγχειρήματός μου, με τα βρεγμένα μαλλιά και τα θλιμμένα μάτια.
Οι Tairona επιβίωσαν από τους Ισπανούς κατακτητές, τους βαρώνους των καρτέλ και τους άρπαγες γης. Τώρα αντιμετωπίζουν την πιο απειλητική επιβουλή. Την κλιματική αλλαγή που αντιμάχεται τη Μεγάλη Μητέρα.
Η λύση αυτή τη φορά δεν είναι η διείσδυση πιο βαθιά στα σπλάχνα της. Η λύση εδράζεται σε μας, τους νεότερους αδελφούς.
«Πες στους φίλους σου ότι δεν είμαστε Narcos εμείς οι Κολομβιανοί» μου ζήτησε, καθώς με αποχαιρετούσε ο Μπρούνο.
Σας το μεταφέρω λοιπόν μαζί με τον τρίτο λόγο που νομίζω ότι με έκανε να διεκδικήσω αυτή την εμπειρία: να αναμετρηθώ με τα όριά μου.
Info
Ο Χαράλαμπος Βλαχόπουλος είναι Καθηγητής Καρδιολογίας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών.
σχόλια