Oι Rotting Christ είναι το πιο δημοφιλές ελληνικό συγκρότημα στον κόσμο αυτήν τη στιγμή. Έχουν γυρίσει όλο τον πλανήτη παίζοντας black metal μουσική. Ιδρύθηκαν από δύο αδέρφια, τον Σάκη και τον Θέμη Τόλη, στη Νέα Ιωνία, όταν ήταν ακόμη έφηβοι.
«Φτιάξαμε το συγκρότημα το 1987-88. Ήμασταν πολύ μικροί, 16 χρόνων. Μέναμε στη Νέα Ιωνία. Θέλαμε να μοιάσουμε στα metal είδωλά μας. Ήταν και δύσκολες εποχές. Δεν είχαμε λεφτά, οπότε αναγκαστήκαμε σε κάποιες παράνομες πράξεις για να αποκτήσουμε μια κιθάρα να γρατζουνίζουμε!
Τότε μας σταμάταγε η αστυνομία επειδή είχαμε μακριά μαλλιά. Ακούγεται σαν αστείο σήμερα, αλλά ως χώρα ήμασταν αρκετά συντηρητικοί και φονταμενταλιστικοί. Μας άρεσε να πηγαίνουμε κόντρα. Δεν ξέρω αν είχαμε δίκιο ή κάποιον ιδιαίτερο λόγο. Απλώς μας άρεσε να είμαστε "αντί". Βρήκαμε ένα όνομα που ήταν ακραίο, επειδή θέλαμε να ενοχλήσουμε και να συμβαδίζει με τα πιστεύω μας, δηλαδή να μην έχει καμία σχέση με θρησκείες, και συνεχίσαμε να είμαστε κάπως έτσι, δηλαδή "αντί" σε πολλά θέματα.
Ακόμα έχουμε προβλήματα με το όνομα. Στην πρόσφατη περιοδεία μας στην Αμερική ερχόντουσαν τύποι με ντουντούκες και φωνάζανε "Να φύγετε από τη χώρα μας". Ήταν όπως στις ταινίες, αλλά αυτό μας αρέσει στο metal, ότι δεν είναι κάτι για τη μάζα. Είναι μια μορφή αγώνα, φασαρίας, διεκδίκησης.
Όνειρό μας ήταν να κάνουμε κάποια στιγμή μια συναυλία σαν των ειδώλων μας και με επιμονή καταφέραμε να το πραγματοποιήσουμε. Μετά ακολούθησαν κι άλλες συναυλίες και ανοίξαμε τα μάτια μας. Μας άρεσε να ασχολούμαστε με το εξωτερικό. Τότε δεν υπήρχαν κομπιούτερ, ούτε κινητά. Επικοινωνούσαμε με γράμματα.
Στέλναμε και μας έστελναν με τη σειρά τους flyers και μικρά πόστερ με το ταχυδρομείο. Ψαχνόμασταν με νέες μπάντες σε μια εποχή που δεν υπήρχαν καν στα δισκάδικα. Ακούγαμε κάποια ντέμο από φίλους στη Νορβηγία, τη Σκανδιναβία, την Αμερική. Ανταλλάσσαμε κασέτες. Ήταν η ζωή μας ολόκληρη να ανακαλύψουμε έναν νέο κόσμο, νέες μελωδίες, νέα κινήματα που υπήρχαν στην Ευρώπη, που δυστυχώς δεν είχαν τη δυνατότητα να έρθουν στην Ελλάδα.
Η πρώτη μας συναυλία ήταν σε ένα στούντιο, εκεί όπου κάναμε πρόβα. Είχε χωρητικότητα 30 με 40 άτομα. Η δεύτερη ήταν σε μια κατάληψη, το 1988.
Δεν υπήρχε τότε η λέξη "προσδοκία". Άμα ξεκινούσες με αυτήν τη λέξη, το είχες χάσει το παιχνίδι – και, γενικά, όποιος ξεκινάει έτσι. Δυστυχώς, πολύ συχνά πια στην εποχή μας πολλά παιδιά φτιάχνουν μια μπάντα μόνο και μόνο για να γίνουν γνωστοί ή για να πετύχουν το αμερικανικό όνειρο. Εμείς δεν είχαμε τέτοιες προσδοκίες, ήμασταν αφελείς, αλλά ρομαντικοί. Μαζευόμαστε και παίζαμε για τους φίλους μας, και αυτό μας άρεσε πάρα πολύ, επειδή δεν είχαμε άγχος.
Είχαμε φτιάξει ένα μικρό όνομα στην πολύ underground σκηνή και τελικά βγάλαμε τον πρώτο μας δίσκο σε μια γαλλική εταιρεία.
Θυμάμαι, μας πήραν τηλέφωνο και μας μιλούσαν στα αγγλικά και δεν καταλαβαίναμε τι μας έλεγαν. Χωρίς να διαβάσουμε καν το συμβόλαιο το υπογράψαμε, όπως κάναμε με πολλά συμβόλαια ως μπάντα. Σήμερα, βέβαια, χτυπάμε το κεφάλι μας στον τοίχο.
Ο ενθουσιασμός μας για να παίξουμε μουσική και να τη βγάλουμε προς τα έξω ήταν πάντοτε υπεράνω χρημάτων. Όταν μπήκαμε στα συμβόλαια με γερμανικές και γαλλικές εταιρείες αρχίσαμε να χάνουμε λίγο τον εαυτό μας, σε σημείο που συζητάγαμε ακόμα και να το διαλύσουμε.
Δεν έγινε ποτέ κανένα μπαμ. Απλώς τυχαίνει στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια να μας γνωρίζουν κάποιοι παραπάνω. Λόγω της κρίσης, ο κόσμος έχει αρχίσει να ψάχνεται με εναλλακτικά πράγματα και καλά κάνει. Η μπουζουκοκρατία και το σκυλολόι αρχίζει να πέφτει.
Ο Έλληνας επιτέλους αρχίζει να ανοίγει τα μάτια του σε διαφορετικά είδη μουσικής που τόσα χρόνια παλεύουν στη χώρα και δεν έχουν βρει δικαίωση. Αυτό θα έλεγα ότι είναι το μπαμ. Εμείς έχουμε συνεχόμενη παρουσία με 12 δίσκους και πάνω από 1.000 live στη metal μουσική σκηνή.
Η πιο σημαντική στιγμή του συγκροτήματος ήταν η πρώτη μας ευρωπαϊκή περιοδεία, η Fuck Christ Tour, το 1993. Ήταν από τις πρώτες αμιγώς black metal περιοδείες που έγιναν παγκοσμίως. Πήραμε το αεροπλάνο και πήγαμε να παίξουμε στο Βέλγιο. Ιδέα δεν είχαμε πώς ήταν τα πράγματα στο εξωτερικό. Σοκαριστήκαμε, αλλά όχι επειδή είχε πολύ κόσμο. Σε μπαράκια παίζαμε, αλλά ήταν σημαντικό για μας.
Εκπροσωπούσαμε τη μεσογειακή, τη νότια ευρωπαϊκή σκηνή του black metal. Δεν έχει καμία σχέση με φασισμό, όπως ακούγεται. Τουλάχιστον τότε δεν υπήρχε αυτό το πράγμα. Σήμερα, δεν ξέρω τι παίζει ο κόσμος. Είχαμε φτιάξει μαζί με κάποιες άλλες μπάντες την περίφημη ελληνική black metal σχολή, η οποία έχει γράψει κάποια μικρή ιστορία παγκοσμίως. Ήταν τελείως underground και επηρέασε πολλές μπάντες του εξωτερικού.
Διατηρεί ακόμα ένα πολύ καλό όνομα. Όσο κι αν ακούγεται παράξενο, αυτήν τη στιγμή το metal είναι το μοναδικό πολιτισμικό εξαγώγιμο μουσικό είδος στην Ελλάδα – μην περιμένει κανείς μεγάλα πράγματα, αλλά έχει σφραγίδα ελληνική στο παγκόσμιο γίγνεσθαι.
Στην Ελλάδα είναι παρεξηγημένο είδος λόγω του συντηρητισμού. Ο Έλληνας μεγαλώνει έχοντας το "πατρίς - θρησκεία - οικογένεια" στο κεφάλι του. Του φαινόντουσαν κάπως υπερβολικά όλα τα εναλλακτικά είδη μουσικής. Τώρα που βλέπει πως όλα αυτά καταρρίφθηκαν, ότι οι ιδέες του και οι περιουσίες που ήθελε να δημιουργήσει ήταν ένα ψεύτικο πράγμα, θέλει να τρέφει την ψυχή του, τον εαυτό του, που για μένα είναι πιο σημαντικό.
Πιστεύουμε ότι κάθε θρησκεία είναι σάπια, όπως και να λέγεται. Και όχι απλώς το πιστεύουμε, πραγματικά απέχουμε. Θα μας βρίσκουν πάντοτε μπροστά τους και ενάντια σε κάθε μορφή εκμετάλλευσης των πιστεύω σου.
Ακόμα έχουμε προβλήματα με το όνομα. Στην πρόσφατη περιοδεία μας στην Αμερική ερχόντουσαν τύποι με ντουντούκες και φωνάζανε "Να φύγετε από τη χώρα μας". Ήταν όπως στις ταινίες, αλλά αυτό μας αρέσει στο metal, ότι δεν είναι κάτι για τη μάζα. Είναι μια μορφή αγώνα, φασαρίας, διεκδίκησης. Κάνει θόρυβο γενικά, γι' αυτό και δεν έχει γίνει ποτέ τόσο δημοφιλές στον κόσμο. Μας αρέσει αυτό το πράγμα. Σημαίνει ότι υπάρχουμε, και επειδή πιστεύουμε ότι αυτό που εκπροσωπούμε έχει σχέση με τη λογική, θα συνεχίσουμε να είμαστε αυτοί που είμαστε.
Όταν γυρνάς πίσω στην Ελλάδα από το εξωτερικό γίνεσαι πάντοτε ένα με τα προβλήματά της. Ακούς για τα μέτρα, τις φοροδιαφυγές. Ο άνθρωπος, όμως, είναι άνθρωπος παντού, σε όλα τα μήκη και πλάτη της γης. Αν τον τσιμπήσεις, πονάει το ίδιο, είτε είναι μαύρος, είτε είναι άσπρος, είτε είναι από τη Νότια Αμερική ή τη Σιβηρία. Παντού οι άνθρωποι είναι ίδιοι μ' εμάς, έχουν τα ίδια προβλήματα, και αυτό το πράγμα σε κάνει να είσαι ταπεινός και πάνω απ' όλα άνθρωπος.
Μετά από 25 χρόνια έντονης παρουσίας καταφέραμε και μπορούμε πλέον να πληρώνουμε τους λογαριασμούς μας. Με τη μουσική δεν θα γίνεις ποτέ πλούσιος. Αυτά περάσανε. Ήταν άλλες εποχές η δεκαετία του '80 και του '90 με τις φανφάρες και το ψεύτικο χρήμα, που όλοι νόμιζαν ότι θα μπορέσουν να αγγίξουν τον Θεό. Δεν υπάρχουν αυτά τα πράγματα. Πάνω απ' όλα παίζεις για την ψυχή σου και άμα καταφέρεις να πληρώσεις τους λογαριασμούς σου, συνεχίζεις να είσαι αυτός που είσαι. Αυτός είναι ο σκοπός».
Η συνέντευξη δημοσιεύτηκε πρώτη φορά το Δεκέμβριο του 2013