Γύρω στις 4.000 εικόνες από την πρώιμη φάση της καριέρας της Λίμποβιτς παρουσιάζονται στην έκθεση που έχει τίτλο "Annie Leibovitz. The Early Years, 1970-1983: Archive Project No. 1" και εγκαινιάζεται αυτή την εβδομάδα στην γκαλερί Hauser & Wirth στο Λος Άντζελες.
Όπως δήλωσε ο διευθυντής της γκαλερί, Marc Payot: «Σπανίως έχει συλλάβει κανείς τόσο εντυπωσιακά την αμερικανική εικονογραφία του 20ου αιώνα όπως αυτή. Η έκθεση παρουσιάζει το ξεκίνημα της ως φωτογράφου και την εξέλιξη του 'γλωσσικού ύφους' των εικόνων της. Πιστεύω ότι της αξίζει να τοποθετηθεί στο πλαίσιο των μεγάλων καλλιτεχνών του αιώνα – ζωγράφους, γλύπτες, εικαστικούς πάσης φύσεως».
Επικρατεί η ιδέα ότι η Λίμποβιτς ξεκίνησε ως αυτοδίδακτη, στην πραγματικότητα όμως είχε εκπαιδευτεί ως φοιτήτρια στο Ινστιτούτο Τεχνών του Σαν Φρανσίσκο, όπου, όπως λέει η ίδια, μελέτησε «τους κλασικούς – τον Ρόμπερτ Φρανκ και τον Καρτιέ-Μπρεσόν», εφαρμόζοντας κατόπιν την τεχνοτροπία τους στο φωτορεπορτάζ που έκανε η ίδια αρχικά για το Rolling Stone και μετά για το Vanity Fair.
«Πάντα θεωρούσα καλλιτεχνική τη δουλειά μου» λέει. «Πίστευα πραγματικά ότι μπορώ να μεταφέρω αυτή την αντίληψη στο τοπίο των περιοδικών. Ήταν εύκολο; Όχι. Έπρεπε να γίνουν συμβιβασμοί; Φυσικά. Βγαίνουν πέντε με δέκα σημαντικές φωτογραφίες τον χρόνο από τη δουλειά μου; Απολύτως».
Σπεύδει να προσθέσει πάντως ότι είχε πλήρη συνείδηση του ότι ιστορικά οι φωτογράφοι των περιοδικών αγνοούσαν τον σεβασμό που προοριζόταν για άλλους καλλιτέχνες: «Ας σκεφτούμε τι είχε τραβήξει κάποιος σαν τον Ρίτσαρντ Άβεντον, που είχε απορριφθεί από πολλούς κριτικούς οι οποίοι τον υποχρέωναν να ντρέπεται επειδή ξεκίνησε την καριέρα του ως φωτογράφος μόδας. Πρέπει να περιμένει κανείς τον θάνατο για να αναγνωριστεί. Δεν πειράζει πάντως. Όλα καλά. Εγώ ξέρω ποια είμαι».
Η έκθεση απλώνεται σε 24 τοίχους της γκαλερί – οι εικόνες απλά εκτυπώθηκαν και καρφιτσώθηκαν ως «φτηνά αντίτυπα» στους τοίχους και φυσικά δεν πωλούνται – η οποία άνοιξε στο downtown του Λος Άντζελες το 2016 καταλαμβάνοντας τον χώρο ενός παλιού αλευρόμυλου.
Οι φωτογραφίες προέρχονται από τα 14 πρώτα χρόνια της καριέρας της, την εποχή που φωτογράφιζε σταρ της μουσικής όπως ο Ροντ Στιούαρτ, ο Έλτον Τζον και η Αρίθα Φράνκλιν αλλά και διάσημες φιγούρες της πολιτικής σκηνής όπως ο Χένρι Κίσιντζερ και ο Έντουαρντ Κένεντι.
Όπως λέει η ίδια, πέρασε πάνω από δύο χρόνια εξετάζοντας κάθε κοντάκτ εκείνης της περιόδου: «Όταν ξεκίνησα τη διαδικασία ταξινόμησης, δεν είχα ιδέα ότι θα άνοιγα το κουτί της Πανδώρας. Μακάρι να ήμουν ο Καρτιέ-Μπρεσόν και να γνώριζα ενστικτωδώς την 'αποφασιστική στιγμή'. Είναι δύσκολο όμως να ξεχωρίσεις μεμονωμένες εικόνες, δεν σου 'φωνάζουν'. Είναι περισσότερο σαν το υλικό μιας ταινίας. Οπότε άρχισα απλά να τραβάω εικόνες από τα κουτιά – οτιδήποτε μου φαινόταν ενδιαφέρον».
Το τεράστιο αυτό αρχείο ουσιαστικά συγκροτεί ένα σημαντικό κεφάλαιο της ζωής της, μια εποχή που έτρεχε να απαθανατίσει με τον φακό της ιστορικές πολιτισμικές στιγμές όπως η αποστολή του Apollo 17 στη Σελήνη, οι περιοδείες των Rolling Stones στην Αμερική, οι προεκλογικές καμπάνιες για την Προεδρία των ΗΠΑ πλάι σε γραφιάδες όπως ο Χάντερ Τόμσον, η έξοδος του Ρίτσαρντ Νίξον με ελικόπτερο από τον Λευκό Οίκο μετά την παραίτησή του...
«Είναι η ιστορία ενός νεαρού κοριτσιού με μια φωτογραφική μηχανή που βγήκε εκεί έξω και έμαθε να είναι φωτογράφος» λέει σήμερα η Άνι Λίμποβιτς. «Κατά κάποιον τρόπο, αυτή η έκθεση είναι και ένα εισαγωγικό σεμινάριο για νέους φωτογράφους. Πρέπει να προχωράς και να δουλεύεις, όχι να στέκεσαι και να προσπαθείς να καταλάβεις τι συμβαίνει».
Με στoιχεία από τους New York Times
σχόλια