Πριν από έξι χρόνια σε ένα αφιέρωμα - ρεπορτάζ στον Guardian για τα εκατό χρόνια από τη γέννηση του Βινίσιους ντε Μοράες, του μεγάλου στιχουργού, ποιητή, διπλωμάτη (κάτι σαν Γκάτσος και Σεφέρης της Βραζιλίας θα μπορούσαμε να πούμε, τηρουμένων των αναλογιών), δημιουργού του περίφημου μιούζικαλ «Ορφέο Νέγκρο» (Μαύρος Ορφέας) αλλά και ενός εκ των αρχιτεκτόνων της bossa nova μαζί μες τον Ζοάο Ζιλμπέρτο και τον Αντόνιο Κάρλος (Τομ) Ζομπίμ, είχε κληθεί να μιλήσει κι ο Καετάνο Βελόζο.
Θυμήθηκε λοιπόν τότε ο Βελόζο - που με τη σειρά του ανήκει μαζί με άλλους επιφανείς Βραζιλιάνους συνθέτες και ερμηνευτές όπως ο Ζιλμπέρτο Ζιλ, η Γκαλ Κόστα και ο Τομ Ζε, στην επόμενη γενιά από τους πατριάρχες της bossa που στα τέλη της δεκαετίας του '60 πήραν το είδος και προσθέτοντας στοιχεία ψυχεδέλειας και αντικουλτούρας δημιούργησαν το κίνημα της tropicalia – μια συναυλία στο Κάρνεγκι Χολ της Νέας Υόρκης το 1989.
Επρόκειτο για εκδήλωση που στόχο είχε την ευαισθητοποίηση για τα δάση του Αμαζονίου και συμμετείχαν εκτός από τον Βελόζο και τον Τομ Ζομπίμ, καλλιτέχνες όπως ο Στινγκ και ο Έλτον Τζον, ο οποίος σχεδίαζε αρχικά να εμφανιστεί στη σκηνή ντυμένος Κάρμεν Μιράντα με πλήρη drag αμφίεση και φρουτιέρα στο κεφάλι, την ώρα που θα έπαιζε ο Ζομπίμ το πιο διάσημο τραγούδι του, το The Girl from Ipanema...
«Τελικά τον πείσαμε να μην το κάνει» έλεγε γελώντας ο Βελόζο. «H bossa nova είναι ιερή μουσική για πολλούς Βραζιλιάνους. Είναι πολιτική, εθνική και ποιητική μουσική. Είναι μια μορφή τέχνης υψηλού μοντερνισμού που με κάποιο τρόπο έγινε ένα από τα πιο δημοφιλή είδη μουσικής στον κόσμο. Αποτελεί ένα από τα σπανιότατα παραδείγματα μουσικής που όσο πιο εκλεπτυσμένη εξελισσόταν τόσο πιο δημοφιλής γινόταν. Πήρε την σάμπα και της πρόσθεσε σοφιστικέ αρμονίες μαζί με ένα υψηλό επίπεδο στιχουργικής ».
Σύμφωνα με τον διακεκριμένο Βραζιλιάνο μουσικό και μουσικολόγο Αρτούρ Νεστρόβσκι η bossa nova [σημαίνει «νέα τάση» ή «νέο κύμα»] «είναι μια μουσική η οποία προέρχεται από μια συγκεκριμένη και κρίσιμη καμπή στην ιστορία της Βραζιλίας αποτελώντας προϊόν μιας σύντομης δημοκρατικής περιόδου ανάμεσα στα μέσα της δεκαετίας του '50 και τα μέσα της δεκαετίας του '60. Ο πρωθυπουργός Ζουσελίνο Κουμπίτσεκ ήταν σοσιαλδημοκράτης που έκανε σημαντικές τομές στην εκπαίδευση, στην υγεία και στα εργασιακά ζητήματα. Είχαμε μια νέα πρωτεύουσα, την Μπραζίλια, σχεδιασμένη από τον σπουδαίο αρχιτέκτονα Όσκαρ Νιεμάγιερ, είχαμε πάρει δύο φορές διαδοχικά το Παγκόσμιο Κύπελλο και τέλος, είχαμε την bossa nova, το κορυφαίο απάνθισμα της βραζιλιάνικης κουλτούρας... Αν επιχειρήσεις να τραγουδήσεις αυτό το είδος με ένταση μπορεί να ακουστεί κιτς. Είναι τελείως διαφορετικό από την samba. Το κόλπο είναι να τραγουδάς την bossa nova σα να μιλάς, όπως ιδανικά έκανε ο Ζοάο Ζιλμπέρτο. Μ' αυτόν τον τρόπο ακούγεται πάντα οικεία και ανεπίσημη, σαν κουβέντα ή σαν εξομολόγηση».
«Ο Ζοάο Ζιλμπέρτο είχε πει ότι η bossa nova δεν έχει να κάνει με τη θλίψη αλλά με το 'άγγιγμα της θλίψης'», σύμφωνα με την τραγουδίστρια Μόνικα Βασκονσέλος. «Μπορεί να το δει κανείς ακόμα και στην πρώιμη ποίηση του Βινίσιους ντε Μοράες. Λέει ένα από τα σονέτα που είχε γράψει παλιά αλλά ακούγεται μέχρι σήμερα συχνά σε γάμους: 'Φλόγα καθώς είναι, η αγάπη μας δεν θα είναι αιώνια / θα είναι αιώνια όμως όσο καίει'. Ή ας πάρουμε ως παράδειγμα το τραγούδι 'Insensatez' (How Insensitive) το οποίο συλλαμβάνει μοναδικά μια απαλή, διακριτική θλίψη...».
Ο Καετάνο Βελόζο πιστεύει ότι η bossa nova σηματοδότησε μια σημαντικότατη αλλαγή στους στίχους της βραζιλιάνικης μουσικής – εκεί που η samba αναφερόταν κυρίως στη δημόσια σφαίρα, είτε επρόκειτο για την ατμόσφαιρα του καρναβαλιού είτε για τους κοινωνικούς αγώνες, η bossa nova εστιάζει αντίθετα στο ατομικό και στο προσωπικό: «Θα μπορούσαμε να πούμε ότι πρόκειται για την πρώτη δημοφιλή μουσική όπου τα θέματα ήταν καθαρά υπαρξιακά. Είναι αυτό το στοιχείο εν μέρει που την καθιστά υψηλή τέχνη. Το επαναστατικό με την bossa nova ήταν ότι μια χώρα του αποκαλούμενου τρίτου κόσμου δημιουργούσε υψηλή τέχνη με τους δικούς της όρους και ακολούθως την διοχέτευε σε ολόκληρο τον πλανήτη. Η bossa nova ήταν και παραμένει ένα όνειρο του τι μπορεί να δημιουργήσει ένας ιδανικός πολιτισμός».
Με στοιχεία από τον Guardian
σχόλια